Το Άλσος συνολικής έκτασης 473,11 στρεμμάτων, βρίσκεται εντός του λεκανοπεδίου και συνορεύει με τις περιοχές της Κυψέλης, της Νέας Φιλοθέης και του Γαλατσίου
Ανεκτίμητο θησαυρό και πολύτιμα φυσικά καταφύγια για την Αθήνα αποτελούν τα Τουρκοβούνια και το Αττικό ‘Αλσος, το οποίο εκτείνεται στη νότια πλευρά τους. Αποτελεί έναν από τους πλέον δημοφιλείς χώρους αναψυχής, δίνει ανάσα δροσιάς στην πόλη και φιλοξενεί πλούσια χλωρίδα και πανίδα. Παράλληλα, παρέχει μοναδική θέα καθώς από τις κορυφές του, μπορεί κανείς να απολαύσει πανοραμικές εικόνες που εκτείνονται από την Ακρόπολη έως το Σαρωνικό, δημιουργώντας έτσι μια μοναδική σύνδεση με την ιστορία και τη γεωγραφία της Αττικής.
Το Άλσος συνολικής έκτασης 473,11 στρεμμάτων, βρίσκεται εντός του λεκανοπεδίου και συνορεύει με τις περιοχές της Κυψέλης, της Νέας Φιλοθέης και του Γαλατσίου. Λειτουργεί σαν μια όαση ηρεμίας και πράσινου μέσα στην αστική ζούγκλα αλλά και ως χώρος πολιτιστικής δημιουργίας και αναψυχής, συμβάλλοντας στην ευαισθητοποίηση των πολιτών για την προστασία του περιβάλλοντος.
Η διαχείριση του από το 2010 ανατέθηκε στην Περιφέρεια Αττικής, η οποία φροντίζει για τη συντήρηση και την αναβάθμισή του, με σειρά μέτρων και πρωτοβουλιών που διασφαλίζουν την προστασία και την αειφορία του χώρου.
Ιδιαίτερη είναι η μέριμνα της για τη φροντίδα των φυτών και των δέντρων, ώστε να διατηρείται η βιοποικιλότητα και η φυσική ομορφιά του άλσους.
Επίσης, η Περιφέρεια αναπτύσσει και βελτιώνει τις υποδομές αναψυχής και πολιτισμού με τη δημιουργία και συντήρηση μονοπατιών για πεζοπορία και ποδηλασία, τη διαμόρφωση παιδότοπων και την εγκατάσταση εξοπλισμού για την άνεση των επισκεπτών. Το υπαίθριο θέατρο του άλσους φιλοξενεί πλήθος πολιτιστικών εκδηλώσεων, όπως θεατρικές παραστάσεις, συναυλίες, φεστιβάλ και άλλα δρώμενα που αναδεικνύουν τον πλούτο της ελληνικής καλλιτεχνικής παραγωγής. Οι εκδηλώσεις αυτές συμβάλλουν στην πολιτιστική ζωή της πόλης, προσφέροντας στους κατοίκους και τους επισκέπτες την ευκαιρία να απολαύσουν ποιοτικές καλλιτεχνικές παραγωγές μέσα σε ένα μαγευτικό φυσικό περιβάλλον.
Ακόμη μέσω εκπαιδευτικών προγραμμάτων και δράσεων, η Περιφέρεια προωθεί την ευαισθητοποίηση του κοινού για θέματα περιβαλλοντικής προστασίας. Με σεμινάρια, εργαστήρια και ξεναγήσεις που διοργανώνονται στο άλσος, δίνεται η δυνατότητα σε μικρούς και μεγάλους να μάθουν για τη σημασία της φύσης και της βιώσιμης ανάπτυξης.
Στο πλαίσιο αυτό, η Περιφέρεια συνεργάζεται με φορείς, οργανώσεις και εθελοντές για την υλοποίηση σχετικών δράσεων και προγραμμάτων καθώς η συμμετοχή της κοινότητας είναι καθοριστική, για την φροντίδα και την προστασία του χώρου.
Με αυτές τις δράσεις, η Περιφέρεια διασφαλίζει ότι το Αττικό ‘Αλσος παραμένει ένας ζωντανός και υγιής πνεύμονας πρασίνου
Μάλιστα ο περιφερειάρχης Νίκος Χαρδαλιάς, σε δηλώσεις του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ επισημαίνει ότι «Ο πολυδιάστατος χαρακτήρας των χώρων πρασίνου και η πολυεπίπεδη θετική επίδραση τους, στους κατοίκους των πόλεων αποτελεί παράγοντα και μέτρο αξιολόγησης του σχεδιασμού χωρικής ανάπτυξης και του επιπέδου ποιότητας ζωής μιας πόλης».
Με εξασφαλισμένο προϋπολογισμό ύψους 40 εκατ. o στόχος, μέσα στην επόμενη πενταετία, είναι η αναβάθμιση των μεγάλων αστικών και περιαστικών πάρκων της Αττικής αρμοδιότητας της Περιφέρειας.
«Στη βάση του ολιστικού περιφερειακού σχεδιασμού που έχουμε χαράξει», προσθέτει ο περιφερειάρχης, «τελικό έργο στον τομέα αυτό αποτελεί η ενοποίηση τους, μέσα από πράσινες διαδρομές – διαδρομές που θα έχουν ως τελικό προορισμό μια Πράσινη και Βιώσιμη Αττική».
Λίγα ιστορικά στοιχεία για τα Τουρκοβούνια, γνωστά και ως Λυκοβούνια, που αποτελούν έναν από τους πιο σημαντικούς λόφους της Αθήνας είναι ότι: Εκτείνονται σε μεγάλο μήκος στον άξονα Βορρά-Νότου και είναι η υψηλότερη έξαρση (338 μ) του Λεκανοπεδίου. Ο φυσικός αυτός χώρος εντός του οικιστικού ιστού συντελεί στη βελτίωση του μικροκλίματος, στη διατήρηση της φυσικής βλάστησης και της πανίδας και στη δυνατότητα των κατοίκων για αναψυχή.
Τα Τουρκοβούνια στα κείμενα των αρχαίων συγγραφέων, είχαν την ονομασία «Αγχεσμός». Ο Θουκυδίδης ονόμασε τον λόφο που «κόβει» στα δύο την Αττική, Βριλησσό. Ο χώρος στην αρχαιότητα συνδεόταν με το Θεό Δία και με την βασιλική βελανιδιά (Δρυς). Όπως αναφέρει ο Παυσανίας στα «Αττικά», ο τόπος αυτός ήταν αφιερωμένος και είχε στην κορυφή του ξόανο του θεού Δία: «Διός άγαλμα Αγχεσμίου», δηλαδή του θεού που ρύθμιζε τις καιρικές συνθήκες, καθώς από εκεί ο πατέρας των θεών έριχνε τις αστραπές και τις βροντές.
Κοινοποιήστε: