Ο Λευκορώσος ερευνητής Eβγκένι Μοροζόφ του Διαδικτύου εξετάζει νέες πτυχές της ψηφιακής επανάστασης που επιδρούν βαθιά στις κοινωνίες και παρατηρεί «τον μύθο του τεχνο-λαϊκισμού» ως όλον. Μας θυμίζει το όραμα της δεκαετίας του 2000: Ενός νέου ψηφιακού
κόσμου, που υπόσχονταν «να μετατρέψει κάθε χρήστη σε καλλιτέχνη, σε επιχειρηματία και σε αντάρτη ταυτόχρονα». Σήμερα, εκείνος ο ουτοπικός μύθος για τον παντοδύναμο καταναλωτή – επιχειρηματία είναι νεκρός, λέει ο Μοροζόφ. Ωστόσο ο τεχνο-λαϊκισμός ζει, μεταξύ άλλων σε οικονομικά εγχειρήματα όπως το Airbnb και το Uber. Θα επιβιώσει και στο μέλλον· και θα διασπείρει νέους απατηλούς μύθους και υποσχέσεις.
«Xωρίς μια ισχυρή πολιτική ατζέντα που δεν θα υποκύπτει σε ψευδαισθήσεις για δήθεν ικανότητα του παγκόσμιου κεφαλαίου να προωθήσει την κοινωνική χειραφέτηση», τούτες οι υποσχέσεις τουτεχνο-λαϊκισμού θα μείνουν ανεκπλήρωτες, λέει ο Μοροζόφ. «Στο τέλος θα έχουν ως αποτέλεσμα το ακριβώς αντίθετο από αυτό που υπόσχονται. Είναι αδύνατο να αγοράσουμε με χρήματα μια πιο δημοκρατική κοινωνία».
Από όλες τις ιδεολογίες που παρήγαγε η Silicon Valley, ο τεχνολαϊκισμός είναι η πιο παράδοξη. Είναι υποσχέσεις κενές περιεχομένου, οι οποίες βασίζονται στον τεράστιο σεισμό της ψηφιακής επανάστασης· προσφέρουν τη δυνατότητα σε πολιτικές δυνάμεις που δεν θα μπορούσαν να έχουν κανέναν άλλο κοινό παρονομαστή, να έλκονται από αυτές τις υποσχέσεις. Λόγου χάρη υποστηρικτές και αντίπαλοι της παγκοσμιοποίησης, εθνικιστές και προοδευτικοί. Οι ιδέες αυτές, καθώς υπόσχονται έναν κόσμο άμεσης και ανώδυνης αυτοενδυνάμωσης του ατόμου, είναι αρκετά εύπλαστες για να μπορούν να ενώνουν μεγάλες εταιρίες τεχνολογίας, νεοσύστατες επιχειρήσεις, λάτρεις των κρυπτονομισμάτων [τύπου Bitcoin], ακόμη και πολιτικά κόμματα.
Υποσχέσεις για αποκέντρωση, αποτελεσματικότητα, ελεύθερη εθελοντική συμμετοχή
Η προϊστορία του τεχνολαϊκισμού είναι μάλλον ομιχλώδης. Ωστόσο γνωρίζουμε την ακριβή ημερομηνία στην οποία ο τεχνο-λαϊκισμός έγινε mainstream. Χρονολογείται από το 2006, όταν το Time Magazine έχρισε ως «Πρόσωπο της Χρονιάς» το «Εσύ», δηλαδή όλα εκείνα τα εκατομμύρια ανθρώπων που ήταν τα στηρίγματα του δημιουργημένου από τους χρήστες τους Παγκόσμιου Ιστού στη δεκαετία του 2000. Έτσι, τα θέματα του τεχνολαϊκισμού χαράχτηκαν βαθιά μέσα στο συλλογικό μας ασυνείδητο.
Αν και ο αριθμός των ανθρώπων που συνέβαλαν ενεργά στη δημιουργία ιστοχώρων όπως η Wikipedia και το Flickr ήταν σχετικά μικρός, το καθολικό πανηγύρι της χαράς που στήθηκε γύρω τους συνετέλεσε ώστε τα ερωτήματα για την ισχύ των μεγάλων εταιριών και για την βιωσιμότητα της αναδυόμενης ψηφιακής Ουτοπίας σπρώχτηκαν στο περιθώριο και αποσιωπήθηκαν. Λίγα μόνον χρόνια αργότερα, αυτό το όραμα για το μέλλον είχε πεθάνει και ενταφιαστεί: Ο Παγκόσμιος Ιστός ήταν ήδη άκρως συγκεντροποιημένος, ελάχιστες ψηφιακές πλατφόρμες είχαν στερεώσει την κυριαρχία τους πάνω στο Διαδίκτυο· ήταν πια μόνον μια σκιά του προηγούμενου εαυτού του, του ιδιόμορφου και αποκλίνοντος από τα καθιερρωμένα. Σήμερα – στο έτος 2018 – ο παντοδύναμος, δημιουργικός χρήστης του 2006 έχει εκφυλιστεί σε τοξικομανή που ψάχνει να ικανοποιήσει το πάθος του, σε ζωντανό άνθρωπο που μοιάζει με ζόμπι, σε άτομο εθισμένο να κάνει συνεχώς και παντού scroll και «like», παγιδευμένο συνεχώς και για πάντα μέσα στα αφανή κλουβιά των data brokers.
Ο μύθος του «χρήστη που είναι ελεύθερος σαν καλλιτέχνης» δεν υπάρχει πια. Ωστόσο το πνεύμα του τεχνο-λαϊκισμού τρέφεται σήμερα από δύο εξίσου ισχυρούς μύθους: Τον «χρήστη που είναι επιχειρηματίας» και τον «χρήστη που είναι καταναλωτής». Υπόσχονται πολλά. Περισσότερη αποκέντρωση, αποτελεσματικότητα, ελεύθερη και εθελοντική συμμετοχή· και έτσι μένει στην αφάνεια η πραγματική δυναμική της ψηφιακής οικονομίας. Ως αποτέλεσμα,είναι τώρα ακόμη πιο δύσκολο να αντιληφθούν οι άνθρωποι τι λογής θα είναιτο ψηφιακό μέλλον που ανοίγεται μπροστά μας: Θα κυριαρχεί ο συγκεντρωτισμός, η αναποτελεσματικότητα και η επιτήρηση.
Τότε που το Uber, το Airbnb και άλλες τέτοιες πλατφόρμες ήταν ακόμη στα σπάργανα, η εικασία ότι προετοιμαζόταν μια παγκόσμια επανάσταση που θαεπέτρεπε σε κάποιες οικονομικές δραστηριότητες να πραγματοποιούνται με τρόπους πιό διαφοροποιημένους, πιο «οριζόντιους» και πιο άτυπους, είχε κάποια αληθοφάνεια. Θα γλυτώναμε από τους επαγγελματίες ταξιτζήδες, από τις λιμουζίνες και από τα ξενοδοχεία. Στη θέση τους θα έμπαιναν ερασιτέχνες, ποδήλατα και καναπέδες που γίνονται κρεβάτια! Ιδού ένα ελκυστικό όραμα που είχε και ρίζες στην εξέγερση της αντικουλτούρας εναντίον της εξουσίας, εναντίον της ιεραρχίας και εναντίον των «ειδικών». Όμως του έλειπε ένα πράγμα: Υποστήριξη από κάποια πολιτικά κόμματα και κοινωνικά κινήματα.
Εάν υπήρχαν τέτοια «φιλικά» κόμματα, σε περίπτωση που βρισκόταν σε θέσεις εξουσίας θα μπορούσαν να στηρίξουν τοπικές πλατφόρμες με επαρκήδημόσια χρηματοδότηση, προκειμένου να μην είναι στο έλεος των βάναυσωννόμων του ανταγωνισμού· θα μπορούσαν επίσης να ασκήσουν την πολιτική τους επιρροή για να προστατεύσουν αυτές τις τοπικές πλατφόρμες από τουςκαθαρά εμπορικούς ανταγωνιστές τους με τα βαριά πορτοφόλια. Παρόμοιεςπροσπάθειες τον περασμένο [20ό] αιώνα, μας έδωσαν ως καρπό το κράτος πρόνοιας, το οποίο ήταν κατ’ εξοχήν πολιτικό εγχείρημα.
Τότε, αντί να αφήσουν την εκπαίδευση και την ιατρική περίθαλψη στα χέριαιδιωτικών φορέων παροχής υπηρεσιών, εντελώς συνειδητά απέσπασαν τουςτομείς αυτούς από την αγορά και τους προστάτευσαν από τους καταναγκασμούς της. Το κράτος πρόνοιας, που τότε ακριβώς συστάθηκε γιαπρώτη φορά, είχε ως χαρακτηριστικό μια κάπως υπερβολικά ιεραρχημένη δομή· ωστόσο, με δεδομένους τους πολιτικούς και τεχνολογικούς περιορισμούς της εποχής εκείνης, ήταν ένας λογικός συμβιβασμός.
Σήμερα μπορεί κανείς εύκολα να φανταστεί πιο διαφοροποιημένες, πιο «οριζόντιες» δομές για παροχή τέτοιων υπηρεσιών, ώστε να περιορίζεται λιγότερο η τοπική αυτονομία, ο δημοκρατικός τρόπος λήψης αποφάσεων και η ατομικότητα των πολιτών. Το ίδιο ισχύει και για την οικονομία ως όλον. Οι ψηφιακές πλατφόρμες ως διαμεσολαβητές της αλληλεπίδρασης μεταξύ πολιτών, μεταξύ πολιτών και επιχειρήσεων, αλλά και μεταξύ πολιτών και θεσμικών οργάνων, θα πρέπει να έχουν κεντρικό ρόλο σ’ αυτόν τον μετασχηματισμό.
Τελικά, το Uber κατασκευάζει αυτοκίνητα χωρίς οδηγό, το Airbnb ξενοδοχειακά συγκροτήματα. Το απαιτούν οι νόμοι της αγορά
Ωστόσο, μέχρι στιγμής δεν φαίνεται στον ορίζοντα κανένα τέτοιο πολιτικό εγχείρημα με στόχο να περιορισθεί η εμπορευματοποίηση στο κράτος – και σε εκείνο που πρόσφατα έχει εκδημοκρατισθεί – και στην οικονομία. Συνεπώς, εκείνοι που προωθούν τους αξιέπαινους στόχους της αυτο-ενδυνάμωσης του ατόμου, της εντοπιότητας και της προτίμησης στις οριζόντιες διασυνδέσεις, το κάνουν αναγκαστικά με το να καλοπιάνουν έναν ισχυρό αλλά και ύπουλο σύμμαχο, προκειμένου να κερδίσουν την εύνοιά του· δηλαδή, με έναν συγχρονισμό της δυναμικής και των αναγκών των ψηφιακών πλατφορμών με τη δυναμική και τις ανάγκες του παγκόσμιου κεφαλαίου.
Όλα πήγαν καλά – τουλάχιστον στην αρχή. Η από κοινού χρήση αυτοκινήτων, ποδηλάτων και διαμερισμάτων έχει λάβει κυριολεκτικά εκρηκτικές διαστάσεις, χάρις στην τεράστια τροφοδοσία με κεφάλαια, πολλά από τα οποία προέρχονται από κρατικά επενδυτικά κεφάλαια ή από υψηλού ρίσκου κεφάλαια ιδιωτών επενδυτών. Τι ωραία είναι να χρηματοδοτούνται από την Σαουδική Αραβία, με τα έσοδά της από το πετρέλαιο – μέσω συμφωνιών με την SoftBank στην Ιαπωνία – ταξίδια με πληρωμένα γεύματα σε όλο τον κόσμο! Οι προμηθευτές αγαθών και υπηρεσιών σε ψηφιακές πλατφόρμες, καθώς και οι αγοραστές και οι ενοικιαστές τους, είχαν κάθε λόγο να πανηγυρίζουν. Οι πρώτοι είχαν έτσι την ευκαιρία να αξιοποιούν τους αχρησιμοποίητους πλουτοπαραγωγικούς πόρους τους, από τα κενά διαμερίσματα τους μέχρι τον ελεύθερο χρόνο τους, για να βγάζουν χρήματα. Οι δεύτεροι επωφελούνταν από εκπτώσεις σε ταξίδια, σε γεύματα και σε κρατήσεις θέσεων σε αεροπλάνα και πλοία.
Ακόμη και ολόκληρες πόλεις με οικονομικά προβλήματα, μπορούσαν πια να βασίζονται σε ψηφιακές πλατφόρμες για να βελτιώσουν ή να ανανεώσουν τις προβληματικές τους υποδομές και να ενισχύουν τον τουρισμό τους.
Τώρα, αυτό το ωραίο παραμύθι τελειώνει.
Το 2018 σηματοδοτεί για την οικονομία της από κοινού χρήσης (Sharing Economy) ό,τι σηματοδότησε το 2006 για τα δημιουργημένα από τον χρήστη περιεχόμενα του ψηφιακού κόσμου. Από εδώ και πέρα η πορεία μπορεί να είναι μόνον καθοδική. Οι πλατφόρμες δεν θα εξαφανιστούν. Ωστόσο, οι φιλόδοξοι αρχικοί στόχοι που πρόσφεραν την «λαϊκή νομιμοποίηση» στις δραστηριότητές τους, θα υποκύψουν στην νηφάλια και μερικές φορές βάρβαρη επιταγή που επιβάλλει ο σιδηρούς νόμος του ανταγωνισμού: Στην επιδίωξη κέρδους.
Το Uber βοήθησε ίσως μερικούς φτωχούς ανθρώπους να σταθεροποιηθούν οικονομικά παρέχοντας περιστασιακές υπηρεσίες οδηγού ως «άτυποι ταξιτζήδες». Ωστόσο, η αναγκαιότητα να λειτουργεί με κερδοφορία, σημαίνει ότι στο τέλος-τέλος η επιχείρηση δεν θα διστάσει καθόλου να απαλλαγεί από τους οδηγούς της και να μεταπηδήσει σε πλήρως αυτοματοποιημένα οχήματα χωρίς οδηγούς. Μια εταιρεία που είχε ζημίες 4,5 δισεκατομμύρια δολάρια μόνον πέρυσι, θα έκανε μεγάλο σφάλμα αν ενεργούσε διαφορετικά.
Η Airbnb μπορεί να παρουσιάστηκε ως σύμμαχος της μεσαίας τάξης ενάντια στα ισχυρά κατεστημένα οικονομικά συμφέροντα. Ωστόσο, η προσπάθεια για μεγαλύτερη κερδοφορία ήδη αναγκάζει την επιχείρηση να συνεργαστεί με εταιρείες όπως η Brookfield Property Partners, μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες ακινήτων στον κόσμο, για την απόκτηση συγκροτημάτων κατοικιών για ξενοδοχειακή χρήση τύπου Airbnb, συχνά μέσω της αγοράς ή μετατροπής υφιστάμενων ολόκληρων πολυκατοικιών με διαμερίσματα. Μόνον ελάχιστα από τα ισχυρά και κατεστημένα συμφέροντα θα πληγούν από αυτό. Εκτός ίσως από εκείνους τους «ισχυρούς» ενοικιαστές διαμερισμάτων, που θα πρέπει να βρούν άλλη ενοικιαζόμενη κατοικία για να παρακολουθήσουν πώς τα διαμερίσματα όπου έμεναν θα μετατραπούν σε ξενοδοχεία Airbnb.
Δεδομένων των τεράστιων ποσοτήτων χρήματος που διακυβεύονται, οι τωρινές μάχες, όπως π.χ. αυτή που βλέπουμε μεταξύ επιχειρήσεων που συντονίζουν οδηγούς και επιβάτες για την από κοινού χρήση οχημάτων [Ridesharing – η Uber είναι η πιο γνωστή], είναι πιθανό να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη συγκέντρωση ανά περιοχή του κόσμου, με κάθε περιοχή να ελέγχεται τελικά από μόνον μία ή από δύο πλατφόρμες. Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι ηUber στην Κίνα, στην Ινδία, στη Ρωσία αλλά και σε μεγάλα τμήματα της Νοτιοανατολικής Ασίας και της Λατινικής Αμερικής παραδόθηκε στα χέριατοπικών παικτών, πίσω από τους οποίους βρίσκονται σε πολλές περιπτώσεις και Σαουδάραβες επενδυτές.
Αλλά και οι παλαιές κατεστημένες βιομηχανίες με την ιεραρχημένη δομή δεν θα παραμείνουν αδρανείς στον αιώνα τον άπαντα, όπως μας διδάσκει, εκτός των άλλων, και η εμπειρία της προηγούμενης ψηφιακής επανάστασης. Αρκεί να σκεφτούμε την εντελώς πρόσφατη εξαγορά της ελπιδοφόρας νεοφυούς επιχείρησης (Start-up) με το όνομα Spin, η οποία κατασκευάζει ηλεκτροκίνητα μοτοποδήλατα, από τη βιομηχανία αυτοκινήτων Ford.
Εξελίξεις τέτοιου είδους έρχονται σε αντίθεση με την τεχνο-λαϊκίστικηρητορική περί «παράκαμψης των μεσαζόντων» (disintermediation). Παράγουν επίσης πολλά σκουπίδια – βουνά ολόκληρα εγκαταλειμμένων ποδηλάτων,παντού σε όλο τον κόσμο.
Ήδη γίνεται αισθητή η όλο και πιο μεγάλη πύκνωση της κυκλοφορίας οχημάτων σε οδούς συμφορημένες. Όταν επιτρέπεται στο παγκόσμιο κεφάλαιο να κατακτά τον τομέα της από κοινού χρήσης οχημάτων με συντονισμό οδηγού και επιβάτη [Ridesharing], αντί να βελτιώνεται η προσφορά υπηρεσιών των πολύ πιο αποτελεσματικών δημόσιων συγκοινωνιακών μέσων, το αποτέλεσμα είναι αυτό ακριβώς.
Είναι αδύνατο να αγοραστεί με χρήματα μια πιο δημοκρατική κοινωνία
Τα βουνά των σκουπιδιών που θα προκύψουν από τις νέες υπηρεσίες των μεγάλων διαδικτυακών προμηθευτών, δεν είναι καθόλου συμβατά με το αειφόρο μέλλον που διαφημίζουν οι τεχνο-λαϊκιστές. Η διατήρηση των τιμών ναύλων και μενού σε τεχνητά χαμηλά επίπεδα μέσω έντονης επιδότησης, είναι προσωρινή συνέπεια του έντονου ανταγωνισμού και δεν θα διαρκέσει για πολύ. Όταν θα απομείνουν «εν ζωή» μόνον λίγοι επιτυχημένοι από τους ανταγωνιζόμενους, οι τωρινές υψηλές οικονομικές ζημίες τους θα πρέπει κάποτε να αντισταθμιστούν – πιθανώς με υψηλότερες τιμές των προσφερόμενων υπηρεσιών.
Ο σημερινός μύθος του παντοδύναμου καταναλωτή-επιχειρηματία είναι νεκρός. Ωστόσο ο τεχνο-λαϊκισμός θα επιβιώσει και θα συνεχίσει σαρωτικά να αναγγέλλει νέες υποσχέσεις, χρησιμοποιώντας τις Blockchain [οι διαδικτυακά συνδεδεμένες αλυσίδες τεράστιων σε ισχύ πληροφορικών συστημάτων hardware και software που υποστηρίζουν, π.χ., το Bitcoin και άλλα «κρυπτονομίσματα»], την τεχνητή νοημοσύνη ή την Smart City. Πολλές από αυτές τις υποσχέσεις μπορεί να είναι πολύ δελεαστικές. Όμως, χωρίς μια ισχυρή πολιτική ατζέντα – που δεν θα υποκύπτει σε ψευδαισθήσεις για δήθεν ικανότητα του παγκόσμιου κεφαλαίου να προωθήσει την κοινωνική χειραφέτηση – τούτες οι υποσχέσεις θα έχουν ως αποτέλεσμα το ακριβώς αντίθετο από αυτό που υπόσχονται.
Αυτός ο δρόμος που φαίνεται απλός και εύκολος δεν μπορεί να μας οδηγήσει στον επιθυμητό προορισμό· είναι αδύνατο να αγοράσουμε με χρήματα μια πιο δημοκρατική κοινωνία. Και ασφαλώς όχι με χρήματα της Σαουδικής Αραβίας.
Μετά την κρίση
Πηγή Ο τεχνολαϊκισμός αφήνει πίσω του συντρίμμια Μετά τις ψηφιακές ουτοπίες, το Airbnb και το Uber
Κοινοποιήστε: