Για «βαριές πολιτικές ευθύνες» έκανε λόγο ο πρώην Υπουργός Μεταφορών, με κύκλους της Εξεταστικής Επιτροπής να τού καταλογίζουν ότι δεν παρουσιάζει κανένα «ίχνος αυτοκριτικής για τις πολιτικές ευθύνες που τον βαραίνουν» για το δυστύχημα των Τεμπών.
Η τραγική είδηση της φονικής σύγκρουσης δύο τρένων στα Τέμπη, την 28η Φεβρουαρίου, «βύθισε» στο πένθος την ελληνική κοινωνία. Σήμερα (09/01), ο πρώην Υπουργός του ΠΑΣΟΚ, Δημήτρης Ρέππας, που διετέλεσε Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών την περίοδο 2009 – 2011, κατέθεσε στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής για το τραγικό δυστύχημα.
Ο Δημήτρης Ρέππας ανέφερε ότι αν είχε ολοκληρωθεί η σύμβαση για την αποκατάσταση του Συστήματος Σηματοδότησης – Τηλεδιοίκησης του σιδηροδρομικού τμήματος Αθήνα – Θεσσαλονίκη – Προμαχώνας, το δυστύχημα θα είχε αποφευχθεί.
Αναφορικά με την τοποθέτηση του συγκεκριμένου σταθμάρχη στη Λάρισα, τόνισε πως «το συμπέρασμα ότι ήταν ακατάλληλος γι’ αυτή τη θέση, βγαίνει εκ του αποτελέσματος».
Ο κ. Ρέππας έκανε λόγο για «βαρύτατες πολιτικές ευθύνες» και υπογράμμισε ότι «ο ΟΣΕ, τις τελευταίες δεκαετίες, έχει λάβει από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα δημόσια ταμεία πάρα πολλά χρήματα αλλά δεν έχουν πάει όλα στη σωστή κατεύθυνση και δεν ολοκληρώθηκαν τα έργα». Ακόμη, σχολίασε πως «έλεγα τότε χαρακτηριστικά πως αν ήθελε κάποιος να δει ένα παράδειγμα διαφθοράς, αυτό ήταν ο ΟΣΕ».
Το πρωί της προσεχούς Τετάρτης (10/01) θα συνεδριάσει εκ νέου η εξεταστική επιτροπή και θα καταθέσει ως μάρτυρας στις 10:00 ο νυν Υπουργός Προστασίας του Πολίτη και πρώην Υπουργός Μεταφορών, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης.
«Ούτε ίχνος αυτοκριτικής από τον Δημήτρη Ρέππα για τις πολιτικές του ευθύνες», αναφέρουν κύκλοι της Εξεταστικής Επιτροπής
«Χωρίς ίχνος αυτοκριτικής για τις πολιτικές ευθύνες που βαραίνουν τον ίδιο, κατά την περίοδο 2009 – 2011 όταν ήταν Υπουργός Μεταφορών και Υποδομών, εμφανίσθηκε στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής που διερευνά τα αίτια του δυστυχήματος των Τεμπών, ο Δημήτρης Ρέππας», επεσήμαναν κύκλοι της πλειοψηφίας των μελών της Επιτροπής.
Ακόμη, προσέθεσαν ότι «ο πρώην Υπουργός του ΠΑΣΟΚ με ευκολία κατηγόρησε την παρούσα κυβέρνηση για καθυστέρηση στην αποκατάσταση του κέντρου τηλεδιοίκησης στη Λάρισα “ξέχασε” όμως ότι ο ίδιος, ως πολιτικός προϊστάμενος του ΟΣΕ, δεν προχώρησε κανένα έργο για την προώθηση του συστήματος αυτού, ούτε “θυμήθηκε” ότι η παρούσα κυβέρνηση ολοκλήρωσε τη σύμβαση 717, η υλοποίηση της οποίας εκκρεμούσε σχεδόν για μία δεκαετία».
Επιπλέον, οι κύκλοι της Εξεταστικής Επιτροπής σημείωσαν:
«Με προκλητικό τρόπο, ο κ. Ρέππας υπερασπίσθηκε με πάθος τη θητεία του και την κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου, ωστόσο, αφήνοντας αναπάντητο το ερώτημα γιατί δεν έκανε τίποτα ώστε να προωθήσει τα έργα ύψους 200 εκατ. ευρώ της περιόδου 1985 – 2000 τα οποία δεν παραδόθηκαν υποστηρίζοντας πως σε εκείνη την περίπτωση, οι επεκτάσεις συμβάσεων ήταν δικαιολογημένες.
Παρά τη στάση άμυνας και επίθεσης του κ. Ρέππα, αποτελεί έμμεση ομολογία και παραδοχή των παραλείψεων η αναφορά του στη σύμβαση 112/2006 GSMR 2, που δεν ολοκληρώθηκε, καθώς ακυρώθηκε από τον τότε Υπουργό λόγω της υπόθεσης Siemens όπως και για τη σύμβαση 10004/2007/ που έμεινε στον αέρα, καθώς δεν υπήρχε η υποδομή.
Ο αρχιτέκτονας την εξαθλίωσης του ΟΣΕ που μείωσε κατά 50% την περίοδο 2010 – 2011 το προσωπικό σιδηροδρόμου τα βρήκε όλα καλώς καμωμένα πάρα το γεγονός πως από 5.151 εργαζόμενους, ο Οργανισμός βρέθηκε με μόλις 2350.
Η μείωση του προσωπικού έφερε αλυσιδωτά προβλήματα μεταξύ των οποίων η εγκατάλειψη συντήρησης των ακριβά αγορασμένων συστημάτων ασφαλείας. Είναι ενδεικτικό ότι μόλις έληξε η θητεία του κ. Ρέππα, άρχισε η διαδικασία δημοπράτησης για την ανάταξη και αναβάθμιση των συγκεκριμένων συστημάτων, δηλαδή το αντικείμενο της 717, κάτι που θα ήταν περιττό εφόσον η συντήρηση γινόταν κανονικά.
Παρ’ όλ’ αυτά ο πρώην Υπουργός του ΠΑΣΟΚ βρήκε «λογική» τη μείωση του προσωπικού εκείνη την περίοδο, υποστηρίζοντας πως το σύνολο των εργαζομένων ήταν 5.151 και μετατάχθηκαν 2.800, ενώ υποστήριξε ότι το προσωπικό ασφαλείας ήταν ελαφρώς μειωμένο λόγω περικοπής τμήματος του δικτύου και αναστολής λειτουργίας.
Ούτε λόγος, βέβαια, για το γεγονός ότι η αναστολή λειτουργίας γραμμών στην Πελοπόννησο αντιστοιχεί σε μόλις 20% του δικτύου, ενώ, η μείωση προσωπικού επί των ημερών του άγγιξε το 50%. Αυτή η αναντιστοιχία δικαίως εγείρει ζητήματα ασφαλείας, που όμως δεν φάνηκε να συγκινούν τον πρώην υπουργό ο οποίος επέλεξε σε όλη τη διάρκεια της μαραθώνιας κατάθεσής του να αποτινάξει κάθε σκιά ευθύνης από πάνω του.
Είναι ενδεικτικό ότι σχετικά με την απουσία κάθε αναφοράς στην ασφάλεια των σιδηροδρόμων στη σύμβαση 3891/2010, η μόνη απάντησή του ήταν πως η πρόνοια για την ασφάλεια είναι… αυτονόητη. Μίλησε με μισόλογα, αποκάλυψε πως επί ΣΥΡΙΖΑ καταργήθηκε ο προϊστάμενος ασφαλείας στην ΤΡΑΙΝΟΣΕ και προέταξε τον ανθρώπινο παράγοντα ως υπεύθυνο για τα ατυχήματα προκαλώντας μία ακόμη αντίφαση.
Από την κατάθεσή του προέκυψε, πάντως, το γεγονός ότι η κυβέρνηση που υπηρέτησε δεν είχε ως προτεραιότητα τον εκσυγχρονισμό του σιδηροδρόμου που αφέθηκε στη μοίρα του: «Ένα κορμό έχουμε –εστιάζουμε αλλού– προτεραιότητα έχει δοθεί στο οδικό δίκτυο, και την ανάπτυξη των αεροπορικών και ακτοπλοϊκών συνδέσεων λόγω του ανάγλυφου της χώρας».
Ως προς το σκέλος των καταγγελιών συνδικαλιστών, υπογράμμισε πως είναι σύνηθες φαινόμενο χωρίς πάντοτε όμως να προκύπτουν ατυχήματα εξηγώντας ότι μπορεί πίσω από αυτές τις επιστολές να κρύβεται η εξυπηρέτηση επιχειρηματικών συμφερόντων».
Κοινοποιήστε: