Αποτελούν δύο από τις πιο σημαντικές έννοιες για μία σχέση. Δύο σχεδόν ταυτόσημοι όροι που εμπεριέχουν πολυσυζητημένους όρκους αιώνιας αφοσίωσης και αγάπης. Και αυτές είναι η πίστη και εμπιστοσύνη.
Δύο λέξεις που κρατούν ενωμένο το ζευγάρι μέχρι τα βαθιά του γεράματα και που άμα καταπατηθούν, πολλές φορές είναι σε θέση να διαλύσουν παντελώς οποιαδήποτε σχέση ή δεσμό. Συνήθως μαθαίνουμε να εμπιστευόμαστε τον άνθρωπο που μας φροντίζει και επιμελείται τα «θέλω» μας για πρώτη φορά στην παιδική ηλικία. Σύμφωνα μάλιστα με την ψυχολογική θεωρία του δεσμού, στην κατηγορία αυτή ανήκουν οι γονείς μας, και κυρίως η μητέρα μας, την οποία λατρεύουμε και υπερεκτιμούμε. Λίγο αργότερα, ως άνθρωποι επεκτείνουμε αυτή μας την ανάγκη στις διαπροσωπικές σχέσεις μας και με τη βοήθεια διάφορων συνειδητών και ασυνείδητων μηχανισμών επιδιώκουμε την ολοκλήρωσή μας μέσα από τον έρωτα και τη σύζευξη.
Η προδοσία, όπου στις περισσότερες περιπτώσεις ταυτίζεται με την απιστία (σεξουαλική ή/και συναισθηματική), είτε συμβαίνει στο εσωτερικό ενός γάμου είτε στο εσωτερικό μιας σχέσης που μετρά μόλις μερικούς μήνες, συνιστά μια πολύ μεγάλη πρόκληση για τον άνθρωπο, καθώς επαναφέρει στη μνήμη ανεξίτηλες εμπειρίες πόνου και αβεβαιότητας από την παιδική ηλικία του και τον κάνει να αισθάνεται εγκατάλειψη και έλλειψη βοήθειας.
Ωστόσο, μερικοί υποστηρίζουν ότι τα δύο φύλα αντιλαμβάνονται με διαφορετικό τρόπο την προδοσία: ο άνδρας έχει την τάση να εστιάζει περισσότερο στη σεξουαλική και η γυναίκα στη συναισθηματική διάσταση της απιστίας. Η απάντησή μου λοιπόν πάνω σ’ αυτό το δίπολο είναι ότι τα δύο φύλα δεν σκέφτονται τόσο διαφορετικά όσο συνήθως πιστεύεται, απλώς εκείνο που κάνει τις γυναίκες να ξεχωρίζουν σε έναν βαθμό είναι ο παρορμητισμός και η τάση τους να εκδικηθούν τον προδότη σύντροφο.
Με το που θα αντιληφθεί δηλαδή τα ίχνη της απάτης, η γυναίκα γίνεται καλύτερη και από ιδιωτικό ντετέκτιβ στην αναζήτηση ενοχοποιητικών στοιχείων σε βάρος του ανδρός της και της ερωμένης του. Από τη στιγμή που θα τα εντοπίσει, λοιπόν, ξεκινά να προετοιμάζει αργά και βασανιστικά το ξεμπρόστιασμα και την απολογία του συντρόφου της. Πολλές φορές μάλιστα, συγχυσμένη και αδυνατώντας να αντιμετωπίσει με καθαρό μυαλό και ψυχραιμία τα νέα δεδομένα, αποφασίζει να βάλει τέλος στη σχέση της και αργότερα το μετανιώνει.
Η γυναίκα δίνει πράγματι πολλαπλές συναισθηματικές διαστάσεις στην απάτη. Αισθάνεται προδομένη και αφελής, νιώθει ότι ο κόσμος γύρω της καταρρέει, ότι δεν αξίζει τίποτα, ενώ συγχρόνως αναρωτιέται τι θα μπορούσε να είχε κάνει νωρίτερα για να αποτρέψει αυτή την κατάσταση (ενοχές). Σε αρκετές περιπτώσεις, είτε εκθέτοντας ανεπανόρθωτα τον σύντροφό της, είτε διεκδικώντας μεγάλο μερίδιο από την περιουσία και τις προσωπικές κατακτήσεις του, δεν καταφέρνει να πάρει σχεδόν ποτέ πίσω αυτό που έχασε, δηλαδή τη μοναδικότητα και την αξιοπρέπειά της.
Ο λόγος που η γυναίκα αντιδρά τόσο σκληρά και αυθόρμητα σε ορισμένες περιπτώσεις, εσωτερικεύοντας ουσιαστικά την απιστία και ερμηνεύοντάς την ως προσωπική της αποτυχία, είναι ο φόβος για το μέλλον το δικό της και ενδεχομένως των παιδιών της που θα παραμείνουν απροστάτευτα. Θρηνεί κυριολεκτικά για την έμμεση απόρριψη από τον σύντροφό της, μετανιώνει για όλες τις προσωπικές θυσίες που έκανε προκειμένου να υπερασπιστεί τη σχέση της (επαγγελματικά ή σε διαπροσωπικό επίπεδο), κλαίει για τον χαμένο χρόνο που δεν γυρίζει πίσω και προσπαθεί να αναγεννηθεί μέσα από τις στάχτες της.
Αυτό που πρέπει να θυμάται κάθε γυναίκα που έχει ή ενδέχεται να βιώσει την προδοσία στη σχέση της είναι ότι για αρκετούς άνδρες η σεξουαλική ή η συναισθηματική απιστία αποτελεί αδυναμία της στιγμής. Γι’ αυτό τον λόγο θα πρέπει να σκεφτεί πολύ καλά το αν δώσει τέλος στη σχέση της. Η γυναίκα που αγαπάει και παραμένει πιστή στον σύντροφό της ακόμα και μετά την απιστία είναι πολλές φορές η γυναίκα της ποιοτικής σχέσης, ενώ εκείνη που εκδικείται χωρίς να το καταλαβαίνει στρώνει τον δρόμο για τη μοναξιά και την αυτοκαταστροφή της.
Από τον Θάνο Ασκητή
Κοινοποιήστε: