Οι περισσότεροι άνθρωποι που γεννηθήκαμε την δεκαετία του 70’ και μετά (στις περισσότερες δυτικές χώρες) βρεθήκαμε σε έναν μεταβατικό κόσμο, δεν γνωρίσαμε πόλεμο (ούτε καν τον ψυχρό) δεν είχαμε ιδέα για τις μεγάλες φιλοσοφικές μάχες καιτις πολιτικό-θρησκευτικές αντιθέσεις του παρελθόντος. Μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου «γιορτάσαμε», αν και αόριστα, το τέλος του φόβου, των κινδύνων, των ιδεολογιών, και της ιστορίας. Μια νέα εποχή ξεκινούσε, όπως είχε πει και ο τρισμέγιστος πολιτικός ανήρ, George H. W. Bush· μια εποχή απαλλαγμένη από πολέμους, πείνα και δυστυχία! Κι έτσι, σχεδόν παντού άνοιξε ένα McDonald’s και ένα Mall και με ροκ σταρ τον Φουκουγιάμα άρχισαν οι μεγάλοι ύμνοι των νεράιδων και οι σειρήνες του «ανέμου της αλλαγής».
Μέσα σε τούτη την άβυσσο πνευματικής νάρκωσης, η σκέψη και ο στοχασμός παραχωρούν τη θέση τους στον πιο αποτρόπαιο υπολογισμό. Η φιλοσοφία καθίσταται αντικείμενο εκπόρνευσης μιας χούφτας απατεώνων της μπλουμσμπεριανής διανόησης, της γραφειοκρατικής πολιτικής ορθότητας και του μοδάτου Παριζιανισμού, που εκτρέφουν τη πέμπτη φάλαγγα -τους σπουδαστές που θα αποτελέσουν τη μελλοντική στρατιά της νέας ολιγαρχίας. Έτσι ξεπηδούν και οι καλές νεράιδες: Μάαστριχτ, Erasmus, Σένγκεν, Bill Gates, Steve Jobs! Καινοτομία, πρωτοπορία, πρόοδος, βελτίωση, ανανέωση, δικαιωματισμός, ατέρμονος ακτιβισμός, μητροπολιτισμός, γυάλινοι ουρανοξύστες, neon, ηδονικές φιγούρες, τουρμποκαπιταλισμός, αξιοκρατία, κοινωνική κινητικότητα. Οι εποχές αλλάζουν, οι αξίες ρευστοποιούνται και άλλοι σχεδιάζουν για εμάς έναν ορίζοντα προόδου και αχαλίνωτων απολαύσεων -πολλές φορές ασύρματων και ασύνορων! Όλα πλέον μπορούν να λυθούν άμεσα, χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια. Ιδού λοιπόν η εκπλήρωση της βουλησιαρχικής μεγαλομανίας: όλα μπορούν να μας δοθούν, ο κόσμος όλος μπορεί να καταστεί δικός μας (άλλωστε θεωρούμαστε επισήμως «πολίτες του κόσμου»). Η «κοινή» αγορά, το διαδίκτυο, το ευρώ, το iPad, το iPhone, το Facebook και το Twitter θα μας κάνουν ολοκληρωμένα όντα, που θα «ξέρουν τα πάντα» και «θα είναι τα πάντα», δίχως ιδιαίτερο κόπο. Ψηφιακοί υπόνομοι, μικρόκοσμοι παροδικών απολαύσεων, ψηφιακοί οίκοι ανοχής προσφέρουν cyber sex και μαζική διαφθορά! Ιδού το δνοφερό μέλλον του ανθρώπινου πολιτισμού! Όλοι δίχως εξαίρεση στο πλανητικό νεραιδοχώρι μπορούμε να αποκτήσουμε το μαγικό ραβδάκι βουτώντας μέσα στη χαβούζα των ηδονών! Όλα απλά, όλα ανώδυνα και ανώνυμα!
Ας δούμε όμως τι συνέβη. Ας δούμε γιατί το μοναδικό που έχει κερδηθεί είναι οι ψευδαισθήσεις ενάντια στην πραγματικότητα, και πως ο μόνος και αληθινός παράδεισος της υλικής ευημερίας, δεν είναι παρά μια μεταμοντέρνα αναπαράσταση της δυστοπικής εικόνας που ο John Milton δίνει για την ίδια την κόλαση! Ας δούμε (για την ώρα) την πραγματικότητα που επικρατεί στην Κεντρική Ευρώπη του λεγόμενου σκληρού πυρήνα, όπου πολιτικοί, διπλωμάτες, εμπειρογνώμονες και μεγάλα μέσα μαζικής ενημέρωσης εδώ και πολύ καιρό μας μιλούν για «περιφερειακά» προβλήματα και συγκρούσεις με στόχο όχι φυσικά να περιγράψουν τί συμβαίνει, αλλά να καθησυχάσουν τους κατοίκους του «κέντρου». Οι άσχημες και βίαιες εικόνες που βλέπουν οι βόρειοι Ευρωπαίοι συχνά τα βράδια στις τηλεοπτικές οθόνες πρέπει οπωσδήποτε να κρατηθούν μακριά τους· όσο καιρό αυτό είναι δυνατό. Άλλωστε η λήθη πάντα εξυπηρετούσε τις ψευδαισθήσεις μιας πλασματικής ευτυχίας. Στα λόγια του Alexander Pope (ποίημα για την Eloisa to Abelard):
“How happy is the blameless vestal’s lot!
The world forgetting, by the world forgot.
Eternal sunshine of the spotless mind!
Each pray’r accepted, and each wish resign’d?
Labour and rest, that equal periods keep;
Obedient slumbers that can wake and weep;”
συναντά κανείς, την απόλυτη αντανάκλαση της ψεύτικης ευτυχίας που καλλιεργεί η λήθη και η τάση φυγής από την αλήθεια και, πάνω απ’ όλα, η αισιοδοξία του προοδευτισμού που έχει διαπεράσει τη φαντασία πολλών, πως ο πρωτόγονος και καθυστερημένος περιφερειακός κόσμος θα προσαρμοστεί στη διόγκωση της ορθολογικής ευρωστίας, θα εξελιχθεί, θα περάσει στο επόμενο στάδιο αφήνοντας πίσω τον «παρωχημένο» του εαυτό, θα προοδεύσει, θα μεγαλώσει, θα ωριμάσει, θα γίνει τμήμα του παγκόσμιου χωριού, ώστε να μην απωθηθεί στο περιθώριο του επίπεδου κόσμου μας, στο βάραθρο του χάους και της λησμονιάς. Η έννοια της εξωτερικής πολιτικής είναι πλέον τόσο εκφυλισμένη που κάποιος θα μπορούσε να πει ότι έπαψε να υπάρχει, καθότι οι διεθνείς σχέσεις γίνονται αντικείμενο εξάρτησης από τον αυτοματοποιημένο τεχνοεπιστημονισμό. Τα ψυχικά αλλά και φυσικά όρια στην Ευρωπαϊκή ήπειρο έχουν γίνει πλέον σουρωτήρι.
Μια παγκόσμια, υβριδική και σπασμωδική, σύγκρουση έχει ήδη ξεκινήσει και διασχίζει χώρες και ηπείρους λαμβάνοντας ανησυχητικές διαστάσεις και μορφές. Ακόμη και οι αντίπαλοι της ανοιχτής κοινωνίας δεν μοιάζουν πια μεταξύ τους και καταλήγουν να μισούν ο ένας τον άλλον. Καθετί κοινό χάνεται στο ευρύ και βαθύ πηγάδι ενός πλασματικού κοσμοπολιτισμού και μιας πολυπολιτισμικότητας δίχως πολιτισμό! Τα κινήματα των προηγούμενων ετών μετά την αρχική αισιοδοξία και τις τεράστιες προσμονές που δημιούργησαν, ξεφούσκωσαν ή κουράστηκαν. Σήμερα περισσότερες πολιτικές προοπτικές μοιάζει να έχουν όσοι «αγκιστρώνονται» ξανά στην Μόσχα. Την ίδια στιγμή τρομοκράτες συνεχίζουν να εκπαιδεύονται εντατικά στην Συρία, στην Υεμένη, σχεδόν σε όλη τη Μέση Ανατολή (και ενίοτε στις γειτονιές μας), μέσα σε έναν κόσμο αδύνατο να εμπνεύσει και να προσδώσει νόημα στην δική του ύπαρξη. Παρατηρούμε μέσα από τον παραμορφωτικό καθρέπτη των τηλεοπτικών δορυφόρων την περιφέρεια και το κέντρο να διασυνδέονται τόσο στενά μεταξύ τους που δεν μπορεί πια να αποσπαστούν. Η γραμμικότητα του αναπόφευκτου μας έχει περικυκλώσει. Σε κατάσταση αναμονής τρέμουμε μην μείνουμε εκτός νυμφώνος. Ενώ μπορούμε να έχουμε τα πάντα για να είμαστε ευτυχισμένοι, γινόμαστε πρωταθλητές στην κατανάλωση αντικαταθλιπτικών ανάγοντας την αυτοθυματοποίηση σε αρετή. Γίνε κι εσύ θύμα! Μπορείς! Διεκδίκησε κι εσύ ένα πόστο μέσα στον κόσμο της απόλυτης συντριβής του εγώ!
Η συνολική «χειραφέτησή» μας έγινε το καλύτερο βούτυρο στο ψωμί των πολυεθνικών εταιρειών (του φαρμάκου, της άνεσης, του τζόγου και της τεχνομόδας). Τατουάζ και αισθητική χειρουργική, συμπληρώματα διατροφής και υψηλή τηλεοπτική γαστρονομία. Η βιομηχανία της άθλησης και της γυμναστικής με τα σπα και τις σάουνες καταλήγει στην αποθέωση της τρίχας και την λαϊκή κομμωτική. Η σεξουαλική απελευθέρωση μετατράπηκε σε απελευθέρωση από την ίδια την σεξουαλικότητα και τον έρωτα. Η απελευθέρωση από τα στενά όρια ήρθε σαν απελευθέρωση από τα ίδια τα όρια. Μετέτρεψε τον αυθορμητισμό σε πορνογραφία, μέσα στην οποία θα βυθιστούμε ομαδικά, για να διεκδικήσουμε κι εμείς ένα κομμάτι από την πίτα που ο κόσμος της ακολασίας του ηδονισμού, της επιτρεψιμότητας και της κατάργησης κάθε ηθικής αξίας ως δήθεν ατομική καταπίεση, μας προσφέρει! Σε έναν εξ ’ορισμού πολυσύνθετο κόσμο ακούμε συνεχώς υπεραπλουστεύσεις που, εάν η τραγικότητά τους δεν είχε τόσο κόστος, θα μπορούσαν να προκαλέσουν ακατάσχετο γέλιο μέχρι δακρύων. Η αλήθεια όμως είναι ότι στο νότο όπως και στον βορρά συνυπάρχουν όλοι και όλα. Η ελευθερία και η υποτέλεια, η χειραφέτηση και η υποταγή, η αισιοδοξία της προόδου αλλά και ο δίδυμος αδελφός της, ο πυρετός της εθνικής ταυτότητας και του παρτικουλαρισμού. Όλα αυτά βρίσκονται δίπλα στον ελευθεριακό και τον δήθεν κοσμοπολίτικο ρομαντισμό, που προωθεί μια πρωτοφανή εκρίζωση σε μια εποχή που επείγουσα ανάγκη κρίνεται η επαναφορά του λαϊκού πολιτισμού και της εντοπιότητας δίχως όμως ψήγματα μεγαλοθυμίας και χωρίς την παράλογη και αντιδραστικότατη νοσταλγία που συναντά κανείς στο έργο του Μιρτσέα Ελιάντε.
Η υπόσχεση, που πολλοί Ευρωπαίοι χαράκτες στρατηγικής και ντελάληδες έδωσαν τις προηγούμενες δεκαετίες, για μια μικτή, δηλαδή ελεύθερη άλλα όχι ανεξέλεγκτη, οικονομία, δεν υλοποιήθηκε. Άλλωστε δεν φαινόταν πουθενά πως θα μπορούσε να υπάρξει κάποια πιθανότητα υλοποίησης ενός σχεδίου που κανένας διακεκριμένος οικονομολόγος των προηγούμενων δεκαετιών δεν θα μπορούσε να αποδεχτεί. Ένας από τους στόχους της οικονομικής ένωσης της Ευρώπης ήταν μια μακροχρόνια οικονομική ανάπτυξη που θα μπορούσε να έρθει με την εξομάλυνση των σχέσεων κρατικής και ιδιωτικής πρωτοβουλίας, αλλά και με την λελογισμένη επέμβαση του κράτους για να θεραπεύσει διαρθρωτικές αδυναμίες που εμπόδιζαν την ορθολογική κατανομή των οικονομικών πόρων. Η αποτυχία της σοσιαλδημοκρατίας και του θεραπευτικού κράτους, όμως, δεν ήταν παρά η χαριστική βολή στην πλήρη επικράτηση αυτού που ο ίδιος ο καπιταλισμός επεδίωκε εξ’ αρχής. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να μην βρει πάτημα στην κουλτούρα της επιτρεψιμότητας που καλλιέργησε η γενιά του 60’ και του 70’, της οποίας το αντιαυταρχικό και αντιπεριοριστικό ρεύμα ενσωματώθηκε στη νέα ολιγαρχία. Έτσι, η ελεύθερη αγορά κατάφερε τελικά να απαλλαγεί από κάθε φυσικό, ηθικό και τεχνητό εμπόδιο. Τώρα πλέον δρα μαζί με τις δυνάμεις του ανταγωνισμού υπό καθεστώς σκληρού Laissez faire, καθώς το χαλαρό το απωλέσαμε εδώ και καιρό. Έτσι αλί σε όποιον δεν έχει νύχια να ξυστεί. Ορίστε, λοιπόν, ο ορθολογισμός σήμερα!
Αυτά θα έπρεπε να είναι πάνω κάτω γνωστά. Πίσω όμως από όλα αυτά υπάρχουν πολλοί άνθρωποι. Άνθρωποι που ενώ μοιάζουμε τόσο εξελιγμένοι, ταυτόχρονα έχουμε γίνει ανίκανοι να αρθρώσουμε και να κατανοήσουμε απλούστερες σκέψεις ή επιθυμίες. Να αναστοχαστούμε κρατώντας ένα απλό ημερολόγιο χάρτινων σελίδων. Επιτρέψαμε στην πολυπλοκότητα της πραγματικότητας να μας καταβάλει, της αφήσαμε τόσα περιθώρια που σήμερα φαντάζει αδύνατο να διατυπώσουμε το παραμικρό όραμα χωρίς να μας λογοκρίνει η πολιτική ορθότητα ή να χαρακτηριστούμε γραφικοί ή ανόητα ρομαντικοί. Είμαστε τόσο έξυπνοι και καινοτόμοι που πλέον δεν μπορούμε να αποφασίζουμε σε κανένα επίπεδο και για κάνενα πολιτικό ζήτημα. Επιτρέπουμε σε πολιτικάντηδες και στα ΜΜΕ να διαθέτουν, μόνο αυτοί, το αποκλειστικό δικαίωμα στην απλούστευση και στην εκλαΐκευση του σύνθετού μας κόσμου. Αφήνουμε να τρέχει η γλώσσα τους και εμάς τα πόδια μας. Το μόνο αυτονόητο είναι το εφήμερο και αυτό που μπορεί να αγορασθεί στις Black Fridays της μαζικότητας.
Τώρα η σκιά του βασιλιά με το σκότος της φυλακίζει το νου νέων κυνικών ανθρώπων που κλεισμένοι στην ιδιωτική τους σφαίρα, ονειρεύονται χρυσά κλουβιά άμοχθης ευδαιμονίας. Επιτρέψαμε όλα τα νοήματα γύρω μας να στρογγυλέψουν κι όμως εξακολουθούμε να φοβόμαστε μην κοπούμε. Ζούμε σε έναν κόσμο λέξεων, ερμηνειών, ερμηνείας των ερμηνειών, φοβίας των λέξεων, φοβίας των ερμηνειών, αλλά όταν έρχεται η κρίσιμη στιγμή τα λόγια απουσιάζουν και τελικά βλέπουμε τον εαυτό μας αδύναμο να ερμηνεύσει οτιδήποτε θα μπορούσε να ερμηνευτεί, δίχως να απαιτούνται φιλοσοφικές διατριβές, αλλά με μια δόση κοινής λογικής (common sense, όπως θα έλεγε ο George Orwell). Κι εκεί που θα έπρεπε να είχε καταστεί κοινή λογική ο λόγος ως δράση και πράξις, μετατρέψαμε καί τον λόγο καί την πράξη σε έννοιες δίχως περιεχόμενο. Έτσι, πάντα μιλούν και δρουν άλλοι για λογαριασμό μας, με εμάς στο αόριστο κενό ενός εικονικού κόσμου.
Για να κατανοήσουμε αυτά που μας συμβαίνουν αλλά και για να επιβιώσουμε δεν έχουμε παρά να απομακρυνθούμε από τη συνήθεια και να γυρίσουμε την πλάτη στην υπόσχεση ηδονής. Αν κάπου υφίσταται η ελπίδα πως θα μπορέσουμε να βρούμε το σημείο εκκίνησης, τον τρόπο να ξεκινήσουμε μια άλλη διαδρομή και να επαναδιατυπώσουμε τις αρχές μας, αυτή η ελπίδα δεν βρίσκεται παρά στον άλλο κόσμο μπροστά στα μάτια μας, στην καθημερινή επαφή και στην επικοινωνία, σε αυτό που εξαφανίζεται κάτω από τις αποτρόπαιες εικόνες σεξ και βίας. Έννοιες όπως η δημοκρατία και η ελευθερία, η παγκόσμια αδελφοσύνη, η απομεγέθυνση αλλά και η γειτονιά, το σπίτι, η πόλη, τα κοινά, η εγκοσμικότητα, η αγαθοσύνη, η ευγνωμοσύνη, η ευπρέπεια, αλλά και το τέλος του χυδαίου υλισμού (ως αποτέλεσμα μιας ψεύτικης εγκοσμικότητας που καταστρατηγεί την ίδια την ανθρώπινη υπόσταση) είναι ορισμένες από εκείνες τις έννοιες τις οποίες θα χρειαστεί να ερμηνεύσουμε και να ανακαλύψουμε από την αρχή. Ο πολιτισμός των smartphones, όπου όλες οι ανθρώπινες δραστηριότητες μεταφέρονται σε μια customizable οθόνη (προσαρμόσιμη πάντα στις δικές μας βουλησιαρχικές απαιτήσεις), μαγνητίζει και εγκλωβίζει κάθε μας βήμα. Η εξάρτηση από τα διαβολικά ματζαφλάρια του δεξιού χεριού, τα σύγχρονα black Satanic mills (στα λόγια του William Blake) δεν αντικατοπτρίζει παρά μια από τις μεγαλύτερες αντιφάσεις της εποχής: ουδέποτε οι άνθρωποι μπορούσαν να έχουν τόσους «φίλους» τους οποίους δεν θα συναντήσουν ποτέ! Στο βασίλειο της αντίφασης πρέπει να ξεκινήσουμε από τα βασικά και το πιο επίκαιρο και εξαντλητικό ερώτημα είναι αυτό που θέτει η Hannah Arendt στο τελευταίο έργο τηςThe Life of the mind, «Πού βρισκόμαστε όταν σκεπτόμαστε»;
Κοινοποιήστε: