
Σοβαρά προβλήματα στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα ανέδειξε η τρίτη εφαρμογή της «ελληνικής PISA», της εθνικής διαγνωστικής αξιολόγησης για τη σχολική επίδοση σε Δημοτικό και Γυμνάσιο, φέρνοντας στο προσκήνιο ένα εκπαιδευτικό τοπίο όπου η γνώση δεν μετατρέπεται σε ουσιαστική κατανόηση και οι μαθητές συχνά ολοκληρώνουν τη βασική τους εκπαίδευση χωρίς επαρκείς δεξιότητες κατανόησης και σκέψης.
Η αξιολόγηση, που οργανώθηκε από την Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (ΑΔΙΠΠΔΕ), αποτύπωσε την εικόνα ενός υπερφορτωμένου, θεωρητικοκεντρικού προγράμματος σπουδών, το οποίο επιβαρύνει μαθητές και εκπαιδευτικούς χωρίς να εξασφαλίζει την αφομοίωση βασικών γνώσεων και δεξιοτήτων.
Τι έδειξαν τα στοιχεία
Στην έρευνα συμμετείχαν περισσότεροι από 11.000 μαθητές από 660 σχολεία σε όλη τη χώρα. Τα αποτελέσματα ήταν αποκαρδιωτικά καθώς σημαντικό ποσοστό μαθητών φαίνεται να φτάνει στο τέλος της υποχρεωτικής εκπαίδευσης με σοβαρές ελλείψεις σε βασικές δεξιότητες ανάγνωσης, γραφής και μαθηματικών.
Στο Δημοτικό, μόνο το 36% των μαθητών κατάφερε να αναπτύξει και να τεκμηριώσει προσωπικές απόψεις αξιοποιώντας στοιχεία ενός κειμένου. Επιπλέον, το 43% αντιμετωπίζει δυσκολίες στην κατανόηση λέξεων και εννοιών, γεγονός που αποδίδεται και στην έλλειψη επαφής με τη λογοτεχνία και τη χαμηλή φιλαναγνωσία.
Στα Μαθηματικά, παρότι οι απλές πράξεις εκτελούνται με ευκολία, η επίλυση προβλημάτων που απαιτούν ανάλυση και στρατηγική σκέψη αποδεικνύεται δυσπρόσιτη. Στο Γυμνάσιο, περίπου το 25% των μαθητών δεν μπορεί να ανταποκριθεί ούτε σε βασικού επιπέδου ασκήσεις.
Αιτίες και ευθύνες
Οι ερευνητές τονίζουν ότι οι δυσκολίες αυτές δεν προκύπτουν ξαφνικά στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, αλλά ριζώνουν από τα πρώτα σχολικά χρόνια. Η πρόωρη εγγραφή παιδιών χωρίς επαρκή σχολική ωριμότητα, η υπερβολικά φορτωμένη ύλη, οι περιορισμένες ευκαιρίες για δημιουργική μάθηση και η πίεση για την κάλυψη της διδακτέας ύλης είναι μερικοί από τους βασικούς παράγοντες.
Οι εκπαιδευτικοί, συχνά εγκλωβισμένοι σε έναν αγώνα δρόμου για να «τελειώσουν την ύλη», δεν έχουν τον απαραίτητο χρόνο για ουσιαστική διδασκαλία, ενίσχυση της κριτικής σκέψης ή υποστήριξη των αδύναμων μαθητών.
Τι πρέπει να αλλάξει
Η έκθεση της ΑΔΙΠΠΔΕ, σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ), προτείνει σειρά αλλαγών με στόχο την αναβάθμιση της ποιότητας της διδασκαλίας και την αποτροπή της μαθησιακής υποβάθμισης:
Μείωση της διδακτικής ύλης, ώστε να υπάρχει χρόνος για εμπέδωση, δημιουργικές δραστηριότητες και κριτική επεξεργασία.
Καλλιέργεια λεξιλογίου και γλωσσικής ευχέρειας μέσω ενίσχυσης της φιλαναγνωσίας και μεγαλύτερης έκθεσης σε λογοτεχνικά και ενημερωτικά κείμενα.
Αναδιάρθρωση της διδασκαλίας των Μαθηματικών με μεγαλύτερη έμφαση στην κατανόηση εννοιών, τη χρήση οπτικοποιήσεων και την ανάπτυξη μαθηματικής σκέψης.
Επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε σύγχρονες διδακτικές μεθόδους, συνεργατικά σχήματα και παιδαγωγική αξιολόγηση.
Το πιο ανησυχητικό εύρημα της φετινής αξιολόγησης είναι ότι πολλοί μαθητές κινδυνεύουν να αποφοιτήσουν από την υποχρεωτική εκπαίδευση χωρίς να έχουν αποκτήσει τις ελάχιστες απαιτούμενες δεξιότητες για την κοινωνική και επαγγελματική τους ζωή. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο παιδαγωγικό, είναι βαθιά κοινωνικό και πολιτικό.
Εφόσον υπάρχει πλέον σαφής διάγνωση, η πρόκληση είναι η πολιτεία και οι φορείς της εκπαίδευσης να μετατρέψουν τα ευρήματα σε δράση. Αν όχι, οι επόμενες γενιές θα συνεχίσουν να πληρώνουν το τίμημα ενός αναποτελεσματικού εκπαιδευτικού μοντέλου.
Κοινοποιήστε: