Ο περίεργος θάνατος ενός άνδρα στην παραλία στο Σόμερτον θα δημιουργούσε το μεγαλύτερο ανεξιχνίαστο μυστήριο του Ψυχρού Πολέμου. Ένας κώδικας που παραμένει άσπαστος μέχρι και σήμερα, μας οδηγεί στα επικίνδυνα και συναρπαστικά μονοπάτια της Ψυχροπολεμικής κατασκοπείας.
Η ιστορία αρχίζει το πρωί της 1ης Δεκεμβρίου 1948 σε μια παραλία κοντά στο Glenelg, επτά μίλια από την Αδελαΐδα, μια πόλη στην Νότια Αυστραλία. Ο ντόπιος κοσμηματοπώλης, John Lyons είχε ανησυχήσει για έναν άνθρωπο πλήρως ντυμένο που είδε το προηγούμενο βράδυ στην άμμο, στηριγμένο σ’έναν κυματοθραύστη.
Ο Lyons είχε αρχικά υποθέσει ότι η κοιμισμένη φιγούρα ήταν ένας μεθυσμένος που κοιμόταν για να ξεμεθύσει μετά από μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ, αλλά το επόμενο πρωί βρισκόταν ακόμα εκεί. Κρύος και χλωμός, μ’ένα σβησμένο μισοκαπνισμένο τσιγάρο πεσμένο στο γιακά του πουκαμίσου του, ο άντρας ήταν φανερά νεκρός.
Ο Lyons ειδοποίησε την αστυνομία. Αν αυτός ο άτυχος ήταν μεθυσμένος, το hangover του αποδείχτηκε μοιραίο. Αλλά φαινόταν απίθανο, ακόμη και με την πρώτη ματιά, ο άντρας αυτός να ήταν άστεγος, καθώς ήταν καλοντυμένος με κοστούμι, πουλόβερ, γραβάτα και με φρεσκογυαλισμένα παπούτσια.
Αυτό που αρχικά θα μπορούσε να ήταν κάτι σχετικά απλό, όπως ασθένεια ή αυτοκτονία, γρήγορα έγινε κάτι πολύ πιο περίπλοκο και αινιγματικό εξαιτίας των ενοχλητικών λεπτομερειών του θανάτου αυτού του ανθρώπου.
Ο Άνδρας του Σόμερτον (Somerton Man), όπως έγινε γνωστός για λόγους που θα εξηγήσουμε, ήταν περίπου 45 ετών, σε άριστη φυσική κατάσταση, με ασυνήθιστα καλοσχηματισμένες και μυώδεις γάμπες και λεία, καλοπεριποιημένα χέρια.
Πάνω του βρέθηκαν του κάποιες τσίχλες Juicy Fruit, δυο χτένες, ένα πακέτο τσιγάρων Army Club με τα πιο ακριβά Kensitas τσιγάρα μέσα (ΥΓ.1), ένα χρησιμοποιημένο εισιτήριο λεωφορείου προς το Glenelg και ένα αχρησιμοποίητο εισιτήριο τρένου για την κοντινή παραλία Henley.
Το πρόβλημα για την αστυνομία ήταν μεγάλο. Εκτός από αυτά τα λίγα αντικείμενα, η σορός ήταν εξ ολοκλήρου και εντελώς ανώνυμη. Δεν υπήρχε πορτοφόλι, διαβατήριο ή ταυτότητα. Το πιο παράξενο από όλα, ήταν ότι οι ετικέτες των ρούχων του είχαν αφαιρεθεί σκόπιμα.
Όποιος και αν ήταν ο Άνδρας του Σόμερτον, είτε ο ίδιος ήθελε να παραμείνει ανώνυμος, είτε κάποιος είχε αφαιρέσει από τη σορό οποιοδήποτε στοιχείο αναγνώρισης. Αν και η υπόθεση ήταν ήδη αρκετά δύσκολη για την αστυνομία της Αδελαΐδας, δεν μπορούσε να διαπιστωθεί ούτε η αιτία θανάτου.
Δεν υπήρχαν ίχνη στο σώμα, ούτε σημάδια πάλης και η νεκροψία αποκάλυψε ότι δεν είχε πεθάνει από καρδιακή προσβολή ή άλλα φυσικά αίτια.
Εντούτοις, υπήρχαν ενδείξεις βλάβης στα όργανά του -ο εγκέφαλος, το στομάχι και το συκώτι ήταν παραγεμισμένα με αίμα, κάτι που οδήγησε τον παθολόγο να υποψιαστεί ότι πέθανε από αιμορραγία που προκλήθηκε από δηλητήριο.
Οι παθολόγοι ήταν προβληματισμένοι. Ήταν η μόνη εξήγηση που μπορούσαν να βρούν για το θάνατό του, αλλά ακόμη και αυτή δεν έβγαζε νόημα. Δεν βρέθηκαν καθόλου ίχνη δηλητηρίου στο σώμα του άνδρα και δεν υπήρχαν ενδείξεις σπασμών ή εμετού στο σημείο.
Αν ήταν δηλητηρίαση τότε ήταν πολύ ψαγμένη. Η χρήση ενός σπανίου δηλητηρίου που δεν άφηνε κανένα ίχνος, ήταν κάτι περίεργο για μια μικρή πόλη της Αυστραλίας την δεκαετία του 1940.
Έμοιαζε επίσης με δολοφονία παρά με αυτοκτονία, μιας και η ήρεμη και άθικτη κατάσταση της σορού όταν ανακαλύφθηκε υπονοούσε ότι είχε μετακινηθεί σ’αυτό το σημείο του μετά την επίδραση του δηλητηρίου.
Ό,τι και αν συνέβη, έμοιαζε με επαγγελματική δουλειά. Η αφαίρεση στοιχείων αναγνώρισης από τη σορό, η αφαίρεση όλων των ετικετών από τα ρούχα του και τα σημάδια ενός εξελιγμένου, που δεν αφήνει ίχνη, δηλητηρίου, όλα δείχνουν προς τον κόσμο της κατασκοπείας. Ήταν κατάσκοπος ο άνδρας του Σόμερτον;
Λίγα στοιχεία προέκυψαν. Κάποιοι ντόπιοι πρότειναν ότι ήταν κάποιος ονόματι E.C. Johnson, αλλά όταν ο Johnson παρουσιάστηκε αμέσως στο αστυνομικό τμήμα της Αδελαΐδας ολοζωντανός, αυτό το ενδεχόμενο εξανεμίστηκε.
Όλες οι άλλες έρευνες αποδείχθηκαν άκαρπες. Ακόμα και οι έρευνες σε μέρη μακρινά, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ, δεν απέδωσαν τίποτα.
Λίγες μέρες μετά την ανακάλυψη του Άνδρα του Σόμερτον, η υπόθεση είχε παγώσει όσο και η σορός του στο κρεβάτι του νεκροτομείου. Κανένα όνομα, καμία ένδειξη, ένα αδιέξοδο. Στις 10 Δεκεμβρίου η σορός ταρριχεύτηκε, η πρώτη φορά που μπορούσε να θυμηθεί κάποιος ότι αυτό συνέβαινε σε άτομο αγνώστων στοιχείων.
Τις επόμενες έξι εβδομάδες, ο άνδρας του Σόμερτον ήταν σχεδόν ένα θέμα τοπικής εμβέλειας, όλες οι έρευνες είχαν εξαντληθεί.
Στη συνέχεια, στις 14 Ιανουαρίου 1949, σημειώθηκε σημαντική πρόοδος όταν το προσωπικό του σιδηροδρομικού σταθμού της Αδελαΐδας τελικά συνέδεσε τις αναφορές των ΜΜΕ για τον μυστηριώδη άνδρα που βρέθηκε στο Σόμερτον και μια αζήτητη βαλίτσα που βρισκόταν στο βεστιάριό τους από το Δεκέμβριο.
Μέσα στη βαλίτσα η αστυνομία βρήκε ρούχα παρόμοια με εκείνα που φορούσε ο Άνδρας του Σόμερτον. Οι ημερομηνίες ελέγχθηκαν επίσης, μιας και είχε αφεθεί στο σταθμό μια μέρα πριν βρεθεί η σορός του άνδρα.
Ένα ξεχωριστό κουβάρι πορτοκαλί κερωμένης κλωστής Barbour βρέθηκε μέσα στη βαλίτσα – η ίδια πορτοκαλί κλωστή που είχε χρησιμοποιηθεί για την επιδιόρθωση της τσέπης του παντελονιού του Άνδρα του Σόμερτον.
Ήταν η βαλίτσα του, όμως θα κατάφερνε η αστυνομία να λύσει το μυστήριο; Δυστυχώς, το περιεχόμενο της βαλίτσας βοήθησε ελάχιστα στην αναγνώριση της ταυτότητας του Άνδρα του Σόμερτον. Αν μη τι άλλο, όσα ήταν μέσα, μόνο εμβάθυναν το μυστήριο.
Ήταν ως επί το πλείστον τα συνηθισμένα πράγματα που θα περίμενε κανείς να βρει σε μια βαλίτσα – μια ρόμπα, ένα παντελόνι, ένα ζευγάρι παντόφλες, εσώρουχα και πιτζάμες, είδη ξυρίσματος, μολύβια, φακέλους και γραμματόσημα.
Περισσότερο ενδιαφέρον είχαν ένα μαχαίρι και ένα ψαλίδι, ένα τετράγωνο ψευδάργυρου και μια βούρτσα στένσιλ, σαν αυτή που χρησιμοποιούν οι ναυτικοί για να σημειώνουν το φορτίο στα εμπορικά πλοία.
Να ήταν ίσως ο Άνδρας του Σόμερτον ένας ξένος ναύτης; Φαινόταν σίγουρα ότι δεν ήταν Αυστραλός, ή αν ήταν, ταξίδευε συχνά στο εξωτερικό. Τόσο η κλωστή Barbour όσο και το παλτό του δεν ήταν είδη που πωλούνταν στην Αυστραλία.
Δυστυχώς, όπως και στα ρούχα που φορούσε ο άνδρας, σχεδόν στα πάντα στη βαλίτσα η ετικέτα είχε εσκεμμένα αφαιρεθεί. Υπήρχαν, ωστόσο, μερικές αξιοσημείωτες εξαιρέσεις. Ένα νεσεσέρ είχε μια ετικέτα με το όνομα “T. Keane” επάνω του και το όνομα “Kean” βρέθηκε σε μια φανέλλα.
Ενώ αυτό ήταν ένα σημαντικό στοιχείο, η έρευνα των ντέτεκτιβ Lionel Leane και Len Brown βρισκόταν σε σύγχυση. Γιατί όλες οι άλλες ετικέτες είχαν αφαιρεθεί τόσο σχολαστικά, αλλά αυτές παρέμειναν άθικτες; Είχαν την ιδιαίτερη αίσθηση ότι κάποιος σκοπίμως προσπαθούσε να τους παραπλανήσει.
Ανεξάρτητα από αυτό, η αναζήτηση του “T Keane” και του “Kean” σε αρχεία αγνοουμένων σε ολόκληρο τον αγγλόφωνο κόσμο, δεν απέδωσε. Μια πιθανότητα ήταν ο άνδρας να ήταν από το Ανατολικό Μπλοκ, των οποίων τα αρχεία ήταν εκτός πρόσβασης για τους Δυτικούς ερευνητές μετά την έναρξη του Ψυχρού Πολέμου.
Και πάλι, έμοιαζε η αστυνομία να είχε φτάσει σ’ένα ακόμα αδιέξοδο. Έπειτα από έξι μήνες χωρίς περαιτέρω στοιχεία, η ιατροδικαστική έρευνα για το θάνατο του μυστηριώδους άνδρα ξεκίνησε τελικά στις 7 Ιουνίου 1949. Με λίγα νέα στοιχεία για να προχωρήσουν, κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα που είχε καταλήξει και τον Δεκέμβριο.
Ο παθολόγος John Burton Cleland δήλωσε: «Θα ήμουν έτοιμος να διαπιστώσω ότι πέθανε από δηλητήριο, ότι το δηλητήριο ήταν πιθανότατα γλυκοσίδιο και ότι δεν χορηγήθηκε τυχαία, αλλά δεν μπορώ να πω αν χορηγήθηκε από τον ίδιο τον νεκρό ή από κάποιο άλλο πρόσωπο».
Παρά το μη καταληκτικό πόρισμα, μια σημαντική ανακάλυψη έγινε κατά την έρευνα. Αν και αρχικά διέφυγε της προσοχής των παθολόγων, βρέθηκε ένα μικρό κομμάτι χαρτιού που ήταν κρυμμένο μέσα στην τσέπη του ρολογιού, στο παντελόνι του Άνδρα του Σόμερτον. Αυτό θα άλλαζε ολόκληρη την φύση της υπόθεσης.
Ήταν σκισμένο από μια σελίδα ενός βιβλίου ποίησης που ονομάζεται «Ρουμπαγιάτ» του Ομάρ Καγιάμ (αγγλικά: “Rubaiyat of Omar Khayyam”) και περιείχε τη φράση “Tamám Shud”. Το ίδιο το «Ρουμπαγιάτ» ασχολείται με τα θέματα του να αδράζεις την κάθε μέρα και να μην μετανιώνεις για τίποτα.
“Tamam Shud” σημαίνει «τελείωσε» ή «έληξε» στα Πέρσικα. Η ένδειξη ότι ο Άνδρας του Somerton είχε χρησιμοποιήσει το βιβλίο για να ωθηθεί στην αυτοκτονία είναι προφανής.
Η αστυνομία απευθύνθηκε στα μέσα μαζικής ενημέρωσης με το νέο εύρημα, με την ελπίδα ότι κάποιος θα ήταν σε θέση να εντοπίσει το βιβλίο από το οποίο το κομμάτι είχε σχιστεί.
Σύντομα ήλθαν σε επαφή με έναν άνθρωπο που ήθελε να παραμείνει ανώνυμος, ο οποίος βρήκε μια σπάνια μετάφραση του «Ρουμπαγιάτ» στο πίσω κάθισμα του ξεκλείδωτου αυτοκινήτου του που είχε παρκάρει στο Glenelg την ίδια περίπου περίοδο που βρέθηκε και η σορός.
Οι ειδικοί των εγκληματολογικών εργαστηρίων ταίριαξαν το σκισμένο κομμάτι με μία σελίδα από το βιβλίο, αλλά κανείς δεν είχε ιδέα για ποιο λόγο είχε σκιστεί ή γιατί ήταν ραμμένο στο παντελόνι του άνδρα. Τίποτα από αυτά δεν έβγαζε νόημα.
Είναι ίσως η ανακάλυψη του βιβλίου περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο, αυτό που μας κάνει να εξακολουθούμε να μιλάμε για τον Άνδρα του Σόμερτον, 70 χρόνια αργότερα.
Μετέτρεψε μια ασήμαντη υπόθεση ενός άνδρα αγνώστων στοιχείων σε ένα από τα πιο μπερδεμένα και ενδιαφέροντα μυστήρια ολόκληρου του Ψυχρού Πολέμου. Και όπως πολλά σπουδαία μυστήρια, είχε κι αυτός έναν μυστικό κώδικα.
Εκτός από το σκισμένο κομμάτι, οι ειδικοί εγκληματολόγοι βρήκαν επίσης πολύ αχνά γράμματα γραμμένα με μολύβι στο εσώφυλλο του βιβλίου. Μοιάζει με κάποιο είδος κώδικα ή κρυπτογραφήματος:
Επίσης, γραμμένο στο βιβλίο ήταν κάτι λιγότερο αινιγματικό, ένας μη καταχωρημένος αριθμός που ανήκε σε μια ντόπια νοσοκόμα ονόματι Τζέσικα Τόμπσον (Jessica Thomson).
Η Τόμπσον έμενε λιγότερο από ένα μίλι από το σημείο όπου βρέθηκε η σορός του Άνδρα του Σόμερτον και με κάποιο τρόπο συνδεόταν σαφώς με τον νεκρό άνδρα.
Τη στιγμή της αστυνομικής έρευνας, η Τόμπσον ζήτησε από την αστυνομία και της δόθηκε ανωνυμία και αναφερόταν για πολλά χρόνια μόνο με το όνομα “Jestyn”.
Οι ντετέκτιβ οι οποίοι πήραν κατάθεση από την Τόμπσον σημείωσαν την αόριστη συμπεριφορά της και έμοιαζε απρόθυμη να συνεισφέρει πληροφορίες σχετικά με το τι γνώριζε, αν γνώριζε κάτι.
Το πιο εντυπωσιακό ήταν η αντίδρασή της όταν έδειξαν ένα γύψινο ομοίωμα του προσώπου του νεκρού. Η Τόμπσον ήταν εμφανώς σοκαρισμένη και περιγράφηκε από τους παρόντες ντετέκτιβς ως «εντελώς έκπληκτη, στο σημείο να δίνει την αίσθηση ότι ήταν έτοιμη να λιποθημήσει».
Παρά αυτήν την εντυπωσιακή αντίδραση, η Τζέσικα Τόμπσον ισχυρίστηκε ότι δεν αναγνώριζε τον Άνδρα του Σόμερτον, αλλά δήλωσε στην αστυνομία ότι κι αυτή κατείχε κάποτε ένα αντίτυπο του «Ρουμπαγιάτ» του Ομάρ Καγιάμ.
Η Τόμπσον είχε δουλέψει ως νοσοκόμα στο Σίδνεϊ κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και θυμήθηκε ότι έδωσε το αντίτυπό της σε έναν υπολοχαγό του στρατού που συνάντησε εκεί ονόματι Αλφ Μπόξαλ (Alf Boxall).
Ήταν αυτή μια ιστορία ενός παλαιού έρωτα που έψαχνε την αγαπημένη του από την περίδο του πόλεμου, με την ελπίδα της συμφιλίωσης;
Ελπίζοντας ότι τελικά θα πλησιάσουν στην λύση του μυστήριου και την ταυτότητα του Άνδρα του Σόμερτον, η αστυνομία προσπάθησε να εντοπίσει τον Μπόξαλ. Δυστυχώς γι’ αυτούς, αλλά ευτυχώς για τον Μπόξαλ, τον βρήκαν ζωντανό και διέμενε στο Syndey.
Ο Μπόξαλ είχε ακόμα το αντίγραφο του «Ρουμπαγιάτ», ολόκληρο, με άθικτη την σελίδα που αναγράφει τη φράση “Tamam Shud” και υπογεγραμμένο από την “Jestyn”, το ψευδώνυμο της Τόμπσον. Ο Μπόξαλ ισχυρίστηκε ότι δεν γνώριζε τον νεκρό και είπε ότι δεν είχε καμία επαφή με την Τόμπσον μετά το 1945.
Εμφανώς, η Τόμπσον και ο Μπόξαλ δεν ήταν απόλυτα ειλικρινείς. Δύο αντίτυπα ενός βιβλίου ποίησης, που ανήκουν σε δύο άνδρες, και τα δύο με γραπτές, άμεσες αναφορές στην ίδια γυναίκα. Πρέπει να υπήρχε κάποια σύνδεση και κάποιες από τις μακροχρόνιες υποψίες των ντετέκτιβ για την υπόθεση άρχισαν να γίνονται ξεκάθαρες.
Ο κώδικας, οι απούσες ετικέτες και ο αέρας μυστηρίου που περιέβαλλε τον νεκρό άνδρα, έδιναν την πιθανότητα ο θάνατός του να σχετίζεται με κατασκοπεία και ότι ο ίδιος ίσως να ήταν κατάσκοπος.
Μήπως οι Τόμπσον και οι Μπόξαλ ξέρουν περισσότερα απ’ όσα έλεγαν; Ήταν και οι δύο τους κατάσκοποι και αδυνατούσαν να πουν στην αστυνομία τι γνώριζαν επειδή ήταν άκρως απόρρητο;
Η πιθανότητα να υπήρχαν σκοτεινότερες δυνάμεις παρούσες σ’αυτή την υπόθεση ενισχύθηκε από την ανακάλυψη ενός παρόμοιου θανάτου το 1945 όταν ένας άνδρας από το Σίδνεϊ, ονόματι George Marshall, πέθανε επίσης -υποτίθεται- από δηλητηρίαση κρατώντας ένα αντίγραφο του «Ρουμπαγιάτ» του Ομάρ Καγιάμ.
Ήταν το βιβλίο ένα σημείο αναφοράς για τους κατασκόπους; Χρησιμοποιείτο για ν’αναγνωρίζονται ή ως βιβλίο-κώδικας;
Η Αυστραλία την μεταπολεμική περίοδο ήταν φιλική στην κατασκοπεία. Το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ υποψιάζονταν αμφότεροι ότι οι Σοβιετικοί έχουν πράκτορες στην χώρα, όπου στεγάζονταν εξαιρετικά ευαίσθητες εγκαταστάσεις, όπως η άκρως μυστική Βρετανική βάση πυραυλικών και πυρηνικών δοκιμών Woomera, 300 μίλια βόρεια του Σόμερτον.
Η κατασκοπευτική θεωρία είχε σαφώς βάση και η ύποπτη σιωπή των εμπλεκόμενων μόνο ενίσχυε την ιδέα. Αλλά αφού απέτυχε να βρεθεί άκρη με τον Μπόξαλ, και με την Τόμπσον να μην βοηθά καθόλου, η υπόθεση τελικά μπήκε στον πάγο.
Το ενδιαφέρον κατά καιρούς ξαναζωντανεύει, με δεκάδες ανθρώπους όλα αυτά τα χρόνια να παρουσιάζονται και να ισχυρίζονται ότι γνωρίζουν ποιος ήταν ο Άνδρας του Σόμερτον, αλλά σε κάθε περίπτωση οι δρόμοι της έρευνας δεν οδήγησαν πουθενά.
Πολύ αργότερα, στη δεκαετία του ‘70, ο Αλφ Μπόξαλ έδωσε συνέντευξη στην Αυστραλιανή τηλεόραση. Ενώ παραδέχτηκε ότι είχε εμπλακεί σε κατασκοπεία κατά τη διάρκεια του πολέμου, αρνήθηκε ότι υπήρχε οποιαδήποτε κατασκοπευτική σχέση στην υπόθεση του Άνδρα του Σόμερτον, δηλώνοντας, «Αυτή είναι μια μελοδραμική άποψη, έτσι δεν είναι;»
Ωστόσο, οι προσπάθειες του Μπόξαλ να υποβαθμίσει αυτή την ιδέα είχαν ελάχιστες επιπτώσεις στη διαρκή δημοτικότητά της και η υπόθεση δεν βρισκόταν ποτέ μακριά από το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης στην Αυστραλία. Οι φήμες ότι αυτή ήταν μια ιστορία ανείπωτης Ψυχροπολεμικής ίντριγκας, επιμένουν μέχρι και σήμερα.
Ήταν ο ανώνυμος, μυστηριώδης άνδρας που βρέθηκε στην παραλία του Σόμερτον στην πραγματικότητα ένας κατάσκοπος που σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια μιας μυστικής αποστολής;
Το κατασκοπευτικό παιχνίδι
Αρκετές πτυχές της υπόθεσης του Άνδρα του Σόμερτον δείχνουν κατασκοπεία. Παρόλο που ίσως μπορούν να βρεθούν για όλα αθώες ερμηνείες, όταν την βλέπεις ως σύνολο, είναι δύσκολο να δικαιολογηθεί μια εναλλακτική εξήγηση.
Όπως αναφέρθηκε, η έλλειψη εγγράφων και η αφαίρεση των ετικετών των ενδυμάτων του μοιάζουν με μια απόπειρα να κρύψουν την ταυτότητά του. Ωστόσο, φαίνεται απίθανο ο ίδιος ο Άνδρας του Somerton να το έκανε αυτό. Αν ήταν κατάσκοπος ή είχε κάποια εγκληματική δραστηριότητα, θα ήταν απαραίτητο να υποθέσουμε ότι είχε μια ψεύτικη ταυτότητα παρά να είναι τελείως ανώνυμος.
Αντίθετα, φαίνεται ότι η εξαφάνιση της στοιχείων ταυτοποίησης του Άνδρα του Σόμερτον έγινε από τρίτο άτομο που ήθελε να σιγουρέψει ότι ο θάνατος του άνδρα θ’ άφηνε σ’ αδιέξοδο στους ανακριτές. Είναι σαφές ότι υπάρχει μεγάλη πιθανότητα όποιος και αν το έκανε αυτό, να ήταν επίσης υπεύθυνος και για το θάνατό του.
Στην προ-DNA εποχή και με την απουσία οποιονδήποτε μαρτύρων, ένα ανώνυμο θύμα ήταν σχεδόν αδύνατο να το αναγνωρίσει η αστυνομία. Αυτό επίσης εξασφαλίζει να μην μπορεί να εξακριβωθεί το κίνητρο του θανάτου και ότι δεν υπάρχουν πιθανοί δράστες.
Η μέθοδος του θανάτου του άνδρα σηματοδοτεί επίσης ότι η υπόθεση είναι κάτι περισσότερο από μία συνηθισμένη αυτοκτονία ή δολοφονία. Οι αρχικοί ερευνητές το 1948 ήταν σίγουροι ότι είχε δηλητηριαστεί, αλλά δεν ήταν σε θέση να διαπιστώσουν με ποιο τρόπο και με ποια ουσία.
Η δολοφονία είχε διαπραχθεί με τέτοια δεξιοτεχνία και με ένα δηλητήριο που ήταν αρκούντως άγνωστο και μη ανιχνεύσιμο, κάτι που έδειχνε ότι οι δράστες ήταν επαγγελματίες.
Μια πιο πρόσφατη εξέταση της υπόθεσης το 1994 υποστήριξε ότι το δηλητήριο ήταν πιθανότατα δακτυλίτιδα (digitalis). Ο John Harber Phillips, Προέδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Victoria (Αυστραλία) και Πρόεδρος του Βικτωριανού Ινστιτούτου Εγκληματολογικής Φαρμακολογίας, επανεξέτασε την υπόθεση για να προσδιορίσει την αιτία θανάτου και, σημειώνοντας τη διόγκωση των οργάνων του άνδρα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ήταν δακτυλίτιδα» (ΥΓ.2)
Ωστόσο, άλλοι ειδικοί είναι επιφυλακτικοί στο ότι χρησιμοποιήθηκε δακτυλίτιδα σ’αυτήν την περίπτωση. Ενώ είναι πιθανόν να χρησιμοποιηθεί δακτυλίτιδα (digitalis) ως «μη ανιχνεύσιμο» δηλητήριο, αυτό οφείλεται κυρίως στην ικανότητά της να μιμείται καρδιακή προσβολή, σε συνδυασμό με την ευρεία χρήση της ως φαρμάκου για την καρδιά.
Αυτό είχε οδηγήσει κάποιες δολοφονίες να θεωρηθούν από τους παθολόγους ως υπερβολικές δόσεις συνταγογραφημένων φαρμάκων.
Στην πραγματικότητα, η δακτυλίτιδα δεν είναι εγγενώς δύσκολη να ανιχνευθεί και θα είχε πιθανώς ανακαλυφθεί στην υπόθεση του Άνδρα του Σόμερτον, καθώς ο θάνατός του ήταν ύποπτος και ανεξήγητος.
Αν είχε δηλητηριαστεί, ήταν πιο πιθανό να είναι κάτι πιο άγνωστο και εσωτεριστικό που δεν θα ανιχνεύεται χωρίς προηγούμενη γνώση της χρήσης του.
Από τη δεκαετία του 1920, η KGB πειραματιζόταν στην παραγωγή ακριβώς τέτοιων δηλητηρίων. Το περίφημο Εργαστήριο Νο. 12 δημιουργήθηκε αρχικά από τον Λένιν το 1921 και επέκτεινε το αντικείμενό του υπό τον Στάλιν τη δεκαετία του 1940.
Είχε επιφορτιστεί ειδικά με την παραγωγή μοναδικών και μη ανιχνεύσιμων ουσιών, συχνά συνδυάζοντας γνωστά δηλητήρια με ασυνήθιστους τρόπους με την αποκλειστική πρόθεση να μιμούνται φυσικά αίτια και να μπερδεύουν τους ειδικούς εγκληματολόγους. Αναμφισβήτητα, και οι Δυτικές υπηρεσίες είχαν παρόμοια τμήματα.
Δολοφονήθηκε ο Άνδρας του Σόμερτον από ένα από αυτά τα εξωτικά δηλητήρια; Ίσως ο μυστηριώδης άνδρας να ήταν διπλός πράκτορας, του οποίου η προδοσία να είχε ανακαλυφθεί από τους Σοβιετικούς ή -ακόμα πιο πιθανόν- να ήταν πράκτορας των Σοβιετικών του οποίου η δράση στην Αυστραλία είχε ανακαλυφθεί από τις Δυτικές μυστικές υπηρεσίες.
Ακόμα και η υποψία ότι σε μια χώρα είχε διεισδύσει ξένη μυστική υπηρεσία θα μπορούσε να προκαλέσει τόσο μεγάλη ζημιά που συνήθως θα συγκαλυπτόταν, παρέχοντας μια ικανοποιητική δικαιολογία για το λόγο που ο Άνδρας του Σόμερτον είχε απογυμνωθεί από κάθε στοιχείο ταυτοποίησης.
Είναι ίσως το βιβλίο και το κρυπτογράφημα που θυμίζει περισσότερο κατασκοπεία, προκαλώντας αμέτρητες φανταστικές κατασκοπευτικές ιστορίες. Το μήνυμα των πέντε σειρών και 50 χαρακτήρων, έχει προκαλέσει ατέλειωτη συζήτηση όλα αυτά τα χρόνια, με πολλούς ερασιτέχνες σπάστες κωδικών,ακόμη και κρυπτογράφους από Υπουργεία Άμυνας να προσπαθούν ν’ αντιληφθούν το νόημά του.
Μέχρι στιγμής όλοι τους έχουν αποτύχει και ο πραγματικός σκοπός και πρόθεση του κώδικα, παραμένουν άγνωστοι μέχρι σήμερα.
Μερικοί έχουν υποθέσει ότι δεν είναι στην πραγματικότητα κρυπτογράφημα, αλλά κάποιο είδος μνημονικού ή ακροστιχίδας.
Εάν το μήνυμα είναι στα αγγλικά, τότε η γλωσσολογική ανάλυση του κειμένου από τον καθηγητή Derek Abbott του Πανεπιστημίου της Αδελαϊδας αποκαλύπτει ότι είναι πιθανότερο η συχνότητα των γραμμάτων του μηνύματος ν’αντιστοιχεί στα πρώτα γράμματα Αγγλικών λέξεων και όχι σ’ένα κανονικό αγγλικό κείμενο.
Άλλοι πιστεύουν ότι το κείμενο είναι απλώς ασυναρτησίες, το πυρετώδες προϊόν ενός ταραγμένου μυαλού. Ό,τι και αν συμβαίνει, η τοποθέτησή του σε βιβλίο ποίησης είναι περισσότερο ενδιαφέρουσα.
Το «Ρουμπαγιάτ» του Ομάρ Καγιάμ είναι σαφώς σημαντικό καθώς εμφανίζεται τρεις φορές σε αυτή την ιστορία. Χρησιμοποιήθηκε ως βιβλίο-κώδικας;
Όταν το κρυπτογραφικό τμήμα του Αυστραλιανού Πολεμικού Ναυτικού εξέτασε τα γράμματα, κατέληξε σ’ αυτό ακριβώς το συμπέρασμα: «μια λογική εξήγηση θα ήταν ότι οι γραμμές είναι τα αρχικά γράμματα λέξεων ενός στίχου ποιήσης ή κάτι παρόμοιου».
Το βιβλίο-κώδικας είναι μια κοινή κατασκοπευτική τεχνική από τότε που υπάρχουν βιβλία. Η βασική αρχή είναι ότι το κλειδί για τον εν λόγω κώδικα είναι ένα τμήμα του κειμένου σ’ ένα βιβλίο ή σ’ένα άλλο κοινώς διαθέσιμο δημοσιευμένο υλικό.
Εάν χρησιμοποιείται ένα βιβλίο, απαιτείται συνήθως και τα δύο μέρη της επικοινωνίας να έχουν την ίδια έκδοση.
Στην Αμερικανική Επανάσταση, ο Benedict Arnold χρησιμοποίησε ένα τέτοιο βιβλίο-κώδικα, γνωστό ως «Το κρυπτογράφημα του Άρνολντ» (“Arnold Cipher ”), με το βιβλίο «Σχολιασμοί του Αγγλικού Δικαίου» (“Commentaries on the Laws of England”) του Sir William Blackstone να είναι το κλειδί.
Είχε χρησιμοποιηθεί το «Ρουμπαγιάτ» του Ομάρ Καγιάμ ως κλειδί σε κάποιο κατασκοπευτικό δίκτυο που δρούσε στην Αυστραλία;
Το βιβλίο εμφανίζεται τουλάχιστον τρεις φορές: το αντίτυπο που συνδέεται με τον νεκρό άνδρα από το κομμάτι χαρτιού που γράφει τη φράση “Tamam Shud”, το αντίτυπο που η Τζέσικα Τόμπσον λέει ότι έδωσε στον Αλφ Μπόξαλ και το αντίτυπο που βρέθηκε ανοικτό στο στήθος του νεκρού σώματος του George Marshall στο Σίδνεϊ το 1945.
Ενώ αυτή η συλλογή Περσικής ποίησης του 11ου αιώνα είναι συνηθισμένη, οι εκδόσεις στην προκειμένη περίπτωση δεν ήταν καθόλου συνηθισμένες. Η έκδοση του Άνδρα του Σόμερτον ήταν μια εξαιρετικά σπάνια μετάφραση του 1859 από τον Edward Fitzgerald.
Τόσο σπάνια στην πραγματικότητα, που όταν ο συγγραφέας και πρώην αστυνομικός, Gerry Feltus, έκανε παγκοσμίως μια εξαντλητική αναζήτηση για άλλα αντίτυπα , το πιο κοντινό που μπόρεσε να βρει ήταν μια παρόμοια έκδοση του οίκου Whitcombe & Tombs που τυπώθηκε σε πιο τετράγωνη μορφή.
Η έκδοση του George Marshall ήταν ακόμα πιο περίεργη, όχι τόσο σπάνια, απλά ανύπαρκτη. Το αντίτυπό του ισχυριζόταν ότι είναι η έβδομη έκδοση που τυπώθηκε στο Λονδίνο από τον οίκο Methuen, αλλά τα αρχεία αποκαλύπτουν ότι δεν τυπώθηκε ποτέ καμία τέτοια έκδοση, η έκδοση του Methuen σταματάει στην πέμπτη.
Ο περίεργος θάνατος του George Marshall (φωτό) συνδέεται επίσης με το τρίτο αντίτυπο του βιβλίου. Ο Marshall υποτίθεται ότι αυτοκτόνησε με δηλητήριο στο Σίδνεϊ το Ιούνιο του 1945 (ΥΓ.3), κοντά στο σημείο όπου εργάζονταν η Τζέσικα Τόμπσον και ο Άλφρεντ Μπόξαλ, δύο μήνες πριν δώσει η Τόμπσον το δικό της αντίτυπο του «Ρουμπαγιάτ» στον Μπόξαλ.
Φαίνεται πολύ περισσότερο από σύμπτωση το βιβλίο να εμφανίζεται τόσο συχνά και οι σχετικές εκδόσεις να είναι τόσο περίεργες και ύποπτες. Θα μπορούσε μήπως στην πραγματικότητα να μην ήταν γνήσια αντίτυπα του βιβλίου, αλλά σύνεργα κατασκοπείας προορισμένα να χρησιμοποιηθούν ως βιβλία-κώδικες ή ως άσπαστοι κώδικες (one-time pads);
Ένας άσπαστος κώδικας (one-time pad) είναι ένα πρόσθετο, εντελώς τυχαίο εφάπαξ κλειδί το οποίο καθιστά το κρυπτογράφημα ουσιαστικά άσπαστο. Συχνά χρησιμοποιούταν στον Ψυχρό Πόλεμο από Σοβιετικούς κατασκόπους που δρούσαν στην Αμερική για να επικοινωνούν κρυφά με τις Ρωσικές πρεσβείες και τα προξενεία τους.
Δεν υπάρχει ούτε μία περίπτωση κάποιας Αμερικανικής μυστικής υπηρεσίας που κατάφερε να σπάσει έναν τέτοιο κώδικα.
Ο Μπόξαλ παραδέχτηκε στη δεκαετία του 1970 ότι έκανε κατασκοπεία κατά τη διάρκεια του πολέμου και τα τελευταία χρόνια, η κόρη της Τόμπσον, Κέιτ, δήλωσε ότι πιστεύει τώρα ότι η μητέρα της ήταν κατασκόπος των Ρώσων.
«Είχε μια σκοτεινή πλευρά, μια πολύ ισχυρή σκοτεινή πλευρά», δήλωσε η Κέιτ στους στην Αυστραλιανή ειδησεογραφική εκπομπή “60 Minutes”. «Μου είπε ότι γνώριζε ποιος ήταν, αλλά δεν θα το αποκάλυπτε. Υπάρχει πάντα αυτός ο φόβος που σκέφτηκα ότι ίσως να είναι υπεύθυνη για τον θάνατό του».
Η Κέιτ Τόμπσον αποκάλυψε επίσης ότι η μητέρα της μιλούσε Ρώσικα και υπονοούσε ότι το μυστήριο του άνδρα του Σόμερτον ήταν «πάνω από το επίπεδο της πολιτειακής αστυνομίας» (ΥΓ.4).
Αν η καχυποψία της Κέιτ Τόμπσον για τη μητέρα της είναι σωστή, υπάρχουν ιδιαίτερα σκοτεινά υπονοούμενα, δεδομένου ότι τόσο ο Άνδρας του Σόμερτον όσο και ο George Marshall πέθαναν υπό περίεργες συνθήκες σε απόσταση ενός μιλίου από εκεί που ζούσε τότε η Τζέσικα Τόμπσον.
Υπάρχουν πολλά παραδείγματα εν υπνώσει Ρώσων πρακτόρων που ζούσαν κανονικές ζωές στη Δύση για χρόνια και για δεκαετίες εντελώς ανυποψίαστοι από τους γύρω τους. Το κατασκοπευτικό δίκτυο του Portland στο Ηνωμένο Βασίλειο στη δεκαετία του 1950 περιλάμβανε αρκετούς Σοβιετικούς πράκτορες που είχαν μια φυσιολογική ζωή ως Βρετανοί πολίτες.
Το ζευγάρι των Αμερικανών Richard και Cynthia Murphy ζούσαν για 15 χρόνια στα προάστια του Νιου Τζέρσεϊ πριν αποκαλυφθεί το 2010 ότι ήταν Ρώσοι κατάσκοποι ονόματι Lydia και Vladimir Guryev. Ήταν η Τζέσικα Τόμπσον μια τέτοια εν υπνώσει πράκτορας, που δρούσε σιωπηλά στην Αυστραλία για δεκαετίες;
Ο Ψυχρός Πόλεμος και η Αυστραλία
Παρόλο που απέχει πολύ από το Ευρωπαϊκό θέατρο του Ψυχρού Πολέμου, η Αυστραλία ήταν μια εστία κατασκοπευτικής δραστηριότητας κατά την μεταπολεμική περίοδο, παίζοντας βασικό στρατηγικό ρόλο τόσο για τις ΗΠΑ όσο και για το Ηνωμένο Βασίλειο κατά την περίοδο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Και οι δύο χώρες ανησυχούσαν για την ασφάλεια των μυστικών υπηρεσίων στη χώρα. Λίγο μετά τον πόλεμο, το κοινό πρόγραμμα αντικατασκοπείας ΗΠΑ-Ηνωμένου Βασιλείου, Venona, ανακάλυψε μια διαρροή που δρούσε έξω από την Καμπέρα, η οποία παρέδιδε ευαίσθητα κυβερνητικά μυστικά στους Σοβιετικούς.
Λόγω αυτού και άλλων περιστατικών, σχηματίστηκε ένας αποκλειστικός Αυστραλιανός μυστικός οργανισμός, ο ASIO, ο οποίος σχεδιάστηκε με βάση το FBI και την Βρετανική MI5. Η τελευταία αυτή μυστική υπηρεσία είχε ιδιαίτερη επιρροή, παρέχοντας μεγάλο μέρος του αρχικού προσωπικού και της τεχνογνωσίας στην δημιουργία του ASIO.
Ήταν περίπου την εποχή του θανάτου του Άνδρα του Σόμερτον που η ομάδα της MI5 βρισκόταν στην Αυστραλία για να δώσει συμβουλές για τη δημιουργία του ASIO και ο νέος οργανισμός διέθετε ένα γραφείο έξω από την Αδελαΐδα, κοντά στο σημείο όπου βρέθηκε η σορός. Υπήρχε κάποια σύνδεση;
Κάποιοι από την αντιπροσωπεία της ΜΙ5 όπως ο Ρότζερ Χόλις και ο Robert Hemblys-Scales υποπτεύονται ότι ήταν οι ίδιοι πράκτορες των Σοβιετικών και ο ASIO θα είχε αργότερα και τα δικά του προβλήματα με Σοβιετικούς διπλούς πράκτορες.
Το ACP –Αυστραλιανό Κομμουνιστικό Κόμμα – το κοίταζαν επίσης με καχυποψία οι Αμερικανοί λόγω της ευαισθησίας του στην Ρωσική διείσδυση.
Η οργανωμένη από τον ASIO, αυτομόληση του Σοβιετικού διπλωμάτη, Vladimir Petrov το 1954 παρείχε επίσης πολλές νέες πληροφορίες σχετικά με τη Ρωσική κατασκοπεία τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και την Αυστραλία, συμπεριλαμβανομένου του δικτύου κατασκοπείας που δρούσε από το ACP, και το οποίο υποψιάζονταν για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Με τη χώρα να διαδραματίζει έναν τόσο σημαντικό στρατηγικό ρόλο για τις Δυτικές δυνάμεις, αρχικά ως έδρα της εξαιρετικά μυστικής πυραυλικής και πυρηνικής βάσης δοκιμών του Ηνωμένου Βασιλείου στη Woomera, τότε βασικό μέρος του Ψυχροπολεμικού προγράμματος παρακολούθησης, Five Eyes, είναι αναπόφευκτο να υπήρχαν στην χώρα ενεργά κατασκοπευτικά δίκτυα και από τις δύο πλευρές.
Αν ο Άνδρας του Σόμερτον, η Τζέσικα Τόμπσον και ο Αλφ Μπόξαλ ήταν κάποια μικρά γρανάζια σ’ αυτές τις επιχειρήσεις ίσως να μην το μάθουμε ποτέ. Ενώ πολλά από τα στοιχεία είναι έμμεσα και υπαινικτικά, υπάρχουν αρκετά στοιχεία κατασκοπείας στην ιστορία τους, για να υποψιαστούμε ότι πράγματι ήταν.
Ήταν απλά μια αισθηματική υπόθεση;
Ένας εναλλακτικός τρόπος για να δούμε την περίεργη υπόθεση του Άνδρα του Σόμερτον, δεν προέρχεται από τις σελίδες ενός κατασκοπευτικού μυθιστορήματος, αλλά από από τις σελίδες ενός ρομάντζου.
Τουλάχιστον μερικά από τα στοιχεία μπορούν να ταιριάξουν σε ένα σενάριο μονόπλευρου έρωτα, ένα φλερτ του Β’Παγκοσμίου Πολέμου που κατέλειξε στην τραγωδία στην παραλία του Σόμερτον τρία χρόνια αργότερα.
Υπάρχει κάποιος λόγος να πιστέψουμε ότι κάποιος έψαχνε την Τζέσικα Τόμπσον μια μέρα πριν πεθάνει ο Άνδρας του Σόμερτον. Ένας μάρτυρας που εμφανίστηκε αρκετά χρόνια αργότερα θυμόταν έναν άνδρα να χτυπά την πόρτα της μια μέρα πριν βρεθεί ο Άνδρας του Σόμερτον.
Δεδομένου ότι γνωρίζουμε ότι η Τζέσικα Τόμπσον είχε το συνήθειο να δίνει αντίτυπα του «Ρουμπαγιάτ» στους άντρες που γνώριζε και ότι το αντίτυπο του Άνδρα του Σόμερτον περιείχε τον μη καταχωρημένο αριθμό τηλεφώνου της, είναι ασφαλές να υποθέσουμε ότι οι δύο τους γνωρίζονταν.
Είναι πιθανό ο άνδρας να ήταν αλλοδαπός ναυτικός κρίνοντας από την στένσιλ βούρτσα που βρέθηκε στη βαλίτσα του, ένα αντικείμενο που χρησιμοποιείται για να κάνουν στένσιλ στο φορτίο των εμπορικών πλοίων.
Κάποια στιγμή λίγα χρόνια νωρίτερα οι δυο τους θα μπορούσαν να έχουν ή είχαν μια ρομαντική σχέση. Για κάποιο λόγο χωρίστηκαν και η Τόμπσον έδωσε στον Άνδρα του Σόμερτον ένα αντίτυπο του «Ρουμπαγιάτ» ως αναμνηστικό της περιόδου που ήταν μαζί.
Μια πρόσθετη ενδιαφέρουσα πιθανότητα είναι ο Άνδρας του Σόμερτον να είναι ο πατέρας του νεαρού γιου της Τόμπσον, ο οποίος ήταν 18 μηνών το 1948. Αρκετοί ερευνητές επεσήμαναν ένα ασυνήθιστο χαρακτηριστικό των αυτιών του άνδρα: η άνω κοιλότητα (cymba) είναι μεγαλύτη από την κάτω (cavum) , κάτι που φαίνεται καθαρά και στις φωτογραφίες του νεκροτομείου.
Αυτά τα χαρακτηριστικά εμφανίζονται μόνο στο 1-2% του λευκού πληθυσμού και είναι επίσης εμφανή στον γιο της Τόμπσον, Ρόμπιν.
Τον Μάιο του 2009, ο Derek Abbott συμβουλεύτηκε οδοντιάτρους που κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο Άνδρας του Somerton είχε υποδοντία (μια σπάνια γενετική ανωμαλία) και στους δύο πλευρικούς κοπτήρες, γεγονός που συναντάται μόνο στο 2% του συνολικού πληθυσμού.
Τον Ιούνιο του 2010, ο Abbott έλαβε μια φωτογραφία του μεγαλύτερου γιου της Τζέσικα Τόμπσον, Ρόμπιν, η οποία έδειχνε σαφώς ότι -όπως κιο άγνωστος άνδρας – δεν είχε μόνο μεγαλύτερη την άνω κοιλότητα (cymba) από την κάτω (cavum) στο αυτί, αλλά είχε και υποδοντία.
Η πιθανότητα και να τα δύο να είναι σύμπτωση υπολογίζεται ανάμεσα στο 1 στα 10.000.000 και 1 στα 20.000.000. Ήταν ο Άνδρας του Σόμερτον ο πατέρας του; Μάλλον ναι.
Το κύριο ζήτημα σ’ αυτό το σενάριο είναι πώς και γιατί ο Άνδρας του Σόμερτον κατέληξε νεκρός. Παρόλο που το ζυμαρικό που βρέθηκε στο στομάχι του απορρίφθηκε τότε ως αιτία θανάτου του, ο Nick Pelling στο blog του ciphermysteries.com προτείνει ότι τα υπερβολικά θειώδη που χρησιμοποιούνταν ως συντηρητικά στα ψημένα προϊόντα το 1948 μπορεί να έχουν προκαλέσει ακραία αλλεργική αντίδραση.
Αυτό μπορεί αρχικά να φαινόταν υπερβολικό, αλλά ήταν σαφές από την νεκροψία ότι ο Άνδρας του Σόμερτον πιθανότατα ανάρρωνε από σοβαρή ασθένεια όταν πέθανε. Η μεγεθυμένη σπλήνα του είναι απίθανο να προέκυψε ξαφνικά εκείνη την ημέρα και είναι πιο πιθανόν να υποθέσουμε ότι πρόσφατα πέρασε κάτι σαν μονοπυρήνωση ή ελονοσία.
Ο Pelling θεωρεί ότι στην ήδη ευαίσθητη κατάστασή του, ο άνδρας αρρώστησε αφού κατανάλωσε το ζυμαρικό στο σπίτι της Τζέσικα Τόμπσον, προσπαθήσει να κοιμηθεί μέχρι να περάσει το σύμπτωμα και πέθανε.
Αυτό το σενάριο ταιριάζει με τα στοιχεία της νεκροψίας που σημειώνουν το μελάνιασμα στο πίσω μέρος του λαιμού του άνδρα, κάτι απίθανο να συνέβη αν πέθανε ενώ βρισκόταν στηριγμένος στον κυματοθραύστη όπου βρέθηκε.
Είναι πιθανόν η Τόμπσον μετά να έπεισε έναν άνδρα φίλο της να μετακινήσει το σώμα στην παραλία για να φανεί ότι πέθανε εκεί, πιθανώς για να γλιτώσει από την αμηχανία και τη δυσκολία να πρέπει να εξηγήσει πώς ένας ξένος βρέθηκε νεκρός στο σπίτι της.
Ένας μάρτυρας που εμφανίστηκε πολύ αργότερα στη δεκαετία του 1950, ισχυρίστηκε ότι πράγματι είδε έναν άνδρα στην παραλία να κουβαλάει έναν άλλο άνδρα στον ώμο του, κάποια στιγμή την νύχτα πριν βρεθεί νεκρός ο Άνδρας του Σόμερτον, οπότε υπάρχει κάποια ένδειξη που να επιβεβαιώνει αυτή την ιδέα.
Ενώ είναι καθαρή εικασία, το γενικό σενάριο έχει κάποια αξία και δεν μπορεί να αγνοηθεί. Οι κύριες αντιρρήσεις είναι η έλλειψη αξιόπιστων εξηγήσεων για το βιβλίο και τον κώδικα και η αδυναμία να ταυτοποιηθεί ο νεκρός. Εάν αυτό ήταν απλώς ένα άκακο οικιακό συμβάν, τότε γιατί ο Άνδρας του Σόμερτον δεν ταυτοποιήθηκε για σχεδόν 70 χρόνια;
Ήταν ο H.C. Reynolds;
Τα τελευταία χρόνια, μια νέα θεωρία προέκυψε σε ότι αφορά την ταυτότητα του Άνδρα του Σόμερτον. Το 2011, μια γυναίκα προσέγγισε τον καθηγητή Maciej Henneberg, που έχει την βάση του στην Αδελαΐδα, με μια παλιά στρατιωτική κάρτα που ανήκε στον πατέρα της.
Το δελτίο ταυτότητας του Αμερικανού ναύτη είχε την εικόνα ενός 18χρονου Βρετανού ονόματι H.C. Reynolds.
Σύμφωνα με τον Henneberg, ο άντρας που απεικονίζεται στην κάρτα είναι ίσως ο ίδιος που βρέθηκε στην παραλία του Σόμερτον. «Δεν πρόκειται μόνο για μια όμοια εικόνα … υπάρχει μεγάλη ομοιότητα στο αυτί, και τα αυτιά δεν αλλάζουν».
Ο Henneberg σημείωσε αρκετές άλλες ομοιότητες στη μύτη και τα χείλη, αλλά ήταν ιδιαίτερα πεπεισμένος από μία ελιά στο μάγουλο του άνδρα. «Τέτοιες ελιές αλλάζουν λίγο με την ηλικία, αν και το μέγεθος μπορεί να διαφέρει ελαφρώς», είπε.
«Μαζί με την ομοιότητα των χαρακτηριστικών του αυτιού, αυτή η ελιά, σε μια εγκληματολογική υπόθεση, θα μου επέτρεπε να κάνω μια σπάνια δήλωση που θα ταυτοποιούσε θετικά τον Άνδρα του Σόμερον ως τον H.C. Reynolds».
Ενώ αυτό μπορεί να φαίνεται πειστικό στην επιφάνεια, υπάρχουν προβλήματα. Όπως και με αρκετούς άλλους μάρτυρες στην υπόθεση, η κόρη του H.C. Reynolds ζήτησε να παραμείνει ανώνυμη και οι ισχυρισμοί της αποδείχτηκαν δύσκολο να εξακριβωθούν.
Οι έρευνες που διεξήχθησαν από το Εθνικό Αρχείο των Ηνωμένων Πολιτειών, το Εθνικό Αρχείο του Ηνωμένου Βασιλείου και το Αυστραλιανό Ερευνητικό Κέντρο Πολεμικής Κληρονομιάς απέτυχαν να βρουν οποιαδήποτε αρχεία σχετικά με τον H.C. Reynolds.
Άλλοι ερευνητές βρήκαν πιθανούς υποψηφίους πολίτες με το όνομα H.C. Reynolds, αλλά ο πλησιέστερος που ταιριάζει πέθανε το 1953, όχι το 1948.
Όπως πολλοί δρόμοι έρευνας σε αυτή την υπόθεση, κι αυτό θα μπορούσε να αποδειχθεί ένα ακόμα αδιέξοδο, αφήνοντάς μας λιγότερο κοντά στην λύση του μυστηρίου. Το μόνο που γνωρίζουμε είναι ότι ένας άνθρωπος πέθανε, μόνος του σε μια παραλία, άγνωστος, στα αζήτητα, πιθανώς χώρις να έχει λάβει αγάπη.
Ίσως ο πιο κατάλληλος επικήδειος σε αυτή την ιστορία προέρχεται από το βιβλίο που βρίσκεται στο επίκεντρο του μυστηρίου, το «Ρουμπαγιάτ» του Ομάρ Καγιάμ:
«Συνειδητοποίησε αυτό: μια μέρα η ψυχή σου θα απομακρυνθεί από το σώμα σου και θα βρεθείς πίσω από την κουρτίνα που επιπλέει ανάμεσα σε εμάς και το άγνωστο. Ενώ περιμένεις εκείνη τη στιγμή, να είσαι ευτυχισμένος, επειδή δεν ξέρεις από πού προήλθες και δεν ξέρεις πού θα πας».
ΥΓ.1: Η αστυνομία είχε πιστέψει ότι τα τσιγάρα μάρκας Kensitas μέσα στο πακέτο Army Club οφείλονταν στην συνήθη πρακτική της εποχής ν’αγοράζουν φτηνά τσιγάρα και να τα τοποθετούν σε ένα πακέτο ακριβότερης μάρκας (στην Αυστραλία ήταν από την εποχή του Β’Παγκοσμίου Πολέμου σε ισχύ οι αγορές αγαθών με δελτίο).
Ωστόσο, ένας έλεγχος των Εφημερίδων της Κυβερνήσεως έδειξε ότι η Kensitas ήταν στην πραγματικότητα η ακριβή μάρκα, πράγμα που αφήνει την πιθανότητα (που δεν ερευνήθηκε ποτέ) η πηγή του δηλητηρίου να ήταν τα τσιγάρα που ενδεχομένως αντικαταστήθηκαν με αυτά του θύματος, εν αγνοία του.
ΥΓ.2: Από δακτυλίτιδα δηλητηριάστηκε και ο πρώτος Αμερικανός διευθυντής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Harry Dexter White (φωτό), αφότου αποκαλύφθηκε ότι ήταν πράκτορας των Σοβιετικών. Αμέσως μετά την κατάθεσή του στην επιτροπή Αντι-αμερικανικών Ενεργειών του Κογκρέσου στις 13 Αυγούστου 1948, έπαθε καρδιακή προσβολή.
Την επομένη πήγε στη φάρμα του στο New Hampshire για να αναρρώσει και ξανάπαθε καρδιακή προσβολή. Δύο μέρες μετά, πέθανε. Αιτιά θανάτου ήταν η δηλητηρίαση από δακτυλίτιδα.
Ο θάνατος από δακτυλίτιδα σε διάστημα μικρότερο των τεσσάρων μηνών, δύο ατόμων που ερευνούνται ως πράκτορες του Ανατολικού Μπλοκ, δεν μοιάζει να είναι συμπτωματική.
ΥΓ.3: Η δικαστική έρευνα για τον θάνατο του Marshall διεξήχθη στις 15 Αυγούστου 1945. Η Gwenneth Dorothy Graham κατέθεσε στην έρευνα και βρέθηκε νεκρή 13 ημέρες αργότερα στη μπανιέρα της, με το κεφάλι προς τα κάτω, γυμνή και με κομμένες τις φλέβες της στους καρπούς.
ΥΓ.4: Από την άλλη πλευρά, αν οι αρχές ήταν αναμεμειγμένες, δεν θα ήταν πιο εύκολο να ανακοινώσουν ότι ο θάνατος του Άνδρα του Σόμερτον προήλθε από φυσικά αίτια και όχι από δηλητηρίαση από άγνωστο δηλητήριο;
Επίσης, αν υπήρχε συγκάλυψη, γιατί δεν αποκρύφθηκε το κομμένο κομμάτι χαρτί που έγραφε “Tamam Shud” στο παντελόνι του Άνδρα του Σόμερτον; Από αυτό οδηγηθήκαμε στο αντίτυπο που βρέθηκε στο ξεκλείδωτο αυτοκίνητο, στον άγνωστο κώδικα, στο τηλέφωνο της Τόμπσον και τον Μπόξαλ.
Αν υπήρχε συγκάλυψη, γιατί δεν απέκρυψαν αυτά τα στοιχεία; Ίσως υπήρξε συγκάλυψη σε μετέπειτα στάδιο. Πχ. να έμαθαν την ταυτότητα του Άνδρα του Σόμερτον και να μην την αποκάλυψαν.
Πηγή Γιατί ο «Άνδρας του Σόμερτον» είναι το μεγαλύτερο μυστήριο του Ψυχρού Πολέμου;
Κοινοποιήστε: