Λίγες μέρες πριν ο Θάνος Ασκητής μας μίλησε για το τι μπορεί να σκέφτεται μία ερωμένη για το σύντροφό της. Εδώ είναι η συνέχεια της ιστορίας.
Χαρακτηριστικό αυτής της συνάντησής μας είναι το ύφος που χρησιμοποιεί ως το τρίτο πρόσωπο ενός τριγώνου που φυσικά είναι η κορυφή του, με βάση τον γάμο του «άτακτου» αλλά και πολλά υποσχόμενου άνδρα που θα «έκλεινε την πόρτα» του γάμου πίσω του, αφήνοντας τη γυναίκα και τα δυο παιδιά τους…
Καταγράφοντας το υπόλοιπο της συνεδρίας μας, η μοιραία γυναίκα εξιστορεί περισσότερο τα της σχέσης της: «Δύο χρόνια, στη διάρκεια του δεσμού μας, συνειδητοποίησα ότι είχα μπει πλέον για τα καλά ως “τρίτο πρόσωπο” στην παράλληλη ζωή του γάμου του και αυτό άρχισε να μη μου αρκεί, καθώς ένιωθα ότι είχα την ανάγκη να επενδύσω συναισθηματικά σε εκείνον και να κάνω όνειρα για το μέλλον μας. Δεν αντιλαμβανόμουν τη δίνη που είχα μπει μέσα, καθώς λειτουργούσα παγιδευμένη σε μια διαδικασία σύγκρισης, διεκδίκησης και καβγάδων που γεννιόντουσαν μεταξύ μας, στην προσπάθειά μου να τον φέρω περισσότερο κοντά μου, αισθανόμενη ότι κι εκείνος ετοίμαζε τη βαλίτσα του για να έρθει να μείνει μαζί μου.
Καταλαβαίνοντας, όμως, ότι ο χρόνος κύλαγε χωρίς ουσιαστικά να οδηγεί πουθενά, εκτός από τις δικαιολογίες και τις υποσχέσεις “του σήμερα και αύριο…”, είχα αρχίσει ψυχολογικά να φθείρω τον εαυτό μου και να γεμίζω το μυαλό μου με θυμό, απελπισία και αίσθημα αδιεξόδου. Δεν τον είχα όταν τον ήθελα και ένιωθα ότι ήμουν “ένα ευχάριστο διάλειμμα” της διπλής ζωής του».
Την παρακολουθούσα που όσο μιλούσε τόσο φούντωνε και κοκκίνιζε, ζώντας την περιγραφή της, απλώνοντας τον θυμό της πάνω στο γραφείο μου. «Η σφαλιάρα, γιατρέ μου, ήρθε για τα καλά όταν μου ομολόγησε ότι δεν θέλει να χωρίσει τη γυναίκα του και να εγκαταλείψει την οικογένειά του για τη σχέση μας».
Εκεί κατέρρευσε. Η τραγικότητα συνάντησε το έντονο κλάμα της και ο λόγος της ξεφούσκωσε και έγινε αθόρυβος, σχεδόν φτωχός. Τότε κατάλαβα ότι ήθελε να της μιλήσω και να της εξηγήσω τι ακριβώς συνέβη σ’ αυτή τη σχέση και ποιος ήταν ο δικός της ρόλος, χωρίς να σκεφτώ ότι είναι πολύ πιθανόν να ζητούσε παρηγορητική υποστήριξη, αισθανόμενη θύμα εκείνου που εκμεταλλεύτηκε τα συναισθήματά της και σκότωσε την ελπίδα της ότι θα μπει μέσα στη ζωή της. Το μόνο που έμεινε αναλλοίωτο ήταν το σεξ. Γυμνό, έντονο, αισθησιακό και απόλυτο, τους ένωσε ως εραστές, αλλά δεν τους ένωσε ως συντρόφους.
Αυτό θα μπορούσε να είναι ένας ρεαλιστικός επίλογος μιας ερωμένης που κλέβει την παράσταση του σαρκικού πάθους, αλλά χάνει από τη σταθερότητα και τη συντηρητική λογική χρέωση του βολεμένου παντρεμένου άνδρα που δεν αφήνει το σπίτι του και τα παιδιά του και απλά τυλίγεται στα σεντόνια του σεξουαλικού πάθους και της «αμαρτίας». Ο ίδιος δεν έχασε ούτε κέρδισε τίποτα από αυτή την ιστορία που μάλλον τον δικαίωσε στη ναρκισσιστική ρηχότητά του και του πρόσφερε τη σεξουαλική επιβεβαίωση του ανδρισμού του μέσα από τον παράνομο δεσμό του.
Οταν τη ρώτησα αν εκείνος διατηρούσε σεξουαλικές επαφές και με τη γυναίκα του, νομίζω ότι από ευγένεια και σεβασμό προς το όνομά μου δεν μου επιτέθηκε λεκτικά, αισθανόμενη ότι προσβάλλω την άκρατη σεξουαλικότητά της, που ως Κίρκη τον κρατούσε στο κρεβάτι της. Ισως η σκέψη της αρκέστηκε σε αυτό, δεν πήγε πιο μέσα για να δει τη ζωή του μέσα στον γάμο του, κάτι άλλωστε που δεν την ενδιέφερε και δεν τη συνέφερε. Οταν, όμως, κατάλαβε ότι εκείνος δεν θα έφευγε από την οικογενειακή του στέγη, τότε πλημμύρισε με θυμό αλλά και ένταση τη σκέψη της, γκρεμίζοντας τη σιγουριά και την επιρροή που πίστευε ότι του ασκούσε.
Προσπάθησα να της εξηγήσω ότι έζησε μια σχέση που ήξερε από την αρχή τους κανόνες της, ότι είχε μια ισχυρή παρουσία ως ερωμένη (τίτλος τιμής μιας γυναίκας που κυριαρχεί ιδανικά στο μυαλό ενός άνδρα, που δεν υπάρχει η φθορά, η δέσμευση και η καταπίεση), την οποία εκείνος χάρηκε και απόλαυσε, εξασφαλίζοντας μέσα από τις ψευδαισθήσεις το συναισθηματικό κάλυμμα που εκείνη χρειαζόταν για να «σκεπαστεί» μαζί του. Της είπα ότι, ως ερωμένη αυτής της σχέσης, δεν πρέπει να αισθάνεται μειωμένη, φθηνή και χρησιμοποιημένη από τον «απατεώνα» παντρεμένο.
Εξάλλου, έζησαν ωραίες και δυνατές στιγμές. Το λάθος ήταν όταν εκείνη ζήτησε το σωστό, να γίνει δηλαδή η σύντροφός του. Εκεί γκρεμίστηκαν όλα. Αυτή άδειασε, εκείνος έφυγε. Τώρα πενθεί την απώλειά του, που όμως ποτέ δεν τον κατέκτησε συναισθηματικά. Γιατί πάντα ο παντρεμένος άνδρας, όταν δεν χωρίσει, ζητάει την αγκαλιά της ερωμένης, χωρίς τις δεσμεύσεις και υποχρεώσεις που του δίνει ο γάμος. Εκεί χάθηκε και η δική τους σχέση. Η ερωμένη δεν θέλησε να συνεχίσει αυτό τον ρόλο. Ξέχασε ότι εκείνος ήταν δεσμευμένος με την οικογένειά του και πίστεψε ότι θα μπορούσε να κλέψει την παράσταση και να μπει δίπλα του, ακυρώνοντας ό,τι αυτός κουβαλούσε μέσα από τα ψέματα και τις αλήθειες του…
Στο τέλος της συνεδρίας το κυρίαρχο σκεπτικό μου είναι ότι πονάει ως γυναίκα που αισθάνθηκε προδομένη, γιατί εκείνη πίστεψε και έφυγε από τον ρόλο που εκείνος της έδωσε, αλλά κέρδισε και ως γυναίκα, της οποίας δεν της αξίζει ένας παντρεμένος που μπαίνει μέσα στο σπίτι της για να ξαναφύγει, εφόσον εκείνη τον ήθελε ως σύντροφο και τον ξεπέρασε ως άνδρα που ανήκει αλλού και απλώς την έβλεπε «αλλού». Νομίζω ότι ηρέμησε αρκετά. Οχι, φυσικά και δεν της χρέωσα το νερό που ήπιε και τα χαρτομάντιλα που χάλασε, ωστόσο της χρέωσα τον λάθος ρόλο που έπαιξε, γιατί εκείνη ξεκίνησε ως ερωμένη και ήθελε να γίνει σύντροφος.
Λάθος στην πραγματικότητα δεν υπάρχει. Η ανάγκη της, όμως, να κάνει μια σχέση που δεν θα αρχίζει και θα τελειώνει στο κρεβάτι είναι στο χέρι της και σίγουρα αυτός που θα είναι μαζί της θα θέλει και θα μπορεί να ζήσει και να μοιραστεί όχι μόνο φιλήδονες στιγμές, αλλά και σημαντικές ώρες μαζί της.
Από τον δρα Θάνο Ε. Ασκητή, νευρολόγο-ψυχίατρο, πρόεδρο του Ινστιτούτου
Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας
Κοινοποιήστε: