Τα φόρτωσες
Δε σ αντέχω πια. Θα πω και θα ξαναπώ σ εκείνα. Τα μάτια, που με κοιτούσαν και τάχα έλιωναν, μέσα απ τα δικά μου.
Δε σ αντέχω θα φωνάξω με όλη τη δύναμη της ψυχής μουυ, σε εκεινη πο θέλει να την αναφέρει ως καρδια , αλλά συνάμα απ το πέτρωμά. Της δε γλιτώνει ούτε το Απολιθωμένο Δάσος της Λέσβου.
Δύσκολα τα χρόνια για να κάνουμε ι εξώρυξη πετρωμάτων από μέσα. Της.
Δε σ αντέχω θα την κοιτάξω κατάμματα, εκείνη , αν υπάρχει κιόλας. Ψυχή και θα της ζητήσω τα διαπιστευτήριά της, μιας και πιστεύω πως της κάναν μάγια, μαγικά ΄αποφάσισε να. Ναι έτσι άψυχη.
Δε σ αντέχω, θα τα πάρω ενα ένα και θα τα κομματιιάσω τα θέλω της, που παραμύθιασαν τα δικά μου και τα πρέπει θα της τα Σταυρώσω, όπως σταύρωσε και τα δικά. Μου,σχέδια κι ονειρα για μια ζωή.
Μια ζωή ήρεμη, έλεγε δικιά μας και μόνο.
ΑΛΛΑ ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΘΑ ΣΤΑΘΩ ΚΑΙ ΘΑ ΤΟΝ ΜΑΤΩΣΩ…ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΤΟΜΑ .
Εδώ θα βγάλω όλο το άχτι μου, με. Αξιοπρέπεια που θα το σκίσεις, θα το ράψει επιμμελώς, εεε μην τον αφήσουμε και. Σημαδεμένο, αλλά το στίγμα μου θα το φέρει επίμονα και. Προκλητικά εκ μέρους μου.
Αυτά φωνάζει μέσα στ αυτιά της ψυχής μου, η έννοια. εκείνη που δεν παύει στιγμή να ορμνεύει την μπουμπουνίιτσα της,έτσι με φωνάζει.
Μα. Κι εγώ σαν. Να μεγάλωσα και να κατάλαβα την. Χυδαιότητα μιας καρδιάς. Και κυρίως, τον. εκχυδαϊσμό ενός νου, μυαλού, εγκεφάλου…
Μα τώρα έπαθα, έβαλα μυαλό, μακριά. απ όλους και απ όλα ,έτσι για την αλητεία της θεληηημένης αποστροφής μου.
Πάει τα φορτώνω κι εγω στον κόκορα και του δίνω. Και μιια διεύθυνση να πάεινα τα αφησει εκεί.
Φύλακες στις ψυχές μας μόνο εμείς , φυλακές για άλλους , ευθείς αμέσως σας πετάω. τα κλειδιά .
Μα ρίξτε τα μακριά μην. Και τυχόν τα βρείτε και τους ανοίξετε, τις ανοίξετε.
Ο δικός μου ο κόκορας όμως έχει το δικό του όπλο, τη δική του άμυνα.
Αυτο ας το χουνε στο νου τους κι ας μην του τα φορτώνουν τα άδικα ,γιατί πόσο να αντέξει κι ο έρμος ο κοκοράκος μου?
ΕΞΑΛΛΟΥ ΟΤΙ ΔΕ ΛΥΝΕΤΑΙ , ΚΟΒΕΤΑΙ, ΝΟΜΟΣ!
Κοινοποιήστε: