
Σάσα Παπαλάμπρου «Το όνειρο της μουσικής δεν σβήνει ποτέ»
Η τραγουδίστρια, πιανίστα και συνθέτις Σάσα Παπαλάμπρου, μιλά στο iart.gr
Είχα πρόσφατα την χαρά να σε δω σε live και εντυπωσιάστηκα τόσο από το τραγούδι σου όσο και από την επαφή σου με το κοινό.
Ευχαριστώ πολύ. Νομίζω ότι στη σκηνή έχεις την δυνατότητα να χρησιμοποιείς όλα σου τα εκφραστικά μέσα, οπότε μπορείς να μεταφέρεις στον κόσμο αυτό που νιώθεις, έτσι ώστε να υπάρχει ένα συναισθηματικό ‘αλισβερίσι’, το οποίο απολαμβάνουν και οι δυο πλευρές.
Ας πούμε λίγα πράγματα για την νέα σου δισκογραφική δουλειά με τίτλο ‘Σασπενς’ .
Πρόκειται για τον δεύτερο δίσκο μου. Το υλικό του ετοιμαζόταν αρκετά χρόνια. Στόχος μου είναι να ‘χτίσω’ ένα προσωπικό είδος και στυλ το οποίο εδώ και αρκετό καιρό – από τότε δηλαδή που κυκλοφόρησε το ‘Σασπένς’ – παρουσιάζω σε διάφορες μουσικές σκηνές. Το τραγούδι ‘Χαλάσματα’, μιλά για την φιλοδοξία μου να δημιουργήσω. Το ‘Παπαλάμπραινα’ είναι διασκευή του παραδοσιακού μας τραγουδιού σε τζαζ αισθητική. Κάθε φορά που το παίζουμε σε live ο κόσμος ξεσηκώνεται. Το ‘Καμαρίνι’ γράφτηκε αρκετά χρόνια πριν και ηχογραφήθηκε κατά τη διάρκεια της καραντίνας. Το τραγούδι ‘Γιατί άλλαξες, γιατί’ είναι από τα αγαπημένα μου ρεμπέτικα. Το τραγούδησα πρώτη φορά ως φοιτήτρια στην Κέρκυρα. Αρκετά χρόνια μετά, όταν ήμουν στην Αθήνα το παρουσίασα με αυτήν την προσέγγιση σε μια τηλεοπτική εκπομπή όπου είχε ιδιαίτερη απήχηση και αποφάσισα πως ήταν πολύ καλή ευκαιρία να δισκογραφηθεί. Αυτά είναι κάποια από τα τραγούδια του δίσκου.
Πρόσφατα έγινε και η παρουσίαση του.
Ναι, σε μια βραδιά που είχε πάρα πολλές εκπλήξεις. Πέρα από τα τραγούδια του δίσκου, το πρόγραμμα είχε και αγαπημένα τζαζ κομμάτια. Ήταν επίσης μεγάλη μου χαρά η συμμετοχή ενός συνόλου κοριτσιών. Πρόκειται για τρεις μαθήτριες μου, την Αφροδίτη, την Ζωή και τη Δάφνη οι οποίες παρουσίασαν μέρος της παράστασης με τίτλο ‘Καμπαρεμπέτικο’ που ανεβάσαμε μαζί. Μαζί μας ήταν επίσης οι χορευτές της σχολής Tango Fusion και με τα ανάλογα τραγούδια χόρεψε και ο κόσμος. Ήταν μια ξεχωριστή βραδιά.
Υπάρχει φυσικά και το ‘Κράμα’.
Ναι, ο πρώτος δίσκος, με προσωπικές διασκευές και ενορχηστρώσεις αγαπημένων παραδοσιακών τραγουδιών, στους ήχους της τζαζ. Θέλησα να αποτυπώσω τα κοινά στοιχεία που υπάρχουν σε φαινομενικά ετερόκλητα είδη, όπως είναι η ελληνική παραδοσιακή μουσική και η τζαζ. Έχουν έναν άξονα ο οποίος μπορεί να αποκωδικοποιηθεί και να αποδοθεί μουσικά, δίνοντας ένα αποτέλεσμα όπως αυτό που παρουσιάζω στο ‘Κράμα’.
Πως ξεκίνησες να ασχολείσαι με τη μουσική;
Προέρχομαι από μουσική οικογένεια. Τόσο οι γονείς όσο και τα αδέρφια μου γνωρίζουν μουσική οπότε εκ των πραγμάτων, το να ασχοληθώ με την μουσική ήταν μάλλον μονόδρομος. Προέκυψε αβίαστα. Ξεκίνησα τις σπουδές μου στο πιάνο σε ωδείο της Δράμας και πολύ σύντομα άρχισα και το τραγούδι, μαζί με μερικές πολύ καλές φίλες που αγαπούσαν κι εκείνες την μουσική. Τραγουδούσαμε παρέα και το κάνουμε ακόμη, κάθε φορά που ανεβαίνω στην πατρίδα.
Στη συνέχεια;
Το ταξίδι έχει πολλές στάσεις! Πέρασα στο Ιόνιο Μουσικό Πανεπιστήμιο, στην Κέρκυρα κι εκεί πραγματικά ανοίχτηκε μπροστά μου ένας πολύ ωραίος κόσμος. Αγαπούσα ήδη την τζαζ, με ευθύνη της μητέρας μου, που έπαιζε στο πιάνο το Summertime όταν ήμουν μωρό ακόμη και φύτεψε τον σπόρο μέσα μου. Εκεί ασχολήθηκα πιο επισταμένα με το είδος, άλλωστε φημίζεται για το Τζαζ τμήμα του. Μετά την Κέρκυρα έζησα κάποια χρόνια στη Θεσσαλονίκη, όπου ουσιαστικά ξεκίνησε ‘επίσημα’ η καλλιτεχνική μου δράση. Εμφανιζόμουν στις εκεί μουσικές σκηνές τόσο με συντροφιά ένα πιάνο, όσο και με διάφορες μπάντες κάτι που απολαμβάνω ακόμα ιδιαίτερα.
Τι θυμάσαι περισσότερο από εκείνα τα χρόνια;
Την αίσθηση πως με καθοδηγεί ένα όνειρο, κάτι που εξακολουθεί να συμβαίνει. Έχω ζήσει πολλά πράγματα, συνεργάστηκα με σπουδαίους μουσικούς κι απέκτησα εμπειρίες που θα με συντροφεύουν μια ζωή. Όμως το όνειρο της μουσικής δεν σβήνει ποτέ, ούτε η ανάγκη να κάνεις καινούρια πράγματα. Ονειρεύεσαι καταστάσεις τις οποίες δεν μπορείς να προσδιορίσεις ούτε στην φαντασία σου. Αυτό είναι που σε κινητοποιεί και αυτό επίσης που, παρόλες τις δυσκολίες, σε ‘υποχρεώνει’ να το υπηρετείς και να το αναζητάς πάντα. Τότε ζούσα σε ένα πολύ πιο ρομαντικό και αθώο κλίμα, νόμιζα πως τα πράγματα είναι πολύ πιο ρόδινα, σκεφτόμουν ότι θα έχω να κάνω μόνον με αυτό. Φυσικά με πολύ κόπο, αγώνα, αγωνία, ενέργεια.. Πολλές φορές – συμβαίνει σε όλους μας αυτό – μπορεί να νιώσεις ότι δεν έχεις άλλες δυνάμεις για να συνεχίσεις, εκεί όμως γίνεται το μικρό θαύμα και λες ‘πάμε παρακάτω’. Αν λοιπόν θυμάμαι κάτι από εκείνη την εποχή αυτό είναι ο ρομαντισμός και να μοιραζόμαστε το ίδιο όνειρο με φίλους μουσικούς από τη Δράμα. Παίζαμε όλοι μαζί, κάναμε πολύ ωραίες εμφανίσεις, κι από εκεί και πέρα ο καθένας συνέχισε την προσωπική του πορεία.
Σου αρέσει να πειραματίζεσαι, να δοκιμάζεσαι.
Δεν το επιδιώκω, είναι κάτι που προκύπτει, με ιντριγκάρει. Τα ήδη γνωστά τραγούδια ούτως ή άλλως περνάνε από το δικό μου φίλτρο και αυτό που προκύπτει είναι αρκετά διαφορετικό από το αρχικό. Σίγουρα εμπεριέχει μια προσωπική αλήθεια που θέλω να παρουσιάσω στον κόσμο. Είναι αρκετά ‘προκλητικό’ ειδικά όταν μιλάμε για παραδοσιακά ή ρεμπέτικα, που σε κάποιες περιπτώσεις αντιμετωπίζονται και λίγο ‘φολκλορικά’. Και βέβαια πρέπει να τα σεβόμαστε και βέβαια πρέπει να μας καθοδηγεί ο σεβασμός. Αν όμως ένα παλαιότερο τραγούδι ερμηνευτεί μέσα από την δική μας αντίληψη και μετφραση, θεωρώ ότι ο κόσμος μπορεί είτε να το γνωρίσει, είτε να το αγαπήσει από την αρχή. Για μένα, αυτό είναι μια ‘αποστολή’. Αν έστω και ένας που δεν γνωρίζει αυτό το είδος, το ακούσει και τον ενδιαφέρει, νομίζω πως κάτι έχω πετύχει. Βέβαια, η παράδοση – εκ των πραγμάτων – είναι καταχωρημένη στο dna μας. Είτε αγαπάμε είτε όχι τα παραδοσιακά τραγούδια, τα γνωρίζουμε, αν λοιπόν τα δούμε κάπως διαφορετικά, μπορεί να ανακαλύψουμε πως έχουν κάτι περισσότερο να μας πουν.
Η παράδοση είναι ριζωμένη μέσα σου, άσχετα αν ασχολείσαι με την τζαζ.
Τα ακούσματα στο σπίτι είχαν να κάνουν με το ελληνικό ρεπερτόριο, άρα και το παραδοσιακό, οπότε όλα αυτά είναι οικεία. Πιστεύω πως σε όλα τα είδη εντοπίζεις στοιχεία τα οποία αν μπορείς να τα φιλτράρεις και να τα παρουσιάσεις μέσα από την δική σου οπτική, μπορεί να έχουν μεγάλο ενδιαφέρον. Ειδικά στην ελληνική παραδοσιακή μουσική εντόπισα στοιχεία πολύ κοντινά με την τζαζ, αυτό ήταν και το θέμα της διπλωματικής εργασίας μου για το μεταπτυχιακό στο ΕΚΠΑ. Μέσα από την έρευνα, διαπίστωσα πόσα κοινά υπάρχουν μεταξύ αυτών των δυο διαφορετικών κόσμων. Αν θα έπρεπε να διαλέξω κάτι από αυτά τα χαρακτηριστικά, θα ήταν το συναίσθημα κάθε πολιτισμού που έχει ανάγκη να εκφράσει την αγάπη, την διεκδίκηση, το όνειρο, μέσα από την απλότητα.
Όλα αυτά τα χρόνια, ποιοι σε σημάδεψαν με κάποιο τρόπο;
Σίγουρα ο Δημήτρης Βασιλάκης, μουσικός της τζαζ με τον οποίον είχα καταπληκτική συνεργασία για πολλά χρόνια. Ένιωσα από την πρώτη στιγμή εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του και υποστήριξη εκ μέρους του. Μου απέδειξε πως υπάρχουν στον χώρο άνθρωποι που ανεξάρτητα από την εμπειρία τους και τα χιλιόμετρα που έχουν ‘γράψει’, σε αντιμετωπίζουν επί ίσοις όροις. Είναι κάτι που εκτιμώ και οφείλω να το καταθέσω. Δώσαμε πολύ ωραίες συναυλίες, είναι εξαιρετικός μουσικός κι ευχαριστήθηκα την μουσική μας συνομιλία. Για τους ίδιους λόγους, είχα μαγική συνεργασία με τον Βαγγέλη Γερμανό. Μαζί του ένιωθα πως ήμουν σπίτι και τραγουδούσα με έναν φίλο. Όλοι ξέρουμε ποιος είναι ο Βαγγέλης Γερμανός και η ταπεινότητα του είναι τουλάχιστον συγκινητική. Επίσης, η σπουδαία Μαρία Σουλτάτου η οποία έρχεται από τον χώρο της παράδοσης και του ρεμπέτικου – λαϊκού τραγουδιού, με μια προσέγγιση τόσο συγκλονιστική και ανοιχτή, που το κάθε τι που ερμηνεύει ξεφεύγει από τα όρια του κάθε είδους. Είχα την χαρά και τιμή να συνεργαστώ μαζί της σε ένα τραγούδι και ένιωσα την ίδια ακριβώς χαρά και άνεση όπως και με τον Βαγγέλη και τον Δημήτρη. Αυτοί οι άνθρωποι γνωρίζουν την αξία τους, δεν νιώθουν την ανάγκη να αποδείξουν τίποτα και σου δίνουν άπλετο χώρο να εκφραστείς. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας σύμπραξης, είναι μαγικό τόσο για τους καλλιτέχνες όσο και για το κοινό. Στην πορεία της μουσικής πρέπει να αποδεικνύεις, να προσπαθείς. Τίποτα δεν είναι δεδομένο κι αυτό είναι καλό μέχρι ένα σημείο, επειδή συχνά τα δεδομένα τα υποτιμούμε. Οπότε, προσπαθώντας, ανανεώνεις την ποιότητα. Η εξέλιξη είναι συνεχής, δεν υπάρχει ‘ταβάνι’. Είσαι υποχρεωμένος να δίνεις πάντα τον καλύτερο σου εαυτό.
Έχεις κι άλλες εμφανίσεις στα σκαριά.
Την Κυριακή 23 Φεβρουαρίου συμμετέχω σε μια παράσταση με αποκριάτικη διάθεση στο Τρένο στο ΡΟΥΦ. Με την ίδια αποκριάτικη διάθεση, την Πέμπτη στις 27 Φεβρουαρίου θα παρουσιάσουμε με τους μαθητές μου στο Egalite’ στα Πευκάκια, την παράσταση Μπαλνταφάν. Σας περιμένουμε!
Κοινοποιήστε: