Όπως έχετε αντιληφθεί, αρκετά άρθρα του ΚΟ ασχολούνται με το να καταδεικνύουν το πώς η νεοταξική / αριστερή προπαγάνδα, πέρα από τον χώρο της πολιτικής και της παιδείας, έχει κυριαρχήσει στον χώρο της «κουλτούρας». Στον κινηματογράφο, στην τηλεόραση, στην μουσική, στην διαφήμιση, στα σπορ, στα video games! Ναι, είναι μια πραγματικότητα που μας θλίβει, αλλά έτσι έχουν τα πράγματα. Ποιος μπορεί να παραγνωρίσει την δύναμη αυτών των μέσων και αυτών των χώρων που απευθύνονται στις μάζες (και που τις χειραγωγούν εν τέλει) στο να διαμορφώσουν την «κουλτούρα» του σημερινού ανθρώπου; Είναι περιττό να αναλύσουμε το πόσο επηρεάζει τον τρόπο σκέψης και τελικά δράσης, η τηλεόραση, η δύναμη της διαφήμισης, οι ταινίες του κινηματογράφου, η μουσική βιομηχανία, αλλά και τα video games. Έστω τις νεότερες γενιές.
Με ενοχλεί που σε πολλές τέτοιου είδους ειδήσεις και αποκαλύψεις, πολλοί έχουν ως απάντηση ή λύση (;) το «να μην βλέπουμε τίποτα». Το να απέχουμε από όλα αυτά. Το να γυρνάμε την πλάτη. Προφανώς, ένας τέτοιος άνθρωπος έχει αντιληφθεί την δύναμη της νεοταξικής προπαγάνδας και την αποκηρύττει. Ήδη την έχει αποκηρύξει. Δεν περιμένει ένα ακόμα άρθρο του ΚΟ για να πάρει θέση. Αλλά του αρκεί αυτό; Σου αρκεί αυτό;
Άλλοι ακόμα χειρότερα, λένε «πω, πω που καταντήσαμε» και τελειώνουν.
Το να λέμε «δεν με νοιάζει εμένα, εγώ δεν επηρεάζομαι» δεν λέει τίποτα. Δεν βοηθάει σε τίποτα. Το να λέμε να μην πηγαίνουμε να δούμε αυτές τις ταινίες ή να μην αγοράζουμε αυτά τα παιχνίδια και μέχρι εκεί, δεν λύνεται κανένα πρόβλημα. Μα, χιλιάδες άλλοι θα το κάνουν. Δεν μας απασχολεί αυτό; Δεν μας νοιάζει το προς τα που στρέφεται σήμερα η κοινωνία, ο λαός μας; Οι φίλοι μας ή τα παιδιά μας;
Μοιάζει σαν να είμαστε κλεισμένοι στον κόσμο μας, χωρίς κανένα ενδιαφέρον για τους άλλους. Χωρίς κανένα νοιάξιμο. Χωρίς κανένα πόνο. Ή μοιάζει σαν να έχουμε παραιτηθεί από την μάχη. Γιατί πρόκειται για μάχη. Που κάποιοι συντονισμένα και μεθοδικά έδωσαν για χρόνια (τουλάχιστον 50 χρόνια), έγειραν την πλάστιγγα υπέρ τους και τώρα δρέπουν τους καρπούς της νίκης τους. Και εμείς αρκούμαστε απλώς να παρατηρούμε, να μουρμουράμε και γκρινιάζουμε. Βλέποντας ότι έχουμε χάσει τον «πόλεμο της κουλτούρας».
Τον όρο “culture war” τον έκανε πρώτος γνωστό σε ευρεία κλίμακα ο Αμερικάνος κοινωνιολόγος James Davison Hunter.
Το 1991 έγραψε το βιβλίο “Culture Wars: The Struggle to Define America”.
Είναι κάπως δύσκολο να μεταφράσουμε τον όρο “culture war” ως «πόλεμο πολιτισμού», που παραπέμπει σε κάτι ίσως πιο υψηλό και ευγενές. Εμείς οι Έλληνες, άλλωστε, όταν ακούμε την λέξη πολιτισμό, έχουμε στο νου κάτι το ανώτερο και ίσως το παλαιότερο, που χάνεται στα βάθη της πλούσιας ιστορίας μας και παράδοσής μας. Άλλοι πάλι, τον «πολιτισμό» τον καταλαβαίνουν απλώς ως «πρόοδο» ή επιτεύγματα. Δεν θα επεκταθούμε περισσότερο. Ο όρος «κουλτούρα» (που για πολλούς είναι ένα υποσύνολο του πολιτισμού) ταιριάζει καλύτερα σε αυτό που ήθελε να πει ο Hunter. Διότι από τότε ο Hunter έβλεπε μια εν εξελίξει μάχη για τον έλεγχο της αμερικανικής κουλτούρας καταρχάς, αλλά και των κοινωνικών θεσμών, μεταξύ των «συντηρητικών» ομάδων (που στις ΗΠΑ συνδέονται κυρίως με θρησκευτικές κοινότητες – εξ’ ού και όρος «Χριστιανική Δεξιά») και των «προοδευτικών» ομολόγων τους.
Στην Αμερική όταν μιλάνε για “culture war”, εννοούν ένα σωρό θέματα που απασχολούν την αμερικανική κοινωνία και διαμορφώνουν την κουλτούρα του μέσου Αμερικάνου. Στο να πάρει την άλφα ή την βήτα θέση. Στο να σταθεί υπέρ ή κατά ενός ζητήματος. Ομοφυλοφιλία, «γάμοι» ομοφυλόφιλων, «ταυτότητα φύλου», «άφυλα» παιδιά, αμβλώσεις, ευθανασία, πολυπολιτισμικότητα, «ρητορική μίσους», ελευθερία του λόγου, “white guilt”, ο ρόλος της θρησκείας, ο σεβασμός στον εθνικό ύμνο και την σημαία, κλπ. Σε πολλά από αυτά (ίσως σε όλα) οι απόψεις σε σχέση με τις προηγούμενες δεκαετίες, έχουν πλέον αλλάξει ριζικά. Προς το «προοδευτικότερον» βέβαια. Δηλαδή, προς το αριστερότερο.
Σε συνέντευξή του ο Hunter, εξηγεί:
Από τη μια πλευρά είναι ένα παραδοσιακό όραμα που κρατά την αλήθεια ριζωμένη σε μια εξουσία εκτός του ατόμου, είτε πρόκειται για τη Φύση, είτε για τη Βίβλο, είτε για την εξουσία της Εκκλησίας. Από την άλλη πλευρά είναι ένα μετα-Διαφωτιστικό όραμα (δηλαδή μετά τον Διαφωτισμό) που απορρίπτει τις υπερβατικές και αυθεντικές παραδόσεις. Στην προοδευτική άποψη, αυτό που κυριαρχεί είναι «η ελευθερία» -ιδίως η ελευθερία των ομάδων που θεωρούνται «καταπιεσμένες» από την παράδοση.
Ο Hunter λέει επίσης ότι εξετάζοντας τους πολέμους της κουλτούρας παρατήρησε ότι οι διαχωριστικές γραμμές γύρω από τα βασικά ζητήματα δεν υπήρχαν μόνο μεταξύ των εκκλησιών, αλλά και μέσα σε αυτές. Γι’ αυτό έβλεπες «συντηρητικούς» καθολικούς και «συντηρητικούς» ευαγγελικούς να βρίσκονται στην ίδια πλευρά, όπως στην ίδια πλευρά έβλεπε και «προοδευτικούς» καθολικούς και «προοδευτικούς» ευαγγελικούς.
Η κουλτούρα για τον Hunter αφορά “μια συγκεκριμένη λογική που συμβάλλει στην κατανόηση του κόσμου”. Στο γιατί “τα πράγματα είναι καλά, αληθινά και όμορφα ή γιατί δεν είναι. Γιατί είναι σωστά και λάθος. “Η κουλτούρα” παρέχει το ηθικό υπόβαθρο μιας πολιτικής τάξης“.
Στην ίδια συνέντευξη, ο Hunter λέει ότι οι «συντηρητικοί» έχουν χάσει παντού. Ακόμα και αν σε πολιτικό επίπεδο πετυχαίνουν κάποιες νίκες. Οι liberal (αριστεροί) ελέγχουν τα κυριότερα μέσα «παραγωγής κουλτούρας» (τις ειδησεογραφικές και ψυχαγωγικές βιομηχανίες, τα πανεπιστήμια κλπ.).
Για όσους γνωρίζουν αυτό ακριβώς ήταν το «όραμα» της περιβόητης Σχολής της Φρανκφούρτης. Αυτό ακριβώς ήθελαν και αυτά ακριβώς πέτυχαν.
Εφόσον τα «προλετάριοι ενωθείτε» και οι «επαναστάσεις» δεν έπιασαν, η στρατηγική των μαρξιστών άλλαξε. Η εξουσία θα καταλαμβανόταν μετά από μια «μακρά πορεία μέσα από τα θεσμικά όργανα» – στα σχολεία, στα μέσα ενημέρωσης, ακόμα και στις εκκλησίες, κάθε θεσμός και ίδρυμα που θα μπορούσε να επηρεάζει την κουλτούρα.
Στο άρθρο «Θα κάνουμε την Δύση τόσο διεφθαρμένη που θαβρωμάει», αποκαλύπτεται το όραμα της καταστροφής της παραδοσιακής (κατ’ αυτούς «καταπιεστικής») δυτικής κοινωνίας, μέσα από τα λόγια ενός εκ των ιδρυτών της Σχολής της Φρανκφούρτης, του Willi Munzenberg. Η βιομηχανία αδικημάτων «ρατσισμού», η αποδυνάμωση της χριστιανικής θρησκείας, η διάλυση της οικογένειας, η προπαγάνδα υπέρ της ομοφυλοφιλίας στα σχολεία, η μαζική μετανάστευση και η καταστροφή της Ταυτότητας, είναι οι μοχλοί πίεσης ή οι θανατηφόροι ιοί που θα φέρουν την καταστροφή των αξιών και θα κάνουν τον δυτικό πολιτισμό να βρώμα. Τότε, που όλα θα έχουν ισοπεδωθεί, λέει ο Munzenberg, «μπορούμε να επιβάλουμε τη δικτατορία του προλεταριάτου».
“Οι liberalπου ελέγχουν τα θεσμικά όργανα της κοινωνίας μας διατείνονται ότι θέλουν μια «ανοικτή κοινωνία», αλλά η κοινωνία αυτή είναι τόσο κλειστή όσο και οποιαδήποτε άλλη”, λέει ο Hunter και προσθέτει: “Έτσι, η Νομική Σχολή του Χάρβαρντ υπερηφανεύεται για την ποικιλομορφία της, αλλά είναι μια ποικιλομορφία στην οποία βασικά όλοι βλέπουν τον κόσμο με τον ίδιο ακριβώς τρόπο”.
Εδώ είναι βέβαια και το οξύμωρο του λεγόμενου «πολυπολιτισμού» και των λεγόμενων «πολυπολιτισμικών κοινωνιών» που δήθεν αγκαλιάζουν την «διαφορετικότητα», αφού στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για πολλούς πολισμούς «ισάξιους» που ζουν «αρμονικά» και «συνθετικά», αλλά για την βίαιη επιβολή ενός και μόνο μοντέλου «πολιτισμού» ή καλύτερα κουλτούρας. Η εξασθένιση και εν τέλει το σβήσιμο ενός πολιτισμού με συγκεκριμένη ταυτότητα που έχει διαμορφωθεί από στοιχεία όπως η φυλή, η εθνικότητα, η θρησκεία, η γλώσσα ή κάποιος άλλος παράγοντας κοινωνικής συνοχής και η δημιουργία (ή τερατογέννεση) ενός μορφώματος παγκόσμιας «κουλτούρας» που θα εξυπηρετεί τους εργάτες της παγκοσμιοποίησης και τους «οραματιστές» της Νέας Τάξης.
Το ότι η Αριστερά μετά από τόσα εγκλήματα και τόσες εκατόμβες θυμάτων που έχει προκαλέσει, αλλά και τόσες «απογοητεύσεις» που έχει σκορπίσει («δεν είναι έτσι οι αριστεροί», η κλασσική ατάκα των αθεράπευτα βλακών), έχει επιβιώσει και γενικά περνά στο απυρόβλητο, οφείλεται ακριβώς στη νίκη της στον πόλεμο της κουλτούρας. Ακόμα και αν ηττηθεί σε κάποιες εκλογές, θεωρεί ότι η ήττα της είναι μόνο προσωρινή και έχει εμπιστοσύνη ότι στο τέλος αυτή θα νικήσει. Άλλωστε, αφενός έχει τα μέσα (και το χρήμα), αφετέρου, καθώς έχει κυριαρχήσει παντού, έχει «ποτίσει» τις συνειδήσεις των ανθρώπων της Δύσης, ότι είναι «κατά βάθος καλή» και ότι κανείς δεν επιτρέπεται να την αγγίξει γιατί διαπράττει «ιεροσυλία».
Εντύπωση μου έκανε ότι 10.000 Γερμανοί πατριώτες («ναζί» τους έλεγαν για να τους μειώσουν) μαζεύτηκαν στο Chemnitz κάτω από την κεφάλα του Μαρξ και ούτε ένας εξ αυτών διανοήθηκε να προβεί σε κάποιου είδους «εικαστική παρέμβαση». Κι όμως οι ιδεοληψίες (και τα μικροπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα) των μαρξιστών και των νεομαρξιστών τους έφεραν σε αυτό το σημείο. Το πότισμα της συνείδηση που λέγαμε. Οι θεούληδες της αριστεράς τιμωρούν τους βέβηλους και οι ιεροεξεταστές της καραδοκούν με αναμμένες τι φωτιές…. Ποιος να τολμήσει τώρα..
Αυτή η αίσθηση της υπεροχής είναι που δίνει στους «προοδευτικούς» / liberal / αριστερούς την αίσθηση ή μάλλον την αλαζονεία να πιστεύουν ότι είναι οι «απόστολοι της ηθικής» και για αυτό παρασυρμένοι από αυτοπεποίθηση και με μια δόση «κοσμικής εσχατολογίας» είναι σίγουροι ότι «στο τέλος θα νικήσουν».
Στις συζητήσεις των υπαλλήλων της «προοδευτικής» Google μετά τη νίκη του Τραμπ, που διέρρευσαν πρόσφατα, ένας εξ αυτών, ονόματι Walker, καθησύχασε τους υπόλοιπους που σχεδόν οδύρονταν για το… κακό που τους βρήκε με τα εξής λόγια: «παρά το τι έγινε στις εκλογές, η ιστορία είναι με το πλευρό μας και το ηθικό τόξο της ιστορίας κλίνει προς την πρόοδο».
Ο Hunter πιστεύει ότι η καθολική κυριαρχία των «προοδευτικών» στα θεσμικά όργανα της κοινωνίας, σημαίνει ότι το όραμά τους θα κερδίσει μακροπρόθεσμα.
Όλοι εμείς οι υπόλοιποι, το ανυπότακτο χωριό των Γαλατών, τι κάνουμε; Κλεινόμαστε στους εαυτούς μας, μουρμουράμε και κλαίμε την μοίρα μας; Ή επιδιώκουμε με τα όποια μέσα, να διαμορφώσουμε εμείς την κουλτούρα;
Γκρινιάζουμε ή επηρεάζουμε;
Πηγή “Culture War”. Χάσαμε και σηκώσαμε τα χέρια;
Κοινοποιήστε: