Χαρά Κονταξάκη «Να ζούμε, να αισθανόμαστε»
Η Χαρά Κονταξάκη συστήνεται στο iart.gr
Πες μας λίγα λόγια για την παράσταση ‘Το Success Story μιας Looser’.
Είναι ιδιαίτερη παράσταση για μένα, καθώς με ‘συνοδεύει’ τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Η πρώτη φορά που ήρθα σε επαφή με την συγγραφέα του έργου Βίλη Σωτηροπούλου, ήταν το 2008. Τότε ανέβηκε με άλλη σκηνοθεσία στο Θέατρο Χώρα και η αλήθεια είναι πως πρόκειται για κείμενο που αμέσως με συνεπήρε, ακριβώς επειδή αποτελείται από ιστορίες που – από ότι μας είπε αργότερα η Βίλη – ήταν και βιωματικές. Αναγνωρίζεις σίγουρα τον εαυτό σου μέσα σε αυτές. Από τότε μέχρι σήμερα οι ιστορίες αυτές αυξήθηκαν, ξαναγράφτηκαν, συμπληρώθηκαν, άλλαξαν. Με το πέρασμα των ετών, το έργο έγινε κομμάτι της κάθε χρονιάς μου. Φέτος ο τίτλος άλλαξε επειδή ‘μπήκε’ μια νέα ιστορία, γραμμένη από την Αντιγόνη Πόμμερ, επίσης βραβευμένη συγγραφέας, με τίτλο ‘Το Success Story μιας Looser’. Προς τιμήν της, αυτός ο τίτλος δόθηκε στην παράσταση. Σε πρώτη ανάγνωση οι πράξεις είναι τρεις, αλλά στην αφήγηση τους βλέπουμε την ζωή των ηρωίδων μέσα από τα βιώματα που έχουν με τους άνδρες. Και οι τρεις ιστορίες αφορούν τις σχέσεις, πράγμα που νομίζω πως σε οποιαδήποτε μορφή ή είδους τέχνης, είναι το σήμα κατατεθέν. Είτε είναι ερωτικές, είτε επαγγελματικές, ή φιλικές, αφορούν όλο μας το γίγνεσθαι.
Ποια η υπόθεση του έργου;
Η παράσταση αποτελείται από τρεις ιστορίες. Η πρώτη έχει τίτλο ‘Όμορφα φθινοπωρινά τριαντάφυλλα’. Αφορά στην ιστορία της Γεωργίας, μιας ηθοποιού που την συναντάμε στην παρακμή της. Μια γυναίκα αναγνωρίζει πολλά κοινά στοιχεία με αυτήν την ζωή. Η Βίλη – και την θαυμάζω για αυτό – ξέρει πάρα πολύ καλά πως να χειριστεί την ψυχοσύνθεση της γυναίκας, τόσο μέσα από τα δικά της βιώματα όσο και παρακολουθώντας τι γίνεται γύρω της. Η δεύτερη ιστορία έχει τον τίτλο ‘Οι φίλες μου οι φιλελεύθερες’. Οι γυναίκες της παράστασης αφηγούμαστε ιστορίες γύρω από τους άντρες της ζωής μας μέχρι να αποφασίσουμε – βάση της μυθοπλασίας – να πάμε σε μοναστήρι. Αυτό βέβαια δεν γίνεται στις μέρες μας, ίσως όμως θα ήταν μια λύση για να ξορκίσουμε τα κακά των σχέσεων! Θεωρώ το ‘μοναστήρι’ συμβολικό. Αφορά στην αγάπη που πρέπει να έχουμε απέναντι στον εαυτό μας, κι αυτό αφορά άνδρες και γυναίκες. Η τρίτη ιστορία, της Αντιγόνης Πόμμερ λέγεται ‘Sweet Sixty’. Μια γυναίκα 60 ετών, αφού περάσει την κρίση της ηλικίας και την προσπάθεια να μείνει νέα με οποιονδήποτε τρόπο, αποδέχεται τον εαυτό της και αποφασίζει να ζήσει την ηλικία της, ιδιαίτερα αφού μπορεί να ζει πολύ καλά. Αυτές είναι οι ιστορίες μας. Η πρώτη είναι λίγο πιο δραματική, οι άλλες ρέπουν προς την κωμωδία. Συντελεστές είναι η Βίλη Σωτηροπούλου, συγγραφέας, ηθοποιός και σκηνοθέτης της παράστασης, ενώ έκανε και την δραματουργική επεξεργασία στο ‘Sweet Sixty’, η Άννα Μακρή, η Βιργινία Μιχαήλ κι εγώ. Η πρωτότυπη μουσική είναι του Χρήστου Θηβαίου. Παίζεται τις Παρασκευές του Απριλίου στο Θέατρο της Ημέρας.
Ο δικός σου ρόλος;
Η δομή του έργου είναι τέτοια που δεν υπάρχει συγκεκριμένος ρόλος για τις ηθοποιούς. ‘Μπαίνουμε’ η μια μέσα στην άλλη. Κεντρική ηρωίδα είναι η Βίλη, εμείς έχουμε παράπλευρους ρόλους, μεγαλύτερους ή μικρότερους, ανδρών ή γυναικών ανάλογα με τις ανάγκες του έργου. Είναι μια κομεντί αν μπορώ να το χαρακτηρίσω και οι ρόλοι όλων μας εναλάσσονται.
Το έργο – εκ πρώτης όψεως – φαίνεται γυναικείο. Είναι όντως έτσι;
Στην παράσταση έρχονται και άντρες φυσικά και ο τρόπος που αντιδρούν ακούγοντας κάποια πράγματα από την πλευρά της γυναίκας, δείχνει πόσο τους αφορά το έργο. Θα έπρεπε – όλους – να τους αφορά περισσότερο αυτός ο τρόπος σκέψης, οπότε με αυτήν την έννοια ναι, η παράσταση, οι ιστορίες και το βιβλίο αφορά και άνδρες. Πραγματικά δεν ξέρω αν ένας άντρας μπορεί να μείνει ασυγκίνητος βλέποντας τα πράγματα από την γυναικεία πλευρά. Είτε θα διασκεδάσει με τα τεκταινόμενα, είτε θα προβληματιστεί, εφόσον μιλάμε για ανθρώπους με ενσυναίσθηση.
Παραστάσεις σαν κι αυτήν είναι απλά η αφορμή για να πεις κάποια πράγματα.
Έτσι είναι. Το θέμα είναι ο άνθρωπος. Προσωπικά δεν είδα ποτέ αυτήν την παράσταση ως γυναικεία υπόθεση. Ίσως επειδή έχω βρεθεί με άνδρες φίλους, συνεργάτες και σύντροφοι, και υπήρξαν πολλές φορές που σκεφτόμουν πόσα απίθανα πράγματα μπορούσαμε να συζητήσουμε. Οι άντρες είναι εξαιρετικά πλάσματα, μπορούν να συζητήσουν τα πάντα. Μαγειρική, μόδα, ψυχολογία, ακόμη και το πως νιώθουν. Αρκεί να αφεθούν. Ίσως η διαφορά μας είναι στο ότι δεν αφήνονται, εξαιτίας κάποιων δικών τους πεποιθήσεων, όπως κι εμείς δεν αφηνόμαστε εξαιτίας κάποιων άλλων πεποιθήσεων. Δεν θα εξετάσω ποιος ευθύνεται, παιδικά τραύματα, γονείς ή ο τρόπος που μεγαλώνει κάποιος εδώ στην Ελλάδα σε σχέση με το εξωτερικό. Δεν με αφορά αυτό. Νομίζω ότι τα συναισθήματα και το πόσο μπορούμε να είμαστε αληθινοί, πρώτα από όλα με τον εαυτό μας, είναι ανθρώπινη υπόθεση που αφορά και τα δυο φύλα.
Τι ακούς από το κοινό;
Υπάρχουν άνθρωποι που το έχουν δει παλαιότερα και ξανάρχονται να δουν τις αλλαγές που έχουν γίνει, διασκεδάζουν, γελάνε, συγκινούνται. Το ίδιο συμβαίνει και με όσους έρχονται πρώτη φορά. Αυτό συγκινεί κι εμένα γιατί βλέπεις ότι τα θέματα με τα οποία ασχολείται ο άνθρωπος είναι σχεδόν τα ίδια. Παίζει ίσως ρόλο ο τρόπος που τα αντιμετωπίζουμε και αυτό αν θες το βλέπω και στον τρόπο που ερμηνεύεται κάθε φορά η ίδια ιστορία. Νιώθεις ότι ο τρόπος που θα πεις τη φράση σου, είναι διαφορετικός. Αντιλαμβάνομαι πως κάτι έχει αλλάξει. Είναι πολύ ενδιαφέρον. Αρέσει πολύ πάντως στο κοινό.
Μεγαλώνετε μαζί με το έργο.
Όντως. Έχω περάσει περιόδους να σκέφτομαι αν την στιγμή που με συντροφεύει για κάποιο διάστημα η Looser, συστημικά ακολουθούν και κάποια γεγονότα που δεν με κάνουν βέβαια να νιώσω looser, ο τίτλος άλλωστε είναι και λίγο ειρωνικός, αλλά γιατί ο ψυχισμός μας μέσα από τον τρόπο που ζούμε την παράσταση, μας μεταμορφώνει, μας μεγαλώνει. Δεν λέω ‘μας ωριμάζει’ γιατί η ωριμότητα είναι και μια έκφραση που δεν μου ταιριάζει. Νομίζω πως όσο μεγαλώνω τόσο παραμένω παιδί κι αυτό έχει πολύ ενδιαφέρον. Το καταλαβαίνω μέσα από τον τρόπο που ‘ακούω’ τις ιστορίες της Looser. Ειδικά στην ‘Καλόγρια’ που η ηρωίδα αφηγείται πως ξεκίνησε τις σχέσεις της με το άλλο φύλο από τα 18 της μέχρι τα 40. Αγγίζει – από ότι βλέπω – πάρα πολύ κόσμο.
Πως το βιώνεις όλο αυτό;
Νεότερη, δεν με άγγιζε όσο με αγγίζει τώρα. Δεν ξέρω γιατί. Είναι σα να καταλαβαίνω περισσότερο πια τι συμβαίνει στις ηρωίδες. Σα να βιώνω καλύτερα τις λέξεις. Παλιότερα – σαφώς έχει να κάνει με την εμπειρία και του ηθοποιού και του ανθρώπου – νόμιζα πως αυτές οι ιστορίες που θα μπορούσαν να με αφορούν και άμεσα δεν έχουν τελειωμό, γιατί θα μου συμβούν κι άλλα τόσα. Μεγαλώνοντας, δεν λιγοστεύουν βέβαια οι δυνατότητες και οι ευκαιρίες για καινούρια πράγματα στη ζωή μας, αλλά είμαι πιο συνειδητή σε σχέση με τα συναισθήματα και τις αποχρώσεις τους. Τώρα ξέρω πως γνωρίζοντας κάποιον άντρα, φίλο, φίλη, οτιδήποτε ‘καλούμαι’ να εκτιμήσω άλλα πράγματα σε σχέση με παλαιότερα κι έχω να λάβω ένα μάθημα. Μένω σε αυτό.
Πως ξεκίνησες το θέατρο;
Συμπτωματικά, πριν πάρα πολλά χρόνια, όταν ο καλύτερος μου φίλος αποφάσισε να λάβει μέρος σε ένα θεατρικό σεμινάριο και πήγα μαζί του. Τελικά εκείνος δεν το παρακολούθησε κι έμεινα μόνη μου. Όσο ήμουν εκεί και παρόλο που δούλευα ήδη σε άλλον τομέα, κατάλαβα πως δεν σκεφτόμουν τίποτε και κανέναν άλλον. Αυτό με επηρέασε πάρα πολύ κι αποφάσισα να πάω σε σχολή. Ενδεχομένως να υπήρξε στη σκέψη μου κι ένα ναρκισσιστικό πλαίσιο, μια ματαιοδοξία. Αλλά το σημαντικό, ήταν το γεγονός πως μου αφαίρεσε όλες τις άλλες σκέψεις. Έτσι, ακολούθησε το θεατρικό εργαστήρι του Άκη Δαβή, ενός υπέροχου ανθρώπου που έφυγε πολύ νέος. Ύστερα, ξεκίνησα δυναμικά μπορώ να πω, με διάφορες παραστάσεις. Λίγο μετά με βρήκε η Looser. Είχα κάνει μια μεγάλη παύση. Ήμουν ήδη σε άλλον επαγγελματικό χώρο, στη διακόσμηση και διαφήμιση, αλλά το θέατρο υπέβοσκε πάντα. Ήταν ο ‘αρραβώνας’ μου. Μου αρκούσε να βρίσκομαι κοντά στο θέατρο με ποικίλους τρόπους κι έτσι έγινε. Δεν είχα ενδεχομένως την δύναμη να παρατήσω τα πάντα για να ασχοληθώ μόνον με αυτό, οπότε δεν βιοποριζόμουν από αυτό, αλλά έπαιρνα μέρος σε παραστάσεις, σε αναλόγια, σε κάποιες ταινίες μικρού και μεγάλου μήκους. Σκέφτηκα να γράψω κάτι δικό μου και ξεκίνησα μαθήματα θεατρικής γραφής που κάνω μέχρι και σήμερα. Με αυτά και με κείνα, από τότε που τέλειωσα την σχολή έως σήμερα, πέρασαν είκοσι χρόνια. Δεν είναι πολλά, η επαφή με το θέατρο είναι πάντα σε εξέλιξη. Θα μπορούσα όμως να έχω κάνει περισσότερα πράγματα. Πολλοί από αυτούς που σπουδάζαμε μαζί τα παράτησαν όλα για το θέατρο και είναι ενεργοί. Χαίρομαι πολύ για αυτό.
Η ενασχόληση με την τέχνη είναι κάτι πολύ προσωπικό.
Έτσι είναι. Έχει να κάνει με την έννοια του χρόνου. Αν πραγματικά ξεφύγουμε από τον χρόνο σαν ανασταλτικό παράγοντα, είτε αφορά την ηλικία, είτε το φρένο που σου βάζει αναφορικά με τις αντοχές σου, δεν έχεις να φοβηθείς τίποτα. Μπορείς ανά πάσα στιγμή να κάνεις πολύ ωραία πράγματα. Μιλάμε για το θέατρο αλλά πρέπει να σου πω ότι μετά την επιλογή μου σε μια ταινία μεγάλου μήκους, ερωτεύτηκα τον κινηματογράφο. Πιστεύω πως και η τηλεόραση είναι ωραίο μέσο, ειδικά τα τελευταία χρόνια. Χαίρομαι πολύ που ηθοποιοί του θεάτρου εμπλέκονται στην τηλεόραση.
Ασχολείσαι επίσης με τα σκηνικά και την ενδυματολογία.
Τα τελευταία χρόνια είχα την τύχη να βρίσκομαι δίπλα σε ανθρώπους που ασχολούνται με την σκηνοθεσία, την παραγωγή και μου εμπιστεύτηκαν κάποιες παραστάσεις, ξέροντας τη δουλειά μου στη διακόσμηση και το design. Γνωρίζοντας τις ανάγκες της σκηνής ως ηθοποιός και έχοντας πολύ μεγάλη αγάπη στο σκηνικό και την αισθητική του, άρχισα να το κάνω και μου αρέσει πάρα πολύ. Όπως και τα κοστούμια, που είναι πολύ μεγάλη ιστορία τόσο για το θέατρο, όσο και για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Όπως θα έπρεπε να είναι ενδεχομένως και στην καθημερινότητα μας. Ο τρόπος που μας βλέπουν οι άλλοι δείχνει τον χαρακτήρα μας κι αυτή είναι τεράστια πρόκληση σε σχέση με το πως μπορείς να ντύσεις έναν ρόλο έτσι ώστε να τον ‘επισημάνεις’ περισσότερο. Με αυτήν την καινούρια ‘απόχρωση’ των δραστηριοτήτων μου είμαι πάλι σε επαφή με το θέατρο. Είναι σα να του προσφέρω κάτι ακόμη και την ίδια στιγμή ξανα-εκπαιδεύομαι΄. Αναλύοντας το κείμενο κάνω αυτό που αγαπώ. Μακάρι αυτό να το κάναμε με τα πάντα. Με τον τρόπο που μαγειρεύουμε, που καθόμαστε, που σχετιζόμαστε. Να αναλύουμε. Και να ζούμε βέβαια, να αισθανόμαστε. Εκτός από την ανάλυση πρέπει να είσαι συνδεδεμένος με το συναίσθημα και την καρδιά, έτσι ώστε αυτό που θα δώσεις προς τα έξω ως αποτέλεσμα, είτε στην δουλειά είτε στην προσωπική σου ζωή, να έχει την αλήθεια σου.
Πότε τα προλαβαίνεις όλα αυτά;
Δεν ξέρω πως προλαβαίνω και φοβάμαι πάντα μήπως κάτι από όλα αυτά δεν το κάνω ολοκληρωμένα. Πιστεύω πως έχει να κάνει με το ότι σχετίζεται με το κομμάτι της αισθητικής αλλά με έναν τρόπο που έχει πίσω του αιτία, λόγο ύπαρξης. Δεν είναι μια κούφια αισθητική. Πρέπει να σε αφορά. Είναι και διασκέδαση γιατί πραγματικά, πάω διακοπές και μετά από τρεις μέρες αρχίζω να βαριέμαι. Στις αργίες αισθάνομαι έως και ενοχές. Οπότε μάλλον τα θέλω και τα κάνω.
Πληροφορίες για την παράσταση εδώ.
Κοινοποιήστε: