Ο Νίκος Τσάκωνας θα φτάσει με το αυτοκίνητό του στην είσοδο της Μονεμβασιάς, στο επιβλητικό κάστρο. Θα παρκάρει, θα φορτωθεί τις προμήθειές του – νερό, φαγητό και ότι άλλο χρειάζεται για να περάσει τουλάχιστον 5 ημέρες- και θα συνεχίσει πεζός τον δρόμο του για πάνω από μισό χιλιόμετρο. Θα περάσει μέσα από το κάστρο, στα στενά μονοπάτια της Μονεμβασιάς, θα βγει από τα τείχη και μετά θα διασχίσει το μικρό μονοπάτι για να φτάσει στο άκρο Μίνωα. Εκεί που είναι ο Φάρος της Μονεμβασιάς.
Ο Νίκος είναι ο ένας από τους δύο φαροφύλακες που έχουν τοποθετηθεί στον συγκεκριμένο φάρο. Δεν κάνουν όμως βάρδια μαζί. Μια ο ένας, μια ο άλλος. Αυτοκίνητο δεν φτάνει ως εκεί. Γι’ αυτό θα πρέπει να κάνει την ίδια διαδρομή με τα πόδια κάθε φορά που έχει βάρδια. Η βάρδια είναι συνήθως πέντε 24ωρα σερί. Και άμα έχει καιρό, μπορεί και να αποκλειστεί.
«Μου έχει τύχει να αποκλειστώ και πέντε ημέρες, χωρίς να μπορώ να βγω καθόλου από τον φάρο. Η θάλασσα τον σκέπαζε όλο και δεν μπορούσα ούτε την πόρτα να ανοίξω», μου διηγείται. «Και γενικά, οπότε βγάζει βοριά, δεν μπορείς να περπατήσεις στο μονοπάτι γιατί η θάλασσα ανεβαίνει πάνω. Εδώ το χειμώνα είναι δύσκολα. Εάν όμως είσαι προετοιμασμένος, είναι εντάξει. Θα πρέπει να έχεις νερά, φαγητά, βιβλία, ταινίες. Μόνο έτσι περνάει ο χρόνος», μου λέει.
Πριν υπηρέτησε σχεδόν 10 χρόνια στο Γύθειο, που τα πράγματα ήταν λίγο πιο εύκολα. Τουλάχιστον έφτανε το αυτοκίνητο μέχρι τον φάρο και δεν χρειαζόταν να κουβαλήσει στα χέρια τις προμήθειες. Αλλά και εκεί είχε τύχει να αποκλειστεί.
Ο Νίκος σήμερα είναι 35 χρονών και είναι ένας από τους συνολικά 61 φαροφύλακες που υπάρχουν στην Ελλάδα. Τόσοι έμειναν με την εξέλιξη της τεχνολογίας. Παλαιότερα ήταν αλλιώς τα πράγματα. Οι φάροι δεν ήταν αυτόματοι, τα ραντάρ στα πλοία δεν υπήρχαν και αυτό το φως μέσα στη νύχτα ήταν το μοναδικό σημάδι που έδειχνε τον δρόμο ή τον κίνδυνο στους ναυτικούς. Και αλίμονο αν έσβηναν.
«Παλιότερα ο φαροφύλακας τη νύχτα δεν μπορούσε καν να κοιμηθεί. Οι φάροι ήταν κουρδιστοί και έπρεπε να κουρδίζονται κάθε μισή ώρα. Και οι συνθήκες διαβίωσης δεν ήταν όπως σήμερα. Τότε δεν υπήρχε ούτε νερό, ούτε ηλεκτρικό, ούτε τηλέφωνα, ούτε ίντερνετ. Οι άνθρωποι μπορεί να πήγαιναν σε μια βραχονησίδα για 10 ημέρες βάρδια και να καθόντουσαν τρεις μήνες μόνοι τους, γιατί τους είχε κόψει ο καιρός. Να ψάχνεις για φαγητό και νερό στο νησί. Να κάνει παιχνίδια το μυαλό. Έχω ακούσει άπειρες ιστορίες. Νόμιζαν ότι έβλεπαν φαντάσματα, ναυάγια, ή άλλα πράγματα μέσα στη θάλασσα. Ακόμα και οι ίδιοι το καταλάβαιναν όμως ότι μετά από τόσες μέρες σε δύσκολες συνθήκες, το μυαλό κατασκευάζει πράγματα».
Εκτός από το Γύθειο και τη Μονεμβασιά, ο Νίκος έχει περάσει για κάποιες μέρες και από τον φάρο του Κάβο Μαλιά, στο δύσκολο Ακρωτήρι Μαλέας -ή Ξυλοχάφτη όπως είναι γνωστό επειδή εκεί έχουν βυθιστεί πολλά πλοία. Είχε χρειαστεί να αντικαταστήσει έναν συνάδελφο που είχε αρρωστήσει. Εκεί, λόγω των δύσκολων συνθηκών, δεν υπάρχει ποτέ ένας μόνο φαροφύλακας, αλλά δύο. Και η βάρδια είναι 10 ημέρες. «Γενικά η βάρδια καθορίζεται από το πόσο δυσπρόσιτο είναι το σημείο. Στα σημεία που είναι δύσκολη η πρόσβαση, είναι μεγαλύτερης διάρκειας για να μην χρειαστεί να κάνεις τη διαδρομή πολλές φορές μέσα στον μήνα» μου εξηγεί.
Για να φτάσει κανείς στον φάρο του Κάβο Μαλιά, θα πρέπει να διανύσει μια απόσταση 5 χιλιομέτρων με τα πόδια σε ένα στενό μονομάτι. Τα πράγματα και οι προμήθειες φτάνουν με μουλάρια. Λειτουργεί με φωτοβολταϊκά και πολλές φορές δεν έχει ρεύμα, ενώ δεν έχει δίκτυο ούτε για νερό, οπότε οι φαροφύλακες καλύπτουν τις ανάγκες τους με το βρόχινο νερό που συγκεντρώνεται σε μια στέρνα. Οι φάροι υπάγονται στην Υπηρεσία Φάρων, που είναι ο αρμόδιος κρατικός φορέας για την εγκατάσταση και λειτουργία του συνόλου των πυρσών του Φαρικού Δικτύου της χώρας. Ο φορέας υπάγεται στο Γενικό Επιτελείο Ναυτικού.
Ο Νίκος, πριν γίνει φαροφύλακας, δεν ήξερε καν ότι υπήρχαν ακόμη φαροφύλακες στην Ελλάδα.
-Το φανταζόσουν ότι θα είναι έτσι;
-Όχι, δεν το είχα καν στο μυαλό μου. Δεν ήξερα καν ότι υπάρχουν φαροφύλακες. Είχα έναν φίλο στο στρατό, που έχει γνωρίσει φαροφύλακα στο Καστελόριζο και όταν έκανα τη θητεία μου στο ναυτικό, έτυχε να βγει προκήρυξη. Μου έλεγε ο φίλος μου να μπω, εγώ στην αρχή ήμουν πολύ αρνητικός, γιατί σκεφτόμουν βραχονησίδες, απομόνωση, και τα λοιπά. Ήμουν μόλις 19 χρονών. Τελικά -με δυσκολία- με έπεισαν. Ο πρώτος και ο δεύτερος χρόνος ήταν λίγο δύσκολα αλλά τελικά αποδείχτηκε ότι ήταν πολύ καλή επιλογή. Τώρα δεν θα μπορούσα να φανταστώ να κάνω κάτι άλλο.
Το 2003 μπήκε στο ναυτικό και το 2005 εγκαταστάθηκε στον πρώτο του φάρο.
«Ένα χρόνο περίπου κάναμε ταξίδια σε όλη τη χώρα. Γνωρίσαμε όλο το φαρικό δίκτυο, φτιάξαμε όλους τους φάρους της Ελλάδος για να αποκτήσουμε εμπειρία και μετά από δύο χρόνια περίπου μας έστειλαν σε φάρος».
Οικογένεια δεν έχει ακόμα. «Λείπω πολύ γενικά», θα μου πει.
-Χάνεις πολλά. Χάνεις γιορτές, χάνεις το παιδί σου να μεγαλώνει, το ξέρω από άλλους φαροφύλακες. Προσωπικά το ζω με το βαφτιστήρι μου και την αδερφούλα του που τα έχω σαν παιδιά μου. Εγώ έχω συνηθίσει αυτό τον τρόπο ζωής, αλλά είναι δύσκολο να κάνεις οικογένεια και να λείπεις. Σκεφτείτε ότι εγώ λείπω το μισό μήνα.
-Έχει πολλή μοναξιά από ότι καταλαβαίνω αυτό το επάγγελμα.
-Ναι, έχει, ειδικά το χειμώνα. Υπάρχουν μέρες που κάνεις να μιλήσεις με άνθρωπο και 10 μέρες.
-Και αυτό πως είναι;
-Να ’ναι καλά η τεχνολογία και το ίντερνετ (γέλια). Καλή είναι όμως και η αποχή από την καθημερινότητα και τη βαβούρα. Κάνει καλό. Αν δεν το ζήσεις, δεν μπορείς να το καταλάβεις. Εμείς ξέρουμε ότι θα έρθουμε στον φάρο και θα ηρεμήσουμε, θα σκεφτούμε. Έχω φίλους που έχουν μείνει εδώ και στις δύο μέρες να μην αντέχουν. Γιατί έχουν συνηθίσει σε άλλους ρυθμούς. Εμείς πια είμαστε εντάξει.
Ο φάρος της Μονεμβασιάς κατασκευάστηκε το 1896, αλλά επισκευάστηκε το 2015, μέσω ΕΣΠΑ. Είναι ένας από τους 22 φάρους που έχει αποκαταστήσει η Υπηρεσία Φάρων (είτε μέσω ΕΣΠΑ, είτε με χορηγούς) την τελευταία δεκαετία. Το ύψος του πύργου του είναι 7 μέτρα και το εστιακό του ύψος 17 μέτρα. Εκτός από το φαρόσπιτο, έχει και ένα μουσείο ανοικτό για το κοινό, όπου οι επισκέπτες μπορούν να μάθουν για την ιστορία των φάρων στην Ελλάδα.
Το πρώτο πράγμα που θα κάνει ο Νίκος το πρωί θα είναι να υψώσει τη σημαία. Μετά θα πρέπει να ελέγξει τα μηχανήματα, αν λειτουργούν σωστά. «Ο φάρος μου λειτουργεί με μπαταρίες κατά τη διάρκεια της νύχτας και φορτίζουν την ημέρα. Θα πρέπει να ελέγξω ότι όλα λειτουργούν σωστά».
Μετά ενημερώνεται η Υπηρεσία Φάρων για τον έλεγχο, ενημερώνεται ο Νίκος εάν χρειάζεται να κάνει κάποια τακτική ή έκτακτη συντήρηση, καθαριότητες, τυχόν επισκευές στο κτήριο. Όπως μου εξηγεί, ο κάθε φαροφύλακας δεν είναι υπεύθυνος μόνο για τον φάρο του. Για παράδειγμα, οι φαροφύλακες που είναι στη Λακωνία είναι υπεύθυνοι για όλους τους πυρσούς της περιοχής που δεν είναι επανδρωμένοι.
«Ότι είναι σε λιμάνι, ότι είναι σε βράχο, όλο το Φαρικό Δίκτυο της Λακωνίας, το έχουμε υπό την επίβλεψη μας, για οποιαδήποτε επισκευή. Αν σβήσει ένα φανάρι πρέπει να τρέξουμε εμείς. Η Ελλάδα έχει φάρους και σε δύσκολα σημεία, όπως για παράδειγμα στην Κρήτη. Υπάρχει ένας σε υψόμετρο 200 μέτρων. Έχουμε ανέβει σε αυτά τα βουνά και έχουμε βάλει καινούργιους φάρους. Όσο εύκολη ακούγεται η δουλειά μας, είναι αρκετά επικίνδυνη. Ακόμα και στον φάρο, που πολλές φορές είναι βαρετά, αν σου τύχει στραβή είναι πρόβλημα. Μία φορά στο Γύθειο είχε πέσει κεραυνός στο φάρο –ενώ ήμουν μέσα- και τα είχε κάψει όλα».
Επίσης μου εξηγεί ότι, πέρα από τον φάρο, και τα κτήρια χρειάζονται επισκευές συχνά, λόγω της υγρασίας. Πρέπει να ανοίγεται συχνά, για να φεύγει η υγρασία, αλλιώς διαβρώνονται τα μεταλλικά τους στοιχεία και οι τοίχοι. «Σκεφτείτε ότι κι εγώ που είμαι στη Μονεμβασιά και δεν κλείνει ποτέ ο φάρος, κάθε μήνα οι τοίχοι θα χρειαστούν δουλειά».
Όπως μου εξηγούν από την Υπηρεσία Φάρων, οτιδήποτε φωτίζει μέσα στη θάλασσα λέγονται πυρσοί και χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: τους γνωστούς σε όλους φάρους, τους φανούς, που είναι στα λιμάνια και τους φωτοσημαντήρες, που είναι πλωτοί. Οι φανοί (στα λιμάνια δηλαδή) είναι κόκκινοι και πράσινοι και βάσει των κανόνων που ισχύουν παγκοσμίως στη ναυσιπλοΐα, στο βόρειο ημισφαίριο δεξιά των εισερχομένων βρίσκεται ο πράσινος φανός και αριστερά ο κόκκινος.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη HuffPost Greece η Υπηρεσία Φάρων, συνολικά στη χώρα υπάρχουν συνολικά περίπου 1.600 πυρσοί, ενώ οι καταγεγραμμένοι πέτρινοι φάροι είναι 144. Από αυτούς τους φάρους, επανδρωμένοι είναι οι 59, ενώ στο σύνολό τους οι φαροφύλακες είναι 61.
Να σημειωθεί ότι μέχρι το 1980 η Υπηρεσία Φάρων απασχολούσε περίπου 320 φαροφύλακες. Ήταν εκείνη η περίοδος που άρχισε η αυτοματοποίηση των φάρων και μοιραία, μειώθηκε ο αριθμός των φαροφυλάκων, αφού η παρουσία τους ήταν πλέον περιττή.
Μόλις όμως έγινε αντιληπτό ότι οι φάροι άρχισαν να διαβρώνονται λόγω της υγρασίας και κινδύνευαν να χαθούν σημαντικά μνημεία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, άρχισε η αποκατάστασή τους. Από το 2007 έχουν αποκατασταθεί 22 φάροι, μεταξύ των οποίων στο Ταίναρο, στον Κάβο Μαλιά, στο Φισκάρδο και στη Μονεμβασιά.
«Δεν υπάρχει ίδιος φάρος, όλοι είναι διαφορετικοί», θα μου πει κάποια στιγμή ο Νίκος. Και αναφερόταν στη μοναδικότητά τους. Υπάρχουν οι φάροι πορείας, όπως είναι της Μονεμβασιάς, που βοηθούν το καράβι να πάρει στίγμα και να συνεχίζει την πορεία του, καθώς και οι φάροι επικινδυνότητας, που σηματοδοτούν ότι σε εκείνο το σημείο υπάρχει κάποιος κίνδυνος.
Δεν υπάρχει ίδιος φάρος, όλοι είναι διαφορετικοί. Αλλάζει ο τρόπος που αναβοσβήνουν, ο χαρακτήρας τους, για να μπορούν να τους αναγνωρίζουν τα πλοία μέσα στο σκοτάδι.
Το πιο βασικό χαρακτηριστικό των φάρων, που είναι αυτό που λέμε «ο χαρακτήρας του», η ταυτότητά του, είναι ο τρόπος που αναβοσβήνει και έτσι μπορούν τα πλοία να τους αναγνωρίσουν τη νύχτα, χρησιμοποιώντας τον φαροδείκτη, ένα βιβλίο που δείχνει τη σειρά διαδοχής περιόδου σκότους και φωτός του κάθε φάρου. Δεν υπάρχει περίπτωση να υπάρχουν δύο φάροι με το ίδιο χαρακτηριστικό στην ίδια γεωγραφική περιοχή. Γι’ αυτό και είναι μοναδικοί.
«Ο δικός μου ο φάρος έχει τρεις αναλαμπές ανά 5 δευτερόλεπτα. Στο Γύθειο είχε τρεις αναλαμπές ανά 20 δευτερόλεπτα. Και με τη βοήθεια του φαροδείκτη το πλοίο μπορεί να καταλάβει ποιος φάρος είναι», μου εξηγεί ο Νίκος.
-Ο χαρακτήρας του δικού σου φάρου σου αρέσει;
-Προσωπικά προτιμώ τους περιστροφικούς. Είναι πιο παραδοσιακός. Στο Ταίναρο για παράδειγμα είναι περιστροφικός. Σε αυτή την περίπτωση έχουμε περιστροφική κίνηση και η ταχύτητα προσδιορίζει την αναλαμπή.
-Μετά από 13 χρόνια περίπου σε φάρο, μπορείς να φανταστείς τον εαυτό σου να έκανες άλλη δουλειά;
-Τώρα όχι. Είμαι πολύ τυχερός που κάνω αυτή τη δουλειά και δεν θα την άλλαζα.
[youtube https://www.youtube.com/watch?v=_XdnOU6W-P0]
Πηγή: huffingtonpost.gr
Πηγή Η ζωή ενός φαροφύλακα στην Μονεμβασιά: «Ο φάρος δεν σβήνει ποτέ»
Κοινοποιήστε: