Όσο και αν οι παραπάνω περιγραφές μπορεί να τοποθετούνται από κάποιους στη σφαίρα της φαντασίας, αποτέλεσαν πραγματικότητα για μια ελληνική κοινωνία που, παρά το μικρό της μέγεθος, άνθισε στο εμπόριο, τα γράμματα, την εκπαίδευση και τον πολιτισμό. Ο λόγος για το Μελένικο, που γεωγραφικά βρίσκεται σήμερα στο νοτιοανατολικό τμήμα της Βουλγαρίας…
όμως εκεί κατοικούσε μια μικρή κοινότητα Ελλήνων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, που με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου το 1913 μεταφέρθηκε εντός των ορίων της ελληνικής επικράτειας.
Ο νόμος ήταν σαφής: «Εις καιρόν έτι των Χαρατζίων χρεωστούν οι Έφοροι και οι Επίτροποι να αγοράζουν τα Χαρατζοχάρτια εκείνων των πτωχών αδελφών, οίτινες από σωματικήν αδυναμίαν δεν ημπόρεσαν να δουλεύσουν και να κερδίσουν εκείνο το άφευκτον δόσιμό των». Στο ίδιο μήκος κύματος, πρόνοια υπήρχε για τον φτωχό, τον ορφανό, τον φυλακισμένο. Ειδικά στην τελευταία περίπτωση, θα έπρεπε όλοι να βοηθήσουν ώστε να πάνε στον φυλακισμένο ξύλα για να ζεσταθεί, φαγητό για να τραφεί και καντήλι για να φέγγει τη μαύρη φυλακή του, λέει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ η φιλόλογος, Αικατερίνη Κουμλίδου, παραθέτοντας αναφορές από το βιβλίο της «Μελένικον, των Ελλήνων οι κοινότητες».
Μιλώντας για τον πολιτικό της εποχής του 1813, οπότε υπεγράφη και το περίφημο καταστατικό με τον οποίο ορίζονται όλες οι παράμετροι της διοίκησης της κοινότητας, χρησιμοποιεί συγκεκριμένους όρους του καταστατικού.
Ο όρος «αφιλοπροσώπως» δηλώνει, κατά την ίδια, ότι ο άρχοντας δεν θα πρέπει να κάνει χατίρια στους πολιτικούς του φίλους αλλά να εργάζεται «αόκνως και αμισθί», χωρίς κούραση και αμοιβή, «απαρασαλεύτως», δηλαδή χωρίς να διαταράσσεται η νομοθεσία, «αδιακόπως» με προθυμία και «αφεύκτως» που σημαίνει ότι επρόκειτο για καθήκον που κανείς δεν μπορούσε να προσπεράσει ή να αμελήσει.
Ιδίως για τους εκπαιδευτικούς προβλεπόταν να κάνουν τη δουλειά τους «αναργύρως» καθώς απαγορευόταν να πάρουν χρήματα από τους γονείς και την οικογένεια των παιδιών. Μέγιστο δε ιδανικό ήταν ο δάσκαλος «να φωτίση τους μαθητάς του, αποδείξας αυτούς αξίους του ελληνικού ονόματος» καθώς το ελληνικό όνομα είχε σημασία για τα μέλη της κοινότητας.
Στο ερώτημα τι βαρύτητα έχει ο όρος «κοινότητα», η κ. Κουμλίδου επικαλείται τον στίχο «των Ελλήνων οι κοινότητες φτιάχνουν άλλο γαλαξία» του γνωστού τραγουδιού «ας κρατήσουν οι χοροί» σε στίχους και μουσική του Διονύση Σαββόπουλου. «Είναι φορές που η ποίηση ή ένα τραγούδι μπορεί να συλλάβουν αυτό που πλήθος επιστημονικής έρευνας καταγράφει εκτενώς: το ότι δηλαδή οι Έλληνες δημιούργησαν στα Βαλκάνια, αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη, μικρές κοινότητες που παρουσίασαν μεγάλη ανάπτυξη. Είναι αυτές οι κοινότητες που αν τις δει κάποιος στον χάρτη θα είναι σαν να βλέπει έναν γαλαξία με διάσπαρτα φωτισμένα σημεία να τον διαγράφουν» επισημαίνει χαρακτηριστικά.
Αυτός είναι, άλλωστε, ο λόγος που διάλεξε τις συγκεκριμένες λέξεις για τον τίτλο του βιβλίου της και αναφέρει, μεταξύ άλλων, τις ελληνικές κοινότητες στο Βουκουρέστι, τη Βιέννη, το Βελιγράδι και δεκάδες άλλες περιοχές.
«Οι ελληνικές κοινότητες είναι τόσες πολλές και χαρτογραφήθηκαν από τον αείμνηστο καθηγητή Απόστολο Βακαλόπουλο, ο οποίος μελέτησε την εξάπλωση των Ελλήνων στα Βαλκάνια και συνολικά στην Ευρώπη» προσθέτει.
Επόμενο ερώτημα, που προκύπτει από τις αναφορές στο Μελένικο, είναι κατά πόσον αυτός ο τρόπος ζωής θα μπορούσε να εφαρμοστεί στην Ελλάδα του σήμερα. «Μακάρι να μπορούσαμε να τον αντιγράψουμε, να ζούμε αλληλέγγυοι ο ένας με τον άλλο, χωρίς εγωισμούς που μας περιχαρακώνουν γύρω από τον εαυτό μας και την περιουσία μας. Αφού συνέβη στο Μελένικο, αυτό σημαίνει ότι μπορούν οι Έλληνες να το πετύχουν ξανά. Βλέπουμε σήμερα τι γίνεται με τους πρόσφυγες στα νησιά του Αιγαίου και πώς άνθρωποι ανώνυμοι και φτωχοί συμπεριφέρονται για να βοηθήσουν» τονίζει η κ. Κουμλίδου.
Αναφερόμενη στους λόγους για τους οποίους αποφάσισε να ασχοληθεί με την ιστορία του Μελένικου και τη συγκέντρωση στοιχείων και πληροφοριών γι αυτό, μιλά για τις δικές της ρίζες και τη σημασία που έχει ιδιαίτερα σήμερα, εν μέσω κρίσης, να επιστρέφει κάποιος στο δικό του αξιακό σύστημα.
«Ήταν ψυχοθεραπευτικό για μένα» λέει και επισημαίνει ότι ήθελε να αφήσει και εκείνη ένα πόνημα στους μελλοντικούς επιστήμονες που θα αναζητήσουν κάτι σχετικό αλλά και μια πηγή γνώσης και μνήμης στα παιδιά της που μεγάλωσαν βλέποντας γύρω τους κειμήλια από το Μελένικο, στιγμές από την καθημερινή ζωή των παππούδων και φωτογραφίες από τον τόπο που αποτέλεσε σημείο αναφοράς για τη ζωή της.
Κοινοποιήστε: