
Δολοφονίες, βιασμοί, λεηλασίες, κλοπές και άλλα, από Τσέτες και Τούρκους στρατιώτες σε βάρος των Ελλήνων κατοίκων των Βουρλών – Αφηγήσεις αυτοπτών μαρτύρων
Ανάμεσα στα φοβερά εγκλήματα που έγιναν από τους Τούρκους στη Μικρά Ασία μετά την υποχώρηση του Ελληνικού Στρατού το 1922, ξεχωριστή θέση «κατέχουν» οι σφαγές στα Βουρλά, μια ιστορική, παραθαλάσσια πόλη με σχεδόν αμιγώς ελληνικό πληθυσμό.
Τα Βουρλά
Τα Βουρλά ή Βούρλα ή Βρύουλλα είναι πόλη της Ιωνίας στα μικρασιατικά παράλια στο κέντρο περίπου της Χερσονήσου της Ερυθραίας ανάμεσα στον Ερμαϊκό Κόλπο και τον Κόλπο Σαγατζίκι (Τέως).

Φωτογραφία από τα Βουρλά.

Πάρκο στα Βουρλά σήμερα
Απέχουν 40 χλμ. από τη Σμύρνη και 50 χλμ. από το Τσεσμέ. Το επίνειό τους λέγεται Σκάλα και απέχει 4 χιλιόμετρα από αυτά, ενώ τα νησιά του Ερμαϊκού Κόλπου (Ερμαίου Κόλπου ή Κόλπου της Σμύρνης) ονομάζονταν αρχικά Κλαζομενές. Οι πρώτοι άποικοι της περιοχής ήταν Ίωνες. Σύντομα οι άποικοι πέρασαν και στην απέναντι στεριά όπου ίδρυσαν την ομώνυμη πόλη (Κλαζομενές).

Κλαζομενές
Αρχηγός της πόλης ήταν ο Πόρφυρος, από την Κολοφώνα. Αποίκισε τις Κλαζομενές με Φλειάσιους (από τον Φλειούντα της Κορινθίας) και Κλεωναίους (από τις Κλεωνές, κοντά στη Νεμέα) που εκτοπίστηκαν από την Πελοπόννησο μετά την κάθοδο των Ηρακλειδών. Οι Κλαζομένιοι αποίκισαν τα Άβδηρα της Θράκης και τη Ναύκρατη της Αιγύπτου. Διατηρούσαν θησαυρό στους Δελφούς και έλαβαν μέρος στη Δηλιακή Συμμαχία των Αθηναίων.

Αρχαία ευρήματα στην περιοχή των Βουρλών
Το 387 π.Χ. υποτάχθηκαν στους Πέρσες και απελευθερώθηκαν από τον Μέγα Αλέξανδρο που ένωσε το νησί των Κλαζομενών (γνωστό με τα ονόματα Άι-Γιάννης και Μαραθούσα) με την απέναντι ακτή. Από τις Κλαζομενές καταγόταν ο μεγάλος φιλόσοφος της αρχαιότητας Αναξαγόρας.

Η Αναξαγόρειος Σχολή των Βουρλών
Πολύ κοντά στις αρχαίες Κλαζομενές βρίσκονται τα Βουρλά. Πήραν το όνομά τους από τα βούρλα της περιοχής ή από τη φημισμένη Βυζαντινή οικογένεια των Βουρλάδων ή Βρουλλάδων. Ιδρύθηκαν πιθανότατα τον 13ο αιώνα. Τότε αναφέρονται από τον διπλωμάτη και ιστορικό Γεώργιο Ακροπολίτη (περ. 1217-1282).
Εκεί περνούσε τα καλοκαίρια του ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος (1220-1282), με την ακολουθία του και τον στρατό του. Γύρω στο 1400, τα Βουρλά κατακτήθηκαν από τους Οθωμανούς. Σταδιακά, η πόλη γνώρισε μεγάλη ακμή. Στα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα ο πληθυσμός της ήταν περίπου 35.000. Από αυτούς, οι 30.000 ήταν Έλληνες, 500-1.000 Εβραίοι, 30 οικογένειες Αρμενίων και οι υπόλοιποι ήταν Τούρκοι.

Γκραβούρα της Σκάλας των Βουρλών το 1878
Οι Έλληνες των Βουρλών φημίζονταν για την παλικαριά τους. Ο Γιάννης Καψής, στο βιβλίο του «Χαμένες Πατρίδες» γράφει χαρακτηριστικά:
«Εκείνος που γνωρίζει τι θα πει Βουρλιώτης, δεν μπορεί ν’ αμφιβάλλει. Είχαν τα όπλα ζωσμένα στα ζωνάρια τους, γιατί λάτρευαν τον πόλεμο. Ήταν το καμάρι της Ερυθραίας και πολλοί Σμυρνιοί κατέφευγαν στα Βουρλά για να ζήσουν, έστω και λίγο, ελεύθεροι, γιατί ήταν ένα κομμάτι ελεύθερης ελληνικής γης. Όπως και στ’ Αϊβαλί, έτσι και στα Βουρλά, οι Τούρκοι είχαν συνθηκολογήσει με τους Χριστιανούς. Τους άφηναν ανενόχλητους να ζουν στο χωριό τους».
Η μικρασιατική καταστροφή και τα Βουρλά
Πολλοί Βουρλιώτες συμμετείχαν στην πατριωτική κίνηση ίδρυσης στη Σμύρνη και σε άλλες πόλεις, μιας μυστικής οργάνωσης με την ονομασία «Μικρασιατική Άμυνα», που ιδρύθηκε τον Οκτώβριο του 1921.

Διανομή ρούχων από το Πατριαρχικό Ίδρυμα στα Βουρλά το 1919
Μετά την κατάρρευση του μετώπου, οι Βουρλιώτες που συμμετείχαν στη «Μικρασιατική Άμυνα» επέστρεψαν στην πόλη τους για να την προστατεύσουν.
Από τις 15 Αυγούστου 1922 άρχισαν να περνούν από τα Βουρλά οι άνδρες της Στρατιάς της Μικράς Ασίας εξαθλιωμένοι και ρακένδυτοι. Οι Βουρλιώτες κατάλαβαν ότι πλέον η κατάσταση ήταν μη αναστρέψιμη, ωστόσο προτίμησαν να παραμείνουν στην πόλη τους ως το τέλος και να την υπερασπιστούν. Στις 27 Αυγούστου 1922, στις 10.30 το πρωί, οι Τούρκοι μπήκαν στη Σμύρνη.
Την ίδια μέρα, πέρασαν από τα Βουρλά κάποια από τα τελευταία τμήματα του Ελληνικού Στρατού. Οι Βουρλιώτες τους ζήτησαν τα όπλα για να αντισταθούν, μάταια όμως. Το απόγευμα της Κυριακής 28 Αυγούστου 1922 πέρασε από τα Βουρλά το θρυλικό 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων του Νικόλαου Πλαστήρα.

Το Σύνταγμα Ευζώνων του Πλαστήρα, οι τελευταίοι Έλληνες στρατιώτες που πέρασαν από τα Βουρλά

Παρασημοφόρηση του Συνταγματος Ευζώνων του Νικόλαου Πλαστηρα
Ο «μαύρος καβαλάρης» γνώριζε κάποιους από τους Βουρλιώτες από τους Βαλκανικούς Πολέμους και τους παρότρυνε να φύγουν λέγοντάς τους ότι ο πόλεμος δεν τελείωσε και ότι η πατρίδα τους χρειάζεται. Ωστόσο, αυτοί δεν τον άκουσαν. Το ίδιο έγινε και με την παρότρυνση του Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομου.
Οι Έλληνες και Τούρκοι πρόκριτοι των Βουρλών συμφώνησαν να υπάρξει προστασία των πληθυσμών και των δύο θρησκειών από έκτροπα. Έτσι, οι Έλληνες ανέλαβαν την προστασία των τουρκικών συνοικιών, από τους άνδρες της Στρατιάς της Μικράς Ασίας που οπισθοχωρούσαν. Οι Τούρκοι, αν και υποσχέθηκαν ότι θα κάνουν το ίδιο, δεν τήρησαν όσα είπαν…
Στις 29 Αυγούστου 1922 μπήκαν στα Βουρλά οι πρώτοι τσέτες και άρχισαν οι σφαγές και οι βιαιοπραγίες. Στις 3 Σεπτεμβρίου τα Βουρλά παραδόθηκαν στις φλόγες. Θέλοντας και μη, οι Βουρλιώτες βγήκαν από τα σπίτια τους και αποτέλεσαν εύκολη λεία για τους Τούρκους.
Ελάχιστοι κατάφεραν να ξεφύγουν προς τη Σμύρνη και ήρθαν στην Ελλάδα. Οι Τούρκοι συγκέντρωσαν όλους τους Έλληνες ηλικίας 16-60 ετών σε μια τεράστια έκταση κοντά στην τουρκική συνοικία. Εκεί σκότωσαν τους περισσότερους από αυτούς, με πρώτους όσους συμμετείχαν στη «Μικρασιατική Άμυνα». Από τους 11.000 Έλληνες, ελάχιστοι γλίτωσαν.
Οι Τούρκοι βασάνισαν τους περισσότερους. Τους έβγαζαν τα μάτια, τους ακρωτηρίαζαν και τους άφηναν να πεθαίνουν αργά και βασανιστικά.
Πολλούς τους οδήγησαν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας για να τους εξοντώσουν. Από τους 11.000, μόνο 1.000 γλίτωσαν. Άλλοι 10.000 Έλληνες περίπου οδηγήθηκαν στο εσωτερικό της Τουρκίας. Από αυτούς, 2.000 περίπου κατόρθωσαν να ξεφύγουν στη διάρκεια της πορείας, να επιστρέψουν στις μικρασιατικές ακτές και να έρθουν στην Ελλάδα.
Τούρκοι στρατιώτες και Τσέτες δεν σεβάστηκαν ούτε τα γυναικόπαιδα. Βίαζαν πολλά κορίτσια μπροστά στις μητέρες τους, σκότωναν νήπια, ενώ ασελγούσαν ακόμα και σε ηλικιωμένες. Σε άθλια κατάσταση, κάποια γυναικόπαιδα και ηλικιωμένοι κατάφεραν να φτάσουν τελικά στην Ελλάδα. Όσα έγιναν στα Βουρλά ξέφυγαν από κάθε όριο. Κανείς όμως δεν τιμωρήθηκε ποτέ για όλα αυτά…
Αυτόπτες μάρτυρες αφηγούνται
Ο Γάλλος δημοσιογράφος και ιστορικός René Puaux (Ρενέ Πιό), στο βιβλίο του «ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΗΜΕΡΕΣ ΤΗΣ ΣΜΥΡΝΗΣ» (Εκδόσεις ΙΣΤΟΡΗΤΗΣ, 1993) αφιερώνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο στις «ΘΗΡΙΩΔΙΕΣ ΣΤΑ ΒΟΥΡΛΑ» (σελ. 93-102) παραθέτοντας αφηγήσεις πέντε αυτοπτών μαρτύρων: του Γιάννη Μιχαηλίδη, των αδελφών του Αργυρώς Σιάχου και Αριστέας Μιχαηλίδη και των δεσποινίδων Μαρίας και Αγγέλας Μακρομάλλα.
Η οικογένεια Μιχαηλίδη ή Γκεντζένσελη ήταν μία από τις επιφανέστερες των Βουρλών. Ενώ, στα Βουρλά, με το επώνυμο Μακρομάλλας ήταν γνωστός ο καπετάν Μανώλης Μακρομάλλας, κατά την παράδοση, συμπολεμιστής του Καραϊσκάκη.
Η αφήγηση γίνεται από τον Γ. Μιχαηλίδη που «εκπροσωπεί» και τις τέσσερις γυναίκες, καθώς ο ίδιος δεν έζησε όλο το δράμα των Βουρλών. Σύμφωνα λοιπόν με τον Μιχαηλίδη, στις 9/9/1922 πήγαν με τον πατέρα του Γιάγκο, τις αδελφές του Αργυρώ, που ήταν παντρεμένη με τον Έλληνα Λοχαγό Σ. Σιάχο και Αριστέα 16 ετών στο Πουρναρλί, ένα νησάκι απέναντι από τις Κλαζομενές.
Εκεί είχαν συγκεντρωθεί άλλες 100 χριστιανικές οικογένειες που περίμεναν μάταια ένα καΐκι που θα τους μετέφερε στη Μυτιλήνη. Την τρίτη μέρα της παραμονής τους στο νησί έφτασε εκεί μια βάρκα με Τούρκους προκρίτους των Βουρλών και τον μουφτή, που όρκισε τους συμπατριώτες του στο Κοράνι ότι δεν θα πειράξουν τους Έλληνες αν επιστρέψουν στην πόλη, ούτε θα αφήσουν τους Τούρκους στρατιώτες να τους βλάψουν. Το ίδιο έκαναν και στα άλλα νησάκια.
Ο Γιάννης Μιχαηλίδης που είχε υπηρετήσει στον Ελληνικό Στρατό φοβήθηκε και δεν πήγε μαζί με τον πατέρα του και τις αδελφές του, πίσω στα Βουρλά. Λίγες μέρες αργότερα έφτασε στο Πουρναρλί το θωρηκτό «Κιλκίς» στο οποίο επιβιβάστηκε. Όταν ο πατέρας του, Γιάγκος Μιχαηλίδης και οι αδελφές του έφτασαν στις Κλαζομενές, τους επιτέθηκαν Τούρκοι που τους άρπαξαν πράγματα που είχαν μαζί τους.
Τελικά, επέστρεψαν στο σπίτι τους. Σε μισή ώρα όμως, ένας Τούρκος ειδοποίησε τον Γιάγκο Μιχαηλίδη ότι μπήκε στα Βουρλά ο τουρκικός στρατός και ο πασάς που διοικούσε το ιππικό κάλεσε τους Έλληνες πρόκριτους στο Διοικητήριο.
Ο πασάς ρώτησε τον Γ. Μιχαηλίδη, 62 ετών τότε, πού είναι οι δύο γιοι του που υπηρετούσαν στον Ελληνικό Στρατό και ο Λοχαγός γαμπρός του, για να λάβει την απάντηση ότι έφυγαν με τη Στρατιά της Μικράς Ασίας. Ο πασάς ζήτησε τότε 100 λίρες για τον καθένα ως bedeli (φόρο στρατιωτικής απαλλαγής) και τις πήρε.
Ο Γιάγκος Μιχαηλίδης παρακάλεσε τον πασά να του δώσει έναν στρατιώτη για σωματοφύλακα, δικό του και της οικογένειάς του. Ο πασάς ικανοποίησε το αίτημά του. Όταν όμως έφτασαν στο σπίτι της οικογένειας, ο Τούρκος απείλησε με ξιφολόγχη τον Γ. Μιχαηλίδη να του δώσει χρήματα, αλλιώς θα τον σκότωνε.
Πήρε 200 λίρες και έφυγε… Πολλές οικογένειες από τα Βουρλά κατέφυγαν στο σπίτι της οικογένειας Μιχαηλίδη, θεωρώντας ότι εκεί θα ήταν ασφαλείς. Δυστυχώς, δεν συνέβη κάτι τέτοιο. Επί τρεις μέρες Τούρκοι αξιωματικοί, στρατιώτες και πολίτες έμπαιναν με τη βία στην οικία Μιχαηλίδη.
Έκλεψαν μέσα σε τρεις μέρες 3.000 τουρκικές χρυσές λίρες, 100.000 λέι (ρουμανικά νομίσματα), 150.000 δραχμές, όλα τα κοσμήματα και τα πολύτιμα αντικείμενα, 100.000 καντάρια σταφίδες, 10.000 οκάδες λάδι, 9 άλογα και 50 αγελάδες, ό, τι είχε και δεν είχε η ευκατάστατη οικογένεια.
Όταν πλέον δεν είχαν τι να πάρουν άρπαξαν τρεις κοπέλες που είχαν βρει καταφύγιο στο σπίτι του Γιάγκου Μιχαηλίδη: την Ελένη και τη Μαρία Μπέλλου και την Αγγέλα Μακρομάλλα. Η αδελφή του Γιάννη Μιχαηλίδη, Αριστέα, οι τρεις ξαδέρφες του Πηνελόπη, Ιωάννα και Αργυρώ και η υπηρέτρια της οικογένειας Γλυκερία, για να μην ατιμαστούν, έτρεξαν στην αυλή και έπεσαν στο πηγάδι που υπήρχε εκεί.
Η άλλη αδελφή του, που ήταν παντρεμένη με τον Έλληνα Λοχαγό, πήγε στην κουζίνα, έριξε πετρέλαιο στα ρούχα της και αυτοπυρπολήθηκε.
Ευτυχώς, ένας γιατρός που βρισκόταν εκεί, της έσωσε τη ζωή, δεν απέφυγε όμως τα σοβαρά εγκαύματα στο στομάχι και τις γάμπες. Ο Γιάγκος Μιχαηλίδης, μαζί με κάποιους ακόμα, ανέσυραν με σχοινιά ημιθανείς από το πηγάδι τις Αριστέα και Αργυρώ Μιχαηλίδη και τη Γλυκερία.
Οι Πηνελόπη και Ιωάννα Μιχαηλίδη πνίγηκαν. Οι Τούρκοι αναζητούσαν επίμονα, κρατώντας τη φωτογραφία της μάλιστα, τη μεγάλη αδελφή του Γιάννη Μιχαηλίδη. Αυτή κρύφτηκε για 20 μέρες σε μια υπόγεια διάβαση και με τα πόδια της ως τα γόνατα βουτηγμένα στη λάσπη άντεξε και γλίτωσε. Οι Τούρκοι μερικές μέρες αργότερα επέστρεψαν στο σπίτι του Γιάγκου Μιχαηλίδη.
Έδιωξαν όλους όσους βρίσκονταν μέσα και φόρτωσαν τα έπιπλα και ό, τι άλλο υπήρχε σε καμήλες και καροτσάκια. Έπειτα, έβαλαν φωτιά και έκαψαν το σπίτι. Το ίδιο έκαναν σε όλα τα ελληνικά σπίτια στα Βουρλά. Τα λεηλατούσαν και τα έκαιγαν… Μετά την πυρπόληση του σπιτιού του, ο Γιάγκος Μιχαηλίδης βρήκε καταφύγιο, μαζί με την κόρη του Αριστέα στο σπίτι ενός φίλου του.
Εκεί βρίσκονταν κι άλλοι Έλληνες. Ένα βράδυ μπήκαν σ’ αυτό δυο Τούρκοι αξιωματικοί και ζήτησαν χρήματα από τον Γιάγκο. Όταν τους είπε ότι δεν έχει, έξαλλος ο ένας τράβηξε το σπαθί του και τον σκότωσε μέσα στην αγκαλιά της 16χρονης Αριστέας. Μετά, άρπαξε την κοπέλα από τα μαλλιά και αφού τα έκοψε, σκούπισε μ’ αυτά το ματωμένο από τη δολοφονία του πατέρα της σπαθί του. Έπειτα, οι Τούρκοι στρατιωτικοί και πολίτες έφυγαν τραγουδώντας και λέγοντας ότι αν δεν τους δώσουν χρήματα, θα «περάσουν από λεπίδα».
Έτσι κι έγινε.
Η Μαρία Τοπάγλου που βρισκόταν στο σπίτι όπου δολοφονήθηκε ο Γιάγκος Μιχαηλίδης, αρνήθηκε να ακολουθήσει έναν Τούρκο που ήθελε να την απαγάγει. Της έκοψαν τα δάχτυλα του χεριού, τη μύτη, τα αυτιά και τους μαστούς και την άφησαν να πεθάνει. Και άλλες νέες κοπέλες, όπως η Μαρία Κολόζο και η Ελένη Χατζηδιαμαντή είχαν το ίδιο τραγικό τέλος.
Άλλα εγκλήματα των Τούρκων στα Βουρλά
Ο Ρενέ Πιο αναφέρει στο βιβλίο του μια σειρά ακόμη εγκλημάτων από Τούρκους σε βάρος Ελλήνων στα Βουρλά. Μερικά από αυτά είναι τα ακόλουθα. Ο Θεόδωρος Μούλος δέθηκε πίσω από ένα άλογο, που τον έσερνε μέχρι που πέθανε.
Ο Στάθης Τζαλίκας σκοτώθηκε από δύο στρατιώτες μπροστά στα μάτια του πατέρα και του αδερφού του, επειδή δεν είχε χρήματα να τους δώσει. Ο πρόκριτος Γεώργιος Τρανέτης σφάχτηκε στο μέγαρο του Υποδιοικητή.
Ο αρχιμανδρίτης Νεόφυτος Βαρδαλάχος πεταλώθηκε.

Ο αρχιμανδρίτης Νεόφυτος Βαρδαλάχος
Το ίδιο μαρτύριο υπέστησαν οι ιερείς του Μπουτζά και του Μερσινλί. Οι Τούρκοι ήθελαν έτσι να εξομοιώσουν τους ιερείς με υποζύγια. Μάλιστα κάποιοι μάρτυρες αναφέρουν ότι έβαζαν και σαμάρια στις πλάτες των ιερέων για να τους εξευτελίσουν εντελώς.
Ο ιερέας Κολόζο και ο διάκονος του Αγίου Χαραλάμπους, εκκλησίας χτισμένης το 1859 στο νοσοκομείο των Βουρλών είχαν την ίδια αντιμετώπιση: τους έκοψαν τα αυτιά και τους έβγαλαν το ένα μάτι.
Η σωτηρία από την Αμερική
Στις 30 Σεπτεμβρίου 1922 έφτασε στη Σκάλα, το επίνειο των Βουρλών, ένα αμερικανικό πολεμικό πλοίο με πολλές βάρκες για να παραλάβει τους Έλληνες.

Η Σκάλα, επίνειο των Βουρλών
Οι Τούρκοι όταν έμαθαν ότι οι Χριστιανοί θ’ αναχωρούσαν πήγαν στο μέρος απ’ όπου θα περνούσαν, μήπως βρουν χρήματα σε κάποιον. Κατόπιν, τους έδιωχναν και κρατούσαν μόνο τα όμορφα κορίτσια. Κάποιες κοπέλες έβαψαν τα πρόσωπά τους με ιώδιο και φορώντας ρούχα ηλικιωμένων κατάφεραν να φτάσουν στο πλοίο.
Στη διαδρομή από τα Βουρλά στη Σκάλα, οι Τούρκοι ορμούσαν στο απεγνωσμένο πλήθος και σκότωναν κατά βούληση.
Πολλοί έπεσαν στη θάλασσα για να γλιτώσουν. Όσες κοπέλες είχαν αρπάξει οι Τούρκοι τις έντυσαν χανούμισσες και τις έδειχναν προκλητικά στις μητέρες τους που ωρύονταν καθώς γνώριζαν ότι δεν θα ξαναδούν τα παιδιά τους.
Στις προθήκες των κρεοπωλείων υπήρχαν κρεμασμένοι άνδρες. Κάποιοι δεν είχαν πεθάνει και υπέφεραν φοβερά. Φαίνεται ότι ήταν συνήθεια των Τούρκων αυτό, καθώς ο λόρδος Βύρων και ο Hobhouse, όταν βρέθηκαν στα Γιάννενα στις αρχές του 19ου αιώνα είδαν κομματιασμένο και εκτεθειμένο σαν κρέας, έναν Έλληνα ιερέα…
Αδίστακτοι Τούρκοι έκλεβαν κοπέλες ακόμα και μπροστά στα μάτια των Αμερικανών. Ένας Τούρκος στρατιώτης επιχείρησε να αρπάξει την Αριστέα, αδελφή του Γιάννη Μιχαηλίδη. Ευτυχώς για την κοπέλα, ένας Αμερικανός αξιωματικός του πλοίου τον αντιλήφθηκε, τον κυνήγησε και έσπρωξε τη νεαρή στο παρατηρητήριο του πλοίου.
Έτσι, η Αριστέα σώθηκε. Δυστυχώς, δεν συνέβη το ίδιο με τρεις άλλες κοπέλες, που βρίσκονταν σε μια μαούνα με τρεις Τούρκους στρατιώτες. Φώναζαν απελπισμένες «βοήθεια», αλλά δυστυχώς γι’ αυτές οι Αμερικανοί δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα…
Οι σφαγές και οι άλλες θηριωδίες των Τούρκων στα Βουρλά, ήταν από τα χειρότερα εγκλήματα στη Μικρά Ασία. Δυστυχώς, ποτέ κανείς δεν τιμωρήθηκε γι’ αυτά, ενώ όσες και όσοι επέζησαν κουβαλούσαν για πάντα στο μυαλό και την καρδιά τους τις εφιαλτικές σκηνές που είδαν και έζησαν.
Κοινοποιήστε: