– Πώς βλέπεις τα πράγματα εδώ στο ελλαδιστάν; με ρώτησε…
– Χμ! Προτιμώ να σου απαντήσω μέσα από τα λόγια κάποιου άλλου: “ο συντομότερος δρόμος καταστροφής ενός ανθρώπου είναι να του αποσπάσεις την αίσθηση νοήματος και ελευθερίας. Το ίδιο ισχύει και για τους πολιτισμούς”. Νομίζω ότι αυτό αντιπροσωπεύει με τον καλύτερο τρόπο τα “πράγματα” τόσο στην Ελλάδα όσο και σε ολόκληρο τον κόσμο.
– Ναι, αλλά εδώ έχουμε “δημοκρατία” ακόμη! απάντησε μισοαστεία μισοσοβαρά. Αν δεν σ’αρέσει κάποιος ή κάτι έχεις την επιλογή να ψηφίσεις για ν’ αλλάξει η κατάσταση!
– Οι εκλογές είναι χρήσιμες γιατί νομιμοποιούν. Την εξουσία των αδρά αμoιβόμενων μάνατζερ και εκπροσώπων των κυρίαρχων τομέων και του ολοκληρωτισμού των πολυεθνικών ομίλων. Νομιμοποιούν την έλλειψη μιας πραγματικής εναλλακτικής λύσης μέσα σ’ένα ασφυχτικά έτσι κι αλλιώς ελεγχόμενο κοινωνικοπολιτικό τοπίο. Αυτή η συνθήκη μετέτρεψε την οικονομία σε οικονομισμό και τον άνθρωπο σε οικοδομικό υλικό για το χτίσιμο ατομικών, οικογενειακών και μεταξύ τους συγγενικών αυτοκρατοριών μέσα σ’έναν κόσμο-πίτα, που χωρίζεται σε μερίδια και ζώνες επιρροής.
Με κοίταξε ειρωνικά:
– Οπότε τι μας μένει να κάνουμε;
– Ίσως…να περάσουμε στο επόμενο στάδιο της εξέλιξής μας ως είδος. Να πάψουμε, όπως είχε επισημάνει και ο Σοπενχάουερ, να είμαστε οι εξημερωμένοι που αλληλοεξαπατώνται και οι άγριοι που αλληλοεξοντώνονται, μέσα σ΄ένα πράγμα που το λέμε “πρόοδο του κόσμου”. Και να διευρυνθούμε τόσο διανοητικά όσο και συναισθηματικά, να αναλάβουμε την ευθύνη των επιλογών μας, αφού πρώτα μάθουμε τι σημαίνει επιλέγω.
– Τι σημαίνει δηλαδή επιλέγω;
– Διαλέγω ετούτο ή εκείνο, ανάλογα με το αν τα κριτήρια μιλάνε στην καρδιά μου. Κι ανάλογα με τον αν αυτό εμπλέκει και ταυτίζει τόσο το ατομικό όσο και το συλλογικό συμφέρον. Γιατί διαφορετικά είναι ψευδαίσθηση, το λιγότερο, να λέμε ότι “ζούμε όλοι μαζί” και καταντάμε μονάχοι που απλώς πολλαπλασιάζεται η μοναξιά και ανημπόρια τους. Χαμένοι και ισοπεδωμένοι μέσα σε ομοιόμορφες μάζες, πλήθη, αγέλες που ενίοτε βελάζουν ομόηχα στους ίδιους κατευθυνόμενους σκοπούς. Κι αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν τσοπάνηδες και φυσικά μαντρόσκυλα για τον έλεγχο των κοπαδιών κι αλλίμονο αν ο άνθρωπος παγιωθεί στο στάδιο του αγελαίου ζώου.
Με κοίταξε παραξενεμένος.
– Μήπως ανήκεις σε καμιά περίεργη οργάνωση ή σέχτα που θέλει να αλλάξει τον κόσμο σύμφωνα με το σχέδιό της;
– Όχι, βέβαια, γιατί κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι κάτι δεν πάει καλά με το σχέδιο αυτό.
– Και ποιος είναι ο τρόπος να εξελιχτούμε; Μια επανάσταση, ας πούμε, που θα βγάλει τον κόσμο στους δρόμους και θα βάλει φωτιές παντού;
– Δεν ξέρω αν κι αυτό θα ωφελούσε ουσιαστικά. Εννοώ ότι τι νόημα θα είχε και αυτό ακόμη αν οι άνθρωποι δεν άλλαζαν τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς; Αν δεν μετέτρεπαν το μυαλό τους σε αλεξίπτωτο που για να δουλέψει πρέπει να είναι ανοιχτό και να σε προσγειώνει από τους αιθέρες στο χώμα που πατείς. Αν δεν μάθαιναν ότι δεν πρέπει να δέχονται παθητικά ακόμα και αυτό που τους προσφέρει η ανατροπή, αν η στείρα εναντιολογία δεν δώσει τη θέση της στη δημιουργική αμφιβολία, στην απαίτηση για πλήρη πρόσβαση στη γνώση, στη συλλογική διαχείριση και στο σεβασμό της ατομικότητας, ώστε να μάθεις πραγματικά να σέβεσαι τον Άλλον. Και να απελευθερώνεις κι αυτόν και τον εαυτό από κάθε ανάγκη προστασίας κι ελέγχου από κάθε είδους “προστάτη” και ανομολόγητο συμφέρον πάνω στο δικό σου-σας συμφέρον.
Για λίγο σκοτείνιασε μα γρήγορα επανέκτησε το οικείο του ύφος.
– Όλα αυτά μου ακούγονται πολύ ουτοπικά. Οι άνθρωποι δεν είναι ώριμοι για τέτοια πράγματα. Όσο για μένα χαίρομαι που δεν χρωστώ σε καμιά κωλοτράπεζα κι έχω ακόμη κάποια λεφτά να πληρώνω τα κωλοχαράτσια και να βγαίνω με κάνα φίλο για έναν καφέ ή ένα ποτό να ξελαμπικάρω.
– Γιατί τότε με ρώτησες στην αρχή περί των “πραγμάτων”, αφού νιώθεις ακόμα ασφαλής κατά κάποιο τρόπο, μέσα στη γενικότερη ανασφάλεια;
-Εντάξει. Για να είμαι ειλικρινής, περίμενα να ρίξουμε μαζί κανένα μπινελίκι για αυτούς τους ξεφτίλες τους πολιτικάντηδες και για τον κόσμο που δεν ξεσηκώνεται, ξέρεις τώρα…Τουλάχιστον είναι κι αυτό μια μορφή εκτόνωσης…ακόμη…ακόμη κι αν αυτό μας κάνει κι εμάς ξεφτίλες!
Του είπα ότι θαύμασα την ειλικρίνεια της αυτοκριτικής του και με κοίταξε εχθρικά. Αυτό που δεν του είπα (ίσως γιατί εγώ ήθελα τρομάρα μου να δείξω κάποιο επίπεδο) ήταν ότι τελικά είμαστε ίσως όλοι μας όντως ξεφτίλες. Άλλος λιγότερο κι άλλος περισσότερο, αλλά σχεδόν ουδείς καθόλου. Γιατί επιτρέψαμε στη σχιζοφρένεια και την κτηνωδία να εισβάλλει μέσα στην πραγματικότητα, την πραγματικότητά μας και να εγκαθιδρύσει βασίλειο. Και φέουδα και δουκάτα και μιλέτια και καπετανάτα. Και γίναμε οι άνεϋ δικαιώματος τόσο στη ζωή όσο και στο θάνατό μας δουλοπάροικοι και ραγιάδες. Και περιφερόμενα παγόβουνα μέσα σ’ένα ζοφερό τοπίο αέναου ψύχους.
Κι αυτό ριζώνει στην ψυχή και βλασταίνει στο μυαλό. Πρωτίστως…
Κοινοποιήστε: