
Η συζήτηση για τις περικοπές στις συντάξεις χηρείας επανέρχεται στο προσκήνιο, καθώς η κυβέρνηση καλείται να λάβει αποφάσεις σχετικά με την εφαρμογή του ισχύοντος νόμου. Παρόλο που οι μειώσεις έχουν ήδη επιβληθεί στους συνταξιούχους του Δημοσίου και του ΟΓΑ, η επέκτασή τους στον ιδιωτικό τομέα καθυστερεί, κυρίως λόγω των πολιτικών επιπτώσεων που ενδέχεται να προκύψουν.
Συντάξεις χηρείας: Οι ισχύουσες ρυθμίσεις και οι εκκρεμότητες
Σύμφωνα με τη νομοθεσία, οι δικαιούχοι συντάξεων χηρείας βλέπουν τη σύνταξή τους να μειώνεται στο 35% της αρχικής παροχής μετά την πάροδο τριών ετών, εφόσον εργάζονται ή λαμβάνουν άλλη σύνταξη. Ωστόσο, ενώ αυτή η διάταξη έχει εφαρμοστεί ήδη στον δημόσιο τομέα και τον ΟΓΑ, δεν έχει ακόμη επεκταθεί στους συνταξιούχους του ιδιωτικού τομέα, παρά το γεγονός ότι ο νόμος προέβλεπε την εφαρμογή της από το 2020.
Τα τρία σενάρια που εξετάζονται
Η κυβέρνηση εξετάζει τρεις εναλλακτικές λύσεις για την εφαρμογή της νομοθεσίας:
- Περικοπή μόνο στο εθνικό τμήμα της σύνταξης: Αντί να μειωθεί το σύνολο της σύνταξης χηρείας, να περικοπεί κατά 35% μόνο το εθνικό κομμάτι της και όχι το ανταποδοτικό.
- Αναδρομικές επιστροφές σε δόσεις: Για όσους έχουν ήδη υποστεί μειώσεις χωρίς να έχει εφαρμοστεί ο νόμος στον ιδιωτικό τομέα, η επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών να γίνει τμηματικά.
- Επιλογή της μικρότερης σύνταξης για μείωση: Αν ένας δικαιούχος λαμβάνει και προσωπική σύνταξη, να έχει το δικαίωμα να επιλέξει ποια από τις δύο θα υποστεί τη μείωση του 50%.
Οι αντιδράσεις των συνταξιούχων
Οι συνταξιουχικές οργανώσεις αντιδρούν έντονα στην προοπτική περαιτέρω περικοπών, ζητώντας την κατάργηση της συγκεκριμένης διάταξης. Υποστηρίζουν ότι η σύνταξη χηρείας πρέπει να παραμείνει στο 70% της αρχικής παροχής εφ’ όρου ζωής, ώστε να μην επιβαρύνονται οικονομικά οι δικαιούχοι.
Επιπλέον, θεωρούν άδικο το γεγονός ότι οι περικοπές εφαρμόστηκαν μόνο στον δημόσιο τομέα και στον ΟΓΑ, ενώ εκφράζουν την ανησυχία ότι η επέκτασή τους στον ιδιωτικό τομέα θα επιφέρει σημαντικές οικονομικές δυσκολίες σε χιλιάδες οικογένειες.
Το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν έχει προχωρήσει ακόμα στην καθολική εφαρμογή του μέτρου δείχνει ότι το πολιτικό κόστος αυτής της απόφασης είναι μεγάλο. Η ανάγκη εξεύρεσης μιας δίκαιης λύσης που δεν θα οδηγήσει σε σοβαρές κοινωνικές αντιδράσεις βρίσκεται στο επίκεντρο των πολιτικών διαβουλεύσεων.
Η τελική απόφαση αναμένεται το επόμενο διάστημα, με το βλέμμα στραμμένο τόσο στην οικονομική βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος όσο και στις αντιδράσεις των συνταξιούχων, που παραμένουν σε εγρήγορση.
Κοινοποιήστε: