Χρήστος Λιακόπουλος «Οι φόβοι μας είναι πλασματικοί»
Με αφορμή την παράσταση ‘Προμηθέας Εσταυρωμένος’ που παίζεται στο θέατρο Αλκμήνη, ο Χρήστος Λιακόπουλος μιλά για το θέατρο και τις άπειρες δυνατότητες μας.
‘Προμηθέας Εσταυρωμένος’ μίλησε μας για την παράσταση.
Έχω γράψει το κείμενο, κάνω τη σκηνοθεσία, το ερμηνεύω κι έχω την μουσική επιμέλεια ενώ αυτή τη φορά σχεδίασα και το κοστούμι. Θέλω αυτό που οραματίζομαι να το πραγματοποιώ ακριβώς όπως το φαντάζομαι. Δεν μου αρέσουν οι εκπτώσεις, τα πασαλείμματα, ούτε οι μετριότητες. Προσπαθώ για το βέλτιστο, για το μέγιστο εάν είναι δυνατόν. Μετά την παράσταση ‘Αυτοκράτωρ Αδριανός’ που παίχτηκε στο θέατρο Αλκμήνη για τέσσερα χρόνια, ένιωθα το βάρος μεγάλο, όσον αφορά στη συνέχεια. Κι επειδή μου αρέσει να εξελίσσομαι και να βάζω πιο ψηλά τον πήχη, θέλησα να κάνω κάτι ισάξιο και λίγο καλύτερο. Μου ήρθε στο νου ο μύθος του Προμηθέα κι άρχισα να ψάχνω, να διαβάζω ότι μπορούσα να βρω. ‘Πυροδοτήθηκε’ η έμπνευση γιατί αν δεν πυροδοτηθεί μέσα μου κάτι, δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Τίποτα ‘κατά παραγγελία’. Έτσι, άρχισα να γράφω τον μονόλογο, βασισμένο μεν στον μύθο του Προμηθέα, με τις προεκτάσεις δε, που ήθελα. Ο τίτλος ‘Εσταυρωμένος’ έχει να κάνει με το μαρτύριο του, το οποίο δεν ήταν τόσο απλό. Όρθιος, δέσμιος σε ένα βράχο, χωρίς να μπορεί να κουνηθεί, να πάρει ανάσα, χωρίς καμία ξεκούραση. Όλη μέρα, κάθε μέρα. Με βροχή, με χιόνι, με καυτό ήλιο, ενώ παράλληλα, κάθε μέρα ένας αετός του έτρωγε το συκώτι. Ως Τιτάνας δεν μπορούσε να πεθάνει. Οι σταυρώσεις ήταν πολύ κοινό βασανιστήριο, αναφέρονται και στην μυθολογία. Θέλησα να αποδώσω σε όλο του το εύρος, πως το βιώνει ο Προμηθέας και να το μεταφέρω όσο πιο αληθοφανώς γίνεται, να συγκλονίσω εάν μπορώ τον θεατή, να τον παρασύρω σε ένα ταξίδι που θεωρώ ότι οδηγεί σε ψυχική ανάταση, σε αφύπνιση, σε ενθάρρυνση έτσι ώστε να συνεχίσει τη ζωή του, να κυνηγά τους στόχους του και να μην το βάζει κάτω και κυρίως, πάντα και παντού, να διεκδικεί την ελευθερία του. Το ύψιστο.
Το διαφορετικό σε σχέση με το μύθο είναι το παράπονο του για το γεγονός πως τα παιδιά του δεν πήγαν ποτέ να τον δουν. Δεν τον ένοιαζε τόσο το μαρτύριο, όσο το ότι οι Άνθρωποι που βοήθησε τόσο, του γύρισαν την πλάτη.
Όταν βασανιζόμαστε και πονάμε πολύ, σωματικά και ψυχικά, παρόλο που ξέρουμε το ρητό ‘κάνε το καλό και ρίχτο στο γυαλό’, βρισκόμαστε σε ανισορροπία, στο ναδίρ της ικανότητας μας να λειτουργούμε με τη θεϊκή πλευρά μας. Τότε είναι φυσικό να μας πιάνει το παράπονο. Παρουσιάζω έναν θεάνθρωπο, αλλιώς δεν θα είχε ενδιαφέρον. Με έναν θεό που δεν καταλαβαίνει, δεν πονάει, δεν ανησυχεί για τίποτα, δεν θα είχε νόημα να γίνει η παράσταση, πρέπει να ταυτιστεί ο θεατής. Τι θέλουν να μας πουν αυτοί οι μύθοι; Ότι δεν είμαστε μόνον άνθρωποι. Η θεϊκή φύση μέσα μας ζητά να πραγματωθεί. Άρα πρέπει να περάσουμε ορισμένες διαδικασίες, να πάρουμε μαθήματα από τη ζωή, να ξεπεράσουμε προκλήσεις και εμπόδια. Όσο τα ξεπερνάμε, τόσο ανεβαίνουμε τα σκαλοπάτια προς την θέωση. Αυτό μας λέει και η ιστορία του Ιησού, με διαφορές βέβαια. Ήταν θεός που κατέβηκε κι έγινε άνθρωπος για να ξαναγίνει θεός. Εκείνο που ήθελα να δείξω κάπως μυστηριακά, καθώς ασχολούμαι με την αρχαία μυστηριακή φιλοσοφία, είναι πως υποτίθεται ότι ερχόμαστε στη γη, έτσι ώστε η ψυχή μας να παίρνει μαθήματα. Κάποια στιγμή ο κύκλος κλείνει για να αρχίσει ξανά. Είναι μια μαθητεία. Η ψυχή εξελίσσεται διαρκώς. Ο βίος όμως φαντάζει πολλές φορές πολύ βαρύς, πολύ δύσκολος, γεμάτος προβλήματα. Προσωπικά μου αρέσει να λέω ‘πρόκληση’, όχι ‘πρόβλημα’. Το πρόβλημα είναι κάτι που σε αποσυντονίζει, η πρόκληση απαιτεί τον καλύτερο εαυτό σου, ζητά να εξελιχθείς. Προβλήματα-προκλήσεις είναι αφορμές να λάβουμε μαθήματα και να βάλουμε σε δράση τις ψυχικές δυνάμεις που έχουμε και είναι άπειρες, να τις εφαρμόσουμε και να εξελιχθούμε. Να πάρουμε το μάθημα και να συνεχίσουμε. Θέλω λοιπόν να παροτρύνω, να ενθαρρύνω και να δώσω δύναμη στους συνανθρώπους και στον εαυτό μου να πω, ‘πάμε μπροστά, ότι και να συμβαίνει’. Όλοι έχουμε φόβους. Εξελισσόμαστε όμως και προχωρούμε, όσο δεν αφήνουμε αυτούς τους φόβους να μας μπλοκάρουν. ‘Κάντο κι ας φοβάσαι’, έγραφε κάπου ένα βιβλίο.. Αυτή είναι η λύση. Αν φοβάσαι ας πούμε τους σκύλους, μάθε ότι μπορείς για αυτούς, μέχρι να αισθανθείς οικεία. Μετά, άρχισε να τους πλησιάζεις, από λίγο κάθε φορά. Έτσι, ίσως να απαλλαχθείς από αυτήν την φοβία. Ο Καζαντζάκης ήταν μύστης, όπως και ο Ελύτης, γνώριζαν τι θα πει αρχαιοελληνική μυστηριακή φιλοσοφία, όπως και πολλοί άλλοι. Σήμερα δεν ξέρω πόσοι ασχολούνται, πόσοι γνωρίζουν. Νομίζω πως υπάρχει μια έκπτωση – θα μου πεις, στο παιχνίδι είναι όλα – κινούμαστε γύρω από το ‘ότι φάμε, ότι πιούμε κι ότι αρπάξει ο….’ Κάτι δηλαδή μυωπικό, περιορισμένο, κάτι που μας κάνει αφόρητα εγωιστές. Έχουμε τους φόβους που δημιουργούνται από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, να επιβιώσω, να έχω αγαθά, να έχω πολλά… Είναι φόβος αυτό. Μπαίνει και η ανάγκη να ‘πουλήσουμε μούρη’ και έχουμε ξεχάσει ποιοί είμαστε. Είναι κάτι που δεν μας μαθαίνουν στο σχολείο, ούτε στον περίγυρο μας. Οι συμπεριφορές τριγύρω μας είναι απόλυτα εγωιστικές. ‘Μην είσαι κορόιδο’, ‘ μη βοηθάς’ είναι αυτά που ακούμε. Δεν είναι έτσι. ‘Κάνε το καλό και ρίχτο στο γιαλό’. Θα το κάνεις για σένα κυρίως, εσένα θα σου κάνει καλό. Δεν έχει σημασία τι θα κάνει ο άλλος. Το ξεχνάμε όμως αυτό και εστιάζουμε στον μικρό, εγωιστούλη, φοβισμένο εαυτό μας και βλέπουμε τριγύρω μας προβλήματα που φαίνονται τεράστια χωρίς να είναι. Ας πάρουμε για παράδειγμα την κρίση. Όντως, πολλοί άνθρωποι δυσκολεύτηκαν, κάποιοι έφυγαν, αλλά μας έχουν δημιουργήσει τόσες πλαστές ανάγκες, κι έχουμε ‘τσιμπήσει’ για να γίνονται πωλήσεις και να βγαίνουν λεφτά από εμάς. Έχουμε ζευτεί μόνοι μας σε ένα μαγγανοπήγαδο. Για αυτό δημιουργήθηκε ο ‘Προμηθέας Εσταυρωμένος’. Δεν πάω φυσικά στην άλλη άκρη, η λύση δεν είναι να σπάμε βιτρίνες και να καταστρέφουμε. Λέω όμως ότι η πραγματική επανάσταση είναι ο καθένας για τον εαυτό του. Η τιμή του λαδιού έχει ανέβει 15 φορές. Μην αγοράσεις. Πάρε κάτι άλλο. Είδες φαντάζομαι σε ρεπορτάζ πως πωλείται λάδι περσινής σοδειάς με σημερινές τιμές. Αν σταματήσει ο κόσμος να αγοράζει, θα δούμε πόσο θα πέσει η τιμή. Αυτή είναι η αντίσταση, όχι να γράφω στους τοίχους ή να καταστρέψω την περιουσία του άλλου που προσπαθεί να βγάλει το ψωμί του, να βγάλω τα πιο ζωώδη ένστικτά μου. Η πραγματική επανάσταση είναι να αλλάξω τον εαυτό μου. Παλιά μας ‘χάριζαν’ δάνεια οι τράπεζες. Άπειρος κόσμος έπεσε σε αυτήν την παγίδα. Και γιατί; Για να πάει διακοπές σε ‘μοδάτο’ νησί, να ‘πουλήσει μούρη’. Αυτό σημαίνει πως δεν είναι καλά με τον εαυτό του. Μετά λοιπόν από όλα αυτά τα δάνεια, βρίζαμε τις τράπεζες. Που είναι η δική μας ευθύνη; Εμείς είμαστε υπεύθυνοι για ότι συμβαίνει. Ούτε οι κυβερνήσεις, που έχουν φυσικά ένα μεγάλο μερίδιο. Όμως, αν εμείς κάνουμε αυτά που πρέπει και σταθούμε όπως πρέπει, δεν θα βγαίνουν αυτές οι κυβερνήσεις που μας κάνουν ζήτουλες με το φόβο και τους ψηφίζουμε για τα ψυχία που μας δίνουν. Τόσο χαμηλά έχουμε πέσει; Δεν ανήκω σε κόμμα, βλέπω όμως τι συμβαίνει γύρω μου. Θεωρώ ότι έχουμε γίνει μαλθακοί. Περιμένουμε να βγει κάποιος να μας σώσει, ενώ κανείς δεν μπορεί να το κάνει αυτό. Απλώς τάζουν για να κρατήσουν τις καρέκλες τους, χωρίς να νοιαστούν για το τι θα γίνει στο μέλλον, όπως έκαναν και παλαιότερες κυβερνήσεις. Κι όχι μόνον εδώ, αλλά σε όλον τον κόσμο. Συνεχής δανεισμός για να παρουσιάζουν κύκλο εργασιών, όλο αυτό όμως ήρθε η στιγμή που ‘έσκασε΄. Ο λαός σίγουρα χρειάζεται καθοδήγηση, αλλά πρέπει και μόνοι μας να καταλάβουμε ότι πρέπει να έχουμε και μια αντίσταση στα πράγματα. Αντίσταση σημαίνει ότι δυσκολεύομαι κιόλας.
Μιας μορφής αντίσταση είναι και το θέατρο.
Για αυτό ακριβώς γίνεται αυτή η παράσταση. Αυτά θέλω να πω. Τα υπόλοιπα μου φαίνονται μικρά, λίγα.
Έχοντας δει την παράσταση, η αίσθηση μου είναι ότι Προμηθέας είναι κάθε άνθρωπος που προσπαθεί να κάνει το καλό γύρω του και στο τέλος, να το πω λαϊκά ‘τρώει σφαλιάρα’.
Ακριβώς. Ο καθένας μας είναι ένας Προμηθέας που προσπαθεί να εξελιχθεί. Σε αυτήν την διαδρομή είναι απαραίτητο να βοηθάς. Ένα από τα επίπεδα της εξέλιξης είναι το ηρωικό. Αυτό σημαίνει πως διάγω ένα βίο βοήθειας προς τους άλλους. Όχι για την πάρτη μου. Χωρίς να ψάχνω ανταμοιβές, ούτε ανταπόδοση. Μόνο να βοηθάω. Κι όλη αυτή η διαδικασία, όπως και του Οδυσσέα, είναι αυτός ο συνεχής αγώνας, με τα εμπόδια, τα βασανιστήρια, είναι ο δρόμος της εξέλιξης. Για αυτό θεωρώ πως η παράσταση αφορά όλους μας. Αυτό είναι και το feedback που εισπράττω από το κοινό.
Το κείμενο που έγραψες είναι προσαρμοσμένο στο σήμερα, έχει να κάνει με τους προβληματισμούς του σκεπτόμενου ανθρώπου και δημιουργεί αυτήν την ψυχική ανάταση. Φεύγεις από την αίθουσα κι έχεις μια ελπίδα για το μέλλον.
Αυτός ήταν ο στόχος, να δημιουργήσει – όπως και ο ‘Αυτοκράτωρ Αδριανός’ – μια ψυχική ανάταση, μια αφύπνιση. Να κατανοήσουμε ποια είναι τα σημαντικά, να στοχεύσουμε εκεί, αφήνοντας τα υπόλοιπα στην άκρη. Άλλωστε, είναι προς το συμφέρον μας, έτσι θα είμαστε ευτυχείς, ευτυχέστεροι από πριν. Πιο ήρεμοι, πιο εντάξει με τον εαυτό και τη ζωή μας. Η ευτυχία – το έλεγαν συχνά οι αρχαίοι φιλόσοφοι – πηγάζει από μέσα μας. Αν ας πούμε ψάχνεις την αυτοεκτίμηση απέξω, χίλιοι άνθρωποι να σου πουν ‘μπράβο’ κι ένας να σου πει πως δεν του αρέσεις, έχεις πέσει στα Τάρταρα. Κι όλοι αξίζουμε, ασχέτως τα επιτεύγματα του καθενός. Είμαστε ψυχές που προσπαθούμε να εξελιχθούμε, ο καθένας με τον δικό του τρόπο. Εκεί προσπαθώ να εστιάσω το ενδιαφέρον των ανθρώπων και να τους πω ‘αυτά είναι τα σημαντικά’. H εξέλιξη. Ας αλληλοβοηθηθούμε, ας αγαπηθούμε. Ένας θεατής μου είπε πως βρήκε το κείμενο ‘προφητικό’, αναφερόμενος στους πρόσφατους πολέμους. Πάντα υπήρχαν πόλεμοι. Το έργο είναι διαχρονικό γιατί μιλάει για τον Άνθρωπο και τα γύρω από αυτόν.
Πόσον καιρό χρειάστηκες για να γράψεις το έργο;
Η προεργασία, δηλαδή το να ψάξω, να διαβάσω, να αρχίσω να το φτιάχνω στο μυαλό μου χρειάστηκε γύρω στα δυο χρόνια. Η συγγραφή του ολοκληρώθηκε σε ένα μήνα. Η επεξεργασία του, χρειάστηκε κι αυτή τον χρόνο της.
Φτάνουμε στην εκπληκτική σου ερμηνεία. Είσαι μόνος σε μια σκηνή με ένα βάθρο. Πρέπει να είναι κάτι εξαιρετικά δύσκολο ψυχολογικά και σωματικά.
Σίγουρα χρειάζεται σωματική αντοχή καθώς στο μεγαλύτερο μέρος της παράστασης είμαι όρθιος με τα χέρια απλωμένα. Η ιδέα προέκυψε από τις πρόβες, για να αποδοθεί το μαρτύριο του ήρωα και σωματικά. Ήθελα να σκέφτονται πως και εγώ υποφέρω. Κάτω από εκεί που στέκομαι σχηματίζονται λιμνούλες ιδρώτα. Χαίρομαι που το παρατηρούν γιατί ήθελα να περάσω αυτά που περνάει ο Προμηθέας όχι μόνο με την υποκριτική αλλά και με το κορμί μου. Είμαι άνθρωπος που παθιάζομαι, τα δίνω όλα και δεν με νοιάζει το κόστος. Το πλήρωσα και με τη φωνή μου κάποια στιγμή, καθώς δεν πρόσεχα καθόλου στην προσπάθεια μου για το μέγιστο αποτέλεσμα. Θέλω ο θεατής να ταυτίζεται, αλλιώς δεν έχει νόημα. Όσο για την έλλειψη σκηνικών, αυτό έχει να κάνει με το πόσο μπορείς να ταξιδέψεις τον θεατή. Αν δεις στο δρόμο κάποιους να συγκρούονται, μένεις άναυδος. Δε σε νοιάζει τι φοράνε, ποιο είναι το γύρω περιβάλλον, τίποτα. Η αλήθεια τους σε παίρνει από τη μούρη και σε τραβάει μαζί της. Όπως μια σκηνή αγάπης. Όσο για τα υπόλοιπα, είναι το κερασάκι στην τούρτα. Πλέον έχουμε κάνει όλες τις τούρτες ίδιες. Επειδή το κυρίως γεύμα δεν είναι ενδιαφέρον, δίνουμε σημασία στα γύρω-γύρω. Αυτό το είχε πιστοποιήσει ο δάσκαλος μου, Βασίλης Διαμαντόπουλος. Έλεγε ‘ο ηθοποιός δεν θέλει τίποτα. Ούτε φώτα, ούτε σκηνικά, τίποτα. Βγαίνει και παίζει κι από κάτω μαγεύονται’. Η πράξη, σε μένα τουλάχιστον, έχει δείξει πως έτσι είναι.
Στην παράσταση ακούγονται και κάποιες φωνές.
Ναι, αρχικά του Ερμή – την φωνή του οποίου κάνω εγώ, αλλάζοντας τον τρόπο ερμηνείας και με τη βοήθεια του Σπύρου Αραβοσιτά που κάνει sound designing. Ο στόχος είναι να ακούγεται η φωνή σαν από το υπερπέραν, όπως αρμόζει σε έναν θεό. Η φωνή της Μητέρας ανήκει στη Σάρα Τερζή, μου ταίριαζε πολύ ο τρόπος που μιλούσε. Ευαίσθητη, εύθραυστη, με αγάπη αλλά και παθητικότητα, βλέπει τον γιο της στον σταυρό, όπως η Παναγία χωρίς να μπορεί να κάνει κάτι. Κάθεται και τον βλέπει να υπομένει το μαρτύριο του και κλαίει. Έτσι είναι πολλές από τις μανάδες αυτού του κόσμου. Βλέπουν τα παιδιά τους να πασχίζουν, να πηγαίνουν στους πολέμους.. Μετά λέμε πως εμείς έχουμε προβλήματα… Αν βρεθούμε σε ένα πεδίο μάχης για μια ώρα, τότε θα καταλάβουμε ποιος έχει πρόβλημα και ποιος προσπαθεί να επιβιώσει. Όχι εμείς που δεν έχουμε το τελευταίο μοντέλο κινητού. Το καλοκαίρι ας πούμε, επικρατεί τρέλα. Ακούω τιμές για ξαπλώστρες σε διάφορα νησιά και αναρωτιέμαι. Είναι δυνατόν; Εκεί που πηγαίναμε ως πιτσιρίκια κι απλά στρώναμε μια πετσέτα κάτω. Δεν μου αρέσουν αυτά τα πράγματα, νομίζω πως είμαι ακόμα στην πόλη όταν βλέπω ξαπλώστρες, θεωρώ ότι χαλάνε τη φυσική ομορφιά του τοπίου. Στην εξοχή πάμε για να νιώσουμε κοντά στη φύση, πράγμα απαραίτητο για να μπορέσουμε να ζήσουμε. Έχουμε απομακρυνθεί από τη φύση. Άμα είναι να κάνουμε και τη φύση, πόλη, άστο. Με όλα αυτά θέλω να πω ότι δεν είμαστε καλά. Έχουμε δώσει τα ηνία του εαυτού μας και της ζωής μας, δεν ξέρω σε ποιούς. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης; Στο τι θα πει ο ένας κι ο άλλος; Εμείς δεν έχουμε κρίση; Δεν ξέρουμε τι είναι καλό για μας; Πιστεύουμε την διαφήμιση – που είναι επί της ουσίας προπαγάνδα για εμπορικούς σκοπούς – και βλέπουμε άτομα που τα αγαπά ο κόσμος, έχει προβάλλει πάνω τους την αξία του και τη ζωή του, θεωρώντας ότι μέσα από αυτούς θα ζήσει μια ζωή που δεν πρόκειται ποτέ να ζήσει στην πραγματικότητα, να διαφημίζουν επί αμοιβής διάφορα πράγματα που ο κόσμος θέλει εξ αιτίας αυτού, να αποκτήσει. Η κόρη μιας φίλης μου χρειαζόταν παπούτσια. Όταν η φίλη μου της είπε για ένα ζευγάρι που βρήκε, η απάντηση ήταν ‘μην τα πάρεις, αυτά δεν τα φοράει καμία διάσημη’.
Χρήστο, πότε ξεκίνησες να ασχολείσαι με το θέατρο;
Το θέατρο μου άρεσε από μικρός, σε μια προσπάθεια να βρω τον εαυτό μου. Παρατηρούσα τον κόσμο, μιλούσα μαζί του, προσπαθούσα να καταλάβω γιατί οι άνθρωποι φέρονται όπως φέρονται, ποια είναι τα κίνητρα της συμπεριφοράς τους. Και όποιων οι συμπεριφορές μου άρεσαν, ‘αντέγραφα’ τον τρόπο που λειτουργούσαν. Είχα ήδη ανοίξει την πόρτα στην Υποκριτική. Συνεχίζοντας αυτήν την προσπάθεια, διαβάζοντας βιβλία ψυχολογίας και πηγαίνοντας στον κινηματογράφο, – που με επηρέαζε πολύ, τα ζούσα αυτά που έβλεπα – έπεσαν στα χέρια μου τα έργα του Στανισλάβσκι. Τα διάβασα και είδα πόση σχέση είχαν με αυτό που έψαχνα στη ζωή μου. Όλα αυτά ενώθηκαν και κάποια στιγμή πήρα την απόφαση, στα 26 μου χρόνια, όταν υπηρετούσα στον Ναύσταθμο της Σούδας. Κάνοντας βόλτα στην παλιά πόλη των Χανίων, βρέθηκα στο κάστρο. Μπήκα μέσα. Είδα μια περίεργη πόρτα, την άνοιξα και βρέθηκα σε έναν ιδιαίτερο χώρο, χτισμένο με πέτρες και στο πάτωμά του μια κόκκινη μοκέτα. Μου θύμισε τη σχολή θεάτρου της Μόσχας για την οποία μιλούσε στα βιβλία του ο Στανισλάβσκι. Ο χώρος αυτός ήταν θεατρικό εργαστήρι. Αυτό ήταν. Τα πράγματα με βρήκαν με μαγικό τρόπο. Λίγο αργότερα με πήρε τηλέφωνο ένας φίλος ηθοποιός να μου μιλήσει για μια άλλη δουλειά και στο τέλος με παρότρυνε να γίνω ηθοποιός. Το θεώρησα σημάδι. Έτσι ξεκίνησα. Ήμουν λίγο εσωστρεφής, λίγο ντροπαλός, φοβόμουν μη με πουν και ψώνιο, ξέρεις. Ουσιαστικά ήταν μόνο φόβος. Όταν θέλεις να κάνεις κάτι πολύ, φοβάσαι να το κάνεις και το μυαλό προτάσσει ένα σωρό εκλογικεύσεις για να μην το τολμήσεις. Τίποτα από αυτά δεν ισχύει. Πήγα στον Ίασμο, των Βασίλη Διαμαντόπουλου και Δημήτρη Παπαμιχαήλ. Χρειάστηκα δυο ώρες για να μπω μέσα, έκοβα βόλτες έξω από τη σχολή. Στο τέλος μπήκα και είπα στους ανθρώπους εκεί πως δεν ήξερα αν θα έμενα. Τελικά έγινα ο πιο φανατικός μαθητής. Κάποιοι που είχαν έρθει με μεγάλες φιλοδοξίες και σχέδια, αποχώρησαν πάνω στον μήνα. Σιγά – σιγά άρχισα να συμμετέχω σε παραστάσεις. Ανακάλυψα πως ήθελα να κάνω τα πράγματα με τον δικό μου τρόπο καθώς έβλεπα διάφορα που δεν μου ταίριαζαν, δεν μου άρεσαν, δεν με εξέφραζαν. Αντί λοιπόν να γκρινιάζω, αποφάσισα να κάνω αυτό που ήθελα. Άλλος φόβος εκεί. Τελικά βρήκα τα κουράγια μου και ξεκίνησα δειλά-δειλά. Στην πρώτη μου απόπειρα, επειδή δεν είχα και χρήματα, έκανα εγώ την παραγωγή, με ότι μπορούσα. Προσπαθούσα να βρω ένα έργο που να μην έχει ιδιαίτερα δικαιώματα, να μην έχει πολλά πρόσωπα κι έπεσε στα χέρια μου το ιστορικό μυθιστόρημα της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ ‘Απομνημονεύματα Αδριανού’. Διαβάζοντας το είδα κάποιον που μου έμοιαζε πολύ, αποφάσισα λοιπόν να γράψω έναν μονόλογο με τίτλο ‘Αυτοκράτωρ Αδριανός’. Κατάπια όλους μου τους φόβους. Πλέον έχω να πω πως δεν πρέπει να μας ‘φρενάρουν’ οι φόβοι μας, οι οποίοι κατά 99% είναι φανταστικοί. Στη ζωή μου, όσες φορές προχώρησα κι έκανα κάποια πράγματα, που από τον φόβο μου τα είχα κάνει βουνό, όταν τελικά αντίκρισα το ‘θηρίο’ είπα, αυτό ήταν; Είναι πλασματικοί οι φόβοι, προέρχονται από το μυαλό μας, από το πως έχουμε μεγαλώσει. Κάνοντας λοιπόν την πρώτη παράσταση, αυτοί που νόμιζα πως θα με στηρίξουν δεν το έκαναν, ενώ με στήριξαν άνθρωποι που ούτε καν τους ήξερα, τους γνώρισα στη διαδρομή. Αυτή είναι η πορεία. Λέμε πολλά τραγούδια έξω από το χορό, όταν μπαίνουμε όμως, τα τραγούδια μας είναι διαφορετικά. Άλλα εμπόδια θα βρεις, που δεν τα είχες σκεφτεί κι άλλη βοήθεια θα λάβεις από αυτήν που υπολόγιζες.
Και ο ‘Αυτοκράτωρ Αδριανός’ ήταν πολύ δυνατό έργο, βαθιά ανθρώπινο επίσης.
Παίχτηκε για τέσσερις χρονιές και ήταν μια δικαίωση. Προσπαθώ, είμαι μόνος, προχωρώ με το σπαθί στο χέρι, παίζω τίμια. Δεν ανήκω σε παρέες, κυκλώματα.. Δεν κάνω σχέσεις για να προωθήσω τη δουλειά μου, λειτουργώ ευθέως και έντιμα σε ότι κάνω γιατί αυτός είμαι. Από τότε που ξεκίνησα αυτήν την διαδρομή αναπνέω πολύ καλύτερα. Δυνάμωσα, πάτησα στα πόδια μου, είδα πως έχω ικανότητες που δεν θα τις έβλεπα αλλιώς, και πιστοποιώ αυτό που λένε ότι είμαστε εδώ για να εξελιχθούμε, να πάρουμε μαθήματα και να χρησιμοποιήσουμε τις ικανότητες της ψυχής μας που είναι άπειρες.
Σου ταιριάζουν τα ιστορικά πρόσωπα.
Χαίρομαι που το λες γιατί έχουν πέσει ώρες, μήνες και χρόνια προπόνησης κι εκπαίδευσης για να φτάσει να γίνει αυτό που γίνεται στη σκηνή. Προμηθέας και Αδριανός έχουν πολλές διαφορές. Και οι δυο ‘κουβαλούν’ ένα μεγαλείο, ο ένας όμως είναι θεότητα κι ο άλλος, άνθρωπος. Αυτές οι λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά είναι δύσκολες, μου αρέσουν πολύ και απαιτούν πάρα πολλή δουλειά. Ένας καθηγητής μας έλεγε ‘όταν βλέπετε κάτι και σας φαίνεται πολύ εύκολο να ξέρετε πως κρύβει πολλή δουλειά πίσω του’. Και έλεγε η Μαρία Τζιοβαρίδου, δασκάλα μου στο τραγούδι, ‘όταν φτάσεις κάτι να το κάνεις εύκολο, τότε κάνεις Τέχνη, τότε απογειώνεται. Όταν δυσκολεύεσαι, δεν είσαι ακόμη έτοιμος’. Εκείνο που εύχομαι σε όλους είναι υπομονή και επιμονή στο στόχο μας, να αγωνιζόμαστε συνεχώς για αυτά που θέλουμε, να ζυγίσουμε τον πόθο μας για αυτό που ζητάμε με αυτό που θα πρέπει να ‘πληρώσουμε’ γιατί κάθε τι έχει το τίμημα του, κι ύστερα να ακολουθήσουμε αυτό που θέλουμε πληρώνοντας το τίμημα με ευχαρίστηση.
Πληροφορίες για την παράσταση εδώ.
Κοινοποιήστε: