Είναι δύο παράγοντες που στην πολιτική παίζουν καθοριστικό ρόλο: η σωστή εκτίμηση του συσχετισμού των δυνάμεων και το…
timing. Είναι σαν το σκάκι: αν κάνεις μια κίνηση χωρίς να έχεις εκτιμήσει σωστά τις δυνάμεις του αντιπάλου, κινδυνεύεις να χάσεις ή να υποχωρήσεις. Και η κάθε κίνηση πρέπει να γίνεται την κατάλληλη στιγμή, ούτε νωρίτερα ούτε αργότερα.
Το 2014, ο συσχετισμός των δυνάμεων στην Ευρώπη ήταν πολύ αρνητικός για την αριστερά και τον ΣΥΡΙΖΑ. Το Βερολίνο ήταν παντοδύναμο και αποφασισμένο να μην κάνει προς την ανυπάκουη Ελλάδα την παραμικρή παραχώρηση, η οποία θα άνοιγε τον δρόμο για ανάλογες παραχωρήσεις προς τις άλλες χώρες του Νότου.
Στις τελευταίες, οι κυβερνήσεις ήταν το ίδιο εχθρικές προς την ελληνική αριστερά, γιατί διαφορετικά θα έπαιρναν επάνω τους οι διάφοροι Podemos. Ακόμη και η Γαλλία του σοσιαλιστή Ολάντ δεν ήταν ευνοϊκά προσκείμενη, γιατί αν η μικρή Ελλάδα τα κατάφερνε, θα αποδείκνυε ότι υπήρχε διαφορετικός δρόμος από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές των Γάλλων Σοσιαλιστών και τις υποχωρήσεις στο δόγμα Σόιμπλε.
Με δεδομένο ότι οι Έλληνες πολίτες ήθελαν την παραμονή στο ευρώ με το όποιο κόστος, η ελληνική αριστερά δεν είχε εναλλακτικό σχέδιο, αν οι δανειστές δεν υποχωρούσαν. Όπως απέδειξε η στάση του Πούτιν ή της Κίνας, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διέθετε επαρκείς διεθνείς συμμαχίες ή προσβάσεις στα διεθνή μέσα ενημέρωσης. Τα ευρωπαϊκά κινήματα εναντίον της λιτότητας ήταν υπαρκτά, αλλά αδύναμα και διάσπαρτα.
Με αυτόν τον τόσο αρνητικό συσχετισμό των δυνάμεων, ο ΣΥΡΙΖΑ έπρεπε το 2014 να περιμένει την κατάλληλη στιγμή για να «επιτεθεί ». Να περιμένει να μπει στη μάχη – όπως στο σκάκι – «το άλογο» των Podemos και των Πορτογάλων, για να έχει συμμάχους και εφεδρείες. Η πρόκληση πρόωρων βουλευτικών εκλογών, λόγω της αδυναμίας εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, σίγουρα εναρμονιζόταν με το λαϊκό αίτημα για αλλαγή από το διεφθαρμένο σύστημα που είχε οδηγήσει στη χρεοκοπία. Ήταν όμως το timing το κατάλληλο;
Πιστεύω ότι η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου έπρεπε να αφεθεί να κάνει τη «βρόμικη δουλειά» των μνημονίων. ’Η θα έπεφτε τους πρώτους μήνες του 2015 προσπαθώντας να εφαρμόσει το μνημόνιο και τις απαιτήσεις των δανειστών που ζητούσαν πολύ περισσότερα από το διαβόητο μέιλ Χαρδούβελη. Σε αυτή την περίπτωση η δεξιά δεν θα αποκτούσε εκ των υστέρων αφήγημα – ότι, με υποχρέωση για πρωτογενές πλεόνασμα 4,5%, πηγαίναμε τάχα για οικονομική ανάκαμψη που ανακόπηκε από την αριστερά – και οι δανειστές θα ήταν ίσως πιο ευέλικτοι σε παραχωρήσεις.
‘Η θα έχανε πανηγυρικά τις βουλευτικές εκλογές, τις οποίες ο κ. Σαμαράς είχε τελικώς δεχθεί να προκηρύξει στο τέλος του 2015 ενώ στο ενδιάμεσο διάστημα ο ΣΥΡΙΖΑ θα είχε προετοιμασθεί καλύτερα για την ανάληψη της εξουσίας. Θα τις κέρδιζε άνετα γιατί οι πολίτες ήθελαν αλλαγή από το παλιό καθεστώς. Και στη μία και την άλλη εξέλιξη θα είχε πιθανότατα κοινοβουλευτική αυτοδυναμία, αποφεύγοντας την αναγκαστική – και δαπανηρή όπως αποδείχθηκε – συμμαχία με τους ΑΝΕΛ.
Η παραπάνω ανάλυση, που διατύπωσα και πρόσφατα σε τηλεοπτική εκπομπή, δεν αναιρεί το γεγονός ότι το παλιό, διεφθαρμένο σύστημα έπρεπε να απομακρυνθεί από την εξουσία.
Ούτε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, οι υπουργοί και τα στελέχη του δεν έδωσαν, από τη θέση της κυβέρνησης πια, μια τίμια και σκληρή μάχη, αρχικά στο πρώτο εξάμηνο του 2015 αλλά και μετά την υποχώρηση του καλοκαιριού, για να εφαρμόσουν με τη μεγαλύτερη κοινωνική ευαισθησία το μνημόνιο που επιβλήθηκε στη χώρα. Όλα αυτά λέγονται γιατί η αριστερά πρέπει να μαθαίνει από τα λάθη της για να γίνεται καλύτερη.
Η αυτοκριτική είναι αναπόσπαστο στοιχείο της αριστεράς, αντίθετα με τη δεξιά και τις «σοσιαλδημοκρατικές» παραφυάδες της που δεν έχουν ζητήσει ούτε μια συγνώμη για το γεγονός ότι έριξαν τη χώρα στα βράχια, προκαλώντας οικονομική καταστροφή καθώς και ανείπωτες προσωπικές και οικογενειακές τραγωδίες. Ο θόρυβος που το παλιό σύστημα προκαλεί κάθε φορά που κάποιος από εμάς, ο Νίκος Βούτσης ή κάποιος άλλος, εντοπίζει αδυναμίες είναι επειδή δεν μπορούν να καταλάβουν ότι η αναγνώριση των λαθών είναι στοιχείο της δημοκρατίας και δείγμα εντιμότητας, στους αντίποδες της ενοχοποίησης των πολιτών του στιλ «μαζί τα φάγαμε».
Τέλος, επειδή δεν μπορούσαν να λείψουν και τα «φίλια πυρά» που έκαναν χθες λόγο για «προφήτες εκ των υστέρων και εκ του ασφαλούς», χρειάζεται να διευκρινίσω ότι τις παραπάνω απόψεις μου τις διατύπωσα όχι μόνο όταν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε γίνει κυβέρνηση αλλά και πριν γίνει. Γιατί σε όποιον παρακολουθούσε τα ευρωπαϊκά τεκταινόμενα ήταν φανερό ότι ο Σόιμπλε και οι δανειστές, από τα τέλη του 2014, έστελναν μηνύματα προς τον ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν θα κάνουν την παραμικρή υποχώρηση και ότι θα χυθεί αίμα.
Αυτός ακριβώς ήταν ο τίτλος ενός άρθρου στο Tvxs τον Δεκέμβριο του 2014: αφού τονιζόταν μεταξύ άλλων ότι «θέλουν να παραδώσουν στην σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση ένα είδος καμένης γης, ώστε να την στριμώξουν από την πρώτη στιγμή που θα γίνει κυβέρνηση», υπολογιζόταν ότι η νέα κυβέρνηση έπρεπε να πληρώσει στους δανειστές «συνολικά τους πρώτους 9 μήνες 13,5 δις» ενώ στα κρατικά ταμεία δεν υπήρχε φράγκο. Ανάλογες παρεμβάσεις έγιναν και για την προεδρική εκλογή, προκαλώντας τον θυμό όσων ήθελαν – δικαιολογημένα – να ελπίζουν, αλλά – κακώς – να μην υπολογίζουν.
Αλλά δεν κατάλαβα: ακόμη και αν κάποιος, παρασυρμένος από τον ενθουσιασμό των ημερών, δεν είχε προβλέψει τίποτα, δεν πρέπει να τολμά, εκ των υστέρων να διατυπώνει κριτική για να μην θεωρηθεί «προφήτης εκ του ασφαλούς και εκ των υστέρων »; Εντάξει, η αυτοκριτική είναι δύσκολη. Αλλά είναι απαραίτητη για μια νέα αρχή…
Στέλιος Κούλογλου
Πηγή: tvxs.gr
Το Διαβάσαμε Η απαγορευμένη κριτική για το 2014…
Κοινοποιήστε: