Ένα ιδιαίτερο ταξίδι μέσα σε ένα απίστευτο φυσικό περιβάλλον με καταρράκτες, χαράδρες, γραφικά χωριά και πλούσια ιστορία.
Από τις πηγές του, στα Όρη Βροντούς και τον Όρβηλο, μέχρι τη συνάντησή του με τον ποταμό Στρυμόνα, αμέσως μετά το Σιδηρόκαστρο, στο βόρειο νομό Σερρών, ο ποταμός Κρουσοβίτης ή Αχλαδίτης, δημιουργεί κατά μήκος του ένα πανέμορφο φυσικό περιβάλλον με μονοπάτια, τοξωτά γεφύρια, καταρράκτες, χαράδρες αλλά και ιστορικά χωριά.
Η πρωινή ομίχλη καλύπτει τα χωράφια και τα δέντρα στο χωριό της Φαιάς Πέτρας, βάσης αυτού του οδοιπορικού, ομορφαίνοντας το σερραϊκό τοπίο ακόμη περισσότερο. Μια σύντομη καταιγίδα το προηγούμενο βράδυ φώτισε με τις αστραπές της τη διαδικασία απόσταξης τσίπουρου στο τοπικό αποστακτήριο, μεθώντας ακόμη πιο πολύ αυτήν την ετήσια ιεροτελεστία. Για λιγότερο από δύο μήνες κάθε φθινόπωρο, τα καζάνια της Ελλάδας βράζουν και αποστάζουν τα στέμφυλα, γεμίζοντας αλκοολικά αρώματα την ατμόσφαιρα σε κάθε γωνιά της. Έτσι γίνεται και στο νομό Σερρών, που είναι διάσημος για την ποιότητα του τσίπουρου έτσι κι αλλιώς.
Το κεφάλι δεν είναι βαρύ. Το ραντεβού με τον ξεναγό μου Σάββα Ιωαννίδη, πρόεδρο Φίλων Σπηλαιολογίας και Περιβάλλοντος «Μαύρος Βράχος» στη βόλτα μέχρι το Αχλαδοχώρι, είναι στη γέφυρα της Φαιάς Πέτρας, η οποία είναι μόνιμα σκεπασμένη από τα βαριά κλαδιά των αιωνόβιων πλατάνων, ριζωμένων βαθιά στις όχθες του Κρουσοβίτη. Στα μισά της ανηφορικής διαδρομής, μια πινακίδα στα δεξιά του δρόμου, λίγο μετά τη στροφή προς Καπνόφυτο, οδηγεί στην πρώτη τοξωτή γέφυρα, της Σαμοκόβας. Μια ομάδα πεζοπόρων έχει μόλις ξεκινήσει την πορεία της στο πανέμορφο μονοπάτι δίπλα στη ρεματιά με σκοπό να επισκεφθεί όλα τα γεφύρια μέχρι το Καρυδοχώρι.
Είναι μέλη του Φυσιολατρικού Ορειβατικού Ομίλου Γιαννιτσών, οι οποίοι επισκέπτονται για πρώτη φορά την ανερχόμενη τουριστικά περιοχή της Σιντικής Σερρών. Οδηγός τους είναι ο Θανάσης Ορφανόπουλος, μέλος και εθελοντής του «Μαύρου Βράχου», μια μορφή επιβλητική, γεννημένος φυσιολάτρης, άνθρωπος ζεστός και φιλόξενος, γνώστης των βουνών και των μονοπατιών. Ο Σάββας επιστρέφει στο αυτοκίνητο και δίνουμε ραντεβού στην πλατεία του Αχλαδοχωρίου αφού η πεζοπορική ομάδα με καλεί να περπατήσω μαζί τους. Τα καφέ και πράσινα χρώματα της εποχής του Οκτώβρη, καμουφλάρουν τα πέτρινα γεφύρια που συναντούμε στην αρκετά εύκολη πορεία προς το Αχλαδοχώρι.
Τα γεφύρια, έργα μαστόρων της Δυτικής Μακεδονίας περίπου έναν αιώνα πριν, χτίστηκαν για την ευκολότερη πρόσβαση των κατοίκων των χωριών, αλλά και των κοπαδιών τους προς το Σιδηρόκαστρο αλλά και τις Σέρρες. Οι ρίζες των πλατανιών, σαν φυσικά γλυπτά, μπερδεύονται με στρογγυλεμένα βράχια και πέτρες καθώς τους χειμερινούς μήνες τα νερά τρέχουν βιαστικά και ορμητικά στην κοίτη του Κρουσοβίτη, σμιλεύοντάς τα στο πέρασμα του χρόνου. Δύο ακόμη γεφύρια συναντάμε στη διαδρομή μας, της Πεχτσέτας και του ομορφότερου, της Τουπουβίτσας. Σε ένα ξέφωτο, κάτω από την παχιά σκιά των δέντρων, ένας καλοσυντηρημένος νερόμυλος, αξιοθέατο πια, φανερώνει τον παλαιότερο και πιο κοπιαστικό τρόπο ζωής των κατοίκων της περιοχής. Η ομορφιά του σημείου αλλά και της διαδρομής μέχρι εδώ, είναι υπεράνω περιγραφής.
Η ομάδα πεζοπόρων συνέχισε προς το Καρυδοχώρι αφήνοντάς με στο πέτρινο γεφύρι Κάτω Μπέλιτσας να περπατήσω περίπου δύο χιλιόμετρα τον βατό χωματόδρομο μέχρι την πλατεία του Αχλαδοχωρίου. Το χωριό είναι ζωντανό. Η πλατεία φιλοξενεί μαγαζιά και καφέ αλλά δε χάνει το αυθεντικό χρώμα αυτής της ακριτικής περιοχής. Ψηλά από την αυλή του Ιερού Ναού του Προφήτη Ηλία, πέρα από τις κεραμιδένιες στέγες των σπιτιών, το μάτι αγγίζει στον ορίζοντα την κοιλάδα του Κρουσοβίτη και, ακόμη πιο μακριά, τις κορφές του Μπέλες πάνω από τη λίμνη Κερκίνη. Πριν φύγουμε από το Αχλαδοχώρι, κάνουμε μια στάση στο «Διόνυσο» (Τηλ. 2323061115), την ταβέρνα του Βασίλη Κωνσταντινίδη ή «Μπίλη» όπως είναι γνωστός, για μεζέδες, ψητά κρέατα, ψάρια και θαλασσινά, αλλά και κυνήγι, κατόπιν συνεννόησης, συνοδεία πατροπαράδοτου τσίπουρου φυσικά. Επιβράβευση για τους πεζοπόρους του ποταμού μετά την υπερβολική δόση καθαρού αέρα αλλά και για αποφασισμένους επισκέπτες.
Στο δρόμο της επιστροφής, στρίβουμε αριστερά προς το ήσυχο και πολύ όμορφο Καπνόφυτο. Σπίτια ανακαινισμένα με καλαίσθητο τρόπο, περιποιημένες αυλές, μυρωδιά ξύλου και κοπριάς, κάποια καινούρια αυτοκίνητα παρκαρισμένα στα ανισόπεδα τσιμεντένια δρομάκια υποδηλώνουν μια μετρημένη επιστροφή κάποιων κατοίκων στον τόπο καταγωγής τους. Ένας πολύ μεγάλος αριθμός κατοίκων της ευρύτερης περιοχής μετανάστευσε, κυρίως στη Γερμανία, όμορφα και οργανωμένα, τη δεκαετία του 1960 κατόπιν πρόσκλησης του γερμανικού κράτους για εργατικά χέρια. Πολλοί από αυτούς τους μετανάστες επέστρεψαν στις ιδιαίτερες πατρίδες τους μετά τη συνταξιοδότησή τους φέρνοντας ως αποσκευή μια άλλη οργανωτικότητα, μια τάξη και μια νοοτροπία ευρωπαϊκή. Έχτισαν όμορφα σπίτια ή ανακαίνισαν προσεγμένα τα παλαιότερα, ασχολήθηκαν με κήπους, μπαχτσέδες, αμπέλια. Το γερμανικό στοιχείο είναι προφανές σε κάποιες λεπτομέρειες αλλά και στη γλώσσα των ανθρώπων καθώς ακούγοντάς τους στους καφενέδες να μιλούν, κάποιες γερμανικές λέξεις αναμειγνύονται με την ελληνική γλώσσα αλλά και την ντοπιολαλιά.
Έχοντας επισκεφθεί πιο πριν την τεχνητή λίμνη Καπνοφύτου αλλά και το Σκοτεινό Μονοπάτι το οποίο σηματοδότησε ο σύλλογος «Μαύρος Βράχος» καθώς και το καταφύγιό τους το οποίο είναι χτισμένο στην κορυφή του καταρράκτη του Καπνοφύτου, καταλήγουμε στην πλατεία να συνομιλούμε με νέους της περιοχής που επέστρεψαν εδώ μετά από σπουδές, ακόμη και από το εξωτερικό, έχοντας σχέδια και επιθυμία για την ανάπτυξη και την άνοδο της επισκεψιμότητας του τόπου. Αν και, για τους επισκέπτες της περιοχής τα περισσότερα καταλύματα βρίσκονται στην κωμόπολη του Σιδηρόκαστρου, μια επιχειρηματικότητα στον τομέα της φιλοξενίας, αρχίζει να παίρνει σάρκα και οστά. Μια ερώτηση στο «The Moon», στην πλατεία του Καπνοφύτου μπορεί να δώσει απαντήσεις στην αναζήτηση διαμονής. Για την εστίαση στο Καπνόφυτο φροντίζει και ο Ιωάννης Παναγιωτίδης στο «Στέκι» (Τηλ. 6983481261) όλη τη διάρκεια του χρόνου με κόκορα αλανιάρη χωριάτικο, αγριογούρουνο αλλά και ζαρκάδι, κατόπιν τηλεφωνικής συνεννόησης βέβαια.
Κάτω από τη σκιά του Μαύρου Βράχου, λίγα χιλιόμετρα από το Σιδηρόκαστρο, βρίσκεται η κοιλάδα του Κρουσοβίτη. Είναι το τελευταίο κομμάτι πριν την άφιξη στο Σιδηρόκαστρο, χωρίς να υπολείπεται καθόλου σε ενδιαφέρον. Ερευνητές θεωρούν πως στο εσωτερικό του Μαύρου Βράχου κρύβεται ένα μεγάλο και δαιδαλώδες σπήλαιο αφού έως σήμερα έχουν εντοπιστεί τέσσερα με σταλακτιτικό διάκοσμο με τέσσερις διαφορετικές εισόδους. Η οπή στο κέντρο του παροπλισμένου λατομείου μοιάζει με είσοδο σε έναν ανεξερεύνητο λαβύρινθο και η θέση του ανάμεσα στο γυμνό από τις εκρήξεις δυναμίτη πέτρωμα, του δίνει μια πιο απόκοσμη όψη.
Λίγο πιο κάτω, στα όρια ενός κτήματος καλλιέργειας ροδιών, βρίσκεται το σπήλαιο και ο δεύτερος Καταρράκτης Ζεστών Νερών. Τα σχήματα στα τοιχώματα, το ποτάμι που φανερώνεται μέσα από το σπήλαιο αλλά και ο καταρράκτης με τα ζεστά νερά, δημιουργούν μια εικόνα ονειρική, συνομωτικά όμορφη.
Στην ίδια περιοχή και λίγες εκατοντάδες μέτρα προς τη Φαιά Πέτρα βρίσκεται και ο πρώτος Καταρράκτης Ζεστών Νερών, αλλά και ο αρχαιολογικός χώρος του Νυμφαίου Απόλλωνα στο Μαύρο Βράχο όπου λατρευόταν ο θεός Απόλλωνας, οι Νύμφες και ο θεός των σπηλαίων και των βοσκών Πάνας. Τα ευρήματα του αρχαιολογικού χώρου εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Σερρών αλλά μια επίσκεψη στο σημείο λατρείας αποζημιώνει λόγω της φυσικής ομορφιάς. Οι τεχνητοί καταρράκτες Ζεστών Νερών του Κρουσοβίτη, κάτω από τον Αρχαιολογικό Χώρο Βραχοσκεπής, αντανακλούν στα νερά τους και στη σκιά των πανύψηλων δέντρων, όλη την ομορφιά του βοριειοελλαδίτικου αυτού σημείου στο χάρτη.
Λίγο πριν το τέλος της ημέρας και την επιστροφή στη Φαιά Πέτρα για διανυκτέρευση, καθώς το Σιδηρόκαστρο ετοιμάζεται για τον 3ο Παλλατίδειο αγώνα δρόμου με 26,8 χιλιόμετρα ανώμαλου δρόμου μέσα στον Κρουσοβίτη σε διοργάνωση του Φυσιολατρικού Ορειβατικού Συλλόγου Σιδηροκάστρου (Φ.Ο.Σ.Σ.) και βαπτισμένο με το όνομα του Μελενίκιου ευεργέτη Αναστάσιου Παλλατίδη την Κυριακή 29 Οκτωβρίου, επισκέπτομαι το οινοποιείο «Μελίδου» (www.melidou.gr), στην όχθη του Κρουσοβίτη ποταμού, πολύ κοντά στο Σιδηρόκαστρο. Η κουραστική μέρα για την Ευαγγελία Μελίδου, το Δημήτρη Καραναστάση και το Νικόλαο Καραναστάση πλησιάζει στο τέλος της, το τραπέζι στην αυλή έχει στρωθεί, οι λαχανοντολμάδες με τη σαλάτα και τα παξιμάδια συνοδεία syrah «Μαύρος Βράχος» φανερώνουν την απλότητα, τη φιλοξενία και το χαμηλό προφίλ αυτής της οικογένειας πολύ καλών οινοποιών με τα εξαιρετικά και διεθνώς βραβευμένα αποτελέσματα.
Θυμάμαι, όταν ήμουν πολύ μικρός, το δρόμο από τη Θεσσαλονίκη προς τις Σέρρες και το χωριό καταγωγής μου, τη Φαιά Πέτρα, που ήταν μακρόσυρτος και γεμάτος στροφές, κάνοντας το ταξίδι επίσκεψης στη γιαγιά και τον παππού μια περιπέτεια. Στη διασταύρωση Σχιστόλιθου, τέσσερα χιλιόμετρα από το Σιδηρόκαστρο, υπήρχε στρατιωτικό φυλάκιο με μπάρα για έλεγχο ταυτοτήτων λόγω εισόδου σε παραμεθόρια περιοχή και στην πλατεία του χωριού έστηνε πλανόδιος προβολές κινηματογραφικών ταινιών με οθόνη τον τοίχο του διπλανού σπιτιού με πολυπληθή επισκεψιμότητα. Δεν φανταζόμουν πόσο πολύ θα εκτιμούσα αυτόν τον τόπο μετά από μισή ζωή.
Πηγή: travel.gr
Κοινοποιήστε: