«Κέντρο της κοινωνίας, όπως και κέντρο της ιστορίας,
είναι το ριζικό φαντασιακό της ανθρωπότητας
που αυτοανελίσσεται και αυτοαναπτύσσεται»[1]
Για τον Καστοριάδη, η φαντασία είναι το χαρακτηριστικό το οποίο διαφοροποιεί τον άνθρωπο από τα υπόλοιπα ζώα. Ο άνθρωπος δομεί και δομείται όχι βάσει φυσικών σημασιών, δηλαδή των ενστίκτων (όπως συμβαίνει με τα υπόλοιπα ζώα) αλλά βάσει φαντασιακών σημασιών. Το «περιβάλλον» το οποίο δομεί (και δομείται και ο ίδιος σε αυτό) «λειτουργεί» με τρόπο που ικανοποιεί τις ζωτικές του ανάγκες, οι οποίες δεν είναι μόνο οι ενστικτώδεις ανάγκες (τροφή, αναπαραγωγή, μηχανισμοί άμυνας), αλλά κυρίως φαντασιακές δημιουργίες (έρωτας, δόξα, πλούτος, εξουσία).
Στην φαντασία οφείλεται η δημιουργία του πολιτισμού, όπως είναι η τέχνη, η φιλοσοφία και η επιστήμη, εκφάνσεις της πνευματικής φαντασιακής ιδιότητας του ανθρώπου, αλλά και της κοινωνίας, καθώς μέσω των θεσμών που είναι φαντασιακά αντικείμενα, οι κοινωνίες συντηρούνται και δι’ αυτών πορεύονται και αλλάζουν. Δεν μπορούμε να αφεθούμε πλήρως στην φαντασία μας, καθώς «δεν θα είχαμε επιβιώσει ως είδος»[2]. Με την δημιουργία των κοινωνιών των θεσμών η φαντασία «οριοθετήθηκε», αλλά και καταστάλθηκε.
Η φαντασία, λοιπόν στη σκέψη του Καστοριάδη, συλλαμβάνεται ως μια πρωτογενής δύναμη με κύρια χαρακτηριστικά τον απεριόριστο εγωισμό και τον ναρκισσισμό και έκφανσή της, τη δημιουργία.
Ριζικό και κοινωνικό φαντασιακό
Ο Καστοριάδης συλλαμβάνει την φύση του ανθρώπου με βάση την ικανότητα του να δημιουργεί. Αυτή την ικανότητα του για δημιουργία και αυτοδημιουργία την αναγάγει στην φαντασία και στο φαντασιακό. Δημιουργία νέων μορφών, ανάδυση του καινούριου, μέσω και δια μέσω του ήδη υπάρχοντος. Το ριζικό φαντασιακό ως άτομο είναι ψυχή αλλά και κοινωνία. Υπάρχει μόνο εντός και δια της κοινωνίας, κάνοντας έτσι λόγο μόνο για κοινωνικό άτομο. Έτσι ο Καστοριάδης, εισάγει μια οντολογία του ανθρώπου με βάση την φαντασία και το φαντασιακό, το ριζικό και το κοινωνικό.
Το ριζικό φαντασιακό καθορίζεται από την κοινωνία, καθώς στην κοινωνικό-ιστορική δημιουργία συναντώνται έννοιες όπως θεσμοί, ήθη, έθιμα που δεν είναι δοσμένες από έναν εξωγενή παράγοντα αλλά αποτελούν την κοινωνικό-ιστορική εξέλιξη της ανθρωπότητας. Το άτομο κοινωνικοποιείται στο βαθμό που εσωτερικεύει τους θεσμούς της κοινωνίας, που αποτελεί δομικό της στοιχείο (εκκοινωνισμός της ψυχής). Η φαντασία του καθορίζεται από ένα φαντασιακό, δημιουργία της κοινωνικής θέσμισης, η οποία περιλαμβάνει κοινωνικές φαντασιακές σημασίες που καθορίζουν το φαντασιακό της κοινωνίας, δηλαδή το κοινωνικό φαντασιακό – η θεσμίζουσα κοινωνία. «το ριζικό φαντασιακό είναι ως κοινωνικο-ιστορικό και ως ψυχή/σώμα. Ως κοινωνικό – ιστορικό είναι ανοιχτός ποταμός του ανώνυμου συλλογικού· ως ψυχή/σώμα, είναι ρους παραστασιακός/αισθηματικός/προθεσιακός. Ότι μέσα το κοινωνικό ιστορικό είναι θέση, δημιουργία, οντοπραξία, το καλούμε κοινωνικό φαντασιακό με την πρώτη έννοια του όρου ή θεσμίζουσα κοινωνία. Ότι στην ψυχή/σώμα είναι γι’ αυτή θέση, δημιουργία, οντοπραξία, το καλούμε ριζική φαντασία»[3] .
Στη σκέψη του φιλοσόφου, το μάγμα σημασιών διαμορφώνει την ψύχη/σώμα του ατόμου, «Αυτός ο ιστός είναι αυτό που ονομάζω μάγμα των κοινωνικών φαντασιακών σημασιών, που φέρονται από την, και ενσαρκώνονται στην, θέσμιση της δεδομένης κοινωνίας και που όντως ειπείν της δίνουν ζωή»[4]. Αυτό το οποίο «δίνει» η κοινωνία στα «μέλη» της –θεσμοί, θεός, κράτος, έθνος κτλ- και που διαμορφώνει τον ψυχικό κόσμο του ατόμου, αλλά και το άτομο δύναται να αλλοιώσει το μάγμα των κοινωνικών σημασιών.
Το μάγμα σημασιών[5] δομείται και αναδομείται συνεχώς με διαφορετική ένταση και αυτή η αλλοίωση είναι εξαιρετικά σπάνια. Όπως προαναφέρθηκε, η φαντασία «περιορίζεται» αλλά και «καταπνίγεται» από το μάγμα των κοινωνικών σημασιών. Η αλλοίωση του θα επιτευχθεί με την απελευθέρωση της ριζικής φαντασίας της ψυχής από την επίδραση του μάγματος σημασιών. Αυτή η πράξη αποτελεί μια διαυγασμένη δραστηριότητα, μια αναστοχαστική λειτουργία του ατόμου και της κοινωνίας, εν τέλει και την αυτογνωσία τους.[6]Ο ίδιος ο Καστοριάδης «αναζήτησε» αυτή την αυτογνωσία σε συλλογικές δραστηριότητες που δύνανται να δημιουργήσουν έναν διαφορετικό τύπο κοινωνίας και έναν διαφορετικό τύπο ανθρώπου μια αυτόνομη ψυχική μονάδα εντός και δια μιας αυτόνομης/αυτοθεσμισμένης κοινωνίας. Στη σκέψη του τέτοιες μορφές ατομικής και συλλογικής διαυγασμένης δραστηριότητας είναι η ψυχανάλυση, η δημοκρατία και η φιλοσοφία .
Δημιουργία
Για τον Καστοριάδη η δημιουργία ανάγεται στο Χάος, στην Άβυσσο, το Απύθμενο (το Χάος, η Άβυσσος και το Απύθμενο είναι τα συστατικά του είναι, είναι το είναι ). Τη φιλοσοφική διάσταση του Χάους την συναντά για πρώτη φορά στην «Θεογονία» του Ησίοδου και αργότερα στον «Τιμαίο» του Πλάτωνα[7].
Για τον Καστοριάδη χάος είναι η δημιουργία εκ του μηδενός (ex nihilo) και δεν συμβαίνει εν τω μηδενί (in nihilo) ούτε με το μηδέν (cum nihilo). Το ριζικά καινούργιο, η ανάδυση νέας μορφής συντελείται σε ένα ήδη καθορισμένο περιβάλλον, χρησιμοποιεί στοιχεία που υπάρχουν ήδη αλλά αυτή η νέα μορφή είναι εκ του μηδενός δημιουργία. Ο ίδιος γράφει «Και ονομάζω χάος ή άβυσσο αυτόν τον βασικό προσδιορισμό του είναι, που είναι, από την μια μεριά, το ανεξάντλητο του είναι και, από την άλλη η ικανότητα δημιουργίας »[8].
Το Χάος λοιπόν είναι το είναι αλλά ταυτόχρονα είναι και κόσμος, αλλά «ο κόσμος της ζωής είναι ο κόσμος του νοήματος»[9] και εισερχόμαστε στην εσώτερη «ζωή», στην ψυχή. Το νόημα που δημιουργεί κάθε έμβιο όν είναι λειτουργικό, μια αλληλουχία με λειτουργικό νόημα που τείνει συνεχώς σε έναν σκοπό π.χ. την αυτοσυντήρηση. Στην ψυχή εξακολουθεί να υφίσταται το νόημα αλλά παύει να είναι λειτουργικό, καθώς η διαφορά έγκειται στο ότι στην ζωή αν υπάρχει νόημα υπάρχει και ταύτιση νοήματος σκοπού, ενώ στην ψυχή δεν υφίσταται η ταύτιση αυτή καθώς για την ψυχή νόημα έχει το φαντασιακό, δηλαδή οι κοινωνικές φαντασιακές σημασίες που ενσταλάζονται στην ψυχή του ατόμου, οι οποίες δημιουργούν και δημιουργούνται εντός και δια αυτής. «Η ανθρωπότητα αναδημιουργεί αυτό από το οποίο αναδύεται. Χάος ψυχικό. Απύθμενο της ριζικής φαντασίας της ψυχής. Άβυσσος κοινωνική»[10].
Η δημιουργία, σύμφωνα με τον ίδιο, ανάγεται και στον χρόνο. Στον ποιητικό-φαντασιακό χρόνο όπως τον ονομάζει και όχι στον συνολιστικό-ταυτιστικό χρόνο. Διακρίνει αρχικά δυο είδη πολλαπλότητας που εκδηλώνονται είτε ως διαφορά είτε ως ετερότητα-δημιουργία. [11] Η πολλαπλότητα ως διαφορά, χαρακτηρίζεται από επανάληψη και καθορισμό, αυτό που ο Καστοριάδης ονομάζει συνολιστικό-ταυτιστικό. Ως ετερότητα, η πολλαπλότητα χαρακτηρίζεται από δημιουργία, ανάδυση νέων μορφών – ειδών, ενταγμένη στα πλαίσια αυτού που ονομάζει ποιητικό-φαντασιακό[12].
Κατ’ αυτό τον τρόπο διακρίνει και δύο είδη χρόνου, τον συνολιστικό-ταυτιστικό χρόνο, ο οποίος αποτελεί καθορισμό, και τον ποιητικό-φαντασιακό χρόνο, πηγή της δημιουργίας και καταστροφής. «ο Χρόνος δεν είναι τίποτε – ή είναι δημιουργία»[13]. Κάθε άτομο βιώνει τον χρόνο διαφορετικά, και ποιοτικά και εντατά. Ο χρόνος αποτελεί συστατικό του είναι καθώς τοείναι, σύμφωνα με την καστοριαδική σκέψη, είναι δημιουργία και αλλοίωση. «Ως ανάδυση ετερότητας, το είναι αποτελεί δημιουργία του εαυτού του, και δημιουργία του χρόνου ως ετερότητας και του είναι […] Ο χρόνος είναι το είναι εφόσον αποτελεί ετερότητα, δημιουργία, καταστροφή»[14].
Ο χρόνος αποκτά οντολογικό χαρακτήρα, άρρηκτα συνδεδεμένος με την ριζική φαντασία της ψυχής[15], αλλά και με το θεσμίζον κοινωνικό φαντασιακό. Η σκέψη του Καστοριάδη απλώνεται στο κοινωνικό φαντασιακό, δηλαδή στην σχέση ατόμου χρόνου, αλλά και κοινωνίας χρόνου. Το άτομο κατά την διαδικασία του εκκοινωνισμού, εσωτερικεύει τον θεσμισμένο από την κοινωνία χρόνο[16]. Το άτομο βιώνει τον κοινωνικό (συνολιστικό-ταυτιστικό) χρόνο, αλλά υπάρχει και ο φαντασιακός κοινωνικός χρόνος, «χρόνος της σημασίας»[17], ο οποίος, δημιουργία της κοινωνίας, δημιουργεί και δημιουργείται εντός και δι’ εαυτής. Η δημιουργία του φαντασιακού χρόνου απαιτεί διαύγαση καθ’ αυτήν και δι’ αυτήν, η συγκρότηση του οποίου πραγματοποιείται δια της κοινωνίας (των φαντασιακών κοινωνικών σημασιών-ο χρόνος είναι συνυπόστατος με τις κοινωνικές φαντασιακές σημασίες) αναφερόμενος στο κείμενο του Θουκυδίδη, για την διαφορά βίωσης του χρόνου, των κοινωνιών της αρχαίας Αθήνας και της αρχαίας Σπάρτης[18].
Ο πραγματικός χρόνος είναι πηγή του είναι, είναι πηγή ετερότητας και αλλοίωσης, πηγή του ριζικά νέου μέσα στον παραστασιακό ρου της ψυχής και της κοινωνίας, και μόνο ως τέτοιος πρέπει να λογίζεται, «ως έκρηξη, επιτολή της δημιουργίας»[19].
Ο χρόνος ως διάσταση του ριζικού φαντασιακού, αποτελεί επιτολή νέων μορφών-ειδών, στο ιστορικο-κοινωνικό πλαίσιο, αποτελώντας την ετερότητα και την αλλοιωσή τους «και πρωταρχικά και πυρηνικά-δεν είναι παρά μόνο αυτό»[20].
Η κοινωνία αποτελεί και η ίδια την «θέσμιση» μιας υπόρρητης χρονικότητας «την οποία κάνει να είναι όντας η ίδια, και η οποία, όντας την κάνει να είναι»[21], «απαιτώντας» μια ρητή θέσμιση του χρόνου, μια βαθύτερη σχέση ταυτιστικού και φαντασιακού-σημασιακού χρόνου, η οποία είναι αναπόφευκτη.
[1] Καστοριάδης, Κορνήλιος, Οι ομιλίες στην Ελλάδα, σελ 47
[2] Καστοριάδης, Κορνήλιος, Είμαστε υπεύθυνοι για την ιστορία μας, σελ 65
[3] Καστοριάδης, Κορνήλιος, Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας, σελ 512
[4] Καστοριάδης, Κορνήλιος, Χώροι του ανθρώπου, σελ 117
[5] « Μάγμα είναι αυτό από το οποίο μπορούμε να εξάγουμε (ή: μέσα στο οποίο μπορούμε να κατασκευάσουμε) συνολιστικές οργανώσεις απροσδιόριστου αριθμού, αλλά που δεν μπορεί να ανασυγκροτηθεί (ιδεατά) με συνολιστική (πεπερασμένη ή άπειρη) σύνθεση αυτών των οργανώσεων», Καστοριάδης, Κορνήλιος, Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας, σελ 479
[6] « Μόνο στο μέτρο που η ριζική φαντασία της ψυχής , του συγκεκριμένου ανθρώπινου όντος κατορθώνει να διαπηδήσει ανάμεσα από τα διαδοχικά στρώματα των κοινωνικών θωρακισμών που συνιστούν το άτομο, μόνο σ’ αυτό το μέτρο μπορεί να υπάρχει κατ’ επιστροφή δράση του συγκεκριμένου ανθρώπινου ατόμου πάνω στην κοινωνία. Και φυσικά μια τέτοια δράση είναι σπανιότατη και ούτως ή άλλως ανεπαίσθητη σχεδόν σ’ όλες τις κοινωνίες διότι σχεδόν σε όλες τις κοινωνίες κυριαρχεί η ετερονομία», Καστοριάδης, Κορνήλιος, Οι ομιλίες στην Ελλάδα, σελ 49
[7] Βλ Χώροι του ανθρώπου, σελ 111-112,Η ελληνική ιδιαιτερότητα, σελ 260-262 , Ανθρωπολογία, πολιτική, φιλοσοφία, σελ 109, Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας, σελ 292
[8] Καστοριάδης ,Κορνήλιος, Ανθρωπολογία, πολιτική, φιλοσοφία, σελ 124
[9] Καστοριάδης ,Κορνήλιος, Ανθρωπολογία, πολιτική, φιλοσοφία, σελ 125
[10] Καστοριάδης ,Κορνήλιος, Ανθρωπολογία, πολιτική, φιλοσοφία, σελ 127
[11] Καστοριάδης ,Κορνήλιος, Ο θρυμματισμένος κόσμος, σελ 216
[12] «η μεν συνδέεται πρωτίστως με τον (αφηρημένο) χώρο, ενώ η δε με τον (ποιητικό) χρόνο.» Βανταράκης, Ευάγγελος, Ο δημιουργός χρόνος, Νέα Εστία, τ 1722, σελ 651
[13] Καστοριάδης, Κορνήλιος, Χώροι του ανθρώπου, σελ 111
[14] Καστοριάδης, Κορνήλιος, Ο θρυμματισμένος κόσμος, σελ 241
[15] «Ο χρόνος ανήκει σε κάθε υποκείμενο – ή κάθε όν δι’ εαυτό. Αποτελεί μορφή της αυτό-εκτύλιξης κάθε όντος δι’ εαυτό. Το όν δι’ εαυτό (επί παραδείγματι, κάθε ζωντανό όν) είναι δημιουργία ενός εσωτερικού χώρου, δηλ ενός ίδιου κόσμου, κόσμου οργανωμένου εντός και δι’ ενός ίδιου χρόνου» Καστοριάδης ,Κορνήλιος, Ο θρυμματισμένος κόσμος, σελ 228-229, αλλά πρέπει να επισημανθεί ότι για τον Καστοριάδη, «ο αφηρημένος χώρος είναι το είναι, στο μέτρο που αυτό είναι καθοριστικότητα, ταυτότητα και διαφορά.» Καστοριάδης ,Κορνήλιος, Ο θρυμματισμένος κόσμος, σελ 241.
[16] «Η πραγματική πόλωση είναι μεταξύ ψυχής και κοινωνίας» Καστοριάδης, Κορνήλιος, Ο θρυμματισμένος κόσμος, σελ 229
[17] Καστοριάδης, Κορνήλιος, Ο θρυμματισμένος κόσμος, σελ 230
[18] Καστοριάδης, Κορνήλιος, Ο θρυμματισμένος κόσμος, σελ 231
[19] Καστοριάδης, Κορνήλιος, Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας, σελ 293
[20] Καστοριάδης, Κορνήλιος, Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας, σελ 282
[21] Καστοριάδης, Κορνήλιος, Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας, σελ 299
Κοινοποιήστε: