«Ο εσωτερικός σας διάλογος σταματά», «Οι αρνητικές αντιδράσεις λιγοστεύουν», «Αντιστέκεστε και ελέγχετε πιο εύκολα τις παρορμήσεις σας», «Μεγαλώνει η αίσθηση του νοήματος». Αυτά θυμάμαι, αυτά γράφω. Ο τύπος είπε κι άλλα, πολλά. Ψάχνοντας για…
κάτι άλλο (σίγουρα όχι για την ευτυχία), έπεσα πάνω του. Ελεγε ακριβώς αυτό: πώς θα βρούμε την ευτυχία. Βρες λες, λέω. Και κάθομαι να τον ακούσω.
Δεν είν’ κακό να είσαι ανοιχτός σε μία νέα άποψη. Ακόμα και αν ξέρεις πως για να σταματήσει ο «εσωτερικός σου διάλογος» πρέπει να λάβεις νάρκωση για εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς. Οσο για τις αρνητικές αντιδράσεις, αφού με ξεφώνισε ως «κουμάσι της Αριστεράς» ακόμα και το «Μακελειό» του Χίου, πόσο μεγαλύτερη δικαίωση να προσδοκώ πια;
Τι μένει; Η αντίσταση και ο έλεγχος των παρορμήσεων. Ασ’ το, επόμενο θέμα… Οσο για την αίσθηση του νοήματος, αυτήν δεν την έχω χάσει ακόμα. Μηδενίστρια δεν είμαι. Ούτε της λογικής «όλοι τα ίδια είναι – όλοι τα ίδια κάνουν – τίποτα δεν αλλάζει». Πάντα τρέφω βαθιά στον κόρφο μου την ελπίδα πως ναι, μπορούμε και χειρότερα.
Αυτά σκεφτόμουν, όταν τον ακούω να λέει το απόλυτο: «Εάν πραγματικά θέλετε να γίνετε ευτυχισμένοι, να αποκτήσετε πλούτο, αφθονία και γαλήνη δεν πρέπει να διαβάζετε τα βιβλία που διαβάζουν οι… φτωχοί!».
Πάρε τώρα μια παρόρμηση που θα ‘ναι όλη δικιά σου: Μπα, που να ξεραθείς και φύτρο να μη βγάλεις. Μπα, που να με πάρει και να με σηκώσει που έχασα τον νευρωτικό μου χρόνο για να ακούσω τις καπιταλιστικές σου νουθετήσεις. Μπα, που να σου σκάσουν και τα τέσσερα λάστιχα της Πόρσε και να μην έχεις εύκαιρη ρεζέρβα. Μη συνεχίσω με το ευχολόγιο, το πιάσατε το νόημα.
Το νόημα, του οποίου η αίσθηση όταν μεγαλώνει, γινόμαστε πιο ευτυχισμένοι. Δηλαδή, ανθρωπινότεροι. Ερχόμαστε πιο κοντά στη φύση μας, διεκδικώντας ακριβώς αυτό: το να είμαστε άνθρωποι. Να ρίχνουμε πού και πού ένα βλέμμα κάπου εκεί πιο «ψηλά».
Εχει μαλλιάσει η γλώσσα διανοητών και συγγραφέων που γράφουν τα «βιβλία των φτωχών» (που μόνο πτωχούς τω πνεύματι δεν δημιουργούν) να το λένε. Κάποιοι από δαύτους το ‘καναν και πράξη. «Η συγκατάθεση των Ιταλών στις πιο ακραίες θέσεις αποκαλύπτει τη χειρότερη πλευρά μας, ξεκινώντας από τον ρατσισμό», είπε τις προάλλες ο Καμιλέρι στη La Repubblica. «Στα 93 μου, ευρισκόμενος σε απόσταση αναπνοής από τον θάνατο, αφήνω μια χώρα που δεν περίμενα. Και για τον λόγο αυτό αισθάνομαι ότι απέτυχα ως Ιταλός πολίτης».
Διάσημος έγινε ο 93χρονος με τον επιθεωρητή Μονταλμπάνο που δημιούργησε ως ήρωα των μυθιστορημάτων του. Στα 60 του άρχισε να γράφει. Εξήντα είναι και τα τσιγάρα που καπνίζει κάθε μέρα. Αν και τυφλός πλέον, βλέπει πολύ καθαρά. Και τα τωρινά και τα αλλοτινά (που ξαναγίναν τωρινά). Το φασισμό στην Ιταλία τον βίωσε ήδη από το σχολείο. Τον απέβαλαν γιατί πέταξε ένα αυγό σε ένα σταυρό. Ωστόσο, τελικά πήρε απολυτήριο γιατί δεν έδωσε εξετάσεις, ένεκα που έγινε η επέμβαση των συμμάχων στη Σικελία (απ’ όπου κατάγεται) την ίδια περίοδο. Την εξεταστική.
Ε, μετά από αυτό ακόμα κι εγώ θα γινόμουν μέλος του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Αυτό έκανε και γι’ αυτό δουλειά δεν βρήκε. Κάποια στιγμή άρχισε και να γράφει.
Σήμερα, με το ένα πόδι στον τάφο (που ζωή να ‘χει ο άνθρωπος, δεν λέω), τολμάει να πάρει πάνω του την ευθύνη για την «κατάντια του έθνους του». Δεν ξαποσταίνει στις δάφνες του ένδοξου παρελθόντος του, ούτε αναμασάει αντιδραστικά τσιτάτα μόνο και μόνο για το χάζι. Αναλαμβάνει ευθύνη. Του αντιστοιχεί, δεν του αντιστοιχεί, διόλου τον ενδιαφέρει. Φέρει την αίσθησή της. Και είναι καλά μ’ αυτό.
Σε τοπική διάλεκτο έγραφε (και γράφει) ο Καμιλέρι. Στη γλώσσα των «φτωχών». «Κανείς δεν θα σε καταλαβαίνει» του είχε πει ο εκδότης του. «Ας με καταλαβαίνουν 500 άνθρωποι, δεν πειράζει» είχε απαντήσει. Και τον διαβάζουν εκατομμύρια… Σου φτάνει αυτό για «ευτυχία», κύριε τάδε μου, ή μήπως να σ’ το εξηγήσω «παρορμητικά»;
Νόρα Ράλλη
Εφημερίδα των Συντακτών
Κοινοποιήστε: