Συνέντευξη στην Άννα Παχή
Λίγο πριν την πρεμιέρα της παράστασης «Απρόσκλητος Επισκέπτης» το iART μιλά με τον Γιώργο Φρατζεσκάκη για το θέατρο, τη δικαιοσύνη και την χαρά που βρίσκεται μέσα μας.
Hθοποιός και σκηνοθέτης ταυτόχρονα. Δεν είναι ψυχοφθόρο;
Υπάρχουν πολλοί ηθοποιοί που το πετυχαίνουν, χρόνια τώρα. Ο Θανάσης Παπαγεωργίου, ο Σταμάτης Φασουλής.. Προσωπικά δεν το είχα ξανακάνει. Τα πράγματα ήταν μοιρασμένα καθώς τα προηγούμενα χρόνια σκηνοθετούσα μόνο, οπότε τώρα πρέπει να παρακολουθώ τον εαυτό μου και τους άλλους. Είναι δύσκολο.
Πως επιλέξατε το έργο;
Όταν πρωτοξεκινήσαμε εδώ στο Eliart με την Αννέτα Παπαθανασίου, το πρώτο έργο που ανεβάσαμε ήταν αστυνομικό και πήγε εξαιρετικά, πολύ πριν γίνει «μόδα» το είδος. Κατόπιν, μετά το «Μυστικό της κοντέσας Βαλέραινας» ανεβάσαμε ξανά αστυνομικό, το «Δέκα μικροί νέγροι» της Αγκάθα Κρίστι, που παίχτηκε δυο χρόνια με απανωτά sold out. Ο κόσμος έμαθε να περιμένει από το Eliart, ανάμεσα στις παραστάσεις που ανεβάζει, μια να είναι αστυνομικό έργο. Το ακολουθεί και μας αρέσει, σε μένα και στους συνεργάτες μου. Έχουμε συνδέσει την Αγκάθα Κρίστι με τη λογοτεχνία κι όχι το αμιγώς θεατρικό κείμενο, όμως, τα έργα της είναι προσεγμένα στην παραμικρή λεπτομέρεια. Εκεί που την αμφισβητείς και λες ότι κάπου ‘χάνει’ το έργο, αυτόματα, στις επόμενες σελίδες δικαιολογεί ακριβώς αυτό που πάει να κάνει. Το κάθε στοιχείο που δίνει είναι τόσο μελετημένο… Είναι εξαιρετικό το αστείρευτο ταλέντο και η δαιμόνια σύλληψή της για κάθε ιστορία. Ο «Ο Απρόσκλητος Επισκέπτης» έχει ανέβει ελάχιστες φορές, και όχι από μεγάλους θιάσους, θεωρώ όμως ότι είναι από τα καλύτερα έργα της. Διαθέτει χαρακτήρες με βάθος, πολύ ωραία δομή και δεν περιορίζεται σε φόνους.
Κάποιος γνωρίζει έναν δολοφόνο και προσπαθεί να τον καλύψει επειδή τυχαίνει να είναι μια όμορφη γυναίκα. Μοιάζει και ψυχολογικό θρίλερ.
Είναι και αυτό. Ο ήρωας δεν γνωρίζει το δολοφόνο, απλά βρίσκει έναν δολοφονημένο και μια γυναίκα πάνω από το πτώμα. Επιθυμεί να την καλύψει.
Γιατί;
Όπως λέει και ο ίδιος, από τη μια είναι ευκαιρία να πρωταγωνιστήσει σε ένα αστυνομικό φιλμ νουάρ. Από την άλλη, είναι πολύ γοητευμένος από τη γυναίκα. Οι άνδρες κάνουμε πολλά πράγματα όταν θαμπωθούμε και ερωτευτούμε. Επιθυμεί να της «χτίσει» ένα άλλοθι καθώς η ίδια είναι τρομοκρατημένη κι έχει κάθε δικαιολογία να σκοτώσει. Αποκαλύπτεται όμως ότι ο νεκρός ήταν ένας άνθρωπος που πολλοί θα μπορούσαν να σκοτώσουν. Εκεί βρίσκεται το ενδιαφέρον της Αγκάθα.
Δικαιολογείται ο φόνος, έστω και υπό κάποιες συνθήκες;
Προσωπικά νομίζω πως εξαρτάται, μερικές φορές. Δεν θα έπρεπε, το θέμα είναι να πρυτανεύει η λογική μέχρι την τελευταία στιγμή, γιατί υπάρχουν κι άλλες λύσεις. Μπορείς να αποχωρήσεις, να κινηθείς διαφορετικά. Υπάρχουν όμως φορές που η δικαιοσύνη δεν είναι τόσο δίκαιη. Για αυτό και κάποιοι παίρνουν τον νόμο στα χέρια τους. Ομολογώ πως δεν είμαι απόλυτα «καθαρός» για την θέση μου στο ζήτημα. Όμως, κι εγώ έχω φτάσει σε ένα σημείο παρόμοιο.
Όλοι μας, νομίζω.
Δεν είναι δυνατόν να βλέπεις τόσην αδικία γύρω σου, να μην αντιδράς και να περιμένεις ένα δικαστήριο, το οποίο δεν θα αποδώσει τελικά δικαιοσύνη. Δυστυχώς, το έχουμε δει να συμβαίνει. Θεωρώ ότι είμαι δίκαιος άνθρωπος. Προσπαθώ τουλάχιστον, για αυτό και με τρελαίνει η αδικία. Επιζητώ την δικαιοσύνη. Αν δεν την βρεις, τι κάνεις; Προσωπικά δεν θα μπορούσα να σκοτώσω, ποτέ. Βλέπουμε όμως, στην πρόσφατη ιστορία, εγκλήματα με θύματα παιδιά κιόλας, που ο υπαίτιος μένει ατιμώρητος. Δεν θέλω να εκφράσω ακραίες λύσεις, αλλά οι ένοχοι πρέπει να τιμωρούνται.
Το θέμα του «απρόσκλητου επισκέπτη» έχει πολλές διαστάσεις. Συχνά, κάποιος «εισέρχεται» κάπου, έστω και γνωρίζοντας πως είναι ανεπιθύμητος. Συμβαίνει κάτι τέτοιο στην παράσταση;
Όχι, θα μπορούσε να είναι και απλώς απρόσμενος. Μέσα στο σκοτεινό σκηνικό της Αγκάθα Κρίστι, δίπλα σε ένα απομονωμένο σπίτι, ένα βράδυ με ομίχλη, το αυτοκίνητό του ήρωα πέφτει σε ένα χαντάκι,. Μπαίνει σε μια ιστορία, όπου όλοι του εξομολογούνται τι έχουν ζήσει εκεί. Όταν αναλαμβάνει να υποστηρίξει την γυναίκα, η οποία παίρνει τον φόνο επάνω της, μπορεί μεν να γοητεύεται από αυτήν, αλλά στην πορεία, βλέπει ότι όλοι θα μπορούσαν να είναι ο δολοφόνος. Τα πράγματα δεν είναι πάντα ξεκάθαρα. Ο θεατής μπαίνει σε ένα πολύ ωραίο παιχνίδι, εκεί που νομίζεις πως καταλαβαίνεις τι γίνεται και πλησιάζεις τη λύση, συμβαίνει μια ανατροπή κι απομακρύνεσαι ξανά.
Θα μπορούσατε να ανεβάσετε ξανά τους Δέκα Μικρούς Νέγρους.
Το κάναμε, δυο χρονιές. Μετά, κάπου γίνεται «επιχείρηση». Σίγουρα θέλουμε την επιτυχία, χαρήκαμε που συνέβη. Δεν θα μπορούσαμε όμως να το ανεβάζουμε συνέχεια. Ο σκηνοθέτης βαριέται, ο ηθοποιός βαριέται, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς. Φέτος δεν ξέρουμε εκ των προτέρων τι θα γίνει, μπορεί να πάει καλά, μπορεί και όχι. Έχει όλες τις προϋποθέσεις πάντως για να επιτύχει. Υπάρχει πολύ καλός θίασος, γίνεται προσεγμένη δουλειά και παραγωγή, είναι εξαιρετικό αστυνομικό έργο. Άλλωστε, η δουλειά μας είναι να προχωράμε.. Γίνονται παραστάσεις που διαρκούν τρεις μήνες και σταματούν, παρόλη την επιτυχία τους, επειδή αυτό επιθυμούν οι καλλιτέχνες. Κι αυτό βέβαια, υπερβολικό το βρίσκω. Ωραίο είναι να συνεχίζονται επιτυχημένες παραστάσεις, υπάρχει όμως πάντα ένα κοινό που θέλει να δει ένα καινούριο, καλό έργο. Δεν μπορείς να του το στερήσεις αυτό
Πείτε μας λίγα λόγια για τους συντελεστές.
Ήθελα πάντα να δουλέψω με τον Νίκο Ορφανό. Μου αρέσει πολύ ως ηθοποιός, είμαι ιδιαίτερα χαρούμενος που βρίσκεται κοντά μας. Με την Σοφία Μανωλάκου έχουμε ξανασυνεργαστεί στο περσινό «Ο επιθεωρητής έρχεται» και ο ρόλος που ανέλαβε φέτος της πάει τόσο πολύ, που δεν θα μπορούσα να σκεφτώ άλλη ηθοποιό. Με την Αννέτα Παπαθανασίου είμαστε συνεργάτες και φίλοι χρόνια ολόκληρα, δεν λέω πόσα. Σχεδιάζουμε μαζί σχεδόν τα πάντα. Ο Σαράντος Γεωγλερής είναι από τους ηθοποιούς που εκτιμώ πολύ και ενδυναμώνει το σχήμα μας. Η Ιλιάδα Λαμπρίδου είναι ιστορία από μόνη της, έχει παίξει όλο το ρεπερτόριο. Είναι χαρά και τιμή για μένα η συνεργασία μας. Ο εξαιρετικός Κώστας Ζέκος, ο Νίκος Καϊνός, νέο παιδί σε έναν πολύ ωραίο ρόλο, κι εγώ, που παίζω, μετά από χρόνια τον Επιθεωρητή, συμπληρώνουμε το καστ. Το ήθελα, για αυτό και αποφάσισα να το κάνω. Ζήλεψα, κι είπα στον εαυτό μου πως αφού μου αρέσουν τόσο πολλοί όλοι, θέλω κι εγώ να είμαι ανάμεσά τους.
Eliart …
Ιδρύθηκε τα Χριστούγεννα του 2010. Ξεκινήσαμε με την Αννέτα Παπαθανασίου και τον Θανάση Ρουμελιώτη, ταυτόχρονα σχεδόν με την εμφάνιση της κρίσης. Δημιούργησε αμέσως αίσθηση με αυτά που γινόντουσαν. Στάθηκε πολύ σαν χώρος, κινούμενος ανάμεσα σε πρωτοποριακά και κλασικά πράγματα. Αυτήν την στιγμή έχουμε αναμορφώσει λίγο τις θέσεις μας πάνω στο θέατρο. Βρίσκω πολύ ενδιαφέρουσα την κόντρα μεταξύ του μικρού, βιομηχανικού αυτού χώρου και ενός αστικού έργου. Να παρουσιάζεται κάτι που δεν ανεβαίνει συνήθως σε μικρά θέατρα. Κάτι που θα μπορούσε να παιχτεί σε ένα οποιοδήποτε ‘αστικό’ θέατρο. Ο χώρος του Eliart διαθέτει και μια μυρωδιά άλλης εποχής, πάντα όμως, με μια σύγχρονη ματιά. Αγαπώ αυτήν την μυρωδιά και μου άρεσε αυτή η αντίθεση. Έχουμε δει πολύ ‘πειραγμένα’ πράγματα. Κάποια ήταν πολύ ενδιαφέροντα, πολλά δεν μπορούσες να τα παρακολουθήσεις. Ακόμη συμβαίνει αυτό. Προσωπικά, πρώτα διαβάζω το έργο. Δεν το πειράζω. Αν μου αρέσει, το παίρνω, αν δεν μου αρέσει, γράφω ένα καινούριο. Αν μπορώ.
Έχουμε δει τέρατα, στο μεγαλύτερο ποσοστό τους.
Είναι λίγες οι εξαιρέσεις, όπως η «Γκόλφω» του Καραθάνου, κατά τη γνώμη μου πάντα. Δεν μου αρέσει να παίρνεις κάτι και να το κάνεις αγνώριστο. Αν μπορείς, γράψε κάτι νέο.
Ποιά ήταν η ανάγκη για το Eliart ;
Για είκοσι χρόνια περίπου, έκανα μια καθαρά προσωπική δουλειά, ιδρύοντας την παιδική σκηνή «Κιβωτός». Θεωρήθηκε από αρκετούς ως ποιοτική, ανεβάσαμε παραστάσεις σε μεγάλα θέατρα. Οπότε, είχα ήδη το μικρόβιο της παραγωγής. Για πολλά χρόνια αναρωτιόμουν γιατί όλοι θέλουν να κάνουν δικές τους παραγωγές. Η απάντηση είναι επειδή δεν μπορούν να ταιριάξουν εύκολα τα όνειρά τους, τις σκέψεις και τις απόψεις τους με τον άλλον. Με την Αννέτα, είμαστε φίλοι από την δραματική σχολή και διαπιστώσαμε πως είχαμε πολλές κοινές απόψεις και αισθητική. Το ίδιο και με τον Θανάση Ρουμελιώτη, που κάναμε όλο αυτό που είναι το Eliart. Σαφώς τα πράγματα δεν ήταν πάντα ρόδινα, αλλά το αποτέλεσμα δείχνει πως αυτός ο χώρος ‘κρατιέται’. Φυσικά, δεν αποκλείω τις συνεργασίες, μου αρέσουν πάρα πολύ. Γενικώς, αγαπώ τις αλλαγές στη ζωή μου. Εν κατακλείδι, προσωπικά, είχα το μικρόβιο της παραγωγής, όπως προείπα. Μου αρέσει, με τη χασούρα και το κέρδος του. Έχει ένα ρίσκο που προτιμώ από τη σιγουριά μιας σκηνοθεσίας για παράδειγμα.
Έχετε πει «δεν ξεχωρίζω το θέατρο σε παιδικό και ενηλίκων».
Το θέατρο είναι ένα. Είσαι υποχρεωμένος να προσέξεις την παράσταση πάντα, ακόμη περισσότερο όταν απευθύνεσαι σε παιδιά, τα οποία αν δεν τους αρέσει, δεν θα ξαναπάνε θέατρο. Θεωρώ πως πρέπει να κάνεις πολύ περισσότερα πράγματα για τα παιδιά. Καταρχάς ως παραγωγή. Μπορεί να κάνεις ένα σύγχρονο έργο για ενήλικες, με κοστούμια που φέρνεις από το σπίτι, με απλή μουσική επιμέλεια χωρίς χορό, χωρίς τραγούδι. Το θέατρο για παιδιά έχει μουσική, χορογραφία, κοστούμια, φαντασμαγορία.. Για μένα η διαφορά είναι μόνον σε ένα πράγμα: Το θέμα πρέπει να είναι παιδικό. Να αφορά τα παιδιά. Αυτό και μόνον. Δεν αλλάζει το παίξιμο του ηθοποιού, ούτε η σκηνοθεσία. Δεν θεωρούμε πως απευθυνόμαστε σε ανεγκέφαλους ανθρώπους, επειδή είναι μικροί. Αντιθέτως, τα πιτσιρίκια είναι ακόμη πιο έξυπνα, δεν μπορείς να κρυφτείς. Είναι ανόητος όποιος τα υποτιμήσει. Αυτό φαίνεται και μεταξύ μας οι καλλιτέχνες ξέρουμε ποιός το κάνει. Κάτι που μου αναγνωρίστηκε είναι πως ποτέ δεν υποτίμησα τα παιδιά. Δεν έχω παράπονο σε αυτό.
Μετανιώσατε που ασχοληθήκατε με την Τέχνη;
Καθόλου, αντιθέτως. Είμαι απόλυτα ευχαριστημένος. Μάλιστα, συχνά λέω πως από το Θέατρο έχω πάρει πολύ περισσότερα από όσα έχω δώσει. Μπορεί να είναι δύσκολη δουλειά, αλλά αλλιώς θα ήταν πληκτική. Την επέλεξα, την σπούδασα, ζω από αυτήν, την αγαπάω. Έδωσα και δίνω όσα θέλω, καθώς η ζωή μου δεν είναι μόνον το θέατρο. Είναι και οι φίλοι, ο έρωτας, η θάλασσα, ένας περίπατος.. Για αυτό νομίζω πως τα έχω βρει με τον εαυτό μου. Ας πούμε ότι πέφτεις ‘με τα μούτρα’ πάνω στο θέατρο. Λες «η ζωή μου είναι το θέατρο». Με την ίδια λογική, μπορείς να πεις ότι «η ζωή μου είναι ο έρωτας». Είναι φυσιολογικό; Είναι ωραίο; Τώρα, τα μοιράζεις ανάλογα. Αυτήν την περίοδο είμαι δοσμένος στο θέατρο. Κάποιαν άλλη, θα είμαι δοσμένος στη θάλασσα. Ή με το να βγαίνω με τους φίλους μου. Κάθε πράγμα σου δίνει και μιαν άλλη χαρά, αρκεί να ξέρεις να την παίρνεις και να την έχεις μέσα σου. Ευτυχώς, η χαρά έχει ριζώσει εντός μου και με αυτήν θέλω να πορεύομαι. Η ζωή έχει δυσκολίες, αλλά ότι και να συμβεί προετοιμάζομαι στο ότι μπορεί και να μου αρέσει. Αυτό.
Ταυτότητα παράστασης
«Ο Απρόσκλητος Επισκέπτης» της Αγκάθα Κρίστι
Πρεμιέρα: 26 Οκτωβρίου 2019
Μετάφραση: Αντώνης Γαλέος
Σκηνοθεσία- Μουσική επιμέλεια: Γιώργος Φρατζεσκάκης
Σκηνικό – Κοστούμια: Αλέξανδρος Κομπόγιωργας
Φωτισμοί: Παναγιώτης Μανούσης
Βοηθοί σκηνοθέτη: Ελένη Βουτυρά, Στάθης Λαγκάδας
Μακιγιάζ: Άννα Μαρία Μπάμπη
Κομμώσεις: Γρηγορία Τζήβα
Φωτογραφίες: Αναστασία Λουκρέζη
Art work: Λουκάς Μελάς
Βίντεο art: Ra’s Eye
Προβολή – Επικοινωνία: Βάσω Σωτηρίου-We Will
Παραγωγή: Ιωάννης Ρουμελιώτης – Θέατρο ELIART
Παίζουν: Νίκος Ορφανός, Σοφία Μανωλάκου, Αννέτα Παπαθανασίου, Σαράντος Γεωγλερής, Κώστας Ζέκος, Νίκος Καϊνός και ο Γιώργος Φρατζεσκάκης.
Φιλική συμμετοχή: Ιλιάς Λαμπρίδου
Πού: Θέατρο ELIART, Κωνσταντινουπόλεως 127, Βοτανικός, τηλ.: 210 3477677
Πότε: Από 26 Οκτωβρίου και κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή
Ώρες: Παρασκευή στις 21:00, Σάββατο 18:15 και 21:00, Κυριακή στις 18:15
Διάρκεια: 90 λεπτά
Εισιτήρια: 15 € (βραδινές παραστάσεις), 12 € (απογευματινές), 12 € (άνεργοι, πολύτεκνοι, ΑΜΕΑ και άνω των 65 χρονών).
Ομαδικά εισιτήρια άνω των 15 ατόμων: 10 €.
Προπώληση: Viva.gr, θέατρο ELIART, Art & Performance Dance Theater
Το Διαβάσαμε Γιώργος Φρατζεσκάκης: «Η χαρά μέσα σου»
Κοινοποιήστε: