Τράπεζες και φορείς της αγοράς ακινήτων προβλέπουν ήπια διόρθωση των τιμών πώλησης κατοικιών, για το 2024.
Αποκλιμάκωση των τιμών πώλησης κατοικιών «βλέπουν» φορείς της αγοράς ακινήτων και τράπεζες για το 2024, αφού εκφράζουν την πεποίθηση ότι το ανοδικό «ράλι» της τελευταίας διετίας οδεύει προς το τέλος του.
Η κοινή συνισταμένη των εκτιμήσεων είναι ότι οι αξίες θα συνεχίσουν να αυξάνονται συνολικά, πλην όμως με σαφώς ηπιότερο ρυθμό, ενώ, θα υπάρξουν και περιοχές χαμηλότερης ζήτησης, όπου ενδεχομένως να παρατηρηθεί σταθεροποίηση, σύμφωνα με ρεπορτάζ της «Καθημερινής».
Τον «τόνο» έδωσε η Τράπεζα της Ελλάδος, λίγο πριν από την «εκπνοή» του 2023, σημειώνοντας στην έκθεση για τη νομισματική πολιτική ότι «έχουν εντοπισθεί οι πρώτες ενδείξεις, που παραπέμπουν ενδεχομένως σε μία επικείμενη περίοδο διόρθωσης των τιμών, ειδικά για χρήσεις, χαρακτηριστικά και θέσεις ακινήτων χαμηλότερης ζήτησης».
«Οι προσδοκίες για το επόμενο διάστημα παραμένουν συγκρατημένα θετικές, υπό την επίδραση των διεθνών εξελίξεων και του περιβάλλοντος υψηλού πληθωρισμού, αυξημένων επιτοκίων και αβεβαιότητας, που επηρεάζουν άμεσα την Ευρώπη και την παγκόσμια οικονομία συνολικά», σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος.
Κατά το δ’ τρίμηνο του 2023, οι ζητούμενες τιμές πώλησης κατέγραψαν αύξηση σε σύγκριση με το γ’ τρίμηνο. Οι τιμές των διαμερισμάτων (σε ονομαστικούς όρους) αυξήθηκαν κατά 13,9% σε ετήσια βάση, έναντι αύξησης κατά 11,2% το αντίστοιχο περυσινό διάστημα.
Οι αγοραπωλησίες κατοικιών καταγράφουν τάση μείωσης καθ’ όλη τη διάρκεια του β’ εξαμήνου του περασμένου έτους, καθώς έχει περιορισθεί ο αριθμός των αγοραστών που μπορούν να ανταποκριθούν οικονομικά σε αυτές, σύμφωνα με μεσιτικές πηγές που μίλησαν στην «Καθημερινή». Η αύξηση των επιτοκίων λειτουργεί, επίσης, αρνητικά σε επίπεδο προσδοκιών των αγοραστών.
Σε αυτό το πλαίσιο, ακίνητα τα οποία δεν έχουν επενδυτικό ενδιαφέρον και επομένος απευθύνονται αποκλειστικά στην εγχώρια αγορά, θα πρέπει να καταγράψουν διόρθωση των ζητούμενων τιμών τους, προκειμένου να προσελκύσουν αγοραστικό ενδιαφέρον. Σε αντίθετη περίπτωση, θα παραμείνουν απούλητα για μεγάλο χρονικό διάστημα.
To Airbnb ξεπέρασε τη δυναμικότητα των ξενοδοχείων
Πλέον, οι κλίνες που παρέχονται μέσω βραχυχρόνιας μίσθωσης είναι περισσότερες, αν και το 60% των πολιτών ανησυχεί για την επίδραση των Airbnb στον αστικό ιστό της Αθήνας, σύμφωνα με ρεπορτάζ της «Καθημερινής».
Η Ελλάδα, τον Ιούλιο του 2023, διέθετε 212.199 καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης με 392.118 δωμάτια και 939.167 κλίνες. Αυτά τα μεγέθη αντιδιαστέλλονται με τις παραδοσιακές δομές φιλοξενίας, δηλαδή τα ξενοδοχεία, που αριθμούν 10.087 μονάδες με 443.835 δωμάτια και 885.624 κλίνες, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων.
Κοινοποιήστε: