Του Κωνσταντίνου Σμιξιώτη
Θα έχουμε ακούσει πολλές φορές τη φράση: «Αυτός ζει στο κόσμο του» υποδηλώνοντας ότι βρίσκεται εκτός πραγματικότητας. Το θέμα είναι βέβαια ότι με την λέξη πραγματικότητα εννοούμε αυτό που έχουμε ορίσει εμείς, ως ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας, ως πραγματικότητα γιατί απ’ τη πλευρά του ο άνθρωπος για τον οποίο μιλάμε, πιθανόν να έχει τον δικό του ορισμό γι αυτή τη λέξη, ο οποίος μπορεί να απέχει παρασάγγας απ’ τον δικό μας.
Πώς γίνεται όμως να ζούμε όλοι στην ίδια διάσταση, να συνευρισκόμαστε, να συνδιαλεγόμαστε, να συνομιλούμε με συνανθρώπους μας κι εν τούτοις να διαπιστώνουμε ότι πολλές φορές κάποιοι απ’ αυτό το σύνολο βρίσκονται κυριολεκτικά εκτός τόπου και χρόνου, φαινομενικά όμως πάλι, γιατί έχουμε ορίσει αυθαίρετα και τον τόπο και τον χρόνο ως διαστάσεις.
Φυσικά πρέπει να επισημάνουμε ότι στη πορεία, η διάρκεια αυτών των συναντήσεων κι αλληλεπιδράσεων ολοένα και μειώνεται, μέχρις ότου κάποια στιγμή άνθρωποι και φαινόμενα να χαθούν εντελώς απ τον προσωπικό μας ορίζοντα. Μ’ αυτό τον τρόπο δημιουργούνται πολλοί μικρόκοσμοι μέσα στον μεγαλύτερο μικρόκοσμο της τρίτης διάστασης στην οποία ζούμε.
Ωστόσο υπάρχουν «περάσματα», πύλες δηλαδή που οδηγούν από τον έναν κόσμο στον άλλο, που είναι εύκολο να τα διαβεί κανείς αρκεί να το επιθυμήσει. Το διαβατήριο γι’ αυτό το ταξίδι είναι η αποδοχή, μια λέξη μαγική ή καλύτερα μια συμπεριφορά γιατί δεν αρκεί να την εκφωνήσουμε, αλλά είναι απαραίτητο να βιώσουμε το νόημα της, ωστόσο συνήθως απαγγέλλοντας μια λέξη συνειδητά διαβιβάζουμε μέσα απ’ αυτήν μια εντολή κι έτσι γίνεται πραγματικά ξόρκι.
Ακριβώς τη στιγμή που θα αποδεχθούμε τον κόσμο των άλλων δημιουργείται μια ενεργειακή δίνη που μας ρουφάει και μας εκβάλει στην άλλη πλευρά, απ’ το σημείο αυτό κι έπειτα βιώνουμε κι εμείς την πραγματικότητα εκείνων και, παρόλο που μπορούμε να επιστρέψουμε στον δικό μας κόσμο, τα πράγματα συχνά περιπλέκονται.
Η αποδοχή δεν είναι απλά ένα κλειδί που μας παρασύρει ή επιτρέπει να εισχωρήσουμε στον κόσμο ενός συνανθρώπου μας ή ενός κοινωνικού συνόλου, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ποικιλοτρόπως και σε ότι αφορά τα φαινόμενα του δικού μας μικρόκοσμου. Μπορεί επίσης να μας βοηθήσει να γνωρίσουμε καλύτερα την προσωπικότητα μας, αφού για να την κατανοήσουμε πρέπει πρώτα να την αποδεχθούμε και κατόπιν, ανάλογα με τη συνειδητότητα που έχουμε, να επιλέξουμε την αλλαγή και την εξέλιξη της ή την διατήρηση και την στασιμότητα της.
Συνεπώς η σημασία της λέξης είναι διττή: Αφενός υποδηλώνει εκχώρηση, πτώση του αμυντικού τείχους που διαθέτουμε, το οποίο δεν είναι πάντα προστατευτικό αλλά πολλές φορές αποτελεί φυλακή που μας κρατά καλά κλεισμένους μέσα σε μια αυταπάτη κι αφετέρου σημαίνει προσκλητήριο που απευθύνεται τόσο σε φαινόμενα όσο και σε ανθρώπους, ώστε να εισβάλουν στη καθημερινότητα μας.
Στη πρώτη περίπτωση με τον αφοπλισμό των αντιστάσεων μας, επιτρέπουμε στον μικρό εαυτό μας να συμφιλιωθεί μαζί μας, να έρθει πιο κοντά να γνωριστούμε καλύτερα, αλλά και να τον αναγνωρίσουμε και να χαράξουμε μια νέα πορεία από κοινού με γνώμονα φυσικά την αυτοβελτίωση μας. Αυτό που πετυχαίνουμε κατ’ αυτόν τον τρόπο, είναι μια αυτό- θεραπεία , κλείνουμε έτσι χρόνιες πληγές που αιμορραγούν.
Πολλές φορές τα λιμνάζοντα νερά που δημιουργούνται μέσα μας από τα τοξικά συναισθήματα, δε μπορούν να στερέψουν επειδή ηθελημένα προσποιούμαστε την ανυπαρξία τους. Η υποκριτική αγνόηση έχει κάποιο όφελος αλλά περισσότερο για μελλοντικές συμπεριφορές, ωστόσο συνεχίζουμε να κουβαλάμε τα σκουπίδια εντός μας. Αν θέλουμε να «εξαϋλωθούν» ή να «ανακυκλωθούν» είναι πιο χρήσιμο να σκύψουμε πάνω στην επιφάνεια αυτών των υδάτων και να καθρεφτιστούμε, να δούμε το είδωλο μας και να αποδεχθούμε, ότι αυτό που παρατηρούμε είναι δικό μας.
Είναι περισσότερο επώδυνο να το συντηρούμε καταχωνιασμένο στο υποσυνείδητο μας, απ’ το να το αποδεχθούμε, γιατί έτσι το απελευθερώνουμε και μόνο τότε μπορούμε πραγματικά να το μετουσιώσουμε σε κάτι ανώτερο κι ωφέλιμο. Αλήθεια πως μπορεί να αλλάξει ένας άνθρωπος που δεν γνωρίζει ποιος είναι; Κι αν όντως έχει πραγματική άγνοια, τότε έχει ένα άλλοθι, αν όμως εθελοτυφλεί τότε πράττει θανάσιμο αδίκημα σε βάρος του.
Η αποδοχή γίνεται έτσι μια γέφυρα που ενώνει ένα αποδιωγμένο δικό μας παιδί με την προσωπικότητα μας, γίνεται αγάπη, έστω κι υποσυνείδητα, κι αυτή η αλλαγή των εσωτερικών ενεργειών προκαλεί μια αθέατη εν αρχή μεταμόρφωση. Το πληγωμένο και θυμωμένο παιδί που κάποτε απομονώσαμε σε μια σκοτεινή φυλακή του εαυτού μας, μαλακώνει, δακρύζει από χαρά και τα δάκρυα της μετάνοιας και της συγχώρεσης χύνονται μέσα στα τοξικά απόβλητα και τα καθαγιάζουν. Η αρχή της αναδόμησης του εαυτού μας έγινε, κι η αρχή είναι το ήμισυ του παντός, αρκεί φυσικά να μη καθηλωθούμε βολικά σε τούτη την αφετηρία.
Χρειάζεται όμως προσοχή και περιφρούρηση στη πρώτη περίπτωση, είναι απαραίτητο να έχουμε έτοιμο ένα φίλτρο που ενόσω είμαστε «ανοιχτοί» δε θα επιτρέψει να εισχωρήσουν νέα σκουπίδια, αυτό θα μας το προσφέρει ο ορθολογισμός, όχι η στείρα λογική, αλλά η ορθή λογική, αυτή που βρίσκεται σε αρμονία με τη φωνή της καρδιάς.
Στη δεύτερη περίπτωση οι δικλείδες ασφαλείας γίνονται ακόμη πιο χρήσιμες κι απαραίτητες, καθώς οι δονήσεις μας την ώρα της αποδοχής συντονίζονται με όσα πάλλονται όμοια κι αυτό είναι πολύ επικίνδυνο. Αποδεχόμενοι τον κόσμο των άλλων ή μια κατάσταση ως γεγονός, αυτόματα το επιτρέπουμε να γίνει βίωμα μας. Τι είναι αυτό που προσκαλούμε στη ζωή μας; Το έχουμε ερευνήσει καλά; Έχουμε παρατηρήσει σφαιρικά την επιφάνεια του; Εισχωρήσαμε στα ενδότερα προς αποφυγή δυσάρεστων μελλοντικών εκπλήξεων; Είμαστε σε θέση να διαγνώσουμε τυχόν παρενέργειες; Άρα η αποδοχή δε πρέπει να γίνεται συνώνυμο της ταύτισης.
Αν θέλουμε να κατανοήσουμε τον κόσμο που βιώνουν οι συνάνθρωποι μας μπορούμε να το πράξουμε δίχως να τον αποδεχθούμε. Είναι φυσικό να υπάρχουν μυριάδες μικρόκοσμοι, είναι επίσης λογικό οι άνθρωποι να μπαινοβγαίνουν ασταμάτητα σ’ αυτούς Αυτή η συνειδητοποίηση αρκεί για να αντιληφθούμε πως νιώθουν οι άλλοι και τι περνούν, μπορούμε λοιπόν να βοηθήσουμε όποιον μας το ζητά, δίχως να συντονίσουμε μόνιμα την εσωτερική μας δόνηση με τον παλμό του κόσμου του, γιατί η μαγνητική έλξη είναι ισχυρή και κατόπιν θα χρειαστεί γενναία προσπάθεια ώστε να μην βυθιστούμε σε μια κινούμενη άμμο.
Το ξόρκι της αποδοχής, είναι ένα ακόμη δίκοπο μαχαίρι στο κόσμο της διττότητας που βρισκόμαστε, και ναι μεν είναι χρήσιμο ως εργαλείο αλλά συγχρόνως μπορεί και να μας τραυματίσει. Αν θέλουμε να κρυφοκοιτάξουμε σε έναν άλλο κόσμο είναι φρονιμότερο αλλά κι απαραίτητο, να δονηθούμε σκοπίμως μ’ αυτόν δίχως όμως να τον αποδεχθούμε, γιατί η αποδοχή εμπεριέχει κάτι από την δύναμη της πίστης-πεποίθησης και μπορεί να μας υπνωτίσει και να μας αιχμαλωτίσει.
Όπως καταλαβαίνετε ο συντονισμός είναι μια αναγκαία προϋπόθεση για την θέαση των φαινομένων μέσα στο σύμπαν, κι αρκεί και μόνο η συζήτηση για ένα θέμα για να δημιουργηθεί ένας δεσμός με το περιεχόμενο του, ως εκ τούτου αυτή η διαδικασία καθίσταται εξαιρετικά δύσκολη κι επισφαλής.
Αφουγκράσου, βοήθησε και φύγε, «βάλτο στα πόδια» νοητικά, δε χρειάζεται να απομακρυνθείς από ανθρώπους και μέρη, αν βέβαια υπάρχει αυτή η ψυχική δύναμη, αλλά στρέψε τη σκέψη σου και πάλι αμέσως στο φως κι αυτόματα μια αόρατη ασπίδα θα σε προστατέψει από αόρατα εχθρικά βέλη.
Η αποδοχή μπορεί να χρησιμοποιηθεί κι από την άλλη της όψη: Αυτή που μας δίνει το δικαίωμα να εισβάλουμε σε- ή να φανερώσουμε- κόσμους, που διαφορετικά θα παραμένανε για μας υπαρκτοί μεν αλλά αόρατοι δε, γιατί το «γνωρίζω» δεν είναι ταυτόσημο με το «αποδέχομαι» Για παράδειγμα, δε μπορούμε να βιώσουμε στη καθημερινότητα μας κάτι που επιθυμούμε, αν μέσα μας δεν δηλώσουμε συνειδητά ότι αποδεχόμαστε αυτό το γεγονός.
Προσωπικά συμπεράσματα, τροφή για διαλογισμό:
► «Αποδέχομαι τον εαυτό μου». Είναι ευνόητο, μια αντίθετη δήλωση στην ουσία σημαίνει διαμελισμό, μια οδυνηρή «εξωσωμάτωση», ένα γήινο φάντασμα με σάρκα κι οστά, αλλά δίχως ψυχή. Μια προσωπικότητα διηρημένη σε χίλια κομμάτια, τόσα όσα μας ανήκουν αλλά τα αρνηθήκαμε. Τι νόημα έχει όλο αυτό; Αποδέχομαι! Αυτή η φράση είναι το άμπρα-κατάμπρα της αυτογνωσίας, αλλά δεν δέχομαι να μείνω έτσι, αν αυτό που αποδέχθηκα δεν είναι το θέλημα του ανώτερου μου Εαυτού.
► Αποδέχομαι ότι αξίζω και δικαιούμαι αυτό που ζήτησα να λάβω, εφόσον είναι χρήσιμο κι ωφέλιμο για την εξέλιξη μου.
► Απορρίπτω τον κόσμο των άλλων, αν δεν είναι σύμφωνος με τις επιταγές του ανώτερου μου εαυτού, αλλά δέχομαι να τους βοηθήσω να βγουν απ’ αυτόν αν κι εφόσον κι οι ίδιοι το επιθυμούν, ωστόσο δε παραμένω στην ίδια συχνότητα μ’ εκείνους, επιλέγω να ακούω το δικό μου εσωτερικό τραγούδι.
► Αποδέχομαι έναν κόσμο που θα με κάνει καλύτερο άνθρωπο και θα μου προσφέρει ευδαιμονία κι έτσι τον αποκαλύπτω μπροστά στα μάτια μου και τον φέρνω στη ζωή μου.
► Αποδέχομαι τον δρόμο της Ευτυχίας και συντονίζομαι πλήρως μ’ αυτόν και παρόλο που η ευτυχία είναι ένα συμπαντικό μονοπάτι στο οποίο βαδίζουν πολλοί, εγώ θ’ ακολουθώ μόνο την δική μου εσωτερική φωνή.
► Αποδέχομαι όλα τα όντα, δεν αποφεύγω κανέναν και τίποτε, αλλά αποτρέπω, ορθώνω τείχος προστασίας σε οτιδήποτε αρνητικό κατευθύνεται προς τη ψυχή μου. Έτσι η αποδοχή δεν γίνεται συνώνυμο της υποχώρησης ούτε της αποχώρησης, αλλά της εσωτερικής επανάστασης και της παράδοσης σε μια άνευ όρων Αγάπη.
► Δεν αποδέχομαι ότι υπάρχουν καλοί ή κακοί κόσμοι, ωστόσο δέχομαι ότι υπάρχουν διαφορετικοί κόσμοι, τόσοι όσα είναι και τα αποτελέσματα των αιτιών που εμείς προκαλέσαμε.
► Αποδέχομαι ότι: αλλάζοντας τον εαυτό μου στο Τώρα αλλάζει και το Τώρα, άλλος χρόνος δεν υπάρχει.
Κοινοποιήστε: