Μια στατιστική έρευνα της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) που δημοσιεύτηκε πέρυσι έβαλε στην ζωή μας τον όρο Brain Drain, άλλως το φαινόμενο της διαρροής του επιστημονικού δυναμικού στο εξωτερικό. Σήμερα, ο όρος μεταφράζεται άστοχα αλλά με λεξικολογική ακρίβεια σαν “διαρροή εγκεφάλων”, και ως θέμα ανακύπτει σχεδόν σε κάθε δημόσια συζήτηση που έχει αντικείμενο την οικονομική κρίση στη Ελλάδα, και απαρέγκλιτα στην ύλη των Media για το θέμα, ως ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της. Συχνά επεξεργασμένη από ανθρώπους που έχουν μελετήσει πλημμελώς το θέμα, ο όρος κινδυνεύει να καταντήσει κενό γράμμα, ξύλινη γλώσσα, αλλά και να προβάλλει λανθασμένο αξιολογικό περιεχόμενο: οι καλύτεροι Έλληνες αποφασίζουν να φύγουν διότι η Ελλάδα δεν σώζεται, και πίσω μένουν όσοι είναι λιγότερο ικανοί. Το αφήγημα του braindrain, και όχι ο ίδιος ο όρος ή όσα πραγματικά περιγράφει, αν μη τι άλλο, υποτιμά κραυγαλέα όσους Έλληνες επέλεξαν να μείνουν στην Ελλάδα.
Το φαινόμενο είναι υπαρκτό, παρόν, και επικίνδυνο επειδή φαλκιδεύει την δυνατότητα του τόπου να ανακάμψει. Υπερτονίζεται όμως, και έχει γίνει “τσίχλα” στα Media, παρόμοια με την μόνιμη επωδό ότι για όλα φταίει η έλλειψη Παιδείας, καταλήγοντας τις συζητήσεις και, όχι, διευρύνοντας τις. Έχει σημασία να θέσει κανείς το πρόβλημα στην σωστή βαση του, ώστε να σταθεί δυνατή η ορθολογική προσέγγιση του. Η μετανάστευση επιστημονικού δυναμικού έχει καθιερωθεί ως ένα κυρίαρχο μοντέλο της διεθνούς μετανάστευσης και ως κύρια πτυχή της παγκοσμιοποίησης. Ο όρος διαρροή επιστημονικού δυναμικού σηματοδοτεί τη διεθνή μεταφορά πόρων με τη μορφή ανθρώπινου κεφαλαίου υψηλά εκπαιδευμένου προσωπικού από λιγότερο αναπτυγμένες προς αναπτυγμένες χώρες, ενώ, ως μετανάστης υψηλών προσόντων ορίζεται το άτομο εκείνο το οποίο που γεννήθηκε σε άλλη χώρα από αυτήν στη οποία κατοικεί, είναι ηλικίας 25 ετών και άνω, και κάτοχος ακαδημαϊκού ή επαγγελματικού πτυχίου που αποκτήθηκε μετά την αποφοίτηση από την δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Η διαρροή επιστημονικού δυναμικού από μια χώρα μπορεί να υπολογιστεί, αν μετρήσουμε τα άτομα με τριτοβάθμια εκπαίδευση που γεννήθηκαν και εκπαιδεύτηκαν σε αυτήν, ενώ ζουν και εργάζονται σε μια άλλη χώρα, ως ποσοστό του συνόλου των ατόμων με τριτοβάθμια εκπαίδευση στη χώρα προέλευσης τους.
Τα στατιστικά στοιχεία της ΤτΕ που σόκαραν την κοινή γνώμη δείχνουν ότι ο αριθμός των μονίμως εξερχόμενων Ελλήνων ηλικίας 15-64 ετών, από το 2008 μέχρι σήμερα, ξεπερνά τις 427.000, ενώ, τουλάχιστον μέχρι το 2015 που έληγε το κύριο σώμα της έρευνας, η διαδικασία εξόδου των Ελλήνων για αναζήτηση εργασίας στο εξωτερικό ήταν ακόμη σε εξέλιξη με αμείωτους ρυθμούς. Οι κοινωνιολόγοι και οι σχετικοί με θέματα Απασχόλησης και Γήρανσης πληθυσμού αναλυτές μιλούν για την τρίτη μαζική μετανάστευση που γνωρίζει η χώρα. Περαιτέρω, αυτό το κύμα φυγής κατακυριαρχείται από μορφωμένους και με επαγγελματική εμπειρία νέους, που κατευθύνονται κυρίως στη Γερμανία, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Η Ελλάδα κατέχει την τέταρτη θέση στην Ε.Ε. στη μαζικότητα της μεταναστευτικής εκροής και στην αναλογία της στο εργατικό δυναμικό της χώρας, μετά την Κύπρο, την Ιρλανδία και τη Λιθουανία, και την τρίτη θέση μετά την Κύπρο και την Ισπανία όσον αφορά το ποσοστό των νέων σε ηλικία εξερχόμενων μεταναστών. Συγκεκριμένα, οι εξερχόμενοι Ελληνες, μόνο κατά το 2013, αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 2% του συνολικού εργατικού δυναμικού της χώρας, ενώ η αναλογία των νέων τής πλέον παραγωγικής ηλικίας 25-39 ετών ξεπερνά το 50% στο σύνολο των εξερχομένων.
Ποιοι φεύγουν και γιατί;
Η απάντηση σε αυτή την ερώτηση ίσως δεν είναι τόσο αυτονόητη. Είναι βέβαιο ότι η αναξιοκρατία και ο νεποτισμός -κυρίαρχα σημεία προβληματικής καθενός που εξέρχεται στην αγορά εργασίας στην Ελλάδα παίζουν σημαντικό ρόλο. Ομοίως και η εμφανής αδυναμία της αγοράς εργασίας να αξιοποιήσει τα αντικείμενα που σπούδασαν, και, βεβαίως, η οικονομική ανέχεια που συνεπάγεται η αδυναμία ευρέσεως εργασίας. Όμως κανένα από αυτά τα στοιχεία ίσως δεν είναι το βασικότερο. Διότι ο κύριος λόγος που ωθεί τους Έλληνες εκτός συνόρων δεν είναι η εύρεση εργασίας, αλλά η αναζήτηση μέλλοντος, δηλαδή, η αβεβαιότητα. Τα ευρήματα μιας σημαντικής έρευνας έκανε πρώτος γνωστά στην Ελλάδα ο κ. Ιάσων Μανωλόπουλος, Chief Investment Officer και συνιδρυτής της εταιρείας επενδύσεων Dromeus Capital σε άρθρο του στην εφημερίδα Καθημερινή (φ.12.10.2014) υπό τον τίτλο “Η αποφυγή της αβεβαιότητας”. Σύμφωνα με τον αρθρογράφο “η Αποφυγή της Αβεβαιότητας εκφράζει τον βαθμό στον οποίο τα μέλη μιας κοινωνίας αισθάνονται άβολα με την αβεβαιότητα και την ασάφεια. Η Ελλάδα, σε πρόσφατη έρευνα, αναδείχθηκε πρώτη στον Δείκτη Αποφυγής Αβεβαιότητας. Αυτή η έρευνα βασίζεται στο έργο του καθηγητή Geert Hofstede που ανέπτυξε τη θεωρία των πολιτισμικών διαστάσεων, το οποίο καταλήγει πως κάθε κουλτούρα διέπεται από ξεχωριστά χαρακτηριστικά που συνοψίζονται σε πέντε σημεία, ένα εκ των οποίων είναι η Αποφυγή της Αβεβαιότητας, δηλαδή ο βαθμός στον οποίο τα μέλη μιας κοινωνίας αισθάνονται άβολα με την αβεβαιότητα και την ασάφεια. Η Αποφυγή της Αβεβαιότητας χαρακτηρίζει τη στάση μιας κοινωνίας ως προς το μέλλον, που εξ ορισμού είναι αβέβαιο: πρέπει να προσπαθήσουμε να ελέγξουμε το μέλλον μας ή απλά να το αφήσουμε να συμβεί; Τα κοινά χαρακτηριστικά που μοιράζονται κουλτούρες με υψηλό αίσθημα αποφυγής αβεβαιότητας είναι: πολιτισμοί με μακρά ιστορία, ομογενή πληθυσμό, δυσκολία στην εισαγωγή νέων ιδεών και αποφυγή επιχειρηματικού ρίσκου. Επίσης υπάρχει μια μοιρολατρική θεώρηση των πραγμάτων: τα άτομα δεν αισθάνονται κυρίαρχα και συνεπώς αποφεύγουν να πάρουν αποφάσεις που εμπεριέχουν αβεβαιότητα. Από τις 76 χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα για τον Δείκτη Αποφυγής Αβεβαιότητας (UAI), η Ελλάδα κατατάχθηκε στην πρώτη θέση με σκορ 112 και την ακολουθούν η Πορτογαλία με σκορ 104, ενώ η Ιταλία κατατάσσεται χαμηλότερα με σκορ 75. Η χώρα με το χαμηλότερο σκορ είναι η Σιγκαπούρη με 8. Οι ΗΠΑ, Κίνα, Ινδία και Αυστραλία κατατάχθηκαν 64η, 70ή, 66η και 57η αντιστοίχως, με σκορ 46, 30, 40 και 51. Η Ιρλανδία, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες χώρες της περιφέρειας, βρίσκεται στην 60ή θέση με σκορ 35”.
Και ποιοι μένουν;
Κάποιοι λοιπόν αποφασίσαμε έχοντες “σώας τας φρένας” να μην πετάξουμε ό,τι χτίσαμε στην πορεία της ζωής μας, είτε επειδή δεν είμαστε σε θέση να κάνουμε μια αρχή από το μηδέν, είτε επειδή θεωρούμε ότι δεν αξίζει, αν βρισκόμαστε μακρυά από την πατρίδα μας. Σεβαστή η απόφαση όσων επέλεξαν να φύγουν. Ωστόσο η σπουδαιοφανής προβολή της επιλογής τους δεν αφήνει περιθώριο να διανοηθεί κανείς πως και το να μείνεις, είναι μια επιλογή κατόπιν σκέψης, και απόφασης. Το φαινόμενο του brain drain αποκόβει την χώρα από το μέλλον της, όπως ακριβώς όμως πράττει και ο διαχωρισμός ανάμεσα σε εκλεκτούς, που εγκατέλειψαν την Ελλάδα, διότι είναι άξιοι και όσους έμειναν επειδή είναι δειλοί και βολεμένοι, λιγότερο ικανοί, κλπ. Διότι αν εξακολουθήσουμε σε αυτή την πορεία, για μια ακόμα φορά ως κοινωνία θα πριονίζουμε το κλαδί του δέντρου πάνω στο οποίο καθόμαστε. Ορισμένως, μαντέψτε ποιοι θα πρέπει να αναστήσουν την χώρα, να εκκινήσουν αλλαγές σε κοινωνικό, οικονομικό, και ηθικό επίπεδο ώστε η Ελλάδα να μετασχηματιστεί σε βιώσιμο περιβάλλον; Όσοι μένουν πίσω. Και το έργο πέφτει βαρύτερο στις πλάτες τους χωρίς τους νέους μας για συνοδοιπόρους και συμπολεμιστές.
Προτεινόμενη Βιβλιογραφία -Αρθρογραφία
Docquier, F. and Rapoport, Η. (2012). Globalization, Brain Drain, and Development, Journal of Economic Literature, 50(3), σελ. 681–730.
Bhagwati, J. and Dellalfar, W. (1973). The brain drain and income taxation. World Development, 1 (1-2), σελ.94-101
Λαμπριανίδης Λ. (2011). Επενδύοντας στη φυγή, η διαρροή επιστημόνων από την Ελλάδα την εποχή της παγκοσμιοποίησης, Εκδόσεις Κριτική, Αθήνα
“Uncertainty Avoidance Index”. www.clearlycultural.com
Brain Drain | Η Ελλάδα που έρχεται καθώς το μέλλον της φεύγει
Κοινοποιήστε: