
Η Ουάσινγκτον γίνεται βασικός μέτοχος στην κορυφαία εταιρεία μικροτσίπ, με στόχο την ενίσχυση της αμερικανικής τεχνολογικής ισχύος
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε ότι η κυβέρνηση του εξασφάλισε μετοχικό μερίδιο 10% στην Intel, σε μια συμφωνία που ολοκληρώθηκε την Παρασκευή. Το πακέτο προήλθε από τη μετατροπή κεφαλαίων και δεσμεύσεων ύψους 11,1 δισ. δολαρίων, δίνοντας στο αμερικανικό κράτος 433,3 εκατομμύρια μετοχές χωρίς δικαίωμα ψήφου, σε τιμή 20,47 δολαρίων ανά μετοχή. Η αξία τους στην αγορά είναι ήδη υψηλότερη, δημιουργώντας λογιστικό κέρδος σχεδόν 1,9 δισ. δολαρίων.
Με αυτόν τον τρόπο, η Ουάσινγκτον καθίσταται ένας από τους μεγαλύτερους μετόχους της Intel, την ώρα που η εταιρεία της Σίλικον Βάλεϊ αναδιοργανώνεται, προχωρώντας σε περικοπές άνω των 20.000 θέσεων εργασίας.
Από την κριτική στον CEO στη συνεργασία
Η συμφωνία αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα, καθώς μόλις πριν λίγες εβδομάδες ο Τραμπ είχε αμφισβητήσει δημόσια την καταλληλότητα του διευθύνοντος συμβούλου της Intel, Lip-Bu Tan, λόγω των παλαιότερων επενδύσεών του σε κινεζικές επιχειρήσεις. Μάλιστα, στις 7 Αυγούστου είχε ζητήσει την παραίτησή του.
Η στάση αυτή άλλαξε μετά τη δημόσια δήλωση αφοσίωσης του Tan στις ΗΠΑ και την επίσκεψή του στον Λευκό Οίκο. Ο Μαλαισιανής καταγωγής CEO συναντήθηκε με τον Τραμπ και δεσμεύτηκε για την ανάκαμψη της εταιρείας, η οποία από τα τέλη του 2023 έχει καταγράψει ζημιές άνω των 22 δισ. δολαρίων. Ο πρόεδρος τον χαρακτήρισε πλέον «ιδιαίτερα σεβαστό» και συνεργάσιμο.
H πολιτική και οικονομική διάσταση
Η επένδυση αυτή σηματοδοτεί την πιο άμεση παρέμβαση της κυβέρνησης σε στρατηγική βιομηχανία τεχνολογίας. Ο Τραμπ υπογράμμισε ότι η παραγωγή προηγμένων ημιαγωγών είναι «θεμελιώδης για το μέλλον του έθνους» και χαρακτήρισε τη συμφωνία «εξαιρετική για την Αμερική αλλά και για την Intel».
Από την πλευρά του, ο Tan επαίνεσε τον Αμερικανό πρόεδρο για την ώθηση «ιστορικών επενδύσεων σε έναν ζωτικής σημασίας τομέα» και διαβεβαίωσε ότι η Intel θα ανταποδώσει την εμπιστοσύνη ενισχύοντας την τεχνολογική και βιομηχανική υπεροχή των ΗΠΑ.
Στροφή στην αυτάρκεια ημιαγωγών
Η συμφωνία με την Intel εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική της Ουάσινγκτον να περιορίσει την εξάρτηση από ξένες αλυσίδες παραγωγής ημιαγωγών, ειδικά από την Ασία. Με τον τρόπο αυτό, η αμερικανική κυβέρνηση αποκτά λόγο στο μέλλον της κορυφαίας εταιρείας μικροτσίπ, τη στιγμή που η παγκόσμια αγορά βρίσκεται στο επίκεντρο γεωπολιτικού ανταγωνισμού.
Η επένδυση αποτελεί επίσης πολιτική νίκη για τον Τραμπ, καθώς συνδέεται με την προεκλογική του ατζέντα για την «επιστροφή της βιομηχανίας στις ΗΠΑ» και την προστασία της εθνικής ασφάλειας μέσω του ελέγχου κρίσιμων τεχνολογιών.
Κοινοποιήστε: