Ο ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΜΥΘΟΣ – Η ΑΥΤΟΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΗ ΕΠΙΛΟΓΗ ΚΥΒΕΡΝΩΝΤΩΝ.
Γιατί οι λαοί μας επιλέγουν πάντοτε σαν κυβερνήτες, σαν αντιπροσώπους, ανθρώπους οι οποίοι θα προσπαθήσουν να τους καταστρέψουν από την επόμενη ημέρα της εκλογής τους; Γιατί τόσος παραλογισμός στην πολιτική και κοινωνική ζωή; Γιατί στην κορυφή της αποθεώσεως τού Ορθολογισμού, κυριαρχεί απολύτως η μυθοποίηση καταστάσεων, γεγονότων και προσώπων; Γιατί η μυθοποίηση πήρε τόσο εύκολα την θέση της σκέψης; Η νοησιαρχία του Καρτέσιου γέννησε τον Ρομαντισμό του Γκαίτε και την παραίτηση απο την κοινωνική ζωή, με την κυριαρχία του συναισθήματος;
Ο Ernst Cassirer, έγραψε το τελευταίο του βιβλίο «Τί Είναι ο Μύθος» προσπαθώντας να απαντήσει σ’αυτά τα επικίνδυνα για τον εξελιγμένο άνθρωπο, ερωτήματα! Η παραίτηση απο τον ΝΟΥ, παίζει οπωσδήποτε καθοριστικό ρόλο, αλλά ας δούμε λίγα πράγματα απο την έρευνα τού Κασσίρερ, που είναι και πιό κατανοητά, ίσως στην σκοτεινή μας αντίληψη, η οποία βυθισμένη στον αισθητό κόσμο, στερείται αρχών διακρίσεως.
Μας επισημαίνει λοιπόν πώς μετά τους παγκοσμίους πολέμους, και παρότι η τεχνολογία αυξάνει αλματωδώς, υπήρξε μία ριζική αλλαγή στην πολιτική σκέψη. Εμφανίστηκε μία καινούργια δύναμις. Η δύναμις της μυθικής σκέψης. Η οποία νίκησε κατά κράτος την Ορθολογική σκέψη.
Ενώ συνεχίζουμε να λύνουμε τα τεχνικά μας προβλήματα, βασιζόμενοι στην επιστήμη και στην τεχνολογία, στην πολιτική κανένας μας δέν χρησιμοποιεί πλέον την Ορθολογική σκέψη. Ο σημερινός άνθρωπος φαίνεται να’χει ξεχάσει απολύτως όλα όσα είχε μάθει στην διάρκεια της διανοητικής του ανάπτυξης. Επέστρεψε πίσω στις πρώτες φάσεις, σχεδόν πρωτόγονες, της ανθρώπινης κουλτούρας. Ξαναεμφανίστηκαν οι Φυλές, οι συμμορίες, το ομαδικό πνεύμα. Ακόμη και στην Φιλοσοφία και στην Θεολογία με την εμφανίση των διαφόρων ακαδημιών, των ιδρυμάτων και ινστιτούτων, η σκέψη είναι οργανωμένη ομαδικά, πρωτόγονα. Υπάρχει ο αρχηγός των πολεμιστών, ο Καλαϊτζίδης πχ., ο μάγος θεραπευτής, ο Ιγνάτιος, και οι μητέρες! Η Ακαδημία Βόλου είναι το εντυπωσιακότερο παράδειγμα. Δεδομένου ότι πιστεύει ότι είναι η αιχμή της νεωτερικότητος και του μοντέρνου. Και ίσως είναι! Απο την στιγμή της μυστηριώδους επιστροφής του ανθρωπίνου πνεύματος στον πρωτογονισμό των Τότεμ και των Ταμπού.
Ο Κασσίρερ λοιπόν μας προτείνει μία διδακτική σκηνή απο τον Φάουστ του Γκαίτε για να κατανοήσουμε την σύγχρονη ασθένεια του πνεύματος μας, η οποία συνοδεύεται στην φιλοσοφία, από την κυριαρχία του υποκειμένου!
Σ’αυτή την σκηνή λοιπόν βλέπουμε τον Φάουστ, μέσα στην κουζίνα της μάγισσας, να περιμένει το μαγικό ποτό με το οποίο θα ξανααποκτήσει την νεότητά του. Όρθιος μπροστά σ’ένα μαγεμένο καθρέφτη, ξαφνικά, έχει μία θαυμαστή όραση. Εμφανίζεται στον καθρέφτη η εικόνα μιάς γυναίκας με υπερφυσική ομορφιά. Μένει εκστατικός και άλαλος. Αλλά ο Μεφιστοφελής, που βρίσκεται δίπλα του, γελά με τον ενθουσιασμό του. Γιατί έχει πείρα: γνωρίζει πώς αυτό που είδε ο Φάουστ δέν ήταν η μορφή μίας πραγματικής γυναίκας,ήταν μόνον μία δημιουργία του ίδιου τού πνεύματος του.
Απο τότε οι περισσότεροι φιλόσοφοι και ποιητές πίνουν ασταμάτητα απο αυτή την μαγική κούπα. Αισθάνονται αναζωογοννημένοι και ξανανιωμένοι! Απο τότε οι πνευματικοί άνθρωποι άρχισαν να βλέπουν τα πράγματα σε ένα νέο μεταμορφωτικό Φώς. Δέν μπορούν να επιστρέψουν πλέον στον κοινό κόσμο, στον κόσμο του όχλου. Χάθηκαν οι βασικές διακρίσεις ανάμεσα στον μύθο και στην πραγματικότητα, στην ποίηση και στην αλήθεια. Άρχισαν να συμπίπτουν και να ταυτίζονται: ο Νόβαλις δήλωσε: Η ποίηση είναι αυτό που είναι απολύτως και καθαρά πραγματικό! Αυτό που είναι πιό ποιητικό είναι πιό αληθινό. Χάθηκε οριστικά κάθε διάκριση ανάμεσα στον υποκειμενικό και τον αντικειμενικό κόσμο. Το ιδεατό και το πραγματικό συμπίπτουν. Το σύστημα της ταυτότητος κατέληξε θριαμβευτικά στην Φιλοσοφία της μυθολογίας τού Σέλλινγκ.
Ο Κάντ είχε ισχυρισθεί πώς τήν ανθρώπινη γνώση, την οδηγούν δύο ρυθμιστικές αρχές. Οι αρχές της ομοιότητος και της ανομοιότητος, της ομογένειας και της ετερογένειας. Για να λειτουργήσει η ανθρώπινη νόηση και οι δύο αρχές είναι απαραίτητες. Η λογική αρχή του γένους που απαιτεί την ταυτότητα, αντισταθμίζεται από μία άλλη αρχή, του είδους, που απαιτεί διαφορετικότητα και τήν πολλαπλότητα των πραγμάτων.
Η ανθρωπολογία λοιπόν ανακαλύπτει στην συνέχεια πώς η πρωτόγονη διάνοια, είναι κατώτερη από την σύγχρονη, ώς πρός την μάζα και το μέγεθος της πληροφορίας, των εμπειρικών δεδομένων, αλλά συμφωνεί τελείως μαζί μας, με τους δικούς μας τρόπους σκέψης και συλλογισμού, στην ερμηνεία αυτών των γεγονότων. Ο πρωτόγονος μάγος ή ο αλχημιστής δέν διαφέρει σε τίποτε απο τον σύγχρονο επιστήμονα, ο οποίος κάνει πειράματα στο εργαστήριο του. Και η κοινή προϋπόθεση είναι η πίστη στην τάξη και στην ομοιομορφία της φύσεως: στην φύση δηλαδή, ένα γεγονός το διαδέχεται αναγκαίως ένα άλλο χωρίς την επέμβαση οποιασδήποτε πράξεως πνευματικής ή προσωπικής.
Ακόμη και σήμερα που κατερρίφθη υποτίθεται με την σχετικότητα αυτή η πεποίθηση περί της ομοιογένειας των φυσικών φαινομένων, δέν εμφανίστηκε κάποιος ρόλος μίας προσωπικής πράξεως, μία απαραίτητη ανθρώπινη επέμβαση! Ακόμη και η γενετική επεμβαίνει στην Φύση, πιστεύοντας στην ομοιογένεια της.
Τίποτε δέν αλλάζει. Δέν είναι κάν δυνατή η αλλαγή. Τί δέν αλλάζει δηλαδή; Η αιτία και το αποτέλεσμα. Ο νόμος της βαρύτητος. Η δύναμις. Ο δυνατός είναι ταυτισμένος πάντοτε με την ουσία, με την υπόσταση! Η προσωπικότης αναλαμβάνει την αρχηγία. Για να επιλέξω τον δυνατό όμως δηλώνω την αδυναμία μου. Μπορώ να μεταλλάξω την αδυναμία μου βεβαίως σε δύναμη αλλά και πάλι βρίσκομαι παγιδευμένος στο καλό και στο κακό.
Η ανθρωπότης δοκίμασε και την λύση της Ιεραρχίας. Μία κλίμακα δύναμης όπως την προσδιόρισε η σχολαστική φιλοσοφία, η οποία άφηνε όλους ευχαριστημένους, πρόσφερε δύναμη, διαβαθμισμένη αλλά με την δυνατότητα αυξήσεως. Πάνω σ’αυτή την Ιεραρχία στηρίχθηκε και η οικονομία και η δημιουργία αστικής τάξεως. Αυτή η Ιεραρχία καταρρέει σήμερα, αποκαλύπτοντας το κακό που έκρυβε, την εξάρτηση των πολλών από τους λίγους. Την αδυναμία της ποσότητος να γίνει ποιότητα. Την ρίζα του μύθου. Την απόλυτη ψευδαίσθηση ότι η ποσότης μπορεί να γίνει ποιότητα! Λίγο πρίν φτάσει στην κορυφή η πέτρα της ζωής ξανακυλά στον πάτο. Την αλήθεια τού μύθου του Σίσυφου. Άλλος είναι ο δρόμος της ποιότητος.
Το δράμα του ανθρώπου χτές και σήμερα μοιάζει με τον αγώνα του αλχημιστού. Απο το σίδερο να βγάλει χρυσό! Δέν έγινε ποτέ εφικτό! Ούτε θα γίνει. Απλά στο τέλος της ζωής του ο άνθρωπος, όπως και ο αρχαίος Αλχημιστής ανακαλύπτει πώς κατέστρεψε και τον σίδερο. Τον καθρέφτη τού Ντόριαν Γκρέυ. Παρομοίως και ο Γιούνκ, ο τελευταίος Αλχημιστής της Ιστορίας, πεθαίνοντας αναρωτήθηκε με απελπισία! Ξέρει η ανθρωπότης ότι πεθαίνω;
Το πνεύμα πρέπει να υπερίπταται υπεράνω των υδάτων, ο ζωντανός άνθρωπος είναι ο πιστός, με ότι αυτό συνεπάγεται. Ο άνθρωπος της πίστεως πρέπει να περπατά πάνω στα ύδατα. Διαφορετικά σάν πέτρα θα βυθιστεί κάνοντας μία τρύπα στο νερό. Στο μηδέν από όπου δημιουργήθηκε. Στην άβυσσο. Μόνον η πίστη μπορεί να γίνει η πέτρα που δέν βυθίζεται στα ύδατα του Μηδενός, πάνω στην οποία μπορεί να οικοδομηθεί η αληθινή ζωή.
Στην κριτική του καθαρού λόγου ο Κάντ ορίζει πώς η σκέψη η ίδια κινείται με ένα μεθοδολογικό κριτήριο, την αρχή της ομοιογένειας, η οποία αρχή όμως, εκτός του ότι αποτελεί το συστατικό στοιχείο του Εγώ και είναι η πηγή της λογικής αποτελεί και την βασική λειτουργία ακόμη και της πρωτόγονης σκέψης. Ο πρωτόγονος δρά και σκέπτεται σαν ένας αληθινός φιλόσοφος (αφού ο ίδιος ο Κάντ μείωσε την φιλοσοφία στο επίπεδο της κοινής γνώμης). Συνδυάζει τα δεδομένα της αισθητής του εμπειρίας και προσπαθεί να τα οδηγήσει σε μία τάξη με κάποια συνέπεια και συστηματικότητα. Η διαφορά αυτής της σκέψης απο την σκέψη του Χέγκελ π.χ. είναι απλώς διαφορά βαθμού, η βάση τους είναι ίδια. Το θαύμα και ο τρόμος, είναι σταθερά θεμέλια της ζωής και του πρωτόγονου και του μοντέρνου και πρόκειται για την στάση του ανθρώπου μπροστά στο φαινόμενο του θανάτου.
Επειδή λοιπόν η πρωτόγονη σκέψη είναι μυθική, η ρίζα που καταδυναστεύει τον σημερινό Ευρωπαίο και τον οδηγεί σε λανθασμένες πολιτικές επιλογές βρίσκεται στην πρωτόγονη σκέψη. Η ερμηνεία της οποίας γίνεται εφικτή, τί περίεργο, με την βοήθεια της κριτικής του καθαρού λόγου του Κάντ.
Έτσι λοιπόν ο πρωτόγονος αναρωτιέται: «Κατ’αρχάς ποιό πράγμα κάνει την διαφορά ανάμεσα σ’ένα ζωντανό σώμα και ένα νεκρό; Τί πράγμα καθορίζει το ξυπνητό, τον ύπνο, την έκσταση, την ασθένεια, τον θάνατο; Κατά δεύτερο λόγο, τί πράγμα είναι εκείνες οι ανθρώπινες μορφές που εμφανίζονται στα όνειρα και στα οράματα; Κάθε άνθρωπος λοιπόν διαθέτει δύο πράγματα που του ανήκουν. Μία ζωή και ένα φάντασμα. Σε στενό δεσμό με το σώμα. Η ζωή καθότι του επιτρέπει να αισθάνεται, να σκέπτεται και να πράττει. Το φάντασμα σαν εικόνα του ή σαν δεύτερο Εγώ. Και τα δύο διαχωρίζονται απο το σώμα. Η ζωή, διότι το εγκαταλείπει νεκρό, το φάντασμα διότι εμφανίζεται σε κάποια απόσταση απο το σώμα. Η σύνθεση αυτών των δύο πραγμάτων έδωσε την έννοια της ψυχής φάντασμα. Μία γνώμη που βρίσκεται παντού στην οικουμένη. Αυτή η πεποίθηση είναι τόσο ομογενής σε όλο τον κόσμο που μας βοηθά εύκολα να συμπεράνουμε πώς αποτελεί την πιό καθαρή απόδειξη στην πίστη των ανθρώπων στα δεδομένα των αισθητηρίων τους, στον αισθητό κόσμο.
Ο ανθρωπολόγος Lery–Bruhl, διαφώνησε με την τοποθέτηση αυτή, επιμένοντας πώς ο πολιτισμένος άνθρωπος διαθέτει μία λογική άγνωστη στην πρωτόγονη σκέψη, η οποία είναι προ-λογική ή μυστικιστική.
Πάλι ο Κάντ, μπορεί να λύσει αυτή την αντίθεση. Η αρχή της ομοιογένειας είναι μεθοδολογική, δέν είναι οντολογική, αντικειμενική! Δέν είναι συστατική του όντος. Οι κανονιστικές αρχές γίνονται αντιφατικές όταν λαμβάνονται σαν συστατικές. Οι κανόνες αυτοί μπορούν να χρησιμεύσουν σαν γνωμικά, σαν αποφθέγματα σοφίας ή σαν ηθικές αρχές.
Ένας προτιμά την ενότητα και την ομοιογένεια και ένας άλλος την διαφορά και την ιδιαιτερότητα. Κάθε γνώμη στηρίζεται στην προτίμηση της μίας ή της άλλης κανονιστικής αρχής της σκέψης. Οι γνώμες μας αυτές δημιουργούν προβλήματα όταν αντιμετωπίζονται σαν αντικειμενική, αληθινή γνώση. Είναι τρόποι της νοήσεως, δέν ανήκουν στην οντολογία, στην σύσταση του όντος.
Και όμως, τονίζει ο Κασσίρερ, απο όλες αυτές τις θεωρίες και εξηγήσεις λείπει το ουσιαστικό στοιχείο του μύθου, το παράλογο, το συγκινησιακό βάθος του μύθου, λόγω του οποίου ο μύθος ενυπάρχει ή χάνεται. Για να πάρουμε μία ιδέα της τεράστιας διαφοράς, παρόλες τις ομοιότητες με την μυθική σκέψη, απο την σύγχρονη νοοτροπία, ας ακούσουμε τί λέει ο ανθρωπολόγος Franz Baas, για την γλώσσα της φυλής Kwakintl. «Θα διαβάζαμε με πολύ μεγαλύτερη ευχαρίστηση τις εφημερίδες μας εάν η γλώσσα μας, όπως η διάλεκτος των Ινδών Kwakintl, μας υποχρέωνε να πούμε εάν μία διήγηση βασίζεται στην δική μας απευθείας εμπειρία ή σε ένα συμπέρασμα, ή σε κάτι που ακούγεται ή εάν αυτός που την μεταφέρει την ονειρεύτηκε!»
Η πρωτόγονη, μυθική σκέψη, αντίθετα απο ότι πιστεύουμε, είναι πρωτογενής, και στηρίζεται στο μάθημα της φύσεως, στην απέραντη διαφορά και διάκριση που υπάρχει στην φύση και στην ομορφιά της. Είναι αγαθή και πιστή στην μητέρα Φύση που την τρέφει και την διδάσκει. Η δική μας σκέψη, στηριγμένη στην φανταστική νίκη μας στην Φύση, δέν διακρίνει πλέον την πραγματικότητα απο την επινόηση και την φαντασία. Η δική μας σκέψη δέν έχει ακρίβεια, όπως η πρωτόγονη, διότι δέν είναι απαραίτητη στην επιβίωση μας. Οι ομοιότητες και οι διαφορές είναι τόσο απαραίτητες στον πρωτόγονο άνθρωπο, ακόμη και για να γυρίσει στο σπίτι του.
Στην πρωτόγονη ζωή, η οποία είναι και η πηγή του μύθου, βρίσκουμε μία φλογερή επιθυμία των ατόμων να ταυτιστούν με την ζωή της κοινότητος και με την ζωή της φύσεως. Διότι σε όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες και σε όλες τις μορφές της ανθρώπινης κουλτούρας βρίσκουμε μία «ενότητα στην πολλαπλότητα». Η τέχνη μάς δίνει μία ενότητα της εμπνεύσεως. Η επιστήμη την ενότητα της σκέψης. Η θρησκεία και ο μύθος μάς δίνουν την ενότητα του αισθήματος. Η τέχνη μάς διανοίγει στον κόσμο των ζωντανών μορφών. Η επιστήμη μάς παρουσιάζει ένα σύμπαν νόμων και αρχών. Η θρησκεία και ο μύθος ξεκινούν με την συνειδητοποίηση της θεμελιώδους ενότητος και καθολικότητος της ζωής.
Δέν είναι αναγκαίο αυτή η ζωή που διαπερνά το όλον να συλλαμβάνεται σε μία προσωπική μορφή. Συναντούμε πρωτόγονες θρησκείες, στις οποίες το νόημα της προσωπικότητος απουσιάζει. Όπως επίσης και θρησκείες ανεπτυγμένες, στις οποίες το προσωπικό στοιχείο χάνεται απο άλλα πιό σημαντικά στοιχεία. Οι μεγάλες θρησκείες της Ανατολής, ο Βραχμανισμός, ο Βουδισμός, και ο Κομφουκιανισμός, τείνουν πρός το απρόσωπο. Η ταυτότητα των ουπανισάδων είναι μεταφυσική, εκφράζει την θεμελιώδη ενότητα του Εγώ με το Σύμπαν, του Άτμαν με το Μπράμαν. Είναι μία αφαιρετική ταυτότητα, θεωρητική!
Ίδια όμως στην δομή με την πρωτόγονη ταυτότητα, η οποία χάνεται ταυτιζόμενη στην Φύση, ενώ οι Ανατολικές πιό εκλεπτυσμένες εκδοχές ταυτότητος, χάνονται ταυτιζόμενες με τον κόσμο, το Σύμπαν.
Η Ελληνική φιλοσοφία υπήρξε η θαυμαστή μεσαία οδός. Δύσκολη και ανεπανάληπτη. Γι’αυτό και εγκατελείφθη γρήγορα για πιό εύκολες λύσεις. Ο Όμηρος ήδη αρχίζει να διαγράφει την παρουσία μίας διαφορετικής ψυχής, διαφορετικής απο την γνωστή ενότητα ψυχής και σώματος, του αισθητού κόσμου. Μίας ψυχής ηρωϊκής, που αψηφά τον θάνατο. Η οποία γεννιέται απο τον θυμό του Αχιλλέα ενάντια στον Δεσποτισμό της εξουσίας που αφάνιζε τον ξεχωριστό άνθρωπο, μέχρι την αφύπνιση της πατρότητος του Οδυσσέα, που τον παρακίνησε τελικώς να εγκαταλείψη τις ηδονές, για να γνωρίσει τον γιό του και να επιστρέψει. Και φθάνει μέχρι την Δημοκρατία, την πατρίδα, τον ΝΟΥ. Ο οποίος εξασφαλίζει ταυτόχρονα την ενότητα και με την Φύση και με το Σύμπαν. Το ήθος, την ευθύνη, την αλήθεια. Στα αιώνια περιεχόμενα του ανθρώπου.
Τα οποία άρπαξε σαν λάφυρα η Ευρώπη. Οικοδομώντας το άτομο, το άπληστο Εγώ που φαντασιώνεται ότι είναι ο κατακτητής της Φύσεως και του Σύμπαντος, δημιουργός ζωής, Σύνθεος. Χάνοντας και την ολοκλήρωση, την τελειότητα, που έφερε στην ιστορία μας ο Ιησούς Χριστός, προσφέροντας στον καθένα μας το αθάνατο όνομά Του, με τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, που θεμελιώνονται στην Δύναμη του ονόματος Του.
Ας επιστρέψουμε όμως στον Μύθο. Ο οποίος γεννιέται απο βαθιές ανθρώπινες συγκινήσεις. Ο Μύθος όμως πάλι δέν μπορεί να ορισθεί σαν μία απλή συγκίνηση, διότι είναι η έκφραση της συγκινήσεως. Και η έκφραση ενός αισθήματος δέν είναι το ίδιο το αίσθημα. Αυτό που ήταν μία παθητική στάση, γίνεται ενεργητική διαδικασία. Και όλες οι ανθρώπινες συγκινήσεις, είναι τελικώς ένα τελετουργικό που τελείται, που χορεύεται μπροστά στον θάνατο. Είναι μία χαμένη μάχη με τον θάνατο. Όπως η μάχη του Διγενή Ακρίτα. Στην θρησκεία ο άνθρωπος τού μύθου συναντά τον θάνατο πρόσωπο με πρόσωπο, τον αντιμετωπίζει και κλέβει την ζωή του, νικά τον φόβο του θανάτου , όχι τον ίδιο τον θάνατο. Ζεί την ζωή, η οποία είναι ηρωϊκή, ζωή αρετής, δόξας, ταιριαστή στον άνθρωπο, ζωή κοινωνίας, μέσω της εκφράσεως των συγκινήσεων, μέσω της μελέτης θανάτου που γεννά τον πολιτισμό. Μέσω της τραγωδίας που γέννησε τον πολιτισμό. Αυτή η νίκη του φόβου του θανάτου γέννησε την Δημοκρατία. Το αίσθημα της αυτοπεποιθήσεως, της ισότητος και της ελευθερίας.
Εάν ο άνθρωπος δέν αναμετρηθεί με τον θάνατο, δέν διαλέξει την ζωή μέσω της ηρωϊκής πράξεως της μυήσεως, που παλεύει σε κάθε εποχή με τον θάνατο στα μαρμαρένια αλώνια. Εάν δέν επιλέξει την ελευθερία του απο τον φόβο του θανάτου, στην ζωή του θα διαλέγει πάντοτε τον θάνατο. Δηλαδή το τέλος του φόβου. Διότι ο Φόβος του θανάτου δέν αντέχεται. Σε όλες τις πτυχές της ζωής του θα διαλέγει την αυτοκαταστοφή του. Απο τον γάμο του, μέχρι την εργασία του. Μέχρι την επιλογή του πολιτικού του. Θα διαλέγει τον άνθρωπο που θα τον οδηγήσει πιό κοντά στον θάνατο. Τον θάνατο, τον δυνατότερο του, προσπαθώντας να τον εξορκίσει με την ψήφο του θυσιάζοντας την ελευθερία του στον βωμό του! Η στην ανυπαρξία του Εγώ του. Στο θάψιμο της συνειδήσεως του, που είναι η μόνη πόρτα που παραμένει ανοιχτή και μας προσκαλεί πρός την αιώνιο ζωή που είναι ο προορισμός μας. Στον αγώνα για αληθινή ζωή. Με θυμό και νοσταλγία. Ο Πάν πρέπει να πεθάνει για να ανοίξουμε στο όλον, στο φώς της δικαιοσύνης. Ο πανικός μπρός στον θάνατο πρέπει να νικηθεί. Διαφορετικά θα ζούμε όλη μας την ζωή μέσα σε πανικόβλητα κοπάδια, μέσα στον τρόπο του θανάτου, υποκύπτοντας σε κάθε απειλή. Απροστάτευτοι. Όπως ζούμε σήμερα. Επιλέγοντας την αυτοκαταστροφή μας.
Ο Κασσίρερ διακρίνει με διαύγεια την διαφορά ανάμεσα στην έκφραση του μύθου και της έκφρασης του νοήματος του πολιτισμένου κόσμου. Ο πολιτισμένος δημιούργησε την συμβολική έκφραση, ενώ ο μύθος βιώνεται άμεσα. Ο συμβολισμός ακόμη και ο γλωσσικός εκφράζει τις αισθητηριακές εντυπώσεις. Ενώ ο μύθος εκφράζει τα συναισθήματα. Η διαφορά βρίσκεται στο ότι εκφράζοντας τα συναισθήματα με τον μύθο, αυτά φεύγουν, διαλύονται και μας ελευθερώνουν. Ενώ η συμβολική έκφραση συγκεντρώνει τις εντυπώσεις και τις ενοποιεί, δημιουργώντας μία εμπειρική συνείδηση. Ο μύθος προσπάθησε να διδάξει τους ανθρώπους πώς ο θάνατος δέν σημαίνει και την εξαφάνιση της ζωής του ανθρώπου. Στο τέλος μάλιστα έφτασε να δηλώσει πώς ο θάνατος είναι μία αλλαγή τής μορφής της ζωής. Ότι δέν υπάρχει ένα σύνορο συγκεκριμένο ανάμεσα στην ζωή και στον θάνατο. Στον μύθο ο θάνατος σιγά-σιγά μεταμορφώνεται σε μία εικόνα, και παύει να είναι ένα απλό φυσικό γεγονός, καθιστώντας τον κατανοητό και υποφερτό.
Απο τον μύθο στον Λόγο, ο δρόμος είναι ανοιχτός, για όποιον επιθυμεί να τον ακολουθήσει. Αλλά σήμερα στην Ελλάδα και στον κόσμο, προτιμώνται οι εύκολες, πρωτόγονες λύσεις.
Αμέθυστος
amethystosbooksΠηγή Ο ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΜΥΘΟΣ – Η ΑΥΤΟΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΗ ΕΠΙΛΟΓΗ ΚΥΒΕΡΝΩΝΤΩΝ.
Κοινοποιήστε: