Αυτές τις στιγμές πρέπει, κυρίως, να συμπαραστεκόμαστε σε όσους έχασαν με φρικτό τρόπο τους δικούς τους, αλλά και σε όσους έμεινα στο δρόμο. Και να κάνουμε και κάτι για να απαλύνουμε τον πόνο τους.
Στην Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που ο κάθε Αρχηγός είναι ανεύθυνος, και φταίνε οι άλλοι πάντα. Στον υπόλοιπο κόσμο φταίει πρώτα όποιος διοικεί και μετά η ιεραρχία. Εδώ πάντα θα επιχειρηματολογούμε ώστε να είανι ανεύθυνος ο Αρχηγός, είτε πρωθυπουργός λέγεται , είτε περιφερειάρχης , είτε υπουργός , είτε στρατηγός κ.λπ. Συνήθως φταίνε οι προηγούμενοι ή ξένος δάκτυλος ( Πιο παλιά οι Τούρκοι, η Μοσάντ, σήμερα , ίσως, οι Ρώσοι )
Με πολύ σεβασμό στον κόσμο που πονάει , αισθάνομαι ότι πρέπει να πούμε και πέντε πράγματα, διότι το ότι τέτοιες καταστροφές, από το 2010 και μετά, δεν συμβαίνουν δυο φορές το χρόνο, τουλάχιστον, οφείλεται στην καλή μας τύχη.
Γιατί ; Γιατί πριν θεσπιστούν ο Καποδίστριας και ο Καλλικράτης, τις εποχές προ της αντιπυρικής περιόδου, σου έστελνε ειδοποίηση ο κοινοτάρχης “Κύριε έχετε αγριόχορτα στο κτήμα, στο χωράφι , στην αυλή , καθαρίστε ενόψει αντιπυρικής περιόδου ή θα το καθαρίσει η κοινότητα και θα σας καταλογίσει τη δαπάνη” .Και συνήθως τα καθάριζες, δεν είχες ΕΝΦΙΑ, φοροεπιδρομή, ασφαλιστικές εισφορές στα ύψη, είχες και χρήματα, και έτσι δεν υπήρχαν προσανάμματα παντού για να μεταδίδονται οι φωτιές. Και αυτό γινόταν επειδή υπήρχε και πίστωση διαθέσιμη στην κοινότητα για τον καθαρισμό, αλλά και κάποιος άνθρωπος να γυρνάει και να ελέγχει. Τώρα , περνάς με το αυτοκίνητο και δεν υπάρχει χωράφι δίπλα στο δρόμο καθαρισμένο.
Είχε ο κοινοτάρχης και ο μικροδήμαρχος ένα σχέδιο εκκένωσης , παλιό ίσως, από την εποχή του εμφυλίου που κάλυπτε άλλες απαιτήσεις, κάκιστο, έστω, είχε όμως ένα σχέδιο, μπορούσε να βγει με μια ντουντούκα όταν έβλεπε φωτιά πλημμύρα, με τη δύναμη του τοπικού αστυνομικού τμήματος, ή του αστυνομικού σταθμού και να διώξει τον κόσμο.
Είναι κατανοητό ο οποιοσδήποτε να προσπαθεί να σώσει το βιος του, αλλά ο άνθρωπος με τη σαγιονάρα , το σορτσάκι και τη χειρουργική μάσκα , που προσπαθεί με το λάστιχο να σβήσει ένα μέτωπο διακόσια μέτρα, δεν προσφέρει τίποτα και είναι ο πρώτος που κινδυνεύει να πάθει ασφυξία ή και να καεί.
Κάποιος πρέπει να τον κάνει να αποχωρήσει από την επικίνδυνη περιοχή, έστω και εξαναγκαστικά. Και , αν θέλει και μπορεί να δώσει βοήθεια στο έργο της πυρόσβεσης να έχει ο κρατικός μηχανισμός σε ένα προκαθορισμένο χώρο συγκέντρωσης να του προσφέρει ρούχα, υδροδοχείο με νερό, μπότα, πετσέτα και υλικά, ώστε να φτιάξει συνεργείο.
Επίσης, πρέπει να απομακρύνονται εγκαίρως τα γυναικοπαιδα, οι γέροντες, οι ανήμποροι , όσοι έχουν προβλήματα υγείας από το χώρο της καταστροφής.
Έτσι δεν θα είχαμε 50 νεκρούς και 170 τραυματίες.
Στο Μάτι κάηκε κόσμος 25 μέτρα από τη θάλασσα , γιατί δεν υπήρχε σχέδιο να εκκενωθεί η περιοχή. Δεν υπήρχε κάποιος να καθοδηγήσει τους σκασμένους από τον καπνό ανθρώπους στην παραλία. Και έτσι βρήκαν φρικτό θάνατο δίπλα από την ταβέρνα.
Ο κοινοτάρχης, ή ο μικροδήμαρχος, είχε κατάλογο από τα μηχανήματα που μπορούσαν να επέμβουν, εντός λεπτών, να ανοίξουν μία αντιπυρική ζώνη, είχε η κάθε μικρή κοινότητα οπωσδήποτε μια υδροφόρα έτοιμη, και μερικές ακόμη σε εφεδρεία που μπορούσαν σε μικρό χρονικό διάστημα να φορτωθούν σε αγροτικά αυτοκίνητα. Οι μεγαλύτεροι δήμοι είχαν περισσότερα μέσα, πολλοί δήμοι είχαν και δικά τους μέσα πυρόσβεσης. Είχαν και χειριστές.
Θυμάμαι στις μεγάλες φωτιές του 1995 τις ανακοινώσεις “έχουν σπεύσει 80 οχήματα της Πυροσβεστικής και 150 δημοτικά και κοινοτικά οχήματα». Τώρα που είναι τα δημοτικά και κοινοτικά οχήματα ; Παλαιότερα, προ της καταστροφής της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, υπήρχαν οι διατάξεις που μπορούσε να φτιάξει συνεργεία η κάθε κοινότητα, είχε και μέσα η κοινότητα και κόσμο, δεν είχαν φύγει οι νέοι όλοι, κάτι γινόταν.
Μετά την καταστροφή ο κάθε τόπος είχε ΔΟΥ, δημόσιο ταμείο, δημοτικές και κοινοτικές υπηρεσίες, γινόταν η καταγραφή γρήγορα, εφαρμόζονταν οι ευεργετικές διατάξεις. Τώρα για να ενεργοποιήσεις κονδύλι από τον κρατικό προϋπολογισμό φυσικών καταστροφών κονδύλι, πρέπει να αποφασίσει ο ESM, το ΔΝΤ , η Επιτροπή, η Τρόικα, και 25 Κοινοβούλια.
Στο σχέδιο πυρόσβεσης, όπως και να το κάνουμε, έπαιξε δραματικό ρόλο και η απομείωση της στρατιωτικής θητείας. Παλιά, εντός Αττικής είχες 2.500 ανθρώπους στη γραμμή σε επιφυλακή 24 ώρες 24ωρο(περίπου το 15-20 % της παρούσας δύναμης στις μονάδες της Αττικής, με δυνατότητα να έχεις και πιο πολλούς αν είχες διαταγές). Τότε, όμως, είχες, με το 15μηνο στη 2η ΜΑΛ στον Ασπρόπυργο 490 ανθρώπους στη γραμμή , σε μονάδες με 17μηνο πολύ περισσότερους. Έβγαζες 40 ανθρώπους φρουρά, 100 ανθρώπους επιφυλακή και τα ανάλογα μέσα κίνησης – τους πήγαινε και τρεις έξω όλους. Μπορούσες να κινητοποιήσεις ανάλογες δυνάμεις σε όλη την Ελλάδα, σε μικρούς χρόνους. Περνούσε το αεροσκάφος, έριχνε το νερό , χώνανε με τα σκαπανικά οι επίγειες δυνάμεις ό,τι απέμενε , και ό,τι και να λέμε κάτι μπορούσες να κάνεις με 2.500 τσάπες και φτυάρια στη γραμμή. Αυτό βέβαια σήμαινε ότι τους τάιζες αυτούς τους ανθρώπους και τους κοίμιζες, όχι όπως σήμερα που βγάζεις την επιφυλακή εξοδούχους, γιατί δεν έχει η υπηρεσία μέσα να ταΐσει και να στρατωνίσει την υποτριπλάσια από την προβλεπόμενη δύναμη.
Κάποιες φορές τη φωτιά την περιορίζεις θυσιάζοντας ένα μέρος του δάσους με αντιπυρική ζώνη. Εκεί όμως θέλεις επιστήμονα δασολόγο, με γνώση της περιοχής, ειδικευμένους μηχανικούς που να σχεδιάσουν και να υλοποιήσουν το πλάνο του έργου, που σχεδιάζεται και εκτελείται σε μηδενικό χρόνο, αλλά και διαθέσιμα μέσα και χέρια επί του πεδίου για να το υλοποιήσεις. Το θέμα όμως είναι ότι με τη σημερινή συγκρότηση της Διοίκησης στους μνημονιακούς χρόνους αυτά δεν υπάρχουν. Δεν υπάρχει ούτε η ενδεδειγμένη διαθεσιμότητα σε εναέρια μέσα, ενώ υπάρχουν σοβαρές ελλείψεις στην Πυροσβεστική, όπως καταγγέλλουν οι πυροσβέστες.
Δεν πρόκειται ποτέ να κατηγορήσω τον οποιονδήποτε γιατί δεν έσβησε μια φωτιά. Έχω βρεθεί σε τρεις φωτιές όσο ήμουν στο στρατό. Η φωτιά δεν σβήνει εύκολα. Πολλές φορές, ιδίως όταν επικρατούν ισχυροί άνεμοι, σβήνει μόνο όταν δεν έχει κάτι να κάψει. Μεταδίδεται με τρόπο ασύλληπτο. Τη μια στιγμή βλέπεις τη φωτιά μπροστά σου και σε λίγο σε κυκλώνει. Δεν υπάρχει δυνατότητα να θέσεις εύκολα υπό έλεγχο τη φωτιά . Αυτό δε γίνεται ούτε σε χώρες πλούσιες με απίστευτα μέσα με επαναστατικές μεθόδους πυρόσβεσης – με αλεξιπτωτιστές πυροσβέστες, σχέδια με εκρηκτικά κ.λπ. , όπως στην Αμερική, όπου και εκεί καίνε φωτιές 10-15 ημέρες. Και βέβαια αυτές τις μεθόδους δεν μπορείς να τις έχεις στην Ελλάδα με πολλές δύσβατες και ορεινές περιοχές , φαράγγια , ρεματιές και με οικισμούς μέσα στο δάσος.
Μπορείς όμως να περιορίσεις ό,τι πρόκειται να καεί, να έχεις ένα σχέδιο να εκκενώνεις τις περιοχές, να έχεις κάποια μέτρα ασφαλείας, να προλαμβάνεις, όσο μπορείς, και να μη φτάνεις σε κάθε καταστροφή να έχεις απολογισμό πολεμικής σύρραξης.
Όμως , όταν η μνημονιακή κανονικότητα σου επιβάλει α) να έχεις μηδενικούς προϋπολογισμούς για την πυρόσβεση, β) κολοβή και υδροκέφαλη τοπική αυτοδιοίκηση που δεν είναι ούτε τοπική, ούτε αυτοδιοίκηση, γ) να μην έχεις χρήματα για να έχεις μέσα σωστικά, πυροσβεστικά κ.λπ. γιατί πρέπει να πληρώνουμε το 2% του ΑΕΠ μας στο ΝΑΤΟ, το μη βιώσιμο χρέος, τις στρατιωτικές δαπάνες, όχι για να έχεις δύναμη αποτροπής και άμυνας της χώρας, αλλά για να είναι τα οπλικά μας συστήματα συμβατά με τον επιχειρησιακό σχεδιασμό του ΝΑΤΟ στην άλλη άκρη της γης και σε άλλο γεωφυσικό περιβάλλον, αυτά θα συμβαίνουν.
Στο μεσογειακό τοπίο η φωτιά από τα αρχαία χρόνια ήταν και είναι ο φυσικός τρόπος να ανανεώνεται η χλωρίδα. Το ζήτημα είναι ότι στην απώτερη χρονικά εποχή δεν είχαμε συνειδητούς εμπρησμούς, ενώ όπου καιγόταν μια φορά η περιοχή δεν ξανακαιγόταν κατόπιν δύο και τρεις φορές ούτε ορμούσαν στα καμένα κτηνοτρόφοι και οικοπεδοφάγοι. Επίσης, οι δασώδεις περιοχές δεν είχαν την επισκεψιμότητα που έχουν σήμερα, και δεν γέμιζαν με σκουπίδια (που γίνονται ωραιότατο προσάναμμα), ούτε με γυαλικά (μπουκάλια, βάζα, σπασμένα γυαλάκια κ.λπ) που γίνονται ωραιότατοι φακοί για να αναφλέγεται το πούσι .
Στην παλαιά εποχή δεν είχαμε ούτε οικισμούς στα δάση, ούτε υπουργείο ΠΕΧΟΔΕ να νομιμοποιεί τα αυθαίρετα . Και δεν θέλω να ακούσω λέξη από τους εξυπνάκηδες κουβέντα για τα “αυθαίρετα”. Από την εποχή που ήταν Υπουργός ΠΕΧΩΔΕ ο Σουφλιάς και μετά, υπήρχε η ελπίδα ότι το αυθαίρετο θα νομιμοποιηθεί, ότι ο οποιοσδήποτε αγρός ή και δασώδης αγρός με έκταση 4 στρέμματα και 2,5 στρέμματα, όταν είναι σε σταυροδρόμι θα είναι άρτιος και οικοδομήσιμος, και έτσι με εισπρακτικά μέτρα η κάθε κυβέρνηση βοήθησε και στήθηκε μια τεράστια μπίζνα για το κράτος , με τεράστια έσοδα και μία φάμπρικα νομιμοποιήσεων, νόμιμων και ρουσφετολογικών, αλλά και ένας τεράστιος κύκλος εργασιών στην οικοδομή, που είχε φοροδοτικά έσοδα, ασφαλιστικά έσοδα, νέες θέσεις εργασίας κ.λπ. Φτάσαμε να έχουμε οικοδομήσιμα οικόπεδα και οικοδομές στα χίλια διακόσια μέτρα υψόμετρο, δίπλα στα χιονοδρομικά κέντρα. Έχουμε ξύλινα σαλέ, ενοικιαζόμενα στα βουνά λες και είμαστε Ελβετία, που λόγω χιονιού και βροχοπτώσεων πιάνει φωτιά κάθε 150 έτη. Έχουμε καταστρέψει τόπους απείρου κάλους για να κάνουμε ένα τουρισμό 25 ημερών. Θυμάμαι στη δεκαετία του ΄70 τη Λούτσα σαν έρημη ημιτροπική παραλία. Πληρώνεις, νομιμοποιείς, τελειώσαμε. Πλέον στα καμένα έχουμε και ανεμογεννήτριες και ηλιακά πάνελ.
Και με αυτό το καθεστώς φτάσαμε στην ώρα που οι μισοί κάτοικοι της Ελλάδας προσεύχονται να βρέξει για να μην καούν και οι άλλοι μισοί τρέμουν μήπως βρέξει γιατί θα πλημμυρίσουν και πνιγούν.
Σαράντος Θεοδωρόπουλος
iskra.gr
Comments are closed.
Κοινοποιήστε: