
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται σήμερα να παρουσιάσει ένα σχέδιο δράσης για τη σταδιακή απεξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το ρωσικό φυσικό αέριο, επιδιώκοντας να διακόψει κάθε νέα συμφωνία και να καταργήσει σταδιακά τις υφιστάμενες συμβάσεις με τη Μόσχα μέχρι το τέλος του 2027.
Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία εντάσσεται στο πλαίσιο του ευρύτερου στόχου που έθεσε η ΕΕ μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2022, με στόχο την πλήρη απεξάρτηση από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα μέχρι το 2027. Ο «οδικός χάρτης» της Κομισιόν θα περιλαμβάνει συγκεκριμένα μέτρα για την απαγόρευση νέων συμβάσεων εισαγωγής ρωσικού αερίου και οικονομικών συναλλαγών άμεσης πληρωμής.
Παράλληλα, εξετάζονται νομικές επιλογές που θα επιτρέψουν στις ευρωπαϊκές εταιρείες να αποδεσμευτούν από τις υπάρχουσες συμβάσεις προμήθειας φυσικού αερίου από τη Ρωσία. Νομικοί κύκλοι, ωστόσο, επισημαίνουν ότι η επίκληση «ανωτέρας βίας» δεν είναι εύκολη υπόθεση και ενδέχεται να υπάρξουν οικονομικές και νομικές επιπτώσεις για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις που επιδιώξουν να αποχωρήσουν μονομερώς από αυτές τις συμφωνίες.
Τα εργαλεία που προτείνει η Κομισιόν δεν θα εφαρμοστούν άμεσα. Θα χρειαστεί πρώτα να κατατεθούν σχετικές νομοθετικές προτάσεις, οι οποίες στη συνέχεια θα πρέπει να εγκριθούν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και να τύχουν της υποστήριξης της απαραίτητης πλειοψηφίας των κρατών-μελών.
Προς το παρόν, το ρωσικό φυσικό αέριο εξακολουθεί να καλύπτει περίπου το 19% των ευρωπαϊκών αναγκών – σημαντικά λιγότερο από το 40% προ του πολέμου στην Ουκρανία. Παρ’ όλα αυτά, πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες δεσμεύονται ακόμη από συμφωνίες τύπου «take-or-pay» με τη ρωσική Gazprom, υποχρεούμενες να πληρώνουν για τις ποσότητες αερίου ακόμη και αν δεν τις παραλαμβάνουν.
Στην προσπάθεια διαφοροποίησης των ενεργειακών πηγών, η ΕΕ στρέφεται σε μεγαλύτερες εισαγωγές αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), ανταποκρινόμενη και στις αμερικανικές πιέσεις για μείωση του ευρωπαϊκού πλεονάσματος στο διμερές εμπόριο.
Η Επιτροπή διαμηνύει ότι κάθε απόφαση για περιορισμό των ρωσικών εισαγωγών πρέπει να λαμβάνει υπόψη το κόστος για τους Ευρωπαίους καταναλωτές και να πλήττει τη ρωσική οικονομία περισσότερο απ’ ό,τι την ευρωπαϊκή.
Παρότι η επιβολή κυρώσεων θα ήταν ο πιο άμεσος τρόπος για τη διακοπή των ρωσικών εισαγωγών, αυτή απαιτεί ομοφωνία μεταξύ των 27 κρατών-μελών. Ωστόσο, χώρες όπως η Ουγγαρία και η Σλοβακία, που εξαρτώνται ακόμη από ρωσικούς αγωγούς, εκφράζουν έντονη αντίθεση.
Τέλος, η όποια εξέλιξη σε ενδεχόμενη ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας –με πρωτοβουλία και των ΗΠΑ– ενδέχεται να επηρεάσει τις ευρωπαϊκές αποφάσεις και τη στάση απέναντι στη ρωσική ενέργεια, κάτι που συντέλεσε και στην καθυστέρηση δημοσιοποίησης του σχεδίου, αρχικά προγραμματισμένου για τον Μάρτιο.
Κοινοποιήστε: