Ήρθαν τα “χθες” να διώξουν τ’ “αύριο”
Αντισταθείτε
στους ελεγκτές επίγειας κυκλοφορίας
τους επιστάτες των πρωινών κουδουνιών
πυροβολήστε
Ήρθαν οι τρυγητές του βασιλιά να κλέψουνε τα πάθη
Αρνηθείτε
κοπές σπαθιών
κάλυκες ωχρών πολέμων
Πολεμήστε
τους υδραυλικούς που εκτρέπουνε ποτάμια
και φράζουν τις εκβολές των σιντριβανιών με προσευχές
αυτούς που τεμαχίζουνε τον έρωτα σε κύβους ζάχαρης
σε άγευστα συμπληρώματα δυστυχίας
όσους φιμώνουν τον εσωτερικό τους δαίμονα κάνοντας ζάπινγκ
αριστεύοντες σε διαγωνισμούς αποστήθισης
δουλεύοντας – δουλεύοντας – δουλεύοντας
όσους στολίζουν τους μελλοντικούς τους τάφους
με επιχρυσωμένα ευφυολογήματα διάσημων ανδρών
όσους ψεκάζουν με ζωοκτόνες εμμονές
τις εύφορες κοιλάδες της ευτοπίας
όσους διασχίζουν ένα απόγευμα την Εγνατία έφιπποι κτυπώντας μαθητές
–άλογα επί αλόγων!–
όσους φυλακίζουν τη μελαγχολία σε στρατόπεδα εργασίας
με την επιγραφή «η νομαδικότητα απελευθερώνει»
όσους περιφρονούν τον έρωτα του Πυγμαλίωνα
πρωτοκολλώντας αιτήσεις στεγαστικών δανείων
και εκπτωτικά πακέτα κινητής αμηχανίας
Πολεμήστε
αυτούς που κτίζουν υπερμεγέθη μαυσωλεία
για να υμνήσουν την αρχιτεκτονική της «ανθρώπινης κλίμακας»
τους στρατηγούς που έγιναν πολεοδόμοι
και καμώνονται για τις “οικολογικές τους ευαισθησίες”
αυτούς που θησαυρίζουν σε πολύχρωμες χωματερές
κλέβοντας την τροφή των πουλιών
αυτούς που αποταμιεύουν μελλοντικές στιγμές
σε αποστειρωμένα γυμναστήρια
τους “εναλλακτικούς” που διακηρύσσουν την Εναλλαγή
μπας και έρθουνε στα πράγματα
τους λογιστάκους θυμοσοφιστές που αγαπούν την αλήθεια
που κρύβεται πάντα “κάπου στη μέση”’
τους επιδειξιομανείς του μεγάρου την κουλτούρας
που τρομάζουν μπροστά στο δαχτυλίδι των Νιμπελούνγκεν
αυτούς που η σκληρή δουλειά τους
θα αλλάξει τον κόσμο “λιθαράκι, λιθαράκι”
όσους περιφρονούν τα πάθη των λιονταριών
κραδαίνοντας στατιστικές
σβήνοντας την αχαλίνωτη δίψα τους
με άυλα δεδομένα
κάψτε ζωντανούς
τους δεσμοφύλακες με καλλιτεχνικές ανησυχίες
τους στιγματισμένους σκλάβους που έγιναν πρόεδροι των Ενωμένων Πολιτειών
τα τέκνα των φτωχών που γίνανε πραίτορες για ένα ξεροκόμματο
και τώρα πατούν περήφανοι των φτωχών το κεφάλι
(για να μη σηκώσουνε ποτέ κεφάλι)
τους φιλήσυχους πατριώτες που φαλτσάρουν μέσα στον ύπνο των νεκρών
που δε μπορούν πια να αναπαυθούν εν ειρήνη
αυτούς που οδηγούν οδοστρωτήρες πάνω από τα σπίτια των φτωχών
σαγηνεμένοι από τις φανταχτερές μακέτες του Βαρόνου Οσμάν
αυτούς που πιστεύουν πως ο κόσμος υπάρχει για να ταξινομηθεί
και λερώνουν τα χέρια τους με το αίμα της ζωής που μένει εκτός
μα συμμαχήστε
με αυτούς που λαξεύουν την πέτρα σιωπηλοί
ως που να αναδυθεί το σώμα της Αφροδίτης
με αυτούς που αντιστέκονται στο θάνατο
κτίζοντας τη φωλιά τους στα πιο απόκρημνα βράχια της Αλήθειας
με αυτές που πολεμούν σε άνυδρες στέπες με τα μωρά στην αγκαλιά
για τη λευτεριά ενός τόπου που στέρεψε το γάλα
με αυτούς που πρόθυμα τραβούν τη λόγχη τους
για την ελευθερία, την ισότητα και την αδελφοσύνη
(χωρίς ποτέ να ξεχνούνε τη δεύτερη)
με τα παιδιά των υψιπέδων της παπαρούνας
που κρέμονται τα ηλιοβασιλέματα στα κάγκελα του λιμανιού της Πάτρας
για να αγναντέψουν τα πλοία της ελευθερίας
με αυτούς που σκάβουν λαγούμια κάτω από τα χαρακώματα
για να βρουν τον έρωτα που τους στέρησε ο πόλεμος
με αυτούς που ονειρεύονται ακόμα ένα θάνατο στο τέλος της άνοιξης
ή μια κορφή με θέα
τη γη της επαγγελίας
Ο καιρός δεν παίρνει πια αναβολές
ήρθαν τα “χτες” να διώξουν τ’ “αύριο”.
Κοινοποιήστε: