Κωνσταντίνος Κατσίφας. Ένας αυθεντικός άνθρωπος, ένας αυθεντικός Έλληνας.
Αυτό το παλληκάρι με την ατσαλένια και καθαρή σαν κρύσταλλο ματιά, από τη στιγμή του θανάτου του ξύπνησε πολλά μέσα στους Έλληνες, που αναγνώρισαν σ’ αυτόν τον αδελφό, το φίλο, το πρότυπο, το συνοδοιπόρο στον ανηφορικό Γολγοθά του Ελληνισμού.
Ο Κωνσταντίνος είχε την αγαθή “τύχη” να σταυρωθεί και να το κάνει εθελούσια, με όλη την καρδιά και την ψυχή του. Ο Έλληνας ιατροδικαστής είπε ότι σε ολόκληρη την καριέρα του δεν είχε δει ποτέ τόσο γαλήνια όψη νεκρού. Και το απέδωσε στο ότι δεν περίμενε να τον σκοτώσουν. Μέγα λάθος. Ο Κωνσταντίνος ήθελε να τον σκοτώσουν!
Αν δεν ήθελε, τι θα ήταν για έναν πρώην Λοκατζή μια απόσταση 6 χιλιομέτρων που χωρίζει το χωριό του από τα ελληνο-αλβανικά σύνορα; Ένας “αέρας” δρόμος να φθάσει εκεί και να περάσει στην ασφάλεια του πατρώου, έστω και κατ’ επίφασιν «ελευθέρου», εδάφους. Όμως δεν το έκανε. Λέγεται ότι είχε απομακρυνθεί αρκετά προς τα σύνορα, όταν αποφάσισε να γυρίσει πίσω.
Στην απόφαση αυτή διακρίνει κανείς “το μεγάλο κάλεσμα”. Ήξερε ο Κωσταντής ότι παίρνοντας το δρόμο της επιστροφής θα τον σκοτώσουν. Ήξερε πολύ καλά πόσο αδίστακτοι ήσαν αυτοί που τον κυνηγούσαν και ότι τέτοια μεγάλη κινητοποίηση αλβανικών Ειδικών Αντιτρομοκρατικών Δυνάμεων μόνο στο θάνατο του “τρομοκράτη” στοχεύει. Και εν πλήρη συνειδήσει όλων αυτών των δεδομένων, πήρε την απόφαση να βαδίσει προς το “σταυρό” του.
Τελείως συνειδητά επέλεξε το θάνατο γιατί η ψυχή σε τέτοιες στιγμές, ακριβώς προ των πυλών του θανάτου, βγαίνει από τα δεσμά του χωροχρόνου και γνωρίζει ή διαισθάνεται τα πάντα.
“Ανέβηκε ψηλά” η ψυχή του και με ταχύτητες αχωροχρονικές μετέφερε στο νου του Κωσταντή την επίγνωση ότι ο θάνατος του θα αφυπνίσει την αγάπη και το ενδιαφέρον των Ελλήνων για την ξεχασμένη και εγκαταλειμμένη στην άδικη μοίρα της από όλους τους “Έλληνες” πολιτικούς πατρική γη του, το πιο λαμπρό κομμάτι της Ηπείρου μας, εκεί που «οι ήρωες πολέμησαν σαν Έλληνες»
Του γνώρισε η ψυχή του ότι ο θάνατος του θα αφυπνίσει την ναρκωμένη θυσιαστική διάθεση των Ελλήνων, τουλάχιστον αυτών που η νάρκωση δεν έχει επιφέρει οριστικό ψυχικό θάνατο.
Του γνώρισε ότι ο θάνατός του θα τους θυμίσει μια ξεχασμένη από αυτούς όψη του ελληνικού Ιερού Αρχετύπου: αυτήν του Ήρωα, που καλωσορίζει το θάνατο για κάτι υψηλότερο από τον εαυτό του μ‘ ένα αχνό χαμόγελο και μια διάχυτη εσωτερική γαλήνη.
Του γνώρισε ακόμα, με ταχύτητες “νοόσφαιρας”, ότι θα ερευνηθούν όλες οι όψεις της ζωής του και θα τις βρουν αγνές και καθαρές σαν διαμάντι.
Επέλεξε να ζήσει σ’ ένα μικρό ελληνικό χωριό, μεταφερμένο από την αλητεία των “Δυνατών” σ’ ένα εχθρικό και αφιλόξενο για τους Έλληνες Κράτος, κάνοντας ένα σκληρό επάγγελμα: σιδεράς. Γύρισε στη σκλαβωμένη πατρική γη για ν’ “αγωνιστεί” εκεί και να βιοπορήσει με τον ιδρώτα του προσώπου του. Και στην αναδουλειά να τρώει ψωμί και κρεμμύδι.
Πόσο εύκολο θα ήταν για τον Κωνσταντίνο, όμορφος και σμιλευμένος σαν αρχαίος κούρος όπως ήταν, να τα “’κονομάει” στις πιάτσες της Αθήνας. Ακόμα ένα “χαμένο” κορμί, ακόμα μια “χαμένη” ψυχή μέσα στις τόσες που “παράγει” το σύστημα, σαν τον άλλο, τον Ζακ-λίν, τον τιμώμενο νεκρό της “προοδευτικής” Αριστεράς.
Και το πήρε απόφαση, αλλιώς δεν εξηγείται η επιστροφή του προς το στημένο καρτέρι. Μοιάζει η συμπεριφορά του αναίτια, σχεδόν παράλογη. Κι όμως, ήταν μια απόφαση τετράγωνης λογικής, της λογικής της ψυχής του.
Και πέθανε γαλήνιος, έχοντας υπακούσει στη φωνή της, με το αχνό χαμόγελο στα χείλη, όπως κάποιος που έχει επιτελέσει στο ακέραιο το υψηλό του καθήκον, όπως κάποιος που έχει ολοκληρώσει με επιτυχία το στόχο που του έθεσε η ψυχή του.
Προτίμησε τη σταυρική θυσία, χάριν αυτών που γνώριζε πως θα “δωρήσει” στους Έλληνες και γυρνώντας την πλάτη στην κηλίδα της δειλίας, που θα τον κυνηγούσε εσωτερικά για πάντα, αν είχε πάρει το δρόμο της “φυγής”.
Και σκόπιμα δε σκότωσε. Ή μάλλον έτσι κανονίστηκε εξ’ αρχής “άνωθεν”, να μη σκοτώσει. Έπρεπε η ζυγαριά να γέρνει ολόκληρη προς το δικό του σταυρό. Γιατί έτσι θα αφύπνιζε πολύ περισσότερο.
Για γύπα και κοράκι και στυγνό φονιά θα τον κατηγορούσαν, αυτό το κατάλευκο περιστέρι, οι ηθικοί και φυσικοί δολοφόνοι του και από τις δύο πλευρές των συνόρων, ενώ τώρα δεν μπορούν. Κι ωστόσο το επιχειρούν, με κάθε τρόπο και μέσο. (Οπλοφορούσε λένε! -μ’ ένα άσφαιρο όπλο!). Επιχειρούν να δολοφονήσουν τη μνήμη του, την πράξη του, τη θυσία του για να ακυρώσουν τα δώρα του προς τους Έλληνες.
Μα δεν μπορούν ούτε αυτό. Γιατί ο Κωσταντής με τις “Πραγματικότητες” που έζησε, τον Χριστό , την Πατρίδα, την Καθάρια ζωή, γι αυτές και πέθανε. Και το Σταυρό που έστησε έξω του, απέδειξε ότι τον είχε στήσει πρώτα μέσα του.
Στην εποχή που οι πλείστοι Έλληνες έχουν μετασχηματιστεί (όχι χωρίς τη “βοήθεια” του συστήματος) σε γιαλαντζί Χριστιανούς, σε ντεμέκ αγωνιστές εναντίον του αποτρόπαιου για την Ελλάδα καθεστώτος, σε νάυλον αριστερολάγνους και σε τζάμπα μάγκες με λόγο περί παντός “πολιτικού επιστητού”, λόγο όμως χωρίς αντίκρυσμα ζωής και παραδείγματος,
ο Κωστής μας θυμίζει τον γνήσιο, τον ντόμπρο, τον ανυστερόβουλο Έλληνα, αυτόν που πιστεύει στα Άγια και τα Ιερά της Φυλής και σφραγίζει αυτήν την πίστη με το θάνατο του.
Παλληκάρι μου, ήσουν -και είσαι, γιατί η ψυχή σου και η μνήμη σου είναι ατόφιες!- ένας αυθεντικός άνθρωπος!
Γι’ αυτό οι Έλληνες σε λάτρεψαν, ναι σε ιεροποίησαν, από την πρώτη στιγμή ακούσματος του θανάτου σου. Τους ξύπνησες μέσα τους αυτό που όφειλαν να είναι. Τους θύμισες ότι ο Αυθεντικός Έλληνας και ο Ήρωας Έλληνας είναι ο αληθινός εαυτός τους.
Κωνσταντίνε, καλώς ώρισες στο Πάνθεον των Ελλήνων ηρώων! Καλώς ώρισες στην καρδιά των Ελλήνων!
destoolon.grΠηγή Κωνσταντίνος Κατσίφας. Ένας αυθεντικός άνθρωπος, ένας αυθεντικός Έλληνας.
Κοινοποιήστε: