Δε λέω, καλή η εκδηλωτικότητα, καλή κι η επιμονή, κι η θέληση, κι η έκφραση. Δίνουν στον άλλον με σταράτα λόγια όσα θες να πεις.
Του το ανακοινώνουν, του ενεργοποιούν το αίσθημα της ανταπόδοσης. Μα να που όλοι οι άνθρωποι δε λειτουργούν με ίδια ερεθίσματα κι ίδιους αισθητήρες.
Υπάρχουν κι οι άλλοι, οι ιδιαίτεροι, αυτοί που αναζητούν την πρόκληση. Αυτοί που έχουν το έτοιμο μπροστά τους κι επιθυμούν αυτό που δεν μπορούν να έχουν, τουλάχιστον για τώρα. Θέλουν να τρελαθούν, να προβληματιστούν, να σκεφτούν τι πρέπει να κάνουν, να δράσουν γρήγορα κι έξυπνα σαν να πρόκειται για ένα παιχνίδι τύχης και ευφυΐας. Γιατί ο έρωτας είναι κι θέμα μυαλού. Και δεν απαντάει σε κάθε ερώτηση με την απάντηση που θέλεις να ακούσεις, μα με αυτήν που θα πετύχει το ιδανικό αποτέλεσμα. Και δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ιδανικοί και γεννημένοι για το μη αναμενόμενο. Δε θέλουν όλοι να παιδευτούν, δε γουστάρουν όλοι την πρόκληση και σίγουρα δε γουστάρουν όλοι τα παιχνίδια αδιαφορίας.
Μα χωρίς αυτά δεν υπάρχουν ούτε λίγα νεύρα, ούτε λίγη αλλαγή, ξέρεις, ίσα για να μη βαριόμαστε. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη πρόκληση απ’ το να μετατρέψεις μια σκηνοθετημένη αδιαφορία στο πιο δυνατό ενδιαφέρον που μπορείς να βιώσεις. Και δύσκολα κάποιος θα το αρνηθεί, αν υπάρχει έστω και μια σπίθα που να τον κινητοποιεί. Ξέρεις αυτό το κάτι, που θα τον αφήσει απορημένο. «Γιατί δεν κοιτάει, άλλαξε κάτι; Έχει προχωρήσει;». Γιατί ο άνθρωπος είναι το πιο κτητικό ον κι ό,τι είναι δικό του, μένει δικό του κι ό,τι είναι να γίνει, θα γίνει και δε θα δεχτεί καμία αλλαγή σχεδίου.
Περίεργα κοιτάγματα στο κινητό και γελάκια που ερεθίζουν την ηρεμία του, τον κάνουν να αναρωτιέται. Η πλήρης αδιαφορία τον κάνει να αμφισβητεί το «κάποτε» ενδιαφέρον σου, την παραμικρή προσοχή και τα καρφωμένα βλέμματα που συνήθιζε να λάμβανε με περίσσεια ευκολία. Κι όλα αυτά τώρα μετατράπηκαν σε μια καλοστημένη εικόνα, που περιλαμβάνει άκυρες συνομιλίες με τρίτους, αστεία που σε δείχνουν χαρούμενο κι αδιάφορο για ό,τι κι όποιον άλλον βρίσκεται στο ίδιο δωμάτιο. Εσένα, γιατί ο άλλος μόνο χαρούμενος κι αδιάφορος δε θα είναι σε αυτό το θέαμα. Κι εσύ, με εσωτερικό πονηρό γελάκι, θα συνεχίζεις το βράδυ σου, τη μέρα σου, χωρίς άλλες σκέψεις πέρα απ’ το να περνάς καλά. Και πραγματικά δε χρειάζεται τίποτα άλλο.
Κι αυτοί θα νευριάζουν με την τόση αδιαφορία, θα αμφιβάλλουν για τον εαυτό τους, για το πόσο καλοί είναι, πόσο ικανοί κι όμορφοι, πόσο αρκετοί να χαρίσουν σε άτομα σαν κι εσένα τα πάντα και πόσο θα το άξιζαν αν τους δινόταν η ευκαιρία. Κοίτα να δεις πώς άλλαξαν οι ρόλοι. Αν είναι αρκετά καλοί, λοιπόν, ίσως!
Όσο όμως υπάρχουν αυτές οι εσωτερικές σκέψεις, προς τα έξω βγαίνει μια πιο αστεία –τουλάχιστον για μας– εικόνα. Συνοφρυωμένα φρύδια απ’ το θυμό, άσκοπη κινητικότητα, νευρικές επαναλαμβανόμενες κινήσεις των άκρων, τσιγάρα να πάνε και να έρχονται, βλέμμα επίμονο –αφού δεν τον νοιάζει να καρφωθεί πλέον– που ζητά απεγνωσμένα, μετά από τόσο αδιαφορία, μία κάποια παρατήρηση. Πολλά νεύρα, ρε παιδί μου, άπαπα.
Κι εμείς το απολαμβάνουμε όσο τίποτα. Γιατί η απόλυτη σιγουριά φέρνει αντίθετα αποτελέσματα κι αλλαγές ρόλων και πορείας. Κι από εκεί που δεν ξέραμε τι να κάνουμε για να αφυπνίσουμε τον άλλον, τώρα ένα και μόνο βλέμμα μετά από τόση αδιαφορία είναι ικανό να τον ταρακουνήσει.
Αρκεί για να σε πλησιάσει με νεύρα κι ύφος κοφτό να σου απευθύνει το λόγο, δυο-τρεις φορές, γιατί πολύ δυνατή η μουσική και δεν ακούς και καλά. Ακολουθούν ατάκες του τύπου «πώς κι από εδώ, ήσουν εδώ, δε σε πρόσεξα» που θα τελειοποιήσουν το κόκκινο χρωματάκι του προσώπου του απ’ την πολλή ένταση. Θα γυρίσεις και το κεφάλι απ’ την άλλη γιατί, τάχα, κάποιος σε φώναξε και θα τον αφήσεις στην τσίτα για πολλή ώρα ακόμα, μέχρι να μην αντέξει άλλον και να ξεσπάσει δίνοντάς σου αυτό που θέλεις, αυτό που ζητάς, αυτό που απαιτείς να ακούσεις, αλλά κυρίως να δεις απ’ αυτόν, παραδοχή της καψούρας του.
Γιατί καλή η εκδηλωτικότητα, άλλα όταν ο άλλος αντιδράει περίεργα και δεν πολυδείχνει σίγουρος, ίσως χρειάζεται μια δόση αδιαφορίας κι εγκεφαλικού για να ξυπνήσει μία και καλή και να σου δώσει όλα όσα τόσο περίτεχνα διεκδίκησες.
Κοινοποιήστε: