Ο μαέστρος Σάββας Ρακιντζάκης μιλά στο iart.gr για το ιδιαίτερο φωνητικό σύνολο En-Chor.
-Τι ήταν αυτό που σας ώθησε στη δημιουργία του En-Chor; Γιατί αυτοπροσδιορίζεστε ως «φωνητικό σύνολο» και όχι συγκρότημα ή χορωδία;
Θα ξεκινήσω από το δεύτερο σκέλος της ερώτησης σας. Τα στοιχεία που δίνουν στο En-Chor τον χαρακτηρισμό του ως «φωνητικό σύνολο» είναι αφ’ ενός ο αριθμός των μελών του, αφ’ ετέρου ο ρόλος του κάθε μέλους μέσα στο σύνολο. Το En-Chor αποτελείται από εννιά μέλη, σε αντίθεση με μία χορωδία που συνήθως αριθμεί πάνω από 25 -30 μέλη. Επίσης, σε αντίθεση με μία χορωδία, όπου τα μέλη της ομαδοποιούνται σε 4 έως 6 (συνήθως) φωνητικές ομάδες -άρα η κάθε φωνητική γραμμή τραγουδιέται από τουλάχιστον δύο χορωδούς- σε ένα φωνητικό σύνολο υπάρχουν περιπτώσεις που το κάθε μέλος τραγουδά μία δική του ξεχωριστή φωνητική γραμμή -μελωδία θα λέγαμε- ενίοτε αντικαθιστώντας και τις γραμμές ενός μπάσου ή μίας κιθάρας. Έτσι δημιουργείται μία ιδιότυπη «φωνητική ορχήστρα», οπότε το τραγούδι αποδίδεται στο σύνολό του χωρίς την ανάγκη ύπαρξης μουσικών οργάνων.
Οι αφορμές που μας οδήγησαν στη δημιουργία του En-Chor -από κοινού με την συνεργάτιδα και στυλοβάτη του συνόλου Καλή Βανδώρου- ήταν δύο: αφ’ ενός η πολυετής ενασχόλησή μου με το χορωδιακό τραγούδι, αφ’ ετέρου η σκέψη ότι η Ελλάδα αποτελεί ένα πολιτισμικό -άρα και μουσικό-«σταυροδρόμι» όπου οι επιρροές από την «κλασική» μουσική της Δύσης και την παράδοση της Ανατολής βρίσκουν ένα σημείο συνάντησης και συνύπαρξης. Αυτήν ακριβώς τη συνύπαρξη επιθυμεί να εκφράζει το En-Chor, καθώς τα μέλη του είναι μουσικοί με πολυετείς σπουδές και πολύπλευρα ακούσματα και μουσικά ερεθίσματα.
Με την ευκαιρία θα μου επιτρέψετε να σας «συστήσω» τα μέλη του En-Chor: Βαλσαμία Αθανασιά, Κωνσταντίνος Ανδριάς-Σταματόπουλος, Ευτύχιος Βαρδουλάκης, Κωσταντής Δεσπότης, Σοφία Κουνέλα, Κάσση Λάζαρη, Στεφανία Μοροζίνη, Βαγγέλης Νικολιδάκης και Γιούλη Φιλιππίδου. Η οργάνωση και η καλλιτεχνική επιμέλεια του συνόλου ανήκουν στην Καλή Βανδώρου, ενώ η μουσική επιμέλεια και οι εναρμονίσεις των τραγουδιών -ειδικά για το σύνολο- είναι δικά μου.
-Συστηθήκατε στο κοινό με το αγαπημένο «Γιαρέμ Γιαρέμ» και πρόσφατα παρουσιάσατε το νέο σας -επίσης αγαπημένο – τραγούδι – διασκευή, «Δεν είσαι εδώ». Πως τα επιλέξατε; Τραγουδάει το En-Chor συγκεκριμένο είδος;
Η επιλογή και παρουσίαση αυτών των δύο διαφορετικών (από πλευράς ύφους) τραγουδιών από το En-Chor, αποδεικνύει ότι το En-Chor δεν τραγουδά κάποιο συγκεκριμένο είδος. Οι ίδιες φωνές που ερμηνεύουν το «Γιαρέμ-γιαρέμ» (Γ. Χατζηνάσιος, Νϊκος Γκάτσος), ένα τραγούδι με σαφείς αναφορές στην ελληνική παράδοση, έρχονται να τραγουδήσουν το «Δεν είσαι εδώ» (Στ. Κορκολής, Παρ. Καρασούλος), το οποίο -διασκευασμένο, πλέον- φλερτάρει με μια «ροκ» διάθεση.
Το En-Chor, στις μέχρι τώρα εμφανίσεις του έχει παρουσιάσει τραγούδια διαφόρων ειδών και στυλ, από την ελληνική παράδοση και τα «ρετρό» των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα, μέχρι τα ελληνικά και ξένα musical.
-Παρουσιάζετε επίσης την παράσταση «TV or not TV?». Μιλήστε μας για αυτήν.
Η παράσταση «TV or not TV?» είναι η νέα πρωτότυπη παράσταση του En-Chor, στην οποία παρουσιάζονται τραγούδια από αγαπημένες ελληνικές και ξένες τηλεοπτικές σειρές. Στη διάρκεια της παράστασης, κάνουμε ένα μουσικό «ζάπινγκ» όπου η «Μαντάμ Σουσού» συναντά τα «Φιλαράκια», οι «Επτά θανάσιμες πεθερές» γίνονται «Μαλλιά κουβάρια», το «Τρίτο στεφάνι» έρχεται μετά το “Honeymoon Song” («Αν θυμηθείς τ’ όνειρό μου» στην ελληνική εκδοχή). Είναι ένα «διακαναλικό» -όπως μας αρέσει να το χαρακτηρίζουμε- μουσικό πρόγραμμα, με πολλές και όμορφες μουσικές εκπλήξεις και -πάντοτε- με το ιδιαίτερο ύφος του En-Chor.
-Πως αντιδρά το κοινό στο En-Chor; Τι είδους σχόλια έχετε λάβει μέχρι στιγμής;
Στις μέχρι τώρα εμφανίσεις του, το σύνολο έχει αποσπάσει θετικότατα σχόλια, κυρίως λόγω της μουσικής «πολυμορφικότητάς» του. Ο τρόπος με τον οποίο «λειτουργούν» οι εναρμονίσεις, μέσα από τις φωνές των μελών του συνόλου, δίνει ένα πλήρες άκουσμα με μια ιδιαίτερη καθαρότητα ήχου. Αυτό ακριβώς το άκουσμα εντυπωσιάζει το ακροατήριο: χωρίς να λείπει ο φωνητικός όγκος μιας πολυπληθούς χορωδίας, ταυτόχρονα μπορεί ο καθένας να ξεχωρίσει την κάθε μια φωνή και τον ιδιαίτερο ρόλο της μέσα στο σύνολο.
-Πότε και γιατί ασχοληθήκατε με τη μουσική; Πείτε μας λίγα λόγια για την μέχρι τώρα πορεία σας.
Αφορμή για την ενασχόλησή μου με τη μουσική στάθηκε η συναυλία του Λουκιανού Κηλαηδόνη στο Λυκαβηττό το 1982. Εντυπωσιάστηκα βλέποντάς τον να παίζει στο πιάνο και να τραγουδά μαζί με τη μπάντα του. Έτσι ξεκίνησα τη μελέτη του πιάνου σε ηλικία πέντε ετών και ολοκλήρωσα τις πιανιστικές μου σπουδές με Δίπλωμα Πιάνου από το Εθνικό Ωδείο, στην τάξη της Τάνιας Ιακωβίδου. Παράλληλα, έχοντας πλέον αποφασίσει ότι θέλω να ασχοληθώ παραπάνω με τη μουσική, υπήρξα φοιτητής και αργότερα Πτυχιούχος του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών και -αρκετά χρόνια μετά- μεταπτυχιακός φοιτητής και κάτοχος master στην ειδίκευση «Διεύθυνση Παιδικής και Σχολικής Χορωδίας» από το Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου. Στη μέχρι τώρα πορεία μου, είχα τη χαρά να συνεργαστώ με πολυάριθμές χορωδίες, ως πιανίστας, βοηθός μαέστρου και εναρμονιστής. Επίσης, είχα την ευκαιρία κατά καιρούς να διδάξω το μάθημα της χορωδίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (κατ’ ανάθεση) και σε σχολές παραστατικών τεχνών. Τα τελευταία επτά χρόνια έχω την τιμή να συνεργάζομαι με τον Στέφανο Κορκολή, ως μουσικός (πιάνο και keyboards) σε ζωντανές εμφανίσεις, καθώς και ως MIDI Programmer στο στούντιο. Τέλος, θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρω τις συνεργασίες με την εξαιρετική Μαρία Σουλτάτου (ως πιανίστας και ενορχηστρωτής), τη Φωτεινή Σαββατιανού, τη Ζωή Παπαδοπούλου κ.α.
-Πόσο δύσκολο είναι να συνδυαστούν τόσες διαφορετικές φωνές και μουσικά είδη ώστε να έρθει το αποτέλεσμα που επιθυμείτε; Πόσο δύσκολο είναι να φτάσει αυτό το αποτέλεσμα στον κόσμο;
Τα μέλη του En-Chor είναι παράλληλα και αυτοτελείς μουσικές οντότητες, με την δική τους προσωπική παρουσία στα μουσικά πράγματα. Το χρώμα της φωνής του κάθε μέλους είναι διαφορετικό και ιδιαίτερο, πράγμα που -κατά κανόνα- καθιστά δύσκολη τη συνύπαρξη αυτών των φωνών σε ένα σύνολο. Η εμπειρία, όμως, των μελών του συνόλου, σε συνδυασμό με την κατάλληλη καθοδήγηση, εξομαλύνει τις όποιες φωνητικές διαφορές. Παράλληλα, η αλληλεπίδραση των μελών του συνόλου -μέσα και έξω από την πρόβα- προκαλεί μία όμορφη ώσμωση φωνών και χαρακτήρων, με γνώμονα την κοινό αγάπη για τη μουσική. Έτσι, αυτό που εξ’ αρχής φαινόταν ως δυσκολία, αναδεικνύεται τελικά σε αρετή του συνόλου, όπου σε κάθε στιγμή ξεχωρίζει ένα διαφορετικό άκουσμα, άλλοτε πιο λυρικό, άλλοτε πιο παραδοσιακό, άλλοτε πιο σύγχρονο, χωρίς να διαταράσσεται η ισορροπία του συνόλου. Ένα τέτοιο αποτέλεσμα δεν είναι καθόλου δύσκολο να φτάσει στο ακροατήριο, ακριβώς γιατί αποτελεί αλληγορία της δυναμικής των σχέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους. Όταν ο κόσμος βλέπει και ακούει εννέα φωνές να «συνομιλούν» αρμονικά, δίνοντας χώρο και χρόνο στον «άλλο» με σεβασμό και αγάπη, γίνεται κοινωνός αυτής της ενέργειας που παράγεται πάνω στη σκηνή.
-Τί θα θέλατε να σκέφτονται οι ακροατές σας όταν ακούν το όνομα En-Chor; Που θα θέλατε να φτάσετε με τη μουσική σας;
Το όνομα του συνόλου είναι ένα λογοπαίγνιο, ανάμεσα στο γαλλικό encore -που σημαίνει «πάλι, ξανά, από την αρχή, ακόμα μια φορά»- και το ελληνικό «εν χορώ» -που σημαίνει «χορωδιακά, πολυφωνικά».
Θα ήταν χαρά όλων μας αν οι ακροατές μας σκέφτονταν (μαζί με το ιδιαίτερο μουσικό άκουσμα του συνόλου μας) και το παραπάνω λογοπαίγνιο, ανάγοντάς το στη σχέση του καθενός μας με τον κόσμο. Μια σχέση που αν διέπεται από μια αίσθηση πολυφωνίας, σεβασμού, αλληλοκατανόησης, συνεργατικότητας, αγάπης, μπορεί να οδηγήσει όλο τον κόσμο σε ένα καλύτερο μέλλον.
Κοινοποιήστε: