Η κούρσα για την ηγεσία των Χριστιανοδημοκρατών (CDU) άνοιξε, όμως το ερώτημα που κυριαρχεί δεν είναι ποιος θα εκλεγεί πρόεδρος, αλλά για πόσο θα παραμείνει η…
Ανγκελα Μέρκελ καγκελάριος.
Ο συντηρητικός Φρίντριχ Μερτς, στην πρώτη του συνέντευξη ως υποψήφιος, δήλωσε ότι εάν εκλεγεί πρόεδρος θα συνεργαστεί αρμονικά με την καγκελάριο, παρά το γεγονός ότι έχει διαφορετικές πολιτικές απόψεις για την οικονομία και φέρει τον χαρακτηρισμό αντι-Μέρκελ, λόγω της σύγκρουσης που είχε μαζί της το 2002 και της αποχώρησής του από την κεντρική πολιτική.
Η γ.γ. του κόμματος Ανεγκρέτ Κραμπ-Καρενμπάουερ ως εκ της θέσεώς της δεν χρειάζεται να δώσει ανάλογες διαβεβαιώσεις. Το ερώτημα είναι τι θα κάνει ο τρίτος υποψήφιος, ο υπουργός Υγείας, Γενς Σπαν, που επίσης φέρει τον χαρακτηρισμό αντι-Μέρκελ: αν θα ακολουθήσει δηλαδή την ίδια διαδρομή ή εάν θα προσπεράσει από δεξιά, αμφισβητώντας ευθέως την καγκελάριο.
Η απήχηση της υποψηφιότητας του 62χρονου Μερτς στο CDU, στους βουλευτές του οικονομικού κύκλου, αλλά και σε περιφερειακά στελέχη του κόμματος έχει προκαλέσει γενική αίσθηση. Μέχρι την περασμένη Δευτέρα το όνομά του δεν είχε περιληφθεί ποτέ στις λίστες των δελφίνων. Kι όμως, στις πρώτες σφυγμομετρήσεις συγκεντρώνει τις περισσότερες προτιμήσεις για να διαδεχθεί τη Μέρκελ στην ηγεσία των Χριστιανοδημοκρατών.
Ο Μερτς τόνισε ότι αυτός μπορεί να σηματοδοτήσει την ανανέωση που χρειάζεται το CDU χωρίς να ακυρωθεί η πολιτική της καγκελαρίου. «Δεν χρειαζόμαστε επανάσταση», είπε με έμφαση, προσθέτοντας ότι «η Μέρκελ αξίζει μεγάλο σεβασμό για όσα πρόσφερε επί 18 χρόνια από την ηγεσία του κόμματος».
Υιοθέτησε μάλιστα την ατζέντα της, λέγοντας ότι οι μεγαλύτερες πολιτικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν η Γερμανία και η Ε.Ε. είναι το μεταναστευτικό, τα θέματα της παγκοσμιοποίησης, η ψηφιοποίηση και η κλιματική αλλαγή, ενώ απέρριψε τον χαρακτηρισμό νεοφιλελεύθερος που του αποδίδεται.
Ο πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας και αντιπρόεδρος του CDU, Αρμιν Λάσετ, ο οποίος αρχικά είχε αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να είναι υποψήφιος, χθες γνωστοποίησε μέσω συνεργατών ότι δεν θα το πράξει, καθώς θεωρεί ότι υπάρχει ασυμβίβαστο ανάμεσα στη θέση του τοπικού πρωθυπουργού και του προέδρου του κόμματος. Κίνηση που, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, θα λειτουργήσει υπέρ της Κραμπ-Καρενμπάουερ, ωστόσο είναι πολύ νωρίς ακόμη για ασφαλείς προβλέψεις, λόγω της πόλωσης που προκαλεί η υποψηφιότητα του Μερτς.
Σύμφωνα πάντως με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, η μάχη στο CDU δεν θα είναι τόσο αιματηρή όσο προβλέπουν πολλοί αναλυτές.
Στη συνέντευξή του στην DW, ο πρόεδρος της Βουλής αναφέρεται και στη θέση της καγκελαρίου λέγοντας ότι «ένας εκλεγμένος καγκελάριος μπορεί να αποπεμφθεί παρά τη θέλησή του, μόνον αν η πλειοψηφία της Βουλής εκλέξει άλλο καγκελάριο. Και, με όλο τον σεβασμό, υπό τις παρούσες συνθήκες στην Μπούντεσταγκ αυτό θα ήταν αδιανόητο. Η θέση της λοιπόν είναι ισχυρή λόγω του Συντάγματος».
Ουσιαστικά αυτό που θεωρεί αδιανόητο ο Σόιμπλε είναι να υποβληθεί πρόταση δυσπιστίας κατά της καγκελαρίου και να υπερψηφιστεί από τους βουλευτές του κόμματός της.
Ακόμη και αυτό το ενδεχόμενο έχει τεθεί στον δημόσιο διάλογο. Σύμφωνα με άρθρο της Handelsblatt, ο Λάσετ σε συνεργασία με τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους θα μπορούσαν να επαναλάβουν το προηγούμενο του Χέλμουτ Κολ και του Χανς-Ντίτριχ Γκένσερ, που έριξαν τον Χέλμουτ Σμιτ. Υπάρχουν όμως και οι πιο απλές εκδοχές, όπως η κρίση στις σχέσεις της νέας ηγεσίας του CDU με τους Σοσιαλδημοκράτες και η πτώση της κυβέρνησης.
Στο SPD, μετά τον πρώην πρόεδρο Ζίγκμπαρ Γκάμπριελ, και ο προκάτοχός του Πέερ Στάινμπρουκ ζήτησε την ανασυγκρότηση των Σοσιαλδημοκρατών και μάλιστα με ένα νέο πρόσωπο τύπου Μπέρνι Σάντερς, αλλά 30 χρόνια νεότερο από τον Δημοκρατικό γερουσιαστή των ΗΠΑ, προκειμένου να συγκινήσει τον κόσμο.
Το κόμμα σήμερα, λέει ο Στάινμπρουκ σε συνέντευξη στη Süddeutsche Zeitung, φαίνεται στα μάτια του κόσμου «σαν φάμπρικα επισκευών, που τη μια διορθώνει έναν σπασμένο σωλήνα και την άλλη σφίγγει μια βίδα και φροντίζει για την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά ένα ευρώ».
Προς επίρρωση των αιχμών του Στάινμπρουκ, χθες το υπουργικό συμβούλιο υπό την Μέρκελ ενέκρινε διάταξη του υπουργείου Εργασίας του Σοσιαλδημοκράτη Χ. Χάιλ για αύξηση του κατώτατου ωρομισθίου από 8,84 ευρώ σε 9,19 ευρώ το 2019 και σε 9,35 ευρώ το 2020. Η εισήγηση του Σοσιαλδημοκράτη υπουργού Οικονομικών και αντικαγκελάριου, Ολαφ Σολτς, ήταν το ωρομίσθιο να πάει στα 12 ευρώ.
Η Μέρκελ θα επισκεφθεί σήμερα την Ουκρανία και αύριο αρχίζει διήμερη επίσημη επίσκεψη στην Πολωνία, μαζί με το μισό υπουργικό συμβούλιο και με γεμάτη ατζέντα…
efsyn.gr
Πηγή Καγκελάριος χωρίς κόμμα γίνεται;…
Κοινοποιήστε: