Είναι ξεκάθαρο για ποιο λόγο οι Γερμανοί θέλουν να διατηρήσουν την Ελλάδα υπό την κατοχή τους – με εκγερμανισμένες κυβερνήσεις στην υπηρεσία τους, με την εξαθλίωση και τη ληστεία των Ελλήνων για να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους, με την αλλοίωση του πληθυσμού της μέσω των μεταναστευτικών ροών και με την απόσχιση της Μακεδονίας για να διαμελισθεί η χώρα οπότε να ελέγχεται καλύτερα.
Γράφει ο Βασίλης Βιλιάρδος
Όπως γράφαμε το 2011, πριν από την υπογραφή του καταστροφικού PSI από την τότε ελληνική κυβέρνηση συνεργασίας (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ του κ. Βενιζέλου, ΛΑ.Ο.Σ) που στήριζε την τεχνοκρατική (Παπαδήμου) μετά την ανατροπή του κ. Παπανδρέου όταν θέλησε να διεξάγειδημοψήφισμα (αντίστοιχα του κ. Berlusconi στην Ιταλία από την ΕΚΤ όταν αποφάσισε να εναντιωθεί στα γερμανικά σχέδια),
«Η Ελλάδα δεν είναι χρεοκοπημένη, οδηγείται σκόπιμα στην πτώχευση, ενώ οι οφειλές της Γερμανίας αποτελούν ένα σημαντικό περιουσιακό στοιχείο της, εάν και εφόσον αποφασίσει επιτέλους κάποια Ελληνική κυβέρνηση να τις διεκδικήσει» (πηγή).
Είχαμε αναφερθεί εν προκειμένω στις γερμανικές αποζημιώσεις/επανορθώσεις, με τα εξής:
.
«Το τελευταίο χρονικό διάστημα έχουμε ακούσει πάρα πολλά για τις συγκεκριμένες απαιτήσεις της χώρας μας – πρόσφατα από σημαντικό Γάλλο οικονομολόγο, ο οποίος τις τοποθέτησε στα 565 δις € (συμπεριλαμβανομένων των τόκων). Επίσης, από τον επιφανή Γερμανό ιστορικό κ. A.Ritschl (άρθρο μας), ο οποίος είπε χαρακτηριστικά ότι:
“Η ανθελληνική υστερία των γερμανικών ΜΜΕ είναι εξαιρετικά επικίνδυνη για τη Γερμανία. Ουσιαστικά καθόμαστε μέσα σε ένα γυάλινο σπίτι: η γερμανική ανάπτυξη οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στο ότι, τόσο τα θύματα του πρώτου, όσο και του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, παραιτήθηκαν από τις απαιτήσεις τους….. Παρά το ότι η Γερμανία είναι υπεύθυνη για δύο παγκοσμίους πολέμους, εκ των οποίων ο δεύτερος ήταν κάτι παραπάνω από καταστροφικός, τα θύματα της συμφώνησαν να διαγραφεί ένα μεγάλο μέρος των χρεών της. Τα ότι η Γερμανία οφείλει την οικονομική της άνοδο στη γενναιοδωρία των άλλων λαών δεν το έχει ξεχάσει κανείς – ούτε οι Έλληνες”.
“Οι Έλληνες”, συνεχίζει ο ιστορικός, “γνωρίζουν πάρα πολύ καλά τα «πολεμικά άρθρα» των γερμανικών ΜΜΕ. Εάν αλλάξουν οι διαθέσεις στην Ελλάδα (εάν «ξυπνήσουν» δηλαδή οι Έλληνες, εάν εκλέξουν επαρκείς, ανιδιοτελείς, ικανούς, θαρραλέους πολιτικούς και διεκδικήσουν τα δικαιώματα τους), τότε είναι πολύ πιθανόν να ακολουθήσουν και οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες – απαιτώντας με τη σειρά τους τα χρήματα που χωρίς καμία αμφιβολία τους χρωστάμε. Εάν λοιπόν υποχρεωθούμε νομικά να εξοφλήσουμε όλες μας τις υποχρεώσεις, τότε θα μας πάρουν και τα πουκάμισα μας – αφού, με βάση τη συμφωνία του Λονδίνου, «οι πολεμικές αποζημιώσεις, οι οποίες δεν πληρώθηκαν το 1953, θα έπρεπε να εξοφληθούν σε περίπτωση τυχόν επανένωσης της Γερμανίας».
Στην περίπτωση αυτή, θα ήταν πολύ καλύτερα όχι μόνο να αναδιοργανώναμε την ελληνική Οικονομία με δικό μας αποκλειστικά κόστος, αλλά να το κάναμε πλουσιοπάροχα. Εάν, αντί να συμμορφωθούμε με τους διεθνείς νόμους και να πληρώσουμε τα χρέη μας, συνεχίσουμε να παριστάνουμε τον πλούσιο τραπεζίτη, ο οποίος καπνίζει ήρεμα το πούρο του και δεν θέλει να πληρώσει τα χρέη του, εκβιάζοντας τους πιστωτές του, τότε κάποια στιγμή θα μας έλθει ένας τεράστιος λογαριασμός. Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα θα είχε την ευκαιρία να κάνει μία καινούργια αρχή – μία ευκαιρία που προσφέρθηκε στην αχάριστη Γερμανία πολλές φορές στο παρελθόν, ειδικά από τις Η.Π.Α. το 1953”.
Περαιτέρω ένας άλλος σημαντικός Γερμανός ιστορικός, ο K. H. Roth, παραθέτει σε δύο πρόσφατα άρθρα του πάρα πολλά στοιχεία, τα οποία επιβεβαιώνουν τις απαιτήσεις της Ελλάδας – επιμένοντας στην καταβολή των πολεμικών επανορθώσεων στη χώρα μας. Η λύση που προτείνει ο κ. K.H.Roth, είναι να μην επιβαρύνουν οι αποζημιώσεις τους Γερμανούς πολίτες, αλλά τη Γερμανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα (η οποία είναι ουσιαστικά διάδοχος της Τράπεζας του 3ου Ράιχ), καθώς επίσης τις μεγάλες επιχειρήσεις της Γερμανίας – οι οποίες «λήστεψαν» στην κυριολεξία τον ορυκτό πλούτο της Ελλάδας, μέσω της δήθεν Γερμανο-Ελληνικής «Εταιρείας Εμπορικών Συναλλαγών» (Degrides).
Ειδικότερα, στις 14. Ιανουαρίου του 1946 στο Παρίσι, συζητήθηκε και ψηφίσθηκε το Σύμφωνο Αποζημιώσεων, με βάση το οποίο η Γερμανία υποχρεώθηκε να καταβάλλει «επανορθώσεις», συνολικού ύψους 7,1 δις $ – με κριτήριο την αγοραστική αξία του δολαρίου το 1938. Στην Ελλάδα αντιστοιχούσε το 3,5% αυτού του ποσού (248,5 εκ. $), για τις καταστροφές που υπέστη την περίοδο του πολέμου, καθώς επίσης για το δάνειο, το οποίο εξαναγκάσθηκε να χορηγήσει η Εθνική Τράπεζα, το 1942, στο γερμανικό στρατό, για την κάλυψη των εξόδων του! Συνολικά πρόκειται για 106,5 δις $ σε τιμές του 2010 ή για 79 δις € περίπου (χωρίς τόκους, πάντοτε σύμφωνα με το Γερμανό ειδικό).
Χωρίς να αναλωθούμε σε περισσότερες λεπτομέρειες, οι οποίες είναι αρκετά ενοχοποιητικές για την πολιτική ηγεσία της χώρας μας κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, η Ελλάδα εισέπραξε με κόπο περίπου 1,78 δις $ σε τρεις δόσεις (με αξίες 2010), από τα 106,5 δις $ των απαιτήσεων της – ένα πραγματικά ελάχιστο ποσόν, σε σχέση με το συνολικό.
Επομένως, η Γερμανία της οφείλει ακόμη 104,72 δις $, πάντοτε χωρίς τους τόκους, παρά το ότι είναι αρκετοί αυτοί οι οποίοι ισχυρίζονται πως, η είσοδος της χώρας μας στην Ευρωζώνη «διευκολύνθηκε» σκόπιμα από τη Γερμανία – με αντάλλαγμα τη μη απαίτηση της καταβολής των επανορθώσεων (ανεπίσημα φυσικά, αφού το θέμα των αποζημιώσεων παραμένει πολιτικά ακόμη ανοιχτό – ενώ κάτι τέτοιο θα χαρακτηριζόταν εύλογα ως εσχάτη προδοσία).
Εάν σκεφθεί δε κανείς ότι, με επιτόκιο 5% (το βασικό της Fed έφτασε κάποιες εποχές στο 20%), τα χρέη διπλασιάζονται ανά 15 χρόνια (10-20-40-80 κλπ.), τότε οι γερμανικές επανορθώσεις, ύψους 105 δις € περίπου σε σημερινές αξίες, φθάνουν εύκολα στα 565 δις € – τα οποία υπολόγισε πρόσφατα ο γνωστός Γάλλος οικονομολόγος, με χαμηλότερο επιτόκιο από το 5%.
Περαιτέρω υπενθυμίζουμε πως στις 4. Μαΐου του έτους 2000, ο Άρειος Πάγος επικύρωσε την απόφαση του δικαστηρίου της Λιβαδειάς, σύμφωνα με την οποία η Γερμανία όφειλε να αποζημιώσει με το ποσόν των 54 εκ. € τα θύματα του Διστόμου. Η κυβέρνηση της Γερμανίας αρνήθηκε να πληρώσει, οπότε ο Άρειος Πάγος επέτρεψε τη δήμευση γερμανικών περιουσιακών στοιχείων στην Ελλάδα.
Όταν όμως ο δικαστικός κλητήρας θέλησε να κατασχέσει το γερμανικό ακίνητο, στο οποίο στεγάζεται το Ινστιτούτο Γκαίτε, ο τότε υπουργός δικαιοσύνης της Ελλάδας δεν έδωσε τη συγκατάθεση του και εμπόδισε την κατάσχεση – ένα γεγονός, το οποίο είναι δύσκολο να ερμηνεύσουμε. Σε κάθε περίπτωση, τα θύματα του Διστόμου αναγκάσθηκαν να καταφύγουν εναντίον της Γερμανίας μαζί με την Ιταλία – καταλήγοντας στη δίκη, η οποία διεξήχθη πρόσφατα στη Χάγη.
.
Περαιτέρω, ένας άλλος γερμανός τον Οκτώβριο του 2011 είχε πει τα παρακάτω:
“Οι δυτικές κυβερνήσεις και το ΔΝΤ αγοράζουν χρόνο, κάτι που δεν σας βοηθάει καθόλου. Η Ελλάδα χρειάζεται μία πραγματική λύση, αφού δεν είναι συνετό να καταπολεμάς μία κρίση χρέους με τεράστια, νέα χρέη…… Οι Γερμανοί αποφασίσαμε στην ενοποίηση ότι, δεν έχει νόημα να μειώνεις συνεχώς τις δαπάνες και να αυξάνεις τους φόρους. Επενδύσαμε πολύ, περί τα 150 δις € ετησίως για δέκα χρόνια και αυξήσαμε τις εργατικές αμοιβές στην ανατολική Γερμανία. Είχαμε πολύ καλά αποτελέσματα” (G. Steingart – Handelsblatt).
Αργότερα, ένας συνεργάτης μας αναφέρθηκε στη «συμφωνία 2+4» (ανάλυση), ενώ στη συνέχεια τονίσαμε την ανάγκη συνεργασίας μας με την Πολωνία που διεκδικεί επίσης πολεμικές αποζημιώσεις από τη Γερμανία (ανάλυση) – θεωρώντας πως η Ελλάδα δεν έχει ουσιαστικά κανένα λόγο να εκλιπαρεί γονατιστά το δανεισμό της, επειδή (α) με νέα δανεικά δεν εξοφλούνται ποτέ τα παλαιά, οπότε το μόνο που επιτυγχάνεται είναι η δρομολόγηση της υφαρπαγής των περιουσιακών στοιχείων της οικονομικά κατεχόμενης χώρας και η αλλαγή ιδιοκτησίας της, καθώς επίσης (β) η εξόφληση των γερμανικών αποζημιώσεων θα ήταν αρκετή για να επιλυθεί το πρόβλημα του χρέους, χωρίς την επίλυση του οποίου είναι αδύνατη η ανάπτυξη της χώρας.
Πρόσφατα τώρα, με αφορμή την επίσκεψη της κυρίας Merkel στην Πολωνία που έχει επαναφέρει το θέμα των πολεμικών επανορθώσεων για τα ναζιστικά εγκλήματα του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου (οι ναζί δεν είναι μία ιδιαίτερη φυλή, αλλά Γερμανοί, όπως η λεγεώνα των ξένων ήταν Γάλλοι και όχι κάποια διαφορετική εθνότητα), ο κ. Roth παραχώρησε ξανά μία συνέντευξη – έχοντας ασχοληθεί ειδικά με τις οφειλές της Γερμανίας απέναντι στην Ελλάδα και στην Πολωνία (πηγή).
Όπως ανέφερε, η ενασχόληση του με τις αξιώσεις εναντίον της Γερμανίας ήρθε από σύμπτωση, στην καυτή φάση της ελληνικής κρίσης κατά την περίοδο 2010-2011. «Αν και ασχολήθηκα έντονα με την περίπτωση της Ελλάδας και έγραψα ειδικά για αυτήν, πολύ νωρίς κατάλαβα ότι επρόκειτο για ένα γενικότερο πρόβλημα», τόνισε, προσθέτοντας ότι πρόκειται για ένα θέμα που συναντά κανείς το ίδιο, αν όχι περισσότερο έντονα και στην Πολωνία, ενώ αφορά εν τέλει ολόκληρη την Ευρώπη.
«Πρέπει να πούμε ότι οι καταστροφές στην Πολωνία σε ότι αφορά τις απώλειες στον πληθυσμό σε σχέση με τα δημογραφικά και οικονομικά μεγέθη ήταν γενικά μεγαλύτερες. Η καταστροφή στην Πολωνία διαφέρει από την Ελλάδα, κυρίως επειδή οι Γερμανοί στην Πολωνία ενήργησαν βάση ενός συστηματικού σχεδιασμού στο πλαίσιο του Γενικού Σχεδίου Ανατολής. Ήθελαν να εκγερμανιστεί η Πολωνία με αναγκαστικές εκτοπίσεις πληθυσμών από τις περιοχές που προσαρτούσαν, εκγερμανίζοντας τη διοίκηση της χώρας. Επρόκειτο για ένα συστηματικό σχέδιο εξόντωσης που οδήγησε στη ριζοσπαστικοποίηση της πολιτικής τρόμου και το οποίο μπορεί να συγκριθεί εν μέρει, μόνο ως προς την κλίμακά του, με την κατοχή σοβιετικών εδαφών και ως έναν βαθμό της Γιουγκοσλαβίας.
Η Γερμανία δεν ήθελε να εκγερμανιστεί η Ελλάδα. Οι Γερμανοί σχεδίαζαν μόνο να δημιουργήσουν ναυτικές και αεροπορικές βάσεις στη Θεσσαλονίκη (κάτι πρέπει να μας θυμίζει σήμερα) και την Κρήτη. Αναζητούσαν λοιπόν ένα είδος συνεργασίας με την Ελλάδα. Ήρθαν όμως αντιμέτωποι με μια δυνατή αντίσταση που δεν την περίμεναν. Το κεφάλαιο της αντίστασης είναι ένα κοινό στοιχείο μεταξύ Ελλάδας και Πολωνίας. Επίσης ένα ακόμη κοινό σημείο είναι ότι μεταπολεμικά αμφότερες «είχαν την τύχη των λεγόμενων μικρών συμμάχων. Με άλλα λόγια, είχαν τεθεί στο περιθώριο (από τις μεγάλες δυνάμεις) στην πολιτική περί αποζημιώσεων και αυτό διήρκεσε μέχρι σήμερα».
Συνεχίζοντας, πολλοί οικονομολόγοι τα χρόνια της κρίσης ανά την Ευρώπη υποστήριξαν την άποψη ότι, ειδικότερα το ελληνικό χρέος θα έπρεπε να συμψηφιστεί με γερμανικές οφειλές για τα ναζιστικά εγκλήματα στην Ελλάδα την περίοδο της κατοχής. Σύμφωνα δε με τον κ. Roth,
«Τα νούμερα είναι πολύ υψηλά. Εξάπτουν τη φαντασία και έτσι δημιουργούν αμυντικά αντανακλαστικά σε πολλούς. Κατά την επιτροπή του ελληνικού κοινοβουλίου οι ελληνικές διεκδικήσεις ανέρχονται στα 380 δις ευρώ. Οι Πολωνοί ζητούν περίπου τα διπλάσια. Κατά περιόδους η Πολωνία κάνει λόγο για ένα τρισεκατομμύριο. Οι δικοί μου υπολογισμοί στην περίπτωση της Πολωνίας συγκλίνουν με τις επίσημες διεκδικήσεις, στην περίπτωση της Ελλάδας το επίδικο ποσό υπολογίζεται χαμηλότερο γύρω στα 280 δις €».
Πάντοτε κατά τον κ. Roth, η «συνθήκη 2+4» λειτούργησε εις βάρος των κρατών που δεν την είχαν συνυπογράψει. Αλλά σε αυτή την περίπτωση η συνθήκη δεν δεσμεύει τις χώρες που δεν ήταν συμβαλλόμενα μέρη. Αυτό είναι απολύτως σαφές από την άποψη του διεθνούς δικαίου. «Το γνωρίζει και η γερμανική κυβέρνηση», αναφέρει ο ίδιος. Υπενθυμίζει δε πως ούτε η Ελλάδα, ούτε η Πολωνία ή άλλες χώρες που ανήκαν στους «μικρούς συμμάχους» δεν είχαν λόγο στη συγκεκριμένη Συνθήκη. «Η γερμανική κυβέρνηση δεν φοβάται τίποτα περισσότερο από μια κοινή προσέγγιση των λεγόμενων μικρών συμμάχων, δηλαδή των χωρών που είχαν υποστεί δεινά κάτω από τη γερμανική κατοχή στην Ανατολική, Κεντρική και Νοτιοανατολική Ευρώπη», τόνισε.
Τέλος, πρότεινε σε αυτές οι χώρες να προσφύγουν στην Επιτροπή Διαιτησίας του ΟΑΣΕ, στον οποίο συμμετέχουν και κράτη που δεν είναι μέλη της ΕΕ, προκειμένου να θέσουν το ζήτημα των πολεμικών επανορθώσεων προς διαπραγμάτευση «ως προσθήκη στη Συνθήκη 2 συν 4». Έκλεισε δε τη συνέντευξη του με τα εξής: «Πιστεύω ότι καμία χώρα μόνη της, ούτε η Ελλάδα, ούτε η Πολωνία, μπορεί να θέσει υπό πίεση την ηγεμονική δύναμη της Γερμανίας – γιατί η Γερμανία είναι η ηγεμονική δύναμη της Ευρώπης – έτσι ώστε να έρθει σε συμφωνία για τέτοιου είδους διαφορές. Πρέπει να υπάρξει μια συντονισμένη προσπάθεια. Μόνο τότε μπορεί να υπάρξει μια ευκαιρία».
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, οι περισσότεροι Γερμανοί επιστήμονες έχουν ταχθεί ξεκάθαρα υπέρ της πληρωμής των πολεμικών επανορθώσεων –σε αντίθεση με τις ελληνικές κυβερνήσεις, όπου καμία δεν απαίτησε τα δικαιώματα της Ελλάδας. Προφανώς λόγω της διαφθοράς τους, γνωρίζοντας πως οι Γερμανοί διατηρούν μυστικούς φακέλους που τεκμηριώνουν με πόσο χρήματα έχουν δωροδοκηθεί κόμματα και πολιτικοί, από εταιρείες όπως η Siemens κλπ. Παράλληλα βέβαια οι Γερμανοί χρηματίζουν αρκετούς Έλληνες δημοσιογράφους για να στηρίζουν τις θέσεις τους, όπως άλλωστε το ΔΝΤ όταν εισέβαλε στη χώρα μας – ενώ συνεχίζει να υποστηρίζεται από τους ίδιους, χωρίς να αντιδρούν δυστυχώς οι Πολίτες που το βλέπουν.
Στα πλαίσια αυτά, είναι ξεκάθαρο πως η Ελλάδα έχει στα χέρια της τη λύση στο θέμα των χρεών της, ενώ τεκμηριώνεται για ποιο λόγο οι Γερμανοί θέλουν να τη διατηρήσουν υπό την οικονομική κατοχή τους – με εκγερμανισμένες κυβερνήσεις στην υπηρεσία τους, με την εξαθλίωση και τη ληστεία των Ελλήνων για να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους, με την αλλοίωση του πληθυσμού της μέσω των μεταναστευτικών ροών, με την απόσχιση της Μακεδονίας για να διαμελισθεί η χώρα οπότε να ελέγχεται καλύτερα κοκ. Εάν τώρα εμείς συνεχίσουμε να αναρωτιόμαστε ποιός είναι ο εχθρός της Ελλάδας και ποιοί είναι οι εγχώριοι συνεργάτες του (πέμπτη φάλαγγα), θα είμαστε άξιοι της μοίρας μας.
analyst.grΠηγή Οι γερμανικές αποζημιώσεις
Κοινοποιήστε: