Η άμεση δημοκρατία και το «νοικοκύρεμα» της Ελλάδας, παράλληλα με τη διενέργεια των σωστών διαπραγματεύσεων και με πολύ δουλειά, θα μπορούσε να είναι το φως στο σκοτάδι που την έχει τυλίξει, οδηγώντας την στην έξοδο από την κρίση πριν είναι πολύ αργά – έτσι ώστε να πάψει να αποτελεί τη μεγάλη ντροπή της Ευρώπης.
.
«Ο μεγάλος κίνδυνος είναι η δρομολογούμενη αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της χώρας μας, όπου αμέσως μετά θα αναπτύσσεται μεν με ισχυρούς ρυθμούς, αλλά προς όφελος των νέων ιδιοκτητών της – κατά το παράδειγμα της Γουατεμάλα (ανάλυση)».
.
Ανάλυση
Το πολιτικό σύστημα που έχει αποδειχθεί ως το πλέον επιτυχημένο για μικρές, συνεκτικές χώρες, είναι η άμεση δημοκρατία – επειδή οι Πολίτες ψηφίζουν μόνοι τους σε εθνικό και τοπικό επίπεδο τους νόμους που τους αφορούν, οπότε τους εφαρμόζουν καλύτερα και τους στηρίζουν όλοι μαζί (ενώ ελαχιστοποιείται η κομματική διαφθορά). Όσον αφορά το οικονομικό πρόγραμμα ενός κράτους, πρέπει να είναι απλό, κατανοητό σε όλους και εφαρμόσιμο, από μία υπεύθυνη κυβέρνηση που να ενεργεί με βάση το συμφέρον της χώρας και όχι το κομματικό της – ακολουθώντας μία πολιτική φιλική προς τις επιχειρήσεις και τη δημιουργία πλούτου.
Σε ένα κράτος δε στην περιοχή που βρίσκεται η Ελλάδα, πρέπει να δίνεται προτεραιότητα στην άμυνα και στην ασφάλεια – γεγονός που σημαίνει πως η διαβίωση των Πολιτών που πρέπει πάντοτε να είναι ετοιμοπόλεμοι, όπως στο Ισραήλ, οφείλει να είναι λιτή. Στόχος, το κράτος να είναι οικονομικά εύρωστο και να μην υπερχρεώνεται ή να χρεοκοπεί – ούτε το δημόσιο, ούτε ο ιδιωτικός τομέας, ούτε οι τράπεζες, όπως δυστυχώς συμβαίνει σήμερα. Εάν δεν το κάνει, τότε δεν κινδυνεύει μόνο το βιοτικό επίπεδο των Πολιτών του αλλά και η εδαφική του ακεραιότητα – καθώς επίσης η κοινωνία του που αλλοιώνεται τόσο από τη δική της μετανάστευση προς άλλες χώρες, όσο και από τη μετανάστευση σε αυτήν πολύ πιο φτωχών λαών.
Περαιτέρω, το πρώτο που θα έπρεπε να κάνει μία σοβαρή κυβέρνηση είναι η κατάρτιση ενός κρατικού Ισολογισμού σε ετήσια βάση, αναρτώντας τον στο διαδίκτυο – έτσι ώστε να γνωρίζει τόσο αυτή, όσο και οι Πολίτες της αφενός μεν τι χρωστάει, αφετέρου τα κρατικά περιουσιακά στοιχεία με τις τρέχουσες τιμές τους. Εάν υπήρχε ένας Ισολογισμός το 2009, θα διαπιστωνόταν πως η Ελλάδα είχε προβλήματα ρευστότητας (τα οποία προκλήθηκαν μεταξύ άλλων από τη μη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση των δαπανών της, από τηδιόγκωση των ελλειμμάτων της και από το διεθνή διασυρμό της), αλλά όχι φερεγγυότητας – αφού χρωστούσε περί τα 299 δις €, ενώ μόνο η ακίνητη περιουσία του δημοσίου είχε αξιολογηθεί τότε από το ΔΝΤ στα 300 δις €(πηγή).
Επομένως ο Ισολογισμός της ήταν ισοσκελισμένος, οπότε ήταν μεν υπερχρεωμένη, αλλά όχι χρεοκοπημένη – όπως δυστυχώς συνέβη με το PSI το 2011. Σήμερα όμως η Ελλάδα είναι χρεοκοπημένη – αφού χρωστάει περί τα 360 δις € ακαθάριστα, η αξία των δημοσίων περιουσιακών της στοιχείων έχει καταρρεύσει κάτω από τα 50 δις €, ενώ έχει ξεπουλήσει επί πλέον έναν σημαντικό αριθμό κρατικών επιχειρήσεων. Εκτός αυτού χρεοκόπησε τόσο ο ιδιωτικός της τομέας, με κόκκινα χρέη άνω των 300 δις € από αμελητέα το 2009, όσο και οι τράπεζες – οπότε δεν υπάρχει άλλη διέξοδος εκτός από τη διαγραφή μέρους των χρεών της, ταυτόχρονα με την παραγωγή πλούτου.
Ως εκ τούτου, η επόμενη ενέργεια μίας κυβέρνησης της θα έπρεπε να είναι η εξής: (α) η διαγραφή χρέους, με διαπραγματευτικό όπλο τη ζημία που της προκλήθηκε από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και τα μνημόνια που της επέβαλλαν, καθώς επίσης από την ΕΚΤ το 2015, με τη βοήθεια του άρθρου 340 του Μάαστριχτ (άρθρο) – πόσο μάλλον όταν το έχει παραδεχθεί τόσο η Κομισιόν, όσο και το ΔΝΤ, καθώς επίσης (β) η διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων και πολεμικών επανορθώσεων, οι οποίες είναι τουλάχιστον 280 δις €. Για να επιτευχθούν δε και τα δύο, η Ελλάδα θα έπρεπε να δημιουργήσει δύο ειδικές επιτροπές – στελεχωμένες με τους ικανότερους Έλληνες και πλαισιωμένες με διεθνείς εξειδικευμένες εταιρείες.
Στη συνέχεια, η κυβέρνηση θα έπρεπε να δρομολογήσει όλες εκείνες τις ενέργειες (από την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας και την εξυγίανση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, έως την αύξηση της αποτελεσματικότητας του δημοσίου με τη βοήθεια της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης), με στόχο την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των Ελλήνων στο κράτος τους – έτσι ώστε να επιστρέψουν τα περισσότερα από 120 δις € καταθέσεων που διέφυγαν στο εξωτερικό, για να διευκολυνθεί η χρηματοδότηση και η διενέργεια επενδύσεων εκ μέρους των Ελλήνων.
Ταυτόχρονα θα έπρεπε να δημιουργήσει τις προϋποθέσειςπαραγωγής πλούτου, με αφετηρία τη μείωση των φόρων σε επίπεδα ανταγωνιστικά με τα γειτονικά κράτη– σημειώνοντας πως ο φόρος που εισπράττει σήμερα το δημόσιο από τις επιχειρήσεις, με τους υπερβολικούς συντελεστές και με την καταστροφική προκαταβολή, είναι μόλις 4,2 δις € ετησίως (γράφημα), επειδή τα κέρδη τους έχουν πλέον καταρρεύσει. Φυσικά η μείωση των φόρων δεν αρκεί για να αναπτυχθεί η Ελλάδα – αφού πρέπει να αυξηθεί η ζήτηση, προϋπόθεση της οποίας είναι η άνοδος των εισοδημάτων των Ελλήνων (μισθοί, συντάξεις, κέρδη κλπ.). Οι πυλώνες τώρα που θα όφειλε να στηριχθεί είναι ο πρωτογενής τομέας με τη μεταποίηση του, ο τουρισμός και η ναυτιλία – έτσι ώστε μέσω αυτών να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις επαναβιομηχανοποίησης της Ελλάδας. Ειδικότερα τα εξής:
(α) Ο πρωτογενής τομέας μπορεί να προσφέρει πολλά στη χώρα, εάν χειριστεί ως «boutique» – με την έννοια πως πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη σημασία σε προϊόντα, στα οποία η Ελλάδα λόγω κλίματος και εδάφους έχει μεγάλα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Βασικό στοιχείο είναι η χρησιμοποίηση επιστημονικών μεθόδων με τη βοήθεια της σύγχρονης τεχνολογίας, η σωστή μεταποίηση και συσκευασία, τα ορθολογικά δίκτυα διανομής, η συνέπεια, καθώς και η ποιότητα των παραδόσεων. Δεν είναι δηλαδή μόνο η καλλιέργεια και η εκτροφή, αλλά πολλά άλλα.
Στο παράδειγμα της Ολλανδίας, παράγει αγροτικά προϊόντα περί τα 14 δις $ (1,6% του ΑΕΠ της – πηγή), ενώ το 2017 εξήγαγε 101 δις € – όταν η Ελλάδα παράγει 8,2 δις $ (4,1% του ΑΕΠ της, πηγή – περί τα 12 δις € κατά άλλους) και εξάγει κάτω από 6 δις €. Η Ολλανδία είναι βέβαια διεθνές διαμετακομιστικό κέντρο, αλλά το ίδιο θα μπορούσε να γίνει η Ελλάδα στην περιοχή της. Φυσικά θα έπρεπε να κατασκευάζονται στη χώρα μας πολλά από αυτά που χρειάζονται για τον αγροτικό τομέα (εισάγουμε σχεδόν το 90% των πρώτων υλών, πηγή), όπως τα θερμοκήπια, σημειώνοντας πως στην Ελλάδα υπάρχουν κάτω από 50.000 στρέμματα θερμοκηπίων, ενώ μόνο σε μία περιοχή της Ισπανίας 600.000 στρέμματα. Άλλα παραδείγματα επιτυχημένης αγροτικής παραγωγής είναι το Ισραήλ και η Νέα Ζηλανδία.
(β) Ο δεύτερος πυλώνας είναι ο τουρισμός, με έμφαση στις υπηρεσίες, όπως είναι οι πλατφόρμες ενοικίασης δωματίων και σπιτιών, καθώς επίσης οι εταιρείες ταξιδιών. Ο τουρισμός πρέπει να χειριστεί επίσης ως «Boutique» και να μην δίνεται σημασία τόσο στις αφίξεις, όσο στα έσοδα – έτσι ώστε να μην καταστρέφονται οι τουριστικές μας υποδομές, από χιλιάδες επισκέπτες χαμηλού εισοδηματικού επιπέδου. Όσον αφορά δε την προμήθεια των ξενοδοχείων, εάν καταλάβουμε πως η Ιταλία καλύπτει το 70% των αναγκών των δικών της μονάδων με ιταλικά προϊόντα, ενώ εμείς μόλις το 15%, θα συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος των λαθών μας.
(γ) Ο τρίτος είναι η ναυτιλία, όπου Ελλάδα θα μπορούσε να έχει σημαντικά οικονομικά οφέλη, εάν γινόταν έδρα ναυτιλιακών επιχειρήσεων– ανεξάρτητα από τη σημαία, στην οποία θα ήταν νηολογημένα τα πλοία τους. Τα οφέλη αυτά υπολογίσθηκαν (Ε&Υ) στα 25,9 δις € ετησίως, δημιουργώντας 550.000 θέσεις εργασίας και επιλύοντας το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των προβλημάτων μας. Εν προκειμένω, το Ντουμπάι θεωρείται το καλύτερο παράδειγμα ως ναυτιλιακό κέντρο – το οποίο παρέχει δυνατότητες διαχείρισης των ναυτιλιακών εταιρειών ενώ δεν διαθέτει ναυτιλιακό στόλο.
Περαιτέρω, θα έπρεπε να δοθεί μεγάλη σημασία στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπου επίσης η Ελλάδα διαθέτει σημαντικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και στην καινοτομία – ενώ οφείλει να δρομολογηθεί άμεσα η ιδιωτική εκπαίδευση με την ίδρυση Πανεπιστημίων, τα οποία μπορούν να προσφέρουν έσοδα της τάξης του 2,5% του ΑΕΠ, όπως στο παράδειγμα της Κύπρου. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε 4,5 δις € επί πλέον ΑΕΠ για την Ελλάδα, 90.000 νέες θέσεις εργασίας και 1,35 δις € έσοδα για το δημόσιο – ενώ δεν θα χρειαζόταν να σπουδάζουν τόσοι Έλληνες στο εξωτερικό, όπου μόνο στη Μ. Βρετανία το συνάλλαγμα που εξάγουμε για σπουδές είναι της τάξης των 300 εκ. € ετήσια!
Η εξέλιξη της αμυντικής βιομηχανίας μας, όπου διαθέτουμε αρκετές υποδομές, θα αύξανε επίσης το ΑΕΠ, τα έσοδα του δημοσίου ή τις εξαγωγές, ενώ θα δημιουργούσε πολλές νέες θέσεις εργασίας – καλύπτοντας επί πλέον αρκετές εγχώριες ανάγκες μας. Κάτι ανάλογο ισχύει και για τον τομέα της Υγείας, αφού διαθέτουμε εξαιρετικό ιατρικό προσωπικό, καθώς επίσης για πολλούς άλλους τομείς – ενώ θεωρούμε πως ο υπόγειος πλούτος της χώρας μας, όπως οι υδρογονάνθρακες, δεν πρέπει να μας απασχολεί σε τέτοιο βαθμό, αφού δεν συνδυάζεται με τον τουρισμό εύκολα, εκτός του ότι απαιτείται η στρατιωτική και η οικονομική ισχύς του κράτους για την προστασία του (κατά πολλούς δεν είναι ευχή για τις αδύναμες χώρες, αλλά κατάρα).
Από νομισματικής δε πλευράς, η Ελλάδα θα πρέπει να προετοιμάσει μεν ένα παράλληλο φορολογικό νόμισμα για κάθε ενδεχόμενο, χωρίς όμως να το χρησιμοποιήσει, αλλά να δρομολογήσει το συντομότερο δυνατόν ένα ιδιωτικό συμπληρωματικό νόμισμα, όπως αυτά που διαθέτουν η Γερμανία, η Ελβετία κλπ. (ανάλυση) – κάτι που ασφαλώς δεν θα έλυνε τα μεγάλα προβλήματα ρευστότητας που αντιμετωπίζει, αλλά θα βοηθούσε σημαντικά.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, οφείλουμε να σημειώσουμε πως το δημόσιο πρέπει να λειτουργεί με το διπλογραφικό λογιστικό σύστημα – έτσι ώστε να μην καταγράφονται τα χρέη του όταν τα πληρώνει, αλλά όταν δημιουργούνται, όπως συμβαίνει σε όλες τις επιχειρήσεις. Με τον τρόπο αυτό θα καταλαβαίναμε πότε έχει πράγματι πλεονάσματα, γνωρίζοντας πως είναι αδύνατον να υπάρχουν πλεονάσματα και να πουλιούνται περιουσιακά στοιχεία, όταν το δημόσιο χρέος αυξάνεται – όπως συμβαίνει παραδόξως σήμερα!
Με απλά λόγια, το «νοικοκύρεμα» της Ελλάδας, παράλληλα με τη διενέργεια σωστών διαπραγματεύσεων και με πολύ δουλειά, θα μπορούσε να την οδηγήσει στην έξοδο από την κρίση προτού είναι πολύ αργά – ενώ η επιστροφή των 500.000 Ελλήνων που έφυγαν στο εξωτερικό, κόστους εκπαίδευσης περί τα 100 δις € και δυνατότητας παραγωγής ΑΕΠ της τάξης των 25 δις € ετησίως, θα της έδινε μία επί πλέον ώθηση, έτσι ώστε να μην επιβιώνει μόνο, αλλά να μεγαλουργεί. Με όλα τα παραπάνω θα εξυγιαινόταν και το ασφαλιστικό/συνταξιοδοτικό σύστημα της χώρας μας – το οποίο διαφορετικά θα καταρρεύσει.
Σε κάθε περίπτωση, η ανάκτηση της αξίας των περιουσιακών μας στοιχείων, όπου έχουν χαθεί πάνω από 250 δις € όσον αφορά τα ακίνητα του δημοσίου, 500 δις € από τα ιδιωτικά ακίνητα, 150 δις € από το χρηματιστήριο κοκ., προτού αλλάξει ιδιοκτησία η χώρα, θα ήταν αρκετή για να πάρει η Ελλάδα τη θέση που της αξίζει – παύοντας να αποτελεί τη μεγάλη ντροπή της Ευρώπης.
Βασίλης Βιλιάρδος – analyst.grΠηγή Η πολιτικοοικονομική λύση
Κοινοποιήστε: