Έλληνας εραστής σε ανεκδοτάρα: Ήταν κάποτε ένας Έλληνας, ένας Άγγλος και ένας Γάλλος και περιέγραφαν την ερωτική τους ζωή
Λέει ο Άγγλος:
– Εγώ το έκανα με την κοπέλα μου αφού την άλειψα με λάδι και ούρλιαζε για 30 λεπτά.
– Σιγά, εγώ το έκανα με την κοπέλα μου αφού την άλειψα με σαντιγί και ούρλιαζε για 1 ώρα, λέει ο Γάλλος.
– Έλα μάγκες, είμαι ο καλύτερος από τους δυό σας, λέει ο Έλληνας. Εγώ άλειψα την γκόμενά μου με λιωμένη σοκολάτα και ούρλιαζε για 5 ώρες!
Μην μπορώντας να το πιστέψουν οι άλλοι δύο, τον ρωτάνε με ένα στόμα:
– 5 ώρες; Πώς τα κατάφερες;
– Πολύ απλά… σκούπισα τα χέρια μου στις κουρτίνες.
ΠΙΟ ΚΑΤΩ, ΑΚΟΜΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ! ΔΙΑΒΑΣΕ ΤΑ…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΕΔΩ
Ξενιτιά – ανέκδοτο: Μετά από αρκετά χρόνια γάμου και σκληρής βιοπάλης το ζευγάρι εξακολουθούσε να μην τα βγάζει πέρα και να είναι καταχρεωμένο λόγω της οικονομικής κρίσης
Χρωστούσαν τις δόσεις για το σπίτι, τα έπιπλα, το αυτοκίνητο και ο μισθός δεν έφτανε.
Έτσι ο σύζυγος είπε μια μέρα στη γυναίκα του:
«Τα λίγα χρήματα που έχουμε στη τράπεζα αρκούν για να βγάλω ένα εισιτήριο για την Αυστραλία. Θα πάω πρώτος εγώ εκεί, θα δουλέψω λίγους μήνες και θα εξοικονομήσω χρήματα για το δικό σου εισιτήριο. Όταν θα έρθεις κι εσύ στην Αυστραλία, θα εργαστούμε κι οι δυο για λίγα χρόνια μέχρι να πληρώσουμε τα χρέη μας και να επιστρέψουμε πίσω στη πατρίδα.»
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΕΔΩ
Πήγε λοιπόν ο σύζυγος στην Αυστραλία και σε έξι μήνες γράφει στη γυναίκα του:
«Χρυσή μου, η ζωή εδώ είναι πολύ ακριβή, η Αυστραλία δεν είναι πια η γη της επαγγελίας, τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα! Τόσους μήνες που είμαι εδώ πουλάω σουτιέν αλλά ακόμη δε κατόρθωσα να βγάλω λεφτά για το εισιτήριο σου. Κάμε υπομονή ακόμη λίγο καιρό γλυκιά μου. Θα εργαστώ πιο σκληρά για να σε φέρω κοντά μου.»
Διαβάστε και αυτό: Ανέκδοτο: Μπαίνει ένας άβγαλτος σε οίκο ανοχής…
Έκανε υπομονή η γυναίκα και σε λίγους μήνες πήρε ένα καινούριο γράμμα από την Αυστραλία:
«Εδώ και έξι μήνες εκτός από σουτιέν πουλάω και βρακιά, αλλά και πάλι δε κατόρθωσα να βγάλω λεφτά για το εισιτήριο σου. Κάνε ακόμη λίγη υπομονή.»
Έξι μήνες αργότερα έρχεται ένα τρίτο γράμμα από το σύζυγο:
«Τους τελευταίους μήνες εκτός από σουτιέν και βρακιά πουλάω και κρεβάτια. Mα και πάλι δε τα βγάζω πέρα. Σε παρακαλώ περίμενε ακόμη λίγο.»
Διαβάστε και αυτό: Ανέκδοτο – Λέει μια ξανθιά σε μια φίλη της: «Μου χτυπάν το κουδούνι και με…»
Σε τρεις μήνες ο σύζυγος παίρνει στην Αυστραλία ένα γράμμα από τη γυναίκα του:
«Αγάπη μου, τους τελευταίους μήνες εγώ με ένα κρεβάτι, χωρίς βρακί και χωρίς σουτιέν, ξεχρέωσα το σπίτι, τα έπιπλα και το αυτοκίνητο. Έβγαλα και εισιτήριο κι έρχομαι κοντά σου σε μια βδομάδα.»
Ανεκδοτάκι με γέλιο: Η Μαρία και ο Γιαννάκης στην Γ’ Λυκείου και οι δυο, γνωρίζονται για λίγο καιρό και μετά την πρώτη τους φορά που το κάνανε, ξαπλωμένοι συζητάνε
– Θα σε λέω Εύα λέει ο Γιαννάκης.
– Γιατί Εύα, τον ρωτάει η Μαρία.
– Γιατί είσαι η πρώτη μου, της απαντά ο Γιαννάκης
– Ωραία και ‘γω θα σε λέω Peugeot [πεζω] του λέει η Μαρία.
– Γιατί Peugeot την ρωτάει ο Γιαννάκης.
– Γιατί είσαι ο 308ος…
Ανεκδοτάρα με Τοτό: Ο Τοτός πάει μία μέρα στο σχολείο, με το ένα μάτι πρησμένο και μελανιασμένο όσο δεν πάει
Τον κοιτάει η δασκάλα του και του λέει:
– Τοτό μου, τι έπαθες;
– Κυρία, χθες βράδυ έβρεξε.
– Και λοιπόν; Και λοιπόν;
– Και όταν βρέχει, εγώ δεν μπορώ να κοιμηθώ και πάω και ξαπλώνω στην κρεβατοκάμαρα των γονιών μου.
Μετά από λίγο, μου λέει ο πατέρας μου:
«Τοτό, κοιμήθηκες;»
«Όχι», του απαντάω.
Μετά από λίγο με ξαναρωτάει:
«Τοτό, κοιμήθηκες;»
«Όχι», του απαντάω.
Μετά από λίγο με ρωτάει για τρίτη φορά:
«Τοτό, κοιμήθηκες;»
«Όχι», του απαντάω. Και μ’ αρχίζει στις σφαλιάρες…
Μετά από μια βδομάδα, πάει ο Τοτός στο σχολείο, με τα δύο του μάτια πρησμένα και μελανιασμένα.
Τον κοιτάει τρομαγμένα η δασκάλα του και του λέει:
– Τοτό μου, τι έπαθες;
– Κυρία, χθες βράδυ έβρεξε. Και πήγα και ξάπλωσα στην κρεβατοκάμαρα των γονιών μου και μετά από λίγο, με ρωτάει ο πατέρας μου:
«Τοτό, κοιμήθηκες;»
Χαζός είμαι να του απαντήσω; Δε λέω τίποτα.
Μετά από λίγο, με ξαναρωτάει:
«Τοτό, κοιμήθηκες;»
Εγώ, δε μιλάω.
Μετά από λίγο, με ρωτάει για τρίτη φορά:
«Τοτό, κοιμήθηκες;» Εγώ, δε μιλάω.
Μετά από λίγο, ακούω την μητέρα μου να λέει στον πατέρα μου:
«Αχ, ναι, πάρε με! Πάρε με!»
Οπότε και εγώ, τινάζομαι όρθιος και τους λέω:
«Καλέ, πού πάτε; Πάρτε με και μένα μαζί σας!».
Κοινοποιήστε: