Η Μη Βίαιη Επικοινωνία πρεσβεύει ότι ο άνθρωπος έχει φυσική τάση να προσφέρει και να λειτουργεί με ανθρωπιά απέναντι στους άλλους και στον εαυτό του. Στόχος της είναι να προτείνει τρόπους με τους οποίους να αποκαλύπτεται η φυσική αυτή κατάσταση του ανθρώπου και να μετατρέπεται σε κινητήριο δύναμη των σχέσεων.
Ο δημιουργός της συγκεκριμένης διαδικασίας ήταν ο Marshall Rosenberg, ένας Αμερικανός ψυχολόγος. Ο Marshall παρατήρησε ότι κάποιοι άνθρωποι αποκόπτονται από αυτή τη φυσική κατάσταση της ανθρωπιάς και καταλήγουν να συμπεριφέρονται με βία και εκμετάλλευση απέναντι στους άλλους. Παράλληλα, κάποιοι άλλοι άνθρωποι καταφέρνουν να διατηρήσουν την ανθρωπιά τους ακόμη και απέναντι στους ίδιους τους βασανιστές τους. Αποφάσισε να αφιερώσει τη ζωή του στη διερεύνηση αυτού του φαινομένου και των αιτιών του και ο καρπός της εργασίας του είναι η Μη Βίαιη Επικοινωνία. Ύστερα από πολλές δεκαετίες μελέτης, πειραματισμού και αλληλεπίδρασης με ανθρώπους, ο Marshall δημιούργησε ένα εργαλείο που μας βοηθά να δούμε με καθαρότητα την εσωτερική μας πραγματικότητα και να ζήσουμε σε αρμονία με αυτή. Σήμερα, η Μη Βίαιη Επικοινωνία έχει διαδοθεί σε περισσότερες από 65 χώρες και αποτελεί ένα πολύτιμο εργαλείο τόσο σε επίπεδο προσωπικής εξέλιξης όσο και σε επίπεδο κοινωνικής αλλαγής.
Η θεμελιώδης ανακάλυψη του Rosenberg ήταν ότι κυρίαρχο ρόλο για το αν θα έχουμε ροπή στη συμπόνια ή στη βία παίζει η γλώσσα που μιλάμε, δηλαδή ο τρόπος που χρησιμοποιούμε τα λόγια. Μελέτησε τη δουλειά ειδικών σε θέματα γλώσσας και, σε συνδυασμό με τις διδασκαλίες που δέχτηκε από διάφορες πηγές (Carl Rogers, βουδιστική προσέγγιση, χριστιανική προσέγγιση κά), δημιούργησε ένα απλό και πρακτικό εργαλείο, με το οποίο μπορούμε να αλλάξουμε τον τρόπο που μιλάμε και ταυτόχρονα να αρχίσουμε να αλλάζουμε τη συνειδητότητά μας. Αυτό που υποστηρίζει η Μη Βίαιη Επικοινωνία είναι ότι, όχι μόνο ο νους επηρεάζει τα λόγια μας, αλλά και τα λόγια μας επηρεάζουν τον τρόπο που λειτουργεί ο νους μας και επομένως την ψυχοσωματική μας κατάσταση.
Η μαγεία της Μη Βίαιης Επικοινωνίας είναι ότι, παρόλο που αποτελεί μια πολύ απλή διαδικασία, τη στιγμή που αρχίζει κανείς να την εφαρμόζει, κάτι αλλάζει μέσα του. Σε διανοητικό επίπεδο ίσως δυσκολευόμαστε να καταλάβουμε γιατί είναι διαφορετικό να πούμε«Ενοχλούμαι με αυτό που κάνεις, γιατί θέλω να υπάρχει ακεραιότητα στη δουλειά μου», αντί για το πιο συνηθισμένο «Η συμπεριφορά σου είναι αντιεπαγγελματική και αναξιόπιστη». Για κάποιο πολύ σπουδαίο λόγο η αναφορά στην αξία/ανάγκη μας (ακεραιότητα στην προκείμενη περίπτωση) αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο βιώνουμε τη σχέση μας με το άλλο άτομο εκείνη τη στιγμή και μας ανοίγει δρόμο για να τιμήσουμε αυτή την αξία και να καλύψουμε αυτή την ανάγκη, σε αντίθεση με τη δεύτερη φράση που είναι πιθανό να οδηγήσει σε άγονη αντιπαράθεση. Η νευροεπιστήμη αλλά και η λαϊκή παράδοση επιβεβαιώνει τη δύναμη του λόγου και τη σημασία της λεκτικοποίησης για την αποκατάσταση της εσωτερικής και εξωτερικής ισορροπίας.
Η Μη Βίαιη Επικοινωνία επικεντρώνεται κυρίως σε τρεις άξονες.
Ο πρώτος είναι η ειλικρινής έκφραση. Μαθαίνουμε να χρησιμοποιούμε τη γλώσσα για να εκφράσουμε με όσο το δυνατό μεγαλύτερη ακρίβεια και πληρότητα αυτό που έχουμε μέσα μας, το οποίο κάθε στιγμή διαμορφώνεται με έναν μοναδικό και ανεπανάληπτο τρόπο. Εκφράζοντας τον εαυτό μας με τη βοήθεια της Μη Βίαιης Επικοινωνίας, καταφέρνουμε να φέρουμε στο φως αυτό που βιώνουμε και να αποκτήσουμε μια ουσιώδη ανθρώπινη επαφή με τους άλλους. Οι σχέσεις μας στηρίζονται στην ειλικρίνεια και την εμπιστοσύνη.
Ο δεύτερος άξονας είναι η ενσυναισθητική ακρόαση. Αυτό σημαίνει να αφουγκραζόμαστε βαθιά τους άλλους και έτσι να τους βοηθάμε να εκφράσουν αυτά που κρύβουν μέσα τους. Η ενσυναίσθηση σύμφωνα με τη Μη Βίαιη Επικοινωνία είναι η πλήρης και αμιγής παρουσία στον πόνο και στη χαρά των άλλων ανθρώπων. Είναι ένας τρόπος να πάμε πίσω από τα λόγια τους και να ακούσουμε αυτό που προσπαθούν να μας πουν. Κάθε φορά που ακούμε πραγματικά έναν άνθρωπο, αποκτούμε μια ψυχική επαφή μαζί του, η οποία βοηθά τόσο αυτόν όσο και εμάς να αγγίξουμε αυτά που μας απασχολούν και να ξεκινήσουμε τη διαδικασία της αλλαγής.
Ο τρίτος άξονας της Μη Βίαιης Επικοινωνίας είναι η ενσυναίσθηση προς τον εαυτό μας. Ίσως η πιο σπουδαία πτυχή της διαδικασίας που εμπνεύστηκε ο Marshall Rosenberg είναι ο τρόπος με τον οποίο συμπεριφερόμαστε στον εαυτό μας. Ο σκοπός της Μη Βίαιης Επικοινωνίας είναι να μάθουμε να αφουγκραζόμαστε τον εαυτό μας με όση προσοχή, ανθρωπιά και αγάπη ακούμε τους πιο αγαπημένους μας ανθρώπους και να δούμε την ομορφιά της ζωής μέσα από τον ίδιο μας τον εαυτό.
Ταυτόχρονα η Μη Βίαιη Επικοινωνία εστιάζει σε τέσσερα στοιχεία:
1. Στην παρατήρηση των γεγονότων έτσι όπως συμβαίνουν σύμφωνα τη μαρτυρία των αισθήσεών μας και όχι όπως αλλοιώνονται από τις κρίσεις, τις αξιολογήσεις και τις διαγνώσεις μας. Η αλληλεπίδραση με τον περιβάλλον μας και με τους άλλους περιστρέφεται γύρω από γεγονότα που συμβαίνουν καθημερινά στη ζωή μας. Στόχος της Μη Βίαιης Επικοινωνίας είναι να μας μάθει να διαχωρίζουμε αυτά τα γεγονότα από τις κρίσεις που κάνουμε για αυτά. Για παράδειγμα “Ο Γιώργος δεν μου είπε ‘καλημέρα’ σήμερα” είναι ένα γεγονός. Συχνά όμως αναφερόμαστε σε ένα τέτοιο γεγονός χρησιμοποιώντας μια κρίση, όπως “Ο Γιώργος είναι αγενής” ή “Ο Γιώργος είναι αδιάφορος”. Όταν όμως επιλέγουμε να ξετυλίξουμε το κουβάρι των ανθρώπινων σχέσεων με τη βοήθεια της Μη Βίαιης Επικοινωνίας, χρειάζεται να μάθουμε να αναγνωρίζουμε ποια είναι τα γεγονότα και ποιες είναι οι προσωπικές μας κρίσεις για αυτά τα γεγονότα.
2. Στα συναισθήματα που πυροδοτούνται από ένα συγκεκριμένο γεγονός. Το να αναγνωρίζουμε και να ονοματίζουμε τα συναισθήματά μας είναι ένα ολόκληρο πεδίο μόρφωσης από μόνο του. Η Μη Βίαιη Επικοινωνία μας ζητά να αποκτούμε σταδιακά όλο και μεγαλύτερη επίγνωση των συναισθημάτων που βιώνουμε σε μια δεδομένη στιγμή, γιατί το κάθε συναίσθημα αποτελεί ένα μήνυμα από τον εαυτό μας. Αν λοιπόν θέλουμε να αποκτήσουμε ουσιαστικότερη επαφή με τον εαυτό μας και να αναδείξουμε με καθαρότητα την ανθρωπιά μας και ενώπιον των άλλων, είναι πολύ σπουδαίο να εξελίξουμε τη συναισθηματική μας συνειδητότητα.
3. Στις βαθιές, πανανθρώπινες ανάγκες που αποτελούν τα κίνητρα των πράξεων μας. Σύμφωνα με τη Μη Βίαιη Επικοινωνία, οτιδήποτε κάνουμε το κάνουμε γιατί προσπαθούμε να καλύψουμε κάποια ή κάποιες ανάγκες μας. Όλοι οι άνθρωποι μοιραζόμαστε τις ίδιες ανάγκες, αλλά σε μία δεδομένη στιγμή μία συγκεκριμένη ανάγκη αναδύεται στην επιφάνεια και μας ειδοποιεί για την παρουσία της μέσω των συναισθημάτων που παράγει. Έτσι, είτε το συνειδητοποιούμε είτε όχι, οι πράξεις στις οποίες θα προβούμε θα σχετίζονται με αυτή την ανάγκη. Για τη Μη Βίαιη Επικοινωνία οι ανάγκες είναι η πιο κεντρική και σπουδαία έννοια, μιας και αυτές αποτελούν την έκφραση της ζωής μέσα μας και, όταν αυξάνουμε την επίγνωση των αναγκών μας, γνωρίζουμε καλύτερα τον εαυτό μας και τη ζωή που θέλουμε να κάνουμε.
4. Στα αιτήματα που θα διατυπώσουμε στους άλλους ή στον εαυτό μας προκειμένου να καλύψουμε τις ανάγκες μας και υπηρετήσουμε τη ζωή που εκφράζεται μέσα από αυτές τις ανάγκες. Τα αιτήματα είναι ρητές, συγκεκριμένες και πραγματοποιήσιμες προτάσεις, οι οποίες ζητούν τη δράση που είναι απαραίτητη για την κάλυψη των αναγκών. Διατυπώνονται σε θετική γλώσσα δράσης και διακρίνονται από την ανοικτότητα της Μη Βίας, σε αντίθεση με την ακαμψία των βίαιων απαιτήσεων.
Στη Μη Βίαιη Επικοινωνία η προσοχή μας βρίσκεται στο τώρα, στον τρόπο που εκδηλώνεται η ζωή στην παρούσα στιγμή. Εστιάζοντας στα συναισθήματα που αναδύονται αυτή τη στιγμή και συνδέοντάς τα με τις ανάγκες από τις οποίες πηγάζουν, καταφέρνουμε να είμαστε πραγματικά παρόντες σε αυτό που συμβαίνει μέσα μας.
Παράλληλα, η πρόθεσή μας είναι η ψυχική επαφή, η σύνδεση είτε με τον εαυτό μας είτε με κάποιον άλλο άνθρωπο. Στη Μη Βίαιη Επικοινωνία δεν εστιάζουμε στις λύσεις των προβλημάτων, αλλά στην επαφή ανάμεσα σε δύο ανθρώπους ή και ανάμεσα σε δύο διαφορετικές πλευρές του εαυτού μας. Με αυτό τον τρόπο, συχνά προκύπτει μια αλλαγή στη διάσταση των πραγμάτων που κάνει τα προβλήματα να μην είναι πια προβλήματα.
Κοινοποιήστε: