Οι ιδιωτικοποιήσεις είναι εις βάρος των κρατών και οι επενδυτικές δαπάνες του δημοσίου δεν πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στα ελλείμματα, σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση του ΔΝΤ – ενώ αποτελεί μεγάλη ντροπή για μία χώρα που «εφηύρε» τη Δημοκρατία να κυβερνάται από κοινοβουλευτικές δικτατορίες του χειρίστου είδους, χωρίς καν οι Πολίτες της να το καταλαβαίνουν.
«Το πρώτο που θα έπρεπε να κάνει μία σοβαρή κυβέρνηση είναι η κατάρτιση ενός κρατικού Ισολογισμού σε ετήσια βάση, αναρτώντας τον στο διαδίκτυο – έτσι ώστε να γνωρίζει τόσο αυτή, όσο και οι Πολίτες της αφενός μεν τι χρωστάει, αφετέρου τα κρατικά περιουσιακά στοιχεία με τις τρέχουσες τιμές τους.
Η επόμενη ενέργεια θα έπρεπε να είναι η εξής: (α) η διαγραφή χρέους της Ελλάδας, με διαπραγματευτικό όπλο τη ζημία που της προκλήθηκε από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και τα μνημόνια που της επέβαλλαν, καθώς επίσης από την ΕΚΤ το 2015, με τη βοήθεια του άρθρου 340 του Μάαστριχτ (άρθρο) – πόσο μάλλον όταν το έχει παραδεχθεί τόσο η Κομισιόν όσο και το ΔΝΤ, καθώς επίσης (β) η διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων και πολεμικών επανορθώσεων, οι οποίες είναι τουλάχιστον 280 δις € (πηγή).
Ανάλυση
Το ΔΝΤ, στο Fiscal Monitor του Οκτωβρίου του 2018 (πηγή), αναφέρεται στη χρησιμότητα κατάρτισης ενός κρατικού Ισολογισμού, όπως έχουμε ήδη προτείνει από το 2010, αλλά και πολλές φορές αργότερα (πηγή). Γράφει επίσης πως μία επιχείρηση χωρίς χρέη είναι κάτι περίεργο, μη λογικό – ενώ μία χώρα που δεν έχει χρέη θεωρείται ως μία ιδανική επιθυμία! Περαιτέρω πως για μία επιχείρηση ισχύει ότι, εφόσον το αναμενόμενο κέρδος είναι μεγαλύτερο από το επιτόκιο δανεισμού χρημάτων για τη διεξαγωγή μίας επένδυσης, τότε οι επενδύσεις με δανεικά κεφάλαια αυξάνουν την αξία της επιχείρησης, τα έσοδα και τα κέρδη της. Ως εκ τούτου, θα έπρεπε κατά το ΔΝΤ να ισχύει το ίδιο και για τα κράτη – παρά το ότι μέχρι σήμερα δεν το είχε αναφέρει ποτέ.
Από την άλλη πλευρά όμως, τα κριτήρια του Μάαστριχτ και τα «φρένα χρέους» που έχουν ακούσια ή εκούσια υιοθετήσει τα ευρωπαϊκά κράτη, στα οποία είναι προσανατολισμένη η δημοσιονομική πολιτική της Κομισιόν, έχουν ως στόχο τον περιορισμό των ελλειμμάτων του δημοσίου και των χρεών – ανεξάρτητα από το τι χρηματοδοτείται μέσω αυτών. Λογικά λοιπόν το ΔΝΤ κατηγορεί τη συγκεκριμένη πολιτική, γράφοντας πως «η επικέντρωση στα χρέη αγνοεί μεγάλα μέρη της δραστηριότητας των κυβερνήσεων, ενθαρρύνοντας τις ουτοπικές δημοσιονομικές πρακτικές».
Για παράδειγμα, θα μπορούσε μία χώρα να μειώσει τα ελλείμματα της, αμελώντας τη συντήρηση των υποδομών της και μη διενεργώντας δημόσιες επενδύσεις – όπως συμβαίνει στην Ελλάδα, όπου γενικότερα συνεχίζεται η πτώση των ακαθάριστων επενδύσεων παγίου κεφαλαίου (στο -23,2% το τρίτο τρίμηνο του 2018, σχετικά με το αντίστοιχο του 2017), υπονομεύοντας το μέλλον της χώρας. Με τον τρόπο αυτό όμως, πάντοτε κατά το ΔΝΤ, περιορίζεται σημαντικά η αξία της δημόσιας περιουσίας, πολύ συχνά δυσανάλογα – όπως ένα σπίτι ή ένα μηχάνημα που εάν δεν επισκευάζεται όταν πρέπει, τότε μειώνεται πολύ περισσότερο η αξία του, ενώ στο τέλος τη χάνει εντελώς. Επί πλέον το κίνητρο για την πώληση περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου είναι υπερβολικό, όπου το ΔΝΤ συμπληρώνει τα εξής:
«Οι ιδιωτικοποιήσεις αυξάνουν μεν τα έσοδα του δημοσίου και περιορίζουν τα ελλείμματα, αλλά μειώνουν επίσης τα κρατικά περιουσιακά στοιχεία και τα μελλοντικά έσοδα της χώρας από αυτά» – κάτι που έχουμε αναφέρει ήδη από το 2011, με την ανάλυση μας «Η παγίδα των ιδιωτικοποιήσεων» όχι λόγω εξυπνάδας, αλλά επειδή είναι κάτι αυτονόητο.
Πόσο μάλλον όταν διενεργούνται σκανδαλώδεις ιδιωτικοποιήσεις, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου πρόκειται κυριολεκτικά για ξεπούλημα σε εξευτελιστικές τιμές – εις βάρος όλων των επομένων γενεών που θα κληθούν να πληρώσουν πανάκριβα την απίστευτη ανευθυνότητα των κυβερνήσεων μας. Παρά το ότι δε το κράτος θα μπορούσε να διεξάγει πάρα πολλές κερδοφόρες επενδύσεις, όπως στη ΔΕΗ, στα νερά, στις μαρίνες, στον πρωτογενή τομέα κοκ., έτσι ώστε να αυξηθούν τα έσοδα του αντί να επιβαρύνει συνεχώς τους Πολίτες με φόρους, υποχρεώνεται να απαξιώσει τις υφιστάμενες, μεταξύ άλλων από το ίδιο το ΔΝΤ που είναι αντίθετο θεωρητικά – για να τις εξαγοράσουν πάμφθηνα οι ξένοι.
Με απλά λόγια, είναι αυτονόητο πως όταν δεν συντηρεί ή/και ξεπουλάει μία επιχείρηση τα μέσα παραγωγής της, όπως τα μηχανήματα της, δεν θα έχει έσοδα οπότε θα χρεοκοπήσει – κάτι που ασφαλώς ισχύει και για τα κράτη. Είμαστε σίγουροι δε ότι, στο τέλος θα μας πουν πως είμαστε ηλίθιοι και ότι μόνοι μας προκαλέσαμε τη χρεοκοπία μας – αφού ενεργούσαμε αντίθετα με τα συμφέροντα μας!
Περαιτέρω, όλοι οι οικονομολόγοι που απαιτούν να αφαιρούνται οι δημόσιες επενδύσεις από τα ελλείμματα, αφού αυξάνουν τα περιουσιακά στοιχεία του κράτους στον Ισολογισμό του, έχουν απόλυτο δίκιο – ενώ είναι ανόητο να χαρακτηρίζεται ως χρεοκοπημένη μία χώρα που απέναντι σε χρέη 300 δις € έχει μόνο ακίνητη περιουσία επίσης 300 δις €, όπως η Ελλάδα το 2009 (πηγή). Επικαλούνται δε τον ονομαζόμενο «Χρυσό Κανόνα», σύμφωνα με τον οποίο οι επενδυτικές δαπάνες των κρατών πρέπει να χρηματοδοτούνται με τη λήψη δανείων, ενώ όλες οι υπόλοιπες δαπάνες από τα τρέχοντα έσοδα – κάτι που αδυνατούν να καταλάβουν οι νεοφιλελεύθεροι υπηρέτες του ΔΝΤ στην Ελλάδα, παρά το ότι το ίδιο το Ταμείο τάσσεται υπέρ.
Εδώ φαίνεται ξεκάθαρα η ανεπάρκεια, εάν όχι η ενδοτικότητα των κυβερνήσεων μας, οι οποίες ξεπουλούν το μέλλον της πατρίδας μας στους ξένους – παρά το ότι το ίδιο το ΔΝΤ τους δίνει τη δυνατότητα να αντιδράσουν. Δυστυχώς όμως, ελάχιστοι Έλληνες κατανοούν την καταστροφή που προκαλούν αυτές οι πολιτικές – όπου ακόμη δεν έχουμε δει τίποτα, αφού τα αποτελέσματα τους θα φανούν σωρευτικά μετά από λίγα χρόνια.
Η παράνοια
Συνεχίζοντας, την υιοθέτηση του «Χρυσού Κανόνα» απαίτησε χωρίς επιτυχία και το συμβούλιο οικονομικών εμπειρογνωμόνων της Γερμανίας, όταν κλήθηκε να εξετάσει το 2008 τη συνολική εξέλιξη της χώρας – λέγοντας τότε πως οι προσπάθειες να ισοσκελισθεί ο προϋπολογισμός οδήγησαν τη Γερμανία στο να ζει τρώγοντας από τις σάρκες της, με την έννοια πως οι επενδύσεις στις υποδομές ήταν μικρότερες από τις αποσβέσεις τους. Το αποτέλεσμα σήμερα είναι να καταρρέουν όλες οι δημόσιες υποδομές, ενώ έχουν επί πλέον ιδιωτικοποιηθεί τα πάντα – ακόμη και σχολεία ή αίθουσες μουσικής της χώρας.
Κάτι ανάλογο πιστεύουν και οι οικονομολόγοι της Αυστρίας, όπως αυτός που έγραψε το βιβλίο «Δημόσια περιουσιακά στοιχεία – το άκρον άωτο της παράνοιας» – έχοντας εξάγει το συμπέρασμα ότι, τα κρατικά περιουσιακά στοιχεία με τη μορφή σχολείων, νοσοκομείων, δρόμων, μέσων μαζικής μεταφοράς, κτιρίων, οικοπέδων, έργων τέχνης κλπ. υπερβαίνουν κατά πολύ τα χρέη της χώρας και των δήμων της. Σε κάθε περίπτωση, είναι παράλογο να συγκρίνει κανείς τα χρέη ενός κράτους με δεκάδες υποδομές, με αυτά κάποιου άλλου που διαθέτει πολύ λιγότερες – ή μίας χώρας που έχει ιδιωτικοποιήσει τα πάντα, με μία άλλη που διατηρεί τα περισσότερα στην ιδιοκτησία του δημοσίου.
Ανεξάρτητα τώρα από τις μεθόδους που χρησιμοποιεί το ΔΝΤ, όπως η πρόσθεση των μελλοντικών συνταξιοδοτικών παροχών των δημοσίων υπαλλήλων στο παθητικό των κρατών ή το ότι δεν συμπεριλαμβάνει την αξία των οικοπέδων χωρίς κτίρια στο ενεργητικό τους, εκτιμώντας τις οικοδομές σύμφωνα με το κόστος κατασκευής τους, τονίζει τουλάχιστον πως ο σκοπός των κρατών δεν είναι η αύξηση των καθαρών (=μείον τα χρέη) περιουσιακών στοιχείων των κρατών – αλλά η παροχή αγαθών και υπηρεσιών στους Πολίτες του.
Θεωρώντας όμως πως οι αρνητικοί Ισολογισμοί αποτελούν πρόβλημα για τα κράτη (αναφέρει 31 χώρες με αρνητική καθαρή θέση, μεταξύ των οποίων τη Γερμανία, τη Γαλλία και τη Μ. Βρετανία, πηγή), ενώ οι ιδιωτικοποιήσεις δεν αποτελούν λύση, προτείνει τη μείωση των «καταναλωτικών» δαπανών των κρατών – όπου ως τέτοιες θεωρεί αυτές που χρησιμοποιούνται για την παροχή δημοσίων υπηρεσιών (οπότε τον περιορισμό του κράτους προνοίας).
Τέλος, το ΔΝΤ δεν συμπεριλαμβάνει, όπως το ίδιο αναφέρει, το μεγαλύτερο περιουσιακό στοιχείο των κρατών: τη δυνατότητα τους να επιβάλλουν και να εισπράττουν φόρους, κάτι που εξαρτάται από τα ιδιωτικά περιουσιακά στοιχεία και από τα εισοδήματα των Πολιτών τους. Σε αυτό το σημείο διαφοροποιείται ξεκάθαρα το κράτος από τις επιχειρήσεις, οι οποίες είναι εκτεθειμένες στον ανταγωνισμό, οπότε δεν μπορούν να επιβιώσουν με αρνητική καθαρή θέση – ενώ τα κράτη έχουν τη δυνατότητα είτε να αυξήσουν τους φόρους για να καλυφθούν, είτε να μειώσουν τις δαπάνες τους.
Επίλογος
Τέτοιου είδους θέματα, παρά το ότι αναλύονται από διεθνείς οργανισμούς και από ειδικούς εμπειρογνώμονες άλλων κρατών, ενώ είναι κρίσιμα για το μέλλον της πατρίδας μας, δεν απασχολούν καθόλου τις ελληνικές κυβερνήσεις – αφού το μόνο που τις ενδιαφέρει είναι η διατήρηση του διεφθαρμένου κομματικού-πελατειακού κράτους που έχουν δημιουργήσει και η νομή της εξουσίας, μεταξύ άλλων για να εξασφαλίζουν την ατιμωρησία τους για τα εγκλήματα του παρελθόντος, καθώς επίσης του παρόντος.
Όσον αφορά τους Πολίτες, είναι κυριολεκτικά δεμένοι χειροπόδαρα – ενώ σύρονται από το άρμα τόσο των δανειστών που έχουν υποθηκεύσει τα πάντα με το PSI, όσο και των κομμάτων που έχουν δημιουργήσει ένα σύστημα κομμένο και ραμμένο στα μέτρα τους. Για παράδειγμα, ακόμη και αν ψήφιζε μόνο ένας στις επόμενες εκλογές, το κόμμα που θα επέλεγε θα έπαιρνε 300 έδρες με βάση το ισχύον σύνταγμα – το οποίο δεν προστατεύει ούτε στο ελάχιστο τους Έλληνες, αφού δεν λαμβάνεται καθόλου υπ’ όψιν ούτε η λευκή ψήφος, ούτε η άκυρη!
Εκτός αυτού, η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα στον πλανήτη που δεν έχει Συνταγματικό Δικαστήριο – χωρίς δυστυχώς να καταλαβαίνουν τη σημασία του οι Έλληνες, θεωρώντας πως καλύπτονται από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ). Δυστυχώς δεν γνωρίζουν πως οι αποφάσεις του ΣτΕ έχουν ισχύ μόνο για όσους προσφεύγουν σε αυτό – ενώ, αντίθετα, οι αποφάσεις του συνταγματικού Δικαστηρίου ισχύουν αυτόματα για όλους. Αυτός είναι ο βασικός λόγος που εφαρμόζονται από τις κυβερνήσεις κατά το δοκούν – ενώ είναι ξεκάθαρο πως οι οικονομικές και πολιτικές ελίτ της χώρας δεν θέλουν να θεσμοθετηθεί ένα Συνταγματικό Δικαστήριο, επειδή δεν τις εξυπηρετεί.
Ολοκληρώνοντας, οι αποφάσεις του ΣτΕ δεν αποτελούν καν δεδικασμένο για όσους τις επικαλεσθούν προσφεύγοντας αργότερα, αφού μία άλλη σύνθεση του είναι σε θέση να πάρει μία διαφορετική απόφαση – γεγονός που σημαίνει πως οι Έλληνες είναι σκλάβοι ενός απολυταρχικού συστήματος, το οποίο ελέγχεται πλήρως από τον εκάστοτε πρωθυπουργό. Του δίνεται δε κυριολεκτικά λευκή επιταγή, αφού μπορεί να αποφασίζει ακόμη και για τον εδαφικό διαμελισμό της χώρας, στηριζόμενος μόνο από τους βουλευτές του κόμματος του – όπως συμβαίνει με το θέμα των Σκοπίων.
Έτσι η Ελλάδα, όσες οικονομικές αναλύσεις και να κάνουμε, ή όσες λύσεις και αν προτείνουμε, δεν πρόκειται ποτέ να πάει μπροστά, εάν δεν αλλάξει ριζικά το πολιτικό της σύστημα – κάτι που δυστυχώς δεν συνειδητοποιεί η πλειοψηφία των Ελλήνων, επειδή διατηρείται σκόπιμα σε άγνοια. Εάν το γνώριζαν οι Έλληνες, θα είχαν προ πολλού επαναστατήσει – πριν ακόμη ξεσπάσει η κρίση και οδηγηθούν σκόπιμα στον «Καιάδα» από τις κυβερνήσεις τους που υπηρετούν σκόπιμα τις εγχώριες ελίτ και τις ξένες δυνάμεις κατοχής. Σε κάθε περίπτωση, αποτελεί μεγάλη ντροπή για μία χώρα που «εφηύρε» τη Δημοκρατία να κυβερνάται από κοινοβουλευτικές δικτατορίες του χειρίστου είδους – χωρίς καν οι Πολίτες της να το καταλαβαίνουν.
Βασίλης Βιλιάρδος – analyst.grΠηγή Ο χρυσός κανόνας
Comments are closed.
Κοινοποιήστε: