Πρόσφατα, ένα κρύωμα με οδήγησε σε απώλεια γεύσης. Μιλώντας με γιατρό η απάντηση ήταν «είναι σύμπτωμα (covid 19) να πας να κάνεις το τεστ!»
Καθώς λεφτά δεν περισσεύουν, μένω στην Αθήνα κι έχω δώσει τα μαλλιοκέφαλά μου στο ΙΚΑ, είπα να πάω σε ένα νοσοκομείο. Πήρα βιβλιάριο, γυαλιά ηλίου, το «Γυρίστε το Γαλαξία με Ώτο Στοπ», τσέκαρα στο Ίντερνετ ποιο εφημερεύει και ξεκίνησα.
Στάση πρώτη: “Γεννηματά”. Η ευγενική κυρία της εισόδου με ενημέρωσε πως το νοσοκομείο ΔΕΝ εφημέρευε. Εφημέρευαν κάποιες κλινικές του. Παρόλα αυτά, με καθοδήγησε προς το ιατρείο του Covid όπου ί σ ω ς να μου έκαναν το τεστ, μια και πήγα. Όντως, βρήκα το ιατρείο και περίμενα τη σειρά μου. Πριν από μένα, η κυρία έκανε μάλλον το rapid τεστ γιατί είδα να της παίρνουν σάλιο από το στόμα. Από τα συμφραζόμενα, κατάλαβα πως η κυρία επρόκειτο να νοσηλευθεί στο νοσοκομείο.
Ήρθε η σειρά μου, κι εξηγώ στην δεσποινίδα πίσω από τα κάγκελα γιατί ήρθα. Με τη σειρά της κι αυτή, μου εξηγεί πως εκεί γίνονται τεστ για όσους νοσηλεύονται ή θα νοσηλευθούν και με παραπέμπει σε άλλο ιατρείο. Φτάνω. Περιμένω γύρω στο τέταρτο. Με έχουν δει οι ιατροί που είναι μέσα. Κανείς δε ρωτά τι θέλω.
Φτάνει ένας οδηγός ασθενοφόρου, συνοδεύοντας έναν δίμετρο, περίπου διακοσίων πέντε κιλών χαμογελαστό κύριο. Ο οδηγός με κοιτά και μου λέει ‘μισό λεπτό’ και βάζει τον δίμετρο μέσα στο ιατρείο. Ακούω πως ο κύριος ένιωσε μια ελαφριά αδιαθεσία και φοβάται μήπως έχει covid. Τον βάζουν σε ένα κρεβάτι και τον εξετάζουν.
Βάζω το κεφάλι μέσα κι αμέσως έρχεται ένας γιατρός να με ρωτήσει τι θέλω. Του εξηγώ. Μου λέει πως δεν εφημερεύουν και δεν μπορούν να μου κάνουν το τεστ. Με παραπέμπει στο Αλεξάνδρα. Φεύγω. Κυρία. Κανείς δε ρώτησε τίποτε άλλο.
Φτάνω στο Αλεξάνδρα (πολύ το αγαπώ, μου έχουν σώσει τη ζωή εκεί μέσα). Στο προαύλιο γίνεται της καριόλας. Ασθενοφόρα, ταξί, λιμουζίνες. Άρρωστοι σε καροτσάκια, κόσμος που τους συνοδεύει, φωνές, κακό, πανικός. Με ρωτάει ο security:
– Τι θέλεις;
– Έχω σύμπτωμα covid και θέλω να κάνω ένα μοριακό.
– Κάτσε απέναντι (σε μια καρέκλα, εξωτερικά, κάτω από τον ήλιο) και θα σε φωνάξουμε.
Κάθομαι, βγάζω το βιβλιαράκι μου κι αρχίζω το διάβασμα. Κόσμος έρχεται συνέχεια, ξέρετε πως είναι στα εφημερεύοντα. Στη μιάμιση ώρα σηκώνομαι και ξαναπάω στο security.
– Με συγχωρείτε (λέω εγώ)
– Τι θες; (ρωτάει εκείνος)
Εκεί ομολογώ πως τα πήρα λίγο.
– Γνωριζόμαστε; Ρωτάω. Εκείνος παθαίνει ένα κλακάζ αλλά συνέρχεται γρήγορα
– Πείτε μου παρακαλώ. (Να που μπορείς, σκέφτομαι)
– Είχατε πει πως θα μας φωνάξουν.
– Θα σας φωνάξουν.
– Ξέρουν το όνομά μου;
Εκεί κόλλησε. Με ρώτησε πως με λένε, του είπα. Με διαβεβαίωσε πως θα ενημερώσει και ξαναμπήκε στο κουβούκλιό του. Ξανακάθισα.
Ήρθε μια κυρία με πολύ δυνατό βήχα. Πέρασε κι αυτή τη δική μου διαδικασία και κάθισε ένα κάθισμα μακρύτερα από μένα. Ο ήλιος έκαιγε. Κόσμος και αυτοκίνητα έρχονταν συνεχώς. Τέσσερις security εκτελούσαν χρέη τροχονόμου. Ασθενοφόρα του ΕΚΑΒ και ιδιωτικών νοσοκομείων έρχονταν, άφηναν ασθενείς κι έφευγαν. Ταξί έρχονταν, άφηναν ασθενείς κι έφευγαν. Γιατροί αλαφιασμένοι έβγαιναν από το νοσοκομείο, πήγαιναν να πάρουν έναν καφέ και έμπαιναν πάλι μέσα.
Η κυρία δίπλα μου άρχισε να φωνάζει. Το security της είπε ότι αν δεν της αρέσει, να πάει σε ιδιωτικό ιατρείο. Σηκώθηκα και του είπα πως αν δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα με τη δουλειά που κάνει, να παραιτηθεί.
Έχει ήδη πάει τρεισήμισι. Πεινάω, διψάω. Σκέφτομαι – καθώς η κυρία δίπλα μου εξακολουθεί να βήχει – πως ακόμη κι αν είμαι καλά, κάτι μπορεί να κολλήσω. Είμαι όμως αυτό που λένε οι Floyd, Comfortably numb. Παρατηρώ αυτά που γίνονται σα να είμαι κλεισμένη σε μια φούσκα. Σκέφτομαι πως πρέπει να κάνω το τεστ αλλά δεν αντέχω άλλο. Είμαι εκεί τεσσερισήμισι ώρες. Κανείς από αυτούς που ήταν εκεί πριν από μένα δεν έχει περάσει για εξέταση. Κανένας γιατρός δεν μας έχει φωνάξει. Το βιβλίο μου έχει τελειώσει.
Σηκώθηκα κι έφυγα. Κυρία. Με είδαν αλλά κανείς δεν με σταμάτησε. Κανείς δεν φώναξε ‘που πας ύποπτο κρούσμα;’. Μάλλον ανακουφίστηκαν που θα είχαν να κάνουν με έναν λιγότερο.
Και ερωτώ:
-Αν είμαι τόσο επικίνδυνη για τη δημόσια υγεία, γιατί δεν με σταμάτησε κανείς; Αν ήμουν θετική κι ο ιός τόσο εύκολα μεταδιδόμενος, θα είχα μολύνει τη μισή Αθήνα (λεωφορείο, μετρό, μετρό, μετρό, λεωφορείο, τα μέσα που χρησιμοποίησα).
-Μετά από ένα χρόνο πανδημίας, πόσο δύσκολο θα ήταν να δημιουργηθούν τοπικά κέντρα α π ο κ λ ε ι σ τ ι κ ά για τη διενέργεια τεστ; Να περιοριστούν κι αυτές οι καταραμένες μετακινήσεις. (Κάνουν στα κέντρα υγείας αλλά πρέπει να κλείσεις ραντεβού. Καταλαβαίνετε τι σημαίνει αυτό ε;)
-Σε ότι αφορά τις εφημερίες των νοσοκομείων: Είναι απάνθρωπες και ντροπή για τον πολιτισμό. Υπάλληλοι και γιατροί να εργάζονται υπό συνθήκες απαράδεκτες, χωρίς τίποτα να τους βοηθήσει. Μετά απορούμε που εκχυδαΐζονται…) Τόσα χρόνια το ξέρουμε, το λέμε κι αλλαγή δεν βλέπω. Και μη μου πείτε πως το διάλεξαν. Διάλεξαν το επάγγελμα, όχι ΑΥΤΟ! Κανείς δεν διαλέγει ΑΥΤΟ.
Στο σπίτι πια, έκανα την καρδιά μου πέτρα κι άρχισα να ψάχνω ιδιωτικά εργαστήρια για να κάνω το τεστ. Τρελή μπίζνα. Από 60 έως 180 ευρώ το μοριακό. Για το rapid δεν το συζητώ, ξέρω πως δεν είναι απόλυτα ασφαλές, οπότε δεν είχε νόημα. Βρήκα τελικά ένα, ήρθαν στο σπίτι οι άνθρωποι, μου έκαναν το τεστ, πήρα την απόδειξη. Δέκα λεπτά (και πολλά λέω). Το ίδιο βράδυ είχα τα αποτελέσματα. Εντάξει είμαι.
Στον εκνευρισμό μου για τον χαμένο χρόνο, αντέταξα φιλοσοφία. Πέρασα από το κέντρο, περπάτησα λεωφόρους, ξαναδιάβασα αγαπημένο βιβλίο, είδα κόσμο, μάζεψα ήλιο. Καλά πήγε.
Το Διαβάσαμε Σαν βγεις στον πηγαιμό (για το τεστ)
Κοινοποιήστε: