«Βρωμιά» στο θέατρο ‘Πλύφα’ – Κριτική
Τι σημαίνει βρώμικο; Κάτι που δεν είναι καθαρό, θα πεις. Κάτι το οποίο σου προκαλεί αηδία, σιχασιά και δεν το θες κοντά σου. Ένα χρησιμοποιημένο σφουγγαρόπανο ας πούμε. Ένα πιάτο γεμάτο αποφάγια που μυρίζουν. Ένα σάπιο φρούτο. Ένας λαθρομετανάστης, σαν αυτόν που σου μιλά στην παράσταση ‘Βρωμιά’.
Στην αρχή τον συμπαθείς, εσύ ο βολεμένος και καθαρός. Στη συνέχεια, αν είσαι καλός άνθρωπος νιώθεις την ανάγκη να τον αγκαλιάσεις και να του ζητήσεις συγγνώμη για όσα περνάει εξαιτίας της δειλίας και του ρατσισμού σου.
Μετά όμως, τα πράγματα σοβαρεύουν. Βρίσκεις τόσα πολλά από σένα σε αυτόν. Τον απορρίπτουν μονίμως. Κι εσένα σ’ έχουν απορρίψει, θυμάσαι πως ένιωσες. Φοβάται. Κι εσύ, φοβάσαι πράγματα που δεν ομολογείς ούτε στον εαυτό σου. Θυμώνει και βρίζει. Κι εσύ το ίδιο καμιά φορά. Είναι μόνος και δυστυχισμένος. Το έχεις νιώσει και αυτό το συναίσθημα.
Συναίσθημα. Συναισθήματα. Από αυτά είναι γεμάτη η παράσταση ‘Βρωμιά’ που παρουσιάζεται στο θέατρο ‘Πλύφα’ μέχρι τις 31 Οκτωβρίου – ελπίζω και μετά.
Το δικαίως βραβευμένο κείμενο του Ρόμπερτ Σνάιντερ δε μιλά για έναν συγκεκριμένο λαθρομετανάστη, μιλά για όλους όσοι έχουν ξεριζωθεί χωρίς να φταίνε και ζουν εξαρτώμενοι από την ανοχή μιας χώρας και των πολιτών της. Μιας χώρας που προσφέρει πλασματική ελευθερία, πλασματική δημοκρατία, πλασματική ανθρωπιά.
Μιας χώρας που εκμεταλλεύεται την ανάγκη και υποχρεώνει έναν άνθρωπο να νιώθει ‘σκατό’. Και μάλιστα ‘πατημένο’.
Ο φόβος απέναντι στο διαφορετικό, η υπεροψία εκείνου που δεν έχασε τίποτα, είναι θέματα που καίνε, όπως και η λάθρο-μετανάστευση. Η ‘Βρωμιά’ δίνει την ευκαιρία να δει κανείς πραγματικά αυτό που φοβάται και να διαπιστώσει τι γίνεται στην ‘άλλη’ πλευρά, που, πόσο ‘άλλη’ είναι τελικά;
Είδα την παράσταση την προηγούμενη Δευτέρα και μένει μαζί μου από τότε. Συχνά θυμάμαι σκόρπιες κουβέντες της, αλλά περισσότερο θυμάμαι πως με έκανε να νιώσω. Ο Κωνσταντίνος Φάμης είναι εξαιρετικός, εκφράζει όλες τις ψυχολογικές και συναισθηματικές διακυμάνσεις ενός ανθρώπου που ονειρεύτηκε έναν καλύτερο τόπο και βίωσε την απογοήτευση αυτού του ονείρου ‘στα μούτρα’. Πρέπει να δει κανείς την ερμηνεία του για να καταλάβει το πόσο καλός ηθοποιός είναι.
Η σκηνοθεσία της Κατερίνας Πολυχρονοπούλου, λιτή και βαθιά αισθαντική. Αποτυπώνει την προσπάθεια ενός ανθρώπου να φτιάξει ένα σπίτι όταν αυτό το σπίτι δεν υπάρχει. Η μουσική επιμέλεια του Γιάννη Μαθέ, απολύτως ταιριαστή. Η μετάφραση της Κοραλίας Σωτηριάδου άψογη, μας προσέφερε ένα κείμενο δυνατό, γλυκό, βαθιά ανθρώπινο.
Πρόκειται για μια παράσταση που αξίζει να δείτε. Θα καταλάβετε πολλά για τον Άλλον και για τον εαυτό σας. Θα αναρωτηθείς για περισσότερα.
Να πάτε.
Πληροφορίες για την παράσταση εδώ.
Κοινοποιήστε: