Η λέξη αρρητορρημοσύνη είναι σύνθετη, προερχόμενη από τις λέξεις άρρητος (που σημαίνει αυτός που δεν εκφράζεται με λόγια) και ρημοσύνη (που σχετίζεται με τον λόγο και τη ρητορεία). Σημαίνει την αδυναμία έκφρασης ή αποφυγή ρητορικής έκφρασης συγκεκριμένων πραγμάτων που είναι δύσκολο να περιγραφούν ή που θεωρούνται ανεπίτρεπτα να εκφραστούν.
Στην ουσία, η λέξη αυτή χρησιμοποιείται για να περιγράψει καταστάσεις, έννοιες ή αισθήματα που είναι τόσο βαθιά ή λεπτά που δυσκολευόμαστε να βρούμε τις κατάλληλες λέξεις για να τα εκφράσουμε. Η αρρητορρημοσύνη υποδηλώνει έναν σιωπηλό σεβασμό προς κάτι που ξεπερνά τις ικανότητες της γλώσσας να περιγράψει.
Χρήση:
- Σε φιλοσοφικές συζητήσεις, η έννοια του Θεού ή του απόλυτου συνήθως προσεγγίζεται με αρρητορρημοσύνη, καθώς οι λέξεις είναι ανίκανες να εκφράσουν πλήρως τη θεϊκή ουσία.
- Ο ποιητής αναζήτησε τη σωστή έκφραση για τα βαθιά συναισθήματά του, αλλά τελικά κατέληξε στην αρρητορρημοσύνη, μιας και οι λέξεις δεν ήταν αρκετές.
- Η τέχνη της μουσικής ενίοτε αποτελεί τρόπο υπέρβασης της αρρητορρημοσύνης, καθώς μεταδίδει συναισθήματα που δεν μπορούν να διατυπωθούν λεκτικά.
Η λέξη αρρητορρημοσύνη είναι εξαιρετικά σπάνια και συνδέεται κυρίως με τη φιλοσοφία και τη θεολογία, όπου πολλές φορές γίνεται αναφορά σε πράγματα που η γλώσσα αδυνατεί να αποδώσει πλήρως.
Κοινοποιήστε: