Ο όρος είναι Attention Economy (ή Economy of Attention) και έχει να κάνει με το ποιος θα καταφέρνει να αποσπά το ενδιαφέρον του κοινού μέσα από την διάδοση περιεχομένου (όχι απαραίτητα περιεχομένου πραγματικής και αληθινής πληροφόρησης). Τα κέρδη πολλά, γιατί η απόσπαση του ενδιαφέροντος του κοινού έχει αποτελέσματα στην διαχείριση της κοινής γνώμης. Η κοινή γνώμη είναι πολύ σημαντική δύναμη και όποιος καταφέρνει να την χειρίζεται κατά το δοκούν έχει αυτή την δύναμη στα χέρια τους για να αποσπάσει το όποιο όφελος επιδιώκει.
Για τους περισσότερους, τους όχι και τόσο εξοικειωμένους με τα τεχνικά θέματα, το “hacking” παραπέμπει στην έννοια της χρήσης εξελιγμένων τεχνικών δεξιοτήτων για την παραβίαση της ασφάλειας συστημάτων μιας επιχείρησης ή της κυβέρνησης, για παράνομους σκοπούς. Φυσικά, οι περισσότεροι από τους τύπους που ασχολούνται με το σπάσιμο συστημάτων ασφαλείας δεν είναι κατ’ ανάγκην και τόσο σχετικοί με την κατασκοπεία και με την βία. Τη δεκαετία του 1990, μεγάλωσα ανάμεσα σε έφηβους hackers που ήθελαν να σπάσουν τα συστήματα πληροφορικής των μεγάλων θεσμικών οργάνων, τα συστήματα εκείνα που ήταν μέρος της εγκατάστασης ασφαλείας, απλά για να δείξουν ότι μπορούσαν να το κάνουν. Ο στόχος εδώ ήταν να κατακτήσουν μια αίσθηση δύναμης σε έναν κόσμο όπου αισθάνονταν αρκετά αδύναμοι. Η αίσθηση της έξαρσης σε όλο αυτό ήταν στο να μπορέσουν να βρεθούν σε μια τέτοια θέση όπου να κάνουν κάτι και να αισθανθούν ότι είναι πιο έξυπνοι από τον λεγόμενο ισχυρό. Ήταν διασκέδαση και παιχνίδι. Τουλάχιστον μέχρι την στιγμή που άρχισαν να τους συλλαμβάνουν.
Το hacking είχε να κάνει πάντα σχετικά με την αξιοποίηση των δεξιοτήτων για να διευρύνουμε τα όρια των συστημάτων. Κρατήστε στο πίσω μέρος του μυαλού σας ότι ένας αρχικός ορισμός για τον χάκερ (από το Jargon File (“The Original Hacker’s Dictionary”) ήταν ο εξής: “Ένα πρόσωπο που απολαμβάνει να μαθαίνει τις λεπτομέρειες προγραμματισμού των συστημάτων και για το πώς να επεκτείνει τις ικανότητές τους, σε αντίθεση με τους περισσότερους από τους χρήστες που προτιμούν να μαθαίνουν μόνο το ελάχιστο αναγκαίο”. Σε έναν άλλον αρχικό ορισμό (στο RFC: 1392 “Internet Users’ Glossary”), ένας χάκερ ορίζεται ως, “Ένα άτομο που απολαμβάνει να έχει μια οικεία κατανόηση της εσωτερικής λειτουργίας ειδικότερα, ενός συστήματος, των ηλεκτρονικών υπολογιστών και των δικτύων υπολογιστών”. Και οι δυο αυτοί ορισμοί υπογραμμίζουν κάτι σημαντικό: η παραβίαση της ασφάλειας ενός τεχνικού συστήματος δεν είναι απαραίτητα ο πρωταρχικός στόχος.
Πράγματι, τα τελευταία 15 χρόνια, έχω δει αμέτρητους hacker-minded τύπους να έχουν αρχίσει μια μόχλευση σε ένα μείγμα από δεξιότητες πάνω σε τεχνικές και σε κοινωνική μηχανική, για να αναμορφώσουν τα δίκτυα εξουσίας. Μερικοί είναι σε αυτό για τη διασκέδαση. Κάποιοι βλέπουν κέρδος σε δολάρια. Ορισμένοι έχουν περισσότερο μια πιο ιδεολογική ατζέντα. Αλλά πάνω απ’ όλα, αυτό που είναι συναρπαστικό είναι το πόσο πολλοί άνθρωποι έχουν μάθει να παίζουν το παιχνίδι. Και σε ορισμένους κόσμους, αυτές οι δεξιότητες έρχονται και φωλιάζουν με απροσδόκητους τρόπους, ειδικά καθώς ομάδες επιδιώκουν να προκαλέσουν χάος ως μεσάζοντες πληροφοριών, σε μια προσπάθεια να χακάρουν την οικονομία ενδιαφέροντος (attention economy*).
*Σχετικά με τον όρο Attention Economy που τον μεταφράζουμε αποδίδοντάς τον ως Οικονομία του Ενδιαφέροντος. Ο ορισμός από την Wikipedia είναι: “Η Οικονομία Ενδιαφέροντος είναι μια προσέγγιση της διαχείρισης των πληροφοριών που αντιμετωπίζει την ανθρώπινη προσοχή, το ανθρώπινο ενδιαφέρον ως ένα σπάνιο αγαθό και εφαρμόζει την οικονομική θεωρία για την επίλυση διαφόρων προβλημάτων διαχείρισης πληροφοριών. Με απλά λόγια από τον Matthew Crawford, ‘Το ενδιαφέρον (δηλ. το να προσελκύσεις την προσοχή κάποιου) είναι ένας πόρος και ένα άτομο έχει τόσο πολύ από αυτόν’”.
Θα λέγαμε ότι είναι σαν τα views και τα likes που αποζητά κάποιος όταν ανεβάζει μια ανάρτηση στο facebook. Αποζητά να προσελκύσει την προσοχή όσων την δουν και να “κερδίσει” το ενδιαφέρον τους. Κάποιοι (ατομικά ή σε ομάδες) με τέτοιου είδους τακτικές προσπαθούν να επηρεάσουν την κοινή γνώμη, θέλουν να καταφέρουν να περάσουν μέσα από αυτές τις αναρτήσεις ότι πρεσβεύουν ή ότι τους πληρώνουν να προωθήσουν.
Όλα ξεκίνησαν με memes… (και πορνό…)
Το 2003, ένας 15χρονος που ονομάζεται Chris Poole ξεκίνησε μια ιστοσελίδα για εικόνες βασιζόμενος σε μια ιαπωνική τάση που ονομάζεται 4chan . Ο στόχος του δεν ήταν πολιτικός. Αντίθετα, όπως και πολλοί από τους έφηβους συνομηλίκους του, ήθελε απλά ένα μέρος για να μοιραστεί πορνογραφία και anime. Αλλά καθώς η δημοτικότητα του ιστότοπου αυξήθηκε, έπεσε πάνω σε ένα διαφορετικό πρόβλημα -δεν μπορούσε να διαχειριστεί την αυξανόμενη κυκλοφορία και ταυτόχρονα να αποθηκεύει όλο το περιεχόμενο. Έτσι αποφάσισε να διαγράφει το παλαιότερο περιεχόμενο καθώς έρχονταν το νεότερο. Οι χρήστες ήταν απογοητευμένοι που οι αγαπημένες τους εικόνες εξαφανίζονταν, έτσι τις ξανα-ανέβαζαν συχνά με ελαφρές τροποποιήσεις. Αυτό γέννησε ένα φαινόμενο που σήμερα είναι γνωστό ως “meme culture”. Τα lolcats είναι ένα παράδειγμα. Αυτά είναι εικόνες που εμφανίζουν γάτες με διάφορες λεζάντες σε μια συγκεκριμένη γραμματοσειρά και με μια συνεπή γραμματική απλά για την πλάκα και την διασκέδαση.
Εκείνοι που παρήγαγαν αυτές τις meme-like εικόνες γρήγορα συνειδητοποίησαν ότι αυτές μπορούσαν να εξαπλωθούν σαν πυρκαγιά, χάρη στους νέους τύπους των μέσων κοινωνικής δικτύωσης (όπως και σε παλαιότερα εργαλεία όπως το blogging). Οι άνθρωποι άρχισαν να παράγουν memes μόνο και μόνο για διασκέδαση. Αλλά για μια ομάδα hacker-minded εφήβους που γεννήθηκαν μια δεκαετία μετά από την δική μου, προέκυψε μια νέα πρακτική. Αντί να προσπαθούν να χακάρουν υποδομές ασφάλειας, θέλησαν να επιτεθούν στην αναδυόμενη οικονομία της απόσπασης ενδιαφέροντος. Ήθελαν να δείξουν ότι μπορούν να χειραγωγήσουν την αφήγηση στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, ακριβώς μόνο και μόνο για να δείξουν ότι μπορούσαν να το κάνουν. Αυτό συνέβη σε μια στιγμή που οι ιστότοποι των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είχαν εκτοξευθεί στα ύψη και έγιναν δημοφιλείς, το YouTube και τα blogs προκαλούσαν στα ίσα τα mainstream μέσα ενημέρωσης και οι γνώστες πίεζαν με την ιδέα ότι κάποιος θα μπορούσε να ελέγξει την αφήγηση με το να έχει το δικό του κανάλι ενημέρωσης. Κόλαση, ο “You )” (ο Εσύ) ήταν το πρόσωπο της χρονιάς στο περιοδικό TIME για το έτος 2006.
(Μτφ. το κείμενο στο εξώφυλλο του TIME: ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ / Εσύ. / Ναι, εσύ. Εσύ ελέγχεις την Εποχή της Πληροφορίας. Καλωσόρισες στον δικό σου κόσμο.)
Ακολουθώντας μια χιουμοριστική προσέγγιση, αναδύθηκαν εκστρατείες μέσα στο 4chan για να “hack” τα mainstream μέσα ενημέρωσης. Για παράδειγμα, πολλοί μέσα στο 4chan θεώρησαν ότι οι πολυδιαδεδομένες ανησυχίες για την παιδεραστία ήταν υπερβολικές και πολύ προς εντυπωσιασμό. Αποφάσισαν να βάλουν στον στόχο τους την Oprah Winfrey, για την οποία, θεώρησαν ότι ενισχύει τέτοιου είδους διασπορά φόβου. Τρολλάροντάς την online ιστοσελίδα ανταλλαγής μηνυμάτων της, την έκαναν να μιλήσει ζωντανά στην τηλεόραση για το πώς “πάνω από 9.000 πέη” βιάζουν παιδιά. Ενισχυμένοι από αυτή την επιτυχία τους, δημιούργησαν μια ευρύτερη εκστρατεία γύρω από έναν ψεύτικο χαρακτήρα γνωστό ως Pedobear. Σε μια διαφορετική καμπάνια, οι 4chan /b/’s (γνωστοί και ως “/b/tards”) επικεντρώθηκαν σε ένα παιχνίδι με την λίστα του TIME με τους 100 “the world’s most influential people” (πιο σημαντικούς ανθρώπους στον κόσμο) με να τοποθετήσουν έτσι τα ονόματα των ατόμων που αναφέρονταν εκεί, έτσι ώστε τα πρώτα γράμματα, των ονομάτων με κάθετη ανάγνωση, να συντάσσουν την πρόταση “Marblecake also the game”, η οποία φράση ήταν ένα γνωστό αστείο σε αυτήν την κοινότητα. Πολλές άλλες εκστρατείες προέκυψαν για το τρολλάρισμα των μεγάλων μέσων μαζικής ενημέρωσης και άλλων ηγετών του πολιτισμού. Και ειλικρινά, ήταν δύσκολο να μην γελάσει κάποιος όταν όλοι άρχισαν να ξύνουν τα κεφάλια τους προσπαθώντας να καταλάβουν σχετικά με το γιατί το τραγούδι του Rick Astley, του 1987, το “Never Gonna Give You Up” έγινε ξαφνικά και πάλι διάσημο .
Με τη συμμετοχή τους σε αυτές τις εκστρατείες, οι συμμετέχοντες έμαθαν για το πώς να διαμορφώνουν τις πληροφορίες μέσα σε ένα δικτυωμένο οικοσύστημα. Έμαθαν πώς να σχεδιάζουν τις πληροφορίες ώστε αυτές να μπορούν να εξαπλωθούν σε όλα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης
Έμαθαν επίσης για το πώς να “παίζουν” το παιχνίδι των μέσων κοινωνικής δικτύωσης (social media), να πειράζουν τους αλγόριθμους τους και να προκαλούν χάος με τη διάρθρωση των παλαιών και νέων επιχειρήσεων στα μέσα ενημέρωσης. Και δεν ήταν οι μόνοι. Είδα έφηβους να βάζουν επώνυμες μάρκες και Buzzfeed συνδέσμους στις αναρτήσεις τους στο Facebook για να αυξήσουν την πιθανότητα οι φίλοι τους να δουν αυτές τους τις αναρτήσεις στο News Feed τους. Σύμβουλοι που ξεκίνησαν να εργάζονται για εταιρείες, να παράγουν ελκυστικό περιεχόμενο που θα μπορούσε να προσελκύσει ενδιαφέρον και κλικς. Οπαδοί του Justin Bieber έτρεχαν την μια εκστρατεία μετά την άλλη, απανωτά, για διατηρήσουν τον Bieber ψηλά στην λίστα του Twitter με τα πιο Trending Topics. Και η ομάδα ακτιβιστών Invisible Children χρησιμοποίησαν την γνώση τους πάνω στο πώς δουλεύουν τα social media για να δομήσουν την εκστρατεία #Kony2012 . Όλα αυτά θεωρήθηκαν ως νόμιμο “μάρκετινγκ των κοινωνικών μέσων δικτύωσης” (social media marketing), γεγονός που καθιστά δύσκολο το να ανιχνευθεί το που βρίσκονται τα όρια μεταξύ εκείνων που έκαναν hacking για διασκέδαση και εκείνων που έκαναν hacking με σκοπό το κέρδος ή για άλλους “σοβαρούς” σκοπούς.
Οι εκστρατείες για να επιτευχθεί η διαμόρφωση του τι θα μπορούσε να δει το κοινό, δεν ήταν κάτι καινούργιο, αλλά τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δημιούργησαν νέους δρόμους για τους ανθρώπους και τις οργανώσεις στο να φέρουν τις πληροφορίες στο ευρύ κοινό. Οι μαρκετίστες το ονόμασαν ως το μέλλον του μάρκετινγκ. Οι ακτιβιστές είπαν γι’ αυτό ότι είναι το επόμενο μέτωπο για τον ακτιβισμό. Οι πολιτικοί σύμβουλοι μίλησαν γι’ αυτό ως το μέλλον των πολιτικών εκστρατειών. Και μια νέα μορφή προπαγάνδας προέκυψε.
Η πολιτική πλευρά στο lulz
Στο βιβλίο της για το φαινόμενο των Anonymous – “Hacker, Hoaxer, Whistleblower, Spy: The Many Faces of Anonymous ” (Χάκερ, Χόαξερ, Πληροφοριοδότης, Κατάσκοπος: Τα Πολλά Πρόσωπα των Anonymous [pdf αρχείο, 465 σελίδες στα αγγλικά]) – η Gabriella Coleman περιγράφει την αλληλεπίδραση μεταξύ των διαφόρων δικτύων των ανθρώπων που παίζουν παρόμοια hacker-esque παιχνίδια για διαφορετικά κίνητρα. Η ίδια περιγράφει την χαζή φύση εκείνων των “Anons” που δημιούργησαν μια εκστρατεία για να εκθέσουν την Σαϊεντολογία, που πολλοί πίστευαν ότι είναι μια θρησκεία φάρσα με πολύ μεγάλη δύναμη και πολιτική επιρροή. Αλλά τονίζει επίσης το πώς τα θέματα έγιναν πιο πολιτικά και σοβαρά, όπως η ανάδυση του WikiLeaks, με τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου να έχουν αρχίσει να κυνηγούν τους χάκερ και με την έναρξη της Arab Spring (Αραβικής Άνοιξης).
Οι Anonymous γεννήθηκαν από το 4chan, αλλά λόγω του ότι αναδύονταν ιδεολογικές ατζέντες από πολλούς Anons, τα πρότυπα και οι τακτικές άρχισαν να μετακινούνται. Μερικοί τύποι ήταν σε όλο αυτό για την διασκέδαση και τα παιχνίδια, αλλά το “lulz” άρχισε να γίνεται όλο και πιο σκοτεινό και εκείνοι που επιδιώκουν την επαγρύπνηση της δικαιοσύνης άρχισαν να χρησιμοποιούν τεχνικές όπως το “doxing για να εκθέσουν ανθρώπους που θεωρούνταν άξιοι τιμωρίας. Οι στόχοι άλλαξαν με την πάροδο του χρόνου, προβάλλοντας τις αποκλίνουσες πολιτικές ατζέντες που υπήρχαν πλέον στο παιχνίδι.
Ίσως η πιο αξιοσημείωτη στροφή που έγινε ήταν αυτή που ενέπλεκε το “#GamerGate”, όταν τα ζητήματα του σεξισμού στον κλάδο των παιχνιδιών εμφανίστηκαν σε μια εκστρατεία παρενόχλησης που απευθύνονται σε μια ομάδα γυναικών. Το doxing άρχισε να χρησιμοποιείται για την ενεργοποίηση του “swatting ” – στην οποία ψευδείς αναφορές επικαλούνται από τους δράστες για να οδηγήσουν τις ομάδες SWAT να επιτεθούν σε σπίτια των στόχους τους. Οι στρατηγικές και οι τακτικές που είχαν χρησιμοποιηθεί για να επιτρέψουν τις αποκεντρωμένες αλλά συντονισμένες εκστρατείες, τώρα χρησιμοποιούνταν από εκείνους που επιθυμούν να χρησιμοποιούν τα εργαλεία των μέσων ενημέρωσης και της απόσπασης ενδιαφέροντος για να κάνουν σοβαρή ζημιά φήμης, ζημιά ψυχολογική, οικονομική και κοινωνική στους στόχους τους. Αν και το 4chan ήταν από καιρό ένα “όλα επιτρέπονται” περιβάλλον (με αξιοσημείωτες εξαιρέσεις), το #GamerGate έγινε ταμπού εκεί γιατί παραβίασε κατά πολύ τις γραμμές.
Καθώς εκτυλίχθηκε το #GamerGate, οι ακτιβιστές για τα δικαιώματα των ανδρών άρχισαν να χρησιμοποιούν την κατάσταση για να προωθήσουν μια μακροχρόνια πολιτική ατζέντα για την αντιμετώπιση της φεμινιστικής ιδεολογίας, πιέζοντας για το #GamerGate ώστε να πλαισιωθεί αυτό ως ένα σοβαρό πεδίο συζήτηση/αντιμαχίας, αντί του να θεωρηθεί αυτό ως μια εκστρατεία μίσους και παρενόχλησης. Κατά κάποιο τρόπο, η προκύπτουσα εκστρατεία στα μέσα ενημέρωσης ήταν αρκετά επιτυχής: μεγάλα συνέδρια και δημοσιογραφικές επιχειρήσεις αισθάνθηκαν την ανάγκη να “ακούσουν και τις δύο πλευρές” καθώς από εκεί υπήρξε μια συζήτηση/αντιμαχία σε εξέλιξη. Βλέποντας αυτό, δεν θα μπορούσα να μην σκεφτώ το έργο του Frank Luntz ), ενός εξαιρετικά αποτελεσματικού συντηρητικού πολιτικού συμβούλου γνωστού για την επανασχεδίαση ζητημάτων χρησιμοποιώντας πολιτικοποιημένη γλώσσα. (“Ένας Αμερικανός πολιτικός σύμβουλος, δημο(σ)κόπος και ‘γκουρού της κοινής γνώμης’, πιο γνωστός για την ανάπτυξη σημείων αναφοράς και άλλων μηνυμάτων για την υποστήριξη διάφορων Ρεπουμπλικανικών θέσεων/σκοπών”).
Καθώς το doxing και το swatting έχουν γίνει πλέον ένα πιο σύνηθες φαινόμενο, ένα άλλο είδος παρενόχλησης άρχισε να αναδύεται μαζικά: το gaslighting . Ο όρος αυτός αναφέρεται σε μια ταινία του 1944 με την Ingrid Bergman που ονομάζεται “Gas Light ” (η οποία βασίστηκε σε έργο του 1938). Η ταινία απεικονίζει την ψυχολογική κακοποίηση σε ένα τοπικό πλαίσιο βίας, όπου το θύμα αρχίζει να αμφιβάλλει για την πραγματικότητα γύρω του λόγω των διαφόρων δράσεων του θύτη. Είναι μια μορφή ψυχολογικού πολέμου που μπορεί να λειτουργήσει παρά πολύ καλά σε ένα οικοσύστημα πληροφοριών, ειδικά σε εκείνο το οικοσύστημα όπου είναι δυνατό να παρουσιάζονται πληροφορίες με έναν κατανεμημένο τρόπο ώστε να είναι πολύ ασαφές το τι είναι νόμιμο, το τι είναι ψεύτικο και το τι είναι προπαγάνδα . Το πιο σημαντικό, όπως πολλά αυταρχικά καθεστώτα ήδη γνωρίζουν, αυτή η τακτική είναι καταπληκτική για την σπορά αμφιβολιών στο κοινό σχετικά με τους θεσμούς και τους διαμεσολαβητές πληροφοριών.
Ο εκδημοκρατισμός της χειραγώγησης
Κατά τις πρώτες ημέρες του blogging, πολλοί από τους συναδέλφους μου bloggers φαντάστηκαν ότι η πρακτική μας θα μπορούσε να διαταράξει τα mainstream μέσα ενημέρωσης. Για πολλούς προοδευτικούς ακτιβιστές, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης θα μπορούσε να είναι ένα εργαλείο που θα μπορούσε να παρακάμψει την θεσμοθετημένη λογοκρισία και να καταστήσει δυνατή μια πληθώρα διαφορετικών φωνών που θα μπορούσαν να μιλήσουν και να εκφράσουν τη γνώμη τους. Οι civic minded μελετητές ήταν ενθουσιασμένοι από τους “smart mobs” (έξυπνους όχλους) που αξιοποίησαν τις νέες πλατφόρμες επικοινωνίας για το συντονισμό με αποκεντρωμένο τρόπο για να πουν την αλήθεια για την εξουσία. Η Αραβική Άνοιξη. Το Occupy Wall Street. Το Black Lives Matter. Αυτές οι προοδευτικές ενέργειες είναι μια “απόδειξη” ότι οι κοινωνικές τεχνολογίες θα μπορούσαν να κάνουν δυνατή μια νέα μορφή πολιτικής ζωής.
Πέρασα 15 χρόνια στο να παρακολουθώ τους έφηβους να παίζουν παιχνίδια με τα ισχυρά εργαλεία των μέσων ενημέρωσης και να προσπαθούν να επιτύχουν τον έλεγχο πάνω στο δικό τους οικοσύστημα. Ασχολήθηκαν πειράζοντας αλγόριθμους, με συντονισμένες εκστρατείες πληροφόρησης και με προσπάθειες αντίστασης ενάντια στον περιορισμό της ομιλίας τους. Όπως οι Κινέζοι ακτιβιστές, έμαθαν να κρύβουν τα ίχνη τους, όταν κάτι τέτοιο ήταν προς όφελός τους για να το πράξουν. Κωδικοποίησαν τις ιδέες τους, έτσι ώστε η πρόσβαση στο περιεχόμενο να μην σημαίνει απαραίτητα και πρόσβαση στο νόημα .
Φυσικά, δεν ήταν μόνο οι προοδευτικοί ακτιβιστές και οι έφηβοι που μάθαιναν πώς να προκαλέσουν χάος στο οικοσύστημα των μέσων ενημέρωσης που προέκυψαν από την ανάδυση των social media. Έχουμε δει επίσης και το πολιτικό κατεστημένο, τις υπηρεσίες της επιβολής του νόμου, τους εμπόρους/μαρκετίστες και τις ομάδες μίσους να έχουν χτίσει και αυτοί τις ικανότητες τους στον χειρισμό του τοπίου των μέσων ενημέρωσης. Πολύ λίγο από αυτό που συμβαίνει είναι πραγματικά παράνομο, αλλά δεν υπάρχει ευρεία συμφωνία σχετικά με το ποιες από αυτές τις πρακτικές είναι κοινωνικά και ηθικά αποδεκτές και ποιες όχι.
Οι τεχνικές που εκτυλίσσονται είναι δύσκολο να τις διαχειριστεί κάποιος και να τις καταπολεμήσει. Μερικές από αυτές μοιάζουν με παρενόχληση, προτρέποντας τους ανθρώπους στην αυτο-λογοκρισία λόγω του φόβου. Άλλες μοιάζουν με “ψευδείς ειδήσεις” (fake news), προβάλλοντας ακαταστασία γύρω από την προκατάληψη, την παραπληροφόρηση, την αποπληροφόρηση και την προπαγάνδα. Υπάρχει ρητορική μίσους που είναι σαφής, αλλά υπάρχει επίσης προκλητικό περιεχόμενο που ωθεί τους ανθρώπους να πλαισιώνουν τον κόσμο γύρω τους με συγκεκριμένους τρόπους. Οι dog whistle* πολιτικές έχουν αναδειχθεί σε μια νέα μορφή κωδικοποιημένου περιεχομένου, όπου θα πρέπει να είναι κάποιος γνώστης για να καταλάβει το τι συμβαίνει. Οι εταιρείες που χτίζουν εργαλεία για να βοηθήσουν τους ανθρώπους να επικοινωνούν μεταξύ τους, καταλήγουν να δυσκολεύονται πολύ στο να βρουν τρόπους για να καταπολεμήσουν την χρήση των εργαλείων τους από τα δίκτυα που επιδιώκουν να σπρώξουν στα άκρα τις πολιτικές για το περιεχόμενο και την νομιμότητα. Τα θεσμικά όργανα και τα νομικά μέσα που έχουν σχεδιαστεί για να σταματούν την κατάχρηση, βρέθηκαν σε μια θέση όπου δεν έχουν τον απαραίτητο εξοπλισμό για να λειτουργήσουν υπό το φως της δικτυωμένης δυναμικής.
*Έτσι χαρακτηρίζονται οι καλά κρυμμένες αλλά καθόλα υπαρκτές λειτουργίες. Μια σφυρίχτρα για σκύλους δεν ακούγεται από ανθρώπους, μοιάζει σαν να μην παράγει καθόλου ήχο, παρόλα αυτά όμως οι σκύλοι την ακούν πεντακάθαρα και ανταποκρίνονται.
Το διαδίκτυο έχει χρησιμοποιηθεί εδώ και καιρό για gaslighting και τα trolls έχουν από καιρό στοχευμένους αντιπάλους. Αυτό που έχει αλλάξει πρόσφατα είναι η κλίμακα της λειτουργίας, ο συντονισμός των επιθέσεων και η στρατηγική ατζέντα ορισμένων από τους παίκτες.
Για πολλούς που μαθαίνουν τις τεχνικές αυτές, δεν είναι πλέον απλά για διασκέδαση, ούτε καν για το lulz. Έχουν γίνει πλέον για την απόκτηση δύναμης/θέσης ισχύος
Μια νέα μορφή χειραγώγησης πληροφοριών εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας. Είναι πολιτική. Είναι παγκόσμια. Και είναι λαϊκίστικη στη φύση της. Τα μέσα ειδήσεων παίζονται ως ένα βιολί, ενώ αποκεντρωμένα δίκτυα ανθρώπων αξιοποιώντας τα συνεχώς εξελισσόμενα διαδικτυακά εργαλεία γύρω τους, χακάρουν την οικονομία της απόσπασης του ενδιαφέροντος.
Εύχομαι μόνο να μπορούσα να ξέρω το τι θα συμβεί στη συνέχεια.
Πηγή άρθρου: danah boyd “Hacking the Attention Economy ”https://points.datasociety.net
Χακάροντας την Οικονομία του Ενδιαφέροντος: χειραγώγηση πληροφοριών και απόσπαση ενδιαφέροντος
Κοινοποιήστε: